Γεωργίου Δημητράκη
πολιτικοῦ ἐπιστήμονος – κοινωνιολόγου
Ἀδιαμφισβήτητο εἶναι ἀπό ὅλους ὅτι ὁ Ἑλληνικός Πολιτισμός εἶναι ὁ μεγαλύτερος εἰς τήν Ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος, καί ὅτι ἐκ τοῦ λόγου αὐτοῦ,ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες εἴμαστε ὑπερήφανοι γιά τήν μοναδική προσφορά τῶν προγόνων μας. Ἡ ὑπερηφάνεια ὅμως δέν πρέπει νά εἶναι ἔννοια κενοῦ περιεχομένου, ἀλλά νά ἔχη βαθειές ρίζες εἰς τήν ἱκανότητα καί τήν δύναμη νά παρακολουθῆ, νά ἑρμηνεύη καί νά ἐναρμονίζη τίς σχέσεις της μέ τόν περιβάλλοντα χῶρο, ὁ ὁποῖος ἦταν καί εἶναι ἡ συνύπαρξη μέ τούς ἄλλους λαούς, ὥστε καί νά προστατεύεται, ἀλλά καί νά συνεχίζη τό δημιουργικό της ἔργο.
Αὐτοί ἦσαν οἱ πρόγονοι μας, ἕνας Λαός προσφιλής, ἀλλά καί σεβαστός ἀπό ὅλους τούς ἄλλους λαούς. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, παρατηρεῖται ἡ παρερμήνευση τῆς Ἱστορίας μας καί ἡ λάθος πορεία τῆς χώρας μέ τά ὀλέθρια λάθη μας. Δύο ἀπό αὐτά καί τά πρῶτα εἶναι ὅτι δέν δίνουμε ἀπάντηση εἰς τόν ἴδιο τόν ἑαυτόν μας, τήν ὁποία ὀφείλουμε: γιατί ἄντεξε ὁ Λαός μας τά 400 χρόνια τῆς τουρκικῆς σκλαβιᾶς. Διότι ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες ἤμασταν πολύ δραστήριοι. Τό δεύτερο μεγάλο λάθος εἶναι ἡ δολοφονία τοῦ Καπποδίστρια τό 1831, ὁ ὁποῖος τό 1828 ὡς ἄμισθος Κυβερνήτης τῆς χώρας μας, ἤθελε νά κτίση τότε ἕνα σύγχρονο Ἑλληνικό Κράτος, ὅμοιο τῆς Ἑλβετίας τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε ἀρχιτέκτονάς του, καί νά μᾶς διδάξη ὅτι παράλληλα μέ τήν ὑπερηφάνεια ὀφείλουμε ὡς Λαός νά παρακολουθοῦμε τίς παγκόσμιες ἐξελίξεις. Ὁ τραγικός ὅμως θάνατός του σήμαινε τό τέλος τῆς συνεχίσεως τοῦ ἔργου του ὑπό τό πνεῦμα του, τήν ἀνικανότητα καί ἀνεπάρκειά μας νά κτίσουμε ἐδῶ καί 189 χρόνια ἕνα σύγχρονο Κράτος, ἀλλά καί ἡ ὀλέθρια πορεία τῆς Πατρίδος μας, παρά ὅλες τίς ἐθνικές ἐξάρσεις, ἀλλά καί τά σκαμπανεβάσματα πού ἐνδιάμεσα ἀκολούθησαν.
Ἡ Ἱστορία ὅμως ποτέ δέν ἀλλάζει, διότι ὡς ἔννοια ἀκολουθεῖ τήν καταγραφή τῶν παγκοσμίων γεγονότων, τά ὁποῖα δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό τίς συμπεριφορές, τίς ἱκανότητες καί τίς δυνατότητες κάθε λαοῦ νά αὐτοπροστατεύεται, ἀλλά παράλληλα νά παρακολουθῆ καί νά συμμετέχη ὡς παίχτης εἰς τήν ἀρένα τῶν ἀνταγωνισμῶν καί παγκοσμίων ἐξελίξεων. Αὐτό σημαίνει, ὅτι εἰς τήν Παγκόσμια Πολιτική δέν ὑπάρχουν καί δέν μπορεῖ νά ὑπάρχουν φιλίες, ἀγκαλιές, κουμπαριά, συρτάκια, ρακί, μουσακᾶδες καί τσαμπουκᾶδες, ἀλλά μόνον τά συμφέροντα τῶν λαῶν πού φροντίζουν διά τῆς ἱκανότητος καί τοῦ δυναμισμοῦ των ἀφ᾿ ἑνός νά θωρακίζουν τούς ἑαυτούς τους καί ἀφ᾿ ἑτέρου νά ἐπιβάλλωνται ἀπέναντι τῶν ἄλλων, οἱ ὁποῖοι ἀγνοοῦν αὐτούς τούς κανόνες καί εὐθύνες πού ἔχουν ἀπέναντι τοῦ ἰδίου τοῦ ἑαυτοῦ τους.
Δυστυχῶς εἰς τήν μετά τό 1831 Ἱστορία μας, ἐμεῖς ὡς Λαός περιχαρακωθήκαμε εἰς τήν καταστροφική μας ἐσωστρέφεια, ἀλλά παράλληλα καί εἰς τήν ἐσφαλμένη ἀντίληψη ὅτι ἡ χώρα μας εἶναι τό κέντρο τῆς γῆς! Δηλαδή μπερδέψαμε τόν Πολιτισμό μέ τήν Παγκόσμια Πολιτική. Διότι ἐνῶ εἶναι γνωστή σέ ὅλη τήν ἀνθρωπότητα ἡ τεράστια συμβολή τῶν προγόνων μας, ἐμεῖς συνεχίζουμε νά ἐπικαλούμαστε κάθε τόσο τό ἔργο καί τά μνημεῖα τους, ὅμως τώρα ὡς ἄλλοθι, γιά νά καλύπτουμε τήν ἀπραξία, ἀδιαφορία, ἀνικανότητα, ἀνεπάρκεια, ὅλα τά λάθη μας, αὐτή τήν ἔλλειψη ἑνός ἔργου ὡς συνέχιση τοῦ δημιουργικοῦ ἔργου τῶν προγόνων μας.
Ὅσο ὅμως περισσότερο προσβάλλουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι τούς προγόνους μας μέ τίς ἀνεύθυνες συμπεριφορές μας, τόσο περισσότερο αὐτοκαταστρεφόμαστε. Διότι, ἐνῶ συνεχίζεται ἡ κατρακύλα μας ἐξ αἰτίας τῶν ἐπαναλαμβανομένων λαθῶν μας, τόσο περισσότερο συμπεριφερόμαστε ἀνεύθυνα, μισαλλόδοξα, ὑπεροπτικά ἀπέναντι καί τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀλλά καί ἀπέναντι τῶν ἄλλων.
Ἐνῶ βυθιζόμαστε μέσα εἰς τόν πολιτικό – οἰκονομικό βοῦρκο πού ἐμεῖς δημιουργήσαμε, κατασκευάζουμε τώρα καί ἐχθρούς γιά νά ἀπαλλάξουμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό τίς δικές μας εὐθύνες. Ὅλοι μας, εἰδήμονες καί μή, πολιτικοί καί πολῖτες, φλυαροῦμε ἀτέρμονα καί ἐπί δεκαετίες εἰς τίς καφετέριες, εἰς τά Μ.Μ.Ε. καί τήν Βουλή, ποιός φταίει γιά τήν κατάντια μας! Προβάλλοντες μάλιστα καί τίς ρητορικές ἱκανότητες καί γνώσεις μας, ὅλα ὅμως κενοῦ περιεχομένου, διότι βρίσκουμε κάθε τόσο τούς ἐνόχους ἀλλοῦ, ἀλλά ποτέ εἰς τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας. Γιά ἐμᾶς φταῖνε τώρα οἱ ἱκανοί, οἱ καλύτεροι, οἱ νικητές, καί ὄχι ἐμεῖς οἱ χαμένοι! Καί τοῦτο, διότι ὅλοι μας ἀγνοοῦμε ἕναν βασικό κανόνα καί τῆς ζωῆς, ἀλλά καί τῆς Ἱστορίας: ὅτι οἱ ἄνθρωποι καί οἱ λαοί κρίνονται μόνον ἀπό τά ἔργα τους καί ὄχι ἀπό τά λόγια.
Καταντήσαμε ἕνας Λαός μέ ἑκατοντάδες χιλιάδες ἐθνοσωτῆρες καί δεκάδες Ἐθνάρχες πού καί τώρα ἀκόμη, ἐνῶ βουλιάζουμε, μιλᾶμε γιά Πατρίδα καί Ἔθνος, ἀλλά καί γιά ἐξωγενεῖς ἐχθρούς, ἐνῶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εἴμαστε οἱ ἐχθροί του,
οἱ ἀτιμώρητοι δολοφόνοι του. Ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες δέν καταλάβαμε ἀκόμη καί τό πιό ἁπλό. Ὅτι τό ΚΡΑΤΟΣ εἴμαστε ἐμεῖς, ὁ καθείς ἀπό ἐμᾶς. Τό ὁποῖο ὅμως ἀντί νά κτίζουμε, ἐμεῖς ἐπί δεκαετίες διαλύουμε, καταστρέφουμε διά τῶν ἑκατοντάδων παρανομιῶν μας, φόρο – καί εἰσφοροκλέπτοντας, διαλύοντας τά σχολεῖα καί τά Πανεπιστήμια, τά ὁποῖα μετατρέψαμε σέ ἀχούρια καί ἄσυλα τοῦ πολιτικοῦ ὑποκόσμου. Καί ὡς συνέπεια τῆς ἀντεθνικῆς συμπεριφορᾶς μας, τῆς ἀστάθειας καί ἀβεβαιότητος, μεταφέρουμε ἑκατοντάδες δισεκατομμύρια Εὐρώ σέ ξένες Τράπεζες, καί χιλιάδες Ἐπιχειρήσεις εἰς τίς γείτονες χῶρες, καί παράλληλα στέλνουμε καί 65.000 παιδιά μας εἰς τά ξένα Πανεπιστήμια, ὅπου οἱ Ἕλληνες φοιτητές ἀποτελοῦν τήν πλειοψηφία μεταξύ τῶν ἐκεῖ ἀλλοδαπῶν φοιτητῶν, καί οἱ ὁποῖοι μετά τίς σπουδές τους παραμένουν κατά τό πλεῖστον ἐκεῖ.
Μετά ἀπό ὅλα αὐτά τά δεινά, τά ὁποῖα θά ἔπρεπε νά μᾶς γίνουν ἐμπειρίες καί μαθήματα, ἐμεῖς ἀδυνατοῦμε νά καταλάβουμε ἐπίσης καί τό πιό ἁπλό, ἀλλά καί ἀναπόφευκτο: ὅταν μία οἰκογένεια αὐτοκαταστρέφεται μέ τίς συνεχεῖς ἔριδες καί γκρεμίζει τό ἴδιο τό σπίτι της, τότε ὁ οἱοσδήποτε εἴτε αὐτός εἶναι ὁ γείτονας ἤ κάποιος ἄλλος, ἁπλώνει τό χέρι του γιά νά σοῦ τό πάρη.
Ἐκ τοῦ λόγου αὐτοῦ, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι εἴμαστε οἱ ἐχθροί τῆς Ἑλλάδος. Οἱ ἄλλοι καί τήν δουλειά τους κάνουν, καί τά συμφέροντά τους ὑπερασπίζονται, ἀλλά καί ἐπεκτείνουν!