Πελαγίδη Στάθη
Πρώην Σχολικού Συμβούλου Φιλολόγων
και τ. Αναπληρωτή Καθηγητή Παν/μίου Δυτ. Μακεδονίας
Είναι γνωστό ότι η πόλη του Αγίου Δημητρίου λειτούργησε ως καταφύγιο προσφύγων ήδη από τη βυζαντινή περίοδο.
Πράγματι, οι απανωτές αβαροσλαβικές επιδρομές κατά της Θεσσαλονίκης, κυρίως από τον 5ο μέχρι και τον 7ο αιώνα, εξωθούν χιλιάδες αποφύγων (προσφύγων), ακόμη και από περιοχές της βόρειας Βαλκανικής (χριστιανών και μη), να αναζητήσουν άσυλο και καταφύγιο σ’ αυτή την πόλη, η οποία, κατά την λαϊκή δοξασία και κατά την Βίβλο των Θαυμάτων, προστατευόταν από τον Άγιο Δημήτριο[1].
Το φαινόμενο αυτό, σε εντονότερο βαθμό, συνεχίζεται και στα νεότερα χρόνια. Συγκεκριμένα, η Θεσσαλονίκη στην 100/ετία του ελεύθερου εθνικού της βίου, από το 1912 μέχρι σήμερα, θα υποδεχθεί, και πάλι, ομόθρησκους και αλλόθρησκους προσφυγικούς πληθυσμούς.
Όμως, τα μαζικά και βίαια προσφυγικά ρεύματα του 20ου αιώνα, από τα οποία, κάθε τόσο, κατακλύζεται, φρονούμε ότι ανεβάζουν πολύ υψηλότερα το ηθικό της μεγαλείο και την επιβάλλουν ως την πόλη με τη μεγαλύτερη κοινωνική ιστορία.
Α) Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΩΣ ΠΕΡΑΣΜΑ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
Πρώτα-πρώτα, όταν ο ελληνικός στρατός κατέλαβε και απελευθέρωσε τη Θεσσαλονίκη (26 Οκτωβρίου 1912), υπήρχαν ήδη στην πόλη κάπου 10.000 (δέκα χιλιάδες) Μουσουλμάνοι πρόσφυγες, από τη βόρεια και δυτική Μακεδονία, οι οποίοι κατέφυγαν εκεί τον πρώτο κιόλας μήνα των Βαλκανικών Πολέμων (Οκτώβριος 1912).
Για την περίθαλψη των εν λόγω προσφύγων οι ελληνικές υπηρεσίες της πόλης έχουν δαπανήσει το ποσό των 71.700δρχ., μέχρι τη σταδιακή αναχώρησή τους για την Τουρκία και ενώ οι πολεμικές επιχειρήσεις συνεχίζονταν[2].
Έπειτα, το μεγάλο και οξύ προσφυγικό πρόβλημα στην πόλη της Θεσσαλονίκης δημιουργείται μετά τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου (Αύγ. 1913), οπότε η Μακεδονία κατακλύζεται από αθρόα προσφυγικά ρεύματα Μουσουλμάνων, από βουλγαροκρατούμενες, κυρίως, περιοχές.
Στη Θεσσαλονίκη (τρίτο χιλιόμετρο της σιδηροδρομικής γραμμής προς Κωνσταντινούπολη) καταφεύγουν κάπου 4.000 (τέσσερις χιλιάδες) Μουσουλμάνοι από οχτώ χωριά περιοχής Στρώμνιτσας. Το Γραφείο Εργασίας της πόλης αναλαμβάνει την περίθαλψη και τροφοδοσία τους, με την προοπτική να τους προωθήσει στην περιφέρεια Κιλκίς, σε οικισμούς που είχαν εγκαταλειφθεί από τους αποχωρήσαντες Βουλγαρόφρονες κατοίκους τους. Όμως, οι μουσουλμάνοι αυτοί προτίμησαν να πουλήσουν τα ζώα και την κινητή τους περιουσία και να φύγουν στη Μικρά Ασία, με υπέρογκα έξοδα της ελληνικής κυβέρνησης. Παρασύρθηκαν από το γενικό ρεύμα της φυγής, αλλά και από οδηγίες που δέχτηκαν τόσο από την Κωνσταντινούπολη, όσο και από τη μουσουλμανική Κοινότητα της Θεσσαλονίκης[3].
Και δεν ήταν μόνο αυτοί οι πρόσφυγες Μουσουλμάνοι που κατέκλυσαν τις παρυφές της πόλης. Ήταν και οι πρόσφυγες από τη βουλγαροκρατούμενη δυτική Θράκη (1913-1919), αλλά και από άλλες βουλγαρικές περιοχές (Άνω Πετρίτσι, Οσμανιέ, Άνω Τζουμαγιά, Άνω Νευροκόπι, Μελένικο, κ.ά.), οι οποίες περιήλθαν στη Βουλγαρία με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου. Όλοι αυτοί οι Μουσουλμάνοι (πάνω από 130.000 άτομα) κατεβαίνουν στη Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με οδηγίες από την τουρκική πλευρά[4].
Στη συνέχεια, φιλοξενούνται από τις αρχές της πόλης με υπέρογκες δαπάνες, έως ότου επιβιβαστούν στα πλοία και προωθηθούν στην Ανατολική Θράκη και στη Μ. Ασία, προκειμένου να εγκατασταθούν στις εκεί ελληνικές περιουσίες. Στόχος της «κρυφίας ταύτης υποκινήσεως και αναχωρήσεως των Μουσουλμάνων» ήταν να αναγκαστούν οι Έλληνες των παραπάνω περιοχών της Τουρκίας να εγκαταλείψουν τις εστίες τους[5].
Η τουρκική, βέβαια, πλευρά αποδίδει την μαζική μετανάστευση των Μουσουλμάνων της Μακεδονίας σε αυθαιρεσίες του Ελληνικού Πληθυσμού, κυρίως των προσφύγων, εις βάρος τους[6].
Στους παραπάνω 130.000 Μουσουλμάνους (από Μακεδονία και Βουλγαροκρατούμενες περιοχές), οι οποίοι πέρασαν, ως πρόσφυγες, από τη Θεσσαλονίκη μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913), θα προσθέσομε και τον μεγάλο όγκο των 329.000 Μουσουλμάνων της Μακεδονίας και της Ηπείρου, οι οποίοι προωθήθηκαν στην Τουρκία από το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, στα πλαίσια της Σύμβασης για την υποχρεωτική Ανταλλαγή των Ελληνοτουρκικών πληθυσμών (30 Ιαν. 1923).
Αν και, επισήμως, θεωρούνται μετανάστες, στην ουσία είναι πρόσφυγες, διότι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες τους[7].
Εννοείται ότι, πριν από την σκοπίμως καθυστερημένη αναχώρησή τους και αφού δημιούργησαν συνθήκες επικίνδυνης πληθυσμιακής συμπύκνωσης, έχουν φιλοξενηθεί με υπέρογκα έξοδα από τις δημόσιες υπηρεσίες της πόλης.
Τα ρεύματα των Μουσουλμάνων προσφύγων προεκτείνονται μέχρι τα τέλη του 20ου αιώνα. Συγκεκριμένα, 5.000 (πέντε χιλιάδες), περίπου, Κοσοβάροι (Αλβανοί Μουσουλμάνοι), μεταφέρονται, λόγω των Νατοϊκών βομβαρδισμών του 1999, και φιλοξενούνται προσωρινά στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να προωθηθούν στην Αυστραλία.
Β) Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΩΣ ΠΕΡΑΣΜΑ ΑΛΛΟΕΘΝΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
α) Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΡΜΕΝΙΩΝ:
Με τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922, καταφεύγουν στην Ελλάδα γύρω στους 100.000 Αρμένιοι πρόσφυγες, ιδιαίτερα από την περιοχή της Σμύρνης[8].
Απ’ αυτούς, υπολογίζεται ότι 30.000 (τριάντα χιλιάδες) είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη και στην ευρύτερη Μακεδονία, απ’ όπου οι περισσότεροι διέρρευσαν, σταδιακά, προς την Αρμενία, τις Η.Π.Α., την Αργεντινή κ.α.
Απόγονοι αυτών των προσφύγων είναι οι σημερινοί Αρμένιοι της Θεσσαλονίκης, οργανωμένοι στη δική τους Κοινότητα, με το επιβλητικό Αρμενικό πολιτιστικό τους Κέντρο (στην οδό Διαλέττη, απέναντι από την Χ.Α.Ν.Θ.). Εκτιμώνται γύρω στα 1.000-1.500 άτομα, πέραν των πρόσφατων Αρμενίων οικονομικών προσφύγων από Αρμενία, Γεωργία και Αζερμπαϊτζάν[9].
β) Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ
ΑΠΟ ΑΣΙΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΦΡΙΚΑΝΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ
Η φιλόξενη και ζεστή αγκαλιά της Θεσσαλονίκης άνοιξε και για τους χιλιάδες πρόσφυγες από ασιατικές και αφρικανικές χώρες (Πακιστάν, Αφγανιστάν, Ιράν, Ιράκ, Συρία, Νιγηρία, Αλγερία, Κογκό, Λιβερία, Σρι Λάγκα, Τουρκία κ.ά.), οι οποίοι κατέκλυσαν την Ελλάδα και ζητούν πολιτικό άσυλο, ιδιαίτερα από τη 10ετία του 1980 κ.ε.
Τα προσφυγικά ρεύματα από τις χώρες αυτές εντείνονται μετά το τρομοκρατικό χτύπημα στους δίδυμους πύργους της Νέας Υόρκης (2001) και τον πόλεμο στο Αφγανιστάν.
Υπολογίζεται ότι, περίπου, 460 αλλοεθνείς πρόσφυγες κατέφευγαν στην Ελλάδα, κάθε μήνα, για αναζήτηση ασύλου, σύμφωνα με την Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες[10].
Στη νέα προσφυγική «καταιγίδα», η Θεσσαλονίκη, με την λαμπρή κοινωνική ιστορία, δεν έμεινε ασυγκίνητη. Αντίθετα, το έτος 2000 ιδρύει και συντηρεί μέχρι σήμερα (2013), με πρωτοβουλία του Δήμου, της ΜΚΟ «ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ», της Νομαρχίας, της Περιφέρειας, του ΥΠΜΑΘ και ιδιωτικών φορέων (δικηγορικός σύλλογος κ.ά.), ειδικό κέντρο Προσφύγων υπό την επωνυμία «ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ. ΚΕΝΤΡΟ ΥΠΟΔΟΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΚΑΙ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΑΣΥΛΟ» (Σιατίστης 12).
Η φιλοξενία δεν περιορίζεται μόνο στη στέγαση και στη σίτιση. Προεκτείνεται και στις παρακάτω δραστηριότητες:
- Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη
- Ψυχολογική υποστήριξη
- Νομική υποστήριξη
- Κοινωνική στήριξη
- Εκπαίδευση παιδιών-ενηλίκων
- Προγράμματα δημιουργικής απασχόλησης
- Προώθηση στο χώρο εργασίας κ.ά.[11]
Υπολογίζεται ότι, από το έτος 2000 μέχρι σήμερα (2013), φιλοξενήθηκαν στη ζεστή αυτή φωλιά πάνω από 1.500 πρόσφυγες που δεν είχαν «πού την κεφαλήν κλίναι».
Οι περισσότεροι έφυγαν διωγμένοι από χώρες με έντονα εσωτερικά προβλήματα: Αφγανιστάν, Σομαλία, Παλαιστίνη, Συρία, Νιγηρία, Ιράν, Ιράκ και Γουινέα. Αναζήτησαν δηλαδή καταφύγιο στη Θεσσαλονίκη όχι για να βελτιώσουν, αλλά για να σώσουν τη ζωή τους[12].
Γ) Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΩΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ & ΠΕΡΑΣΜΑ ΟΜΟΕΘΝΩΝ ΠΛΗΘΥΣΜΩΝ
α) ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΑ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΤΑ ΤΟΥΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΥΣ ΠΟΛΕΜΟΥΣ
(1912-1913)
Μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους ακολουθούν, βάσει σχεδίου, οι διωγμοί του ελληνικού στοιχείου από τη Δυτική Θράκη (βουλγαροκρατούμενη Ανατολική Θράκη, Μ. Ασία, Καύκασο και Ανατολική Ρουμελία).
Οι πρόσφυγες αυτοί καταφθάνουν, καταρχήν, στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, όπου θα βρουν φιλόξενη υποδοχή[13].
Στη συνέχεια, οργανώνεται γι’αυτούς η αναγκαία υποδοχή αποκατάστασης, από την πρώτη ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ (Πρόεδρος ο Μιλιτάδης Νεγρεπόντης), την οποίαν ίδρυσε ο Βενιζέλος με έδρα τη Θεσσαλονίκη[14].
Υπολογίζονται σε πάνω από 160.000 οι Έλληνες Πρόσφυγες που βρήκαν το πρώτο καταφύγιο στη Θεσσαλονίκη, στη διετία 1913-1914, για να προωθηθούν, στη συνέχεια, σε περιοχές της Μακεδονίας[15].
Αρχικό καταφύγιο, λοιπόν, αλλά και πέρασμα η Θεσσαλονίκη για τους ομοεθνείς διωγμένους αυτούς πληθυσμούς, οι οποίοι θα εγκατασταθούν, βάσει προγράμματος της παραπάνω Επιτροπής, σε οικισμούς της Δυτικής, Κεντρικής και Ανατολικής Μακεδονίας, από Γρεβενά, Ανασελίτσα και Φλώρινα (δυτικά) μέχρι Ελασσόνα (νότια) και Δράμα, Καβάλα, Θάσο (ανατολικά)[16].
β) ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗΣ
(30 Ιαν. 1923)
Να σημειώσουμε, αρχικά, ότι, για τους ελληνικούς πληθυσμούς της Τουρκίας, η Σύμβαση της Ανταλλαγής λειτούργησε, γενικά, ως μηχανισμός διωγμού και ξεριζωμού[17].
Με αυτή την έννοια, στη Θεσσαλονίκη καταφεύγουν, και πάλι, οι ξεριζωμένοι Έλληνες της Ανατολής, μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, ένα μέγεθος 430.000 αγροτών προσφύγων.
Οι πληθυσμοί αυτοί, μετά την προσωρινή υποδοχή και περίθαλψη στα απολυμαντήρια και στους καταυλισμούς της Καλαμαριάς, μετεγκαθίστανται σε όλο το πλάτος και μάκρος της Μακεδονίας, όπου ιδρύουν πάνω από χίλιους ανθηρούς προσφυγικούς οικισμούς: 942 αμιγείς και 443 μικτούς[18].
Επομένως, και σ’αυτή τη φάση η Θεσσαλονίκη λειτούργησε ως ορμητήριο της νέας προσφυγικής πληθυσμιακής εξακτίνωσης προς τον βορειοελλαδικό χώρο.
Ταυτόχρονα, άλλοι 170.000 αστοί πρόσφυγες (από το σύνολο των 700.000 όλης της χώρας) εγκαθίστανται σε αστικά ακίνητα των ανταλλάξιμων Μουσουλμάνων του κεντρικού κορμού της πόλης, αλλά και στους, περίπου, 50 (πενήντα) περιαστικούς συνοικισμούς (Τριανδρία, Τούμπα, Καλαμαριά, Σταυρούπολη, Μενεμένη, Αμπελόκηποι, Εύοσμος, Ν. Κρήνη, Αλατίνι, κ.ά.), από τους οποίους προέκυψαν οι σημερινοί περιαστικοί δήμοι[19].
Ο αστικός αυτός προσφυγικός πληθυσμός έχει ενισχύσει σημαντικά το πληθυσμιακό μέγεθος της νύμφης του Θερμαϊκού:
Οι 174.350 κάτοικοι του 1920[20], ανεβαίνουν στους 244.680 το 1928[21], αυξάνονται δηλαδή κατά 40%. Δεν είναι μόνο δημογραφική η «μεταμόρφωση» της Θεσσαλονίκης, είναι και οικονομική και πολιτιστική. Μια ματιά στον ημερήσιο τύπο της εποχής δίνει ανάγλυφα την εικόνα της υπέρβασης από τον ΠΟΝΟ της προσφυγιάς στη ΔΟΞΑ των Προσφύγων[22].
Δίκαια, λοιπόν, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί η Θεσσαλονίκη ως Μητρόπολη των προσφύγων όλης της Μακεδονίας.
Εξάλλου, πολύ σωστά ο Γιώργος Ιωάννου την χαρακτήρισε:
«ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ».
γ) ΠΑΛΙΝΝΟΣΤΟΥΝΤΕΣ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ
Προσφυγομάνα, λοιπόν, η Θεσσαλονίκη για τον Ελληνισμό της Ανατολής, στις αρχές του 20ου αιώνα.
Προσφυγομάνα, όμως, και στη λήξη του 20ου αιώνα, για τους Έλληνες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Υπολογίζεται ότι, από τους 150.000 περίπου Έλληνες που αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην Ελλάδα, με την κατάρρευση του Κομμουνισμού (1990), οι 70.000 έχουν εγκαταστασθεί στη Μακεδονία, κυρίως στη Θεσσαλονίκη (περίπου 50%)[23].
Στην πόλη αυτή βρήκαν θαλπωρή και φιλοξενία από κρατικούς φορείς (Γενική Γραμματεία Υπουργείου Μακεδονίας και Θράκης, Νομαρχία Θεσσαλονίκης, Διευθύνσεις Εκπαίδευσης, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), αλλά και από ιδιωτικούς παράγοντες (Σύλλογοι, Ομοσπονδίες, Δήμος Θεσσαλονίκης)[24].
Ως καταφύγιο, λοιπόν, η Θεσσαλονίκη για το μεγάλο αυτό μέγεθος των νεοπροσφύγων Ελλήνων από την πρώην Σοβιετική Ένωση, δεν λειτούργησε μόνον ως χορηγός για τα οικονομικά και βιοποριστικά τους προβλήματα. Επιπλέον, κατέστρωσε και προγράμματα για τη στέγαση και τη μόνιμη αποκατάστασή τους, με βάση το Νόμο 2790/2000[25].
Τελικά, η μέχρι τώρα παρουσία των Παλιννοστούντων Ομογενών στα πολιτιστικά δρώμενα της Θεσσαλονίκης έδειξε ότι, παρά τα ανοιχτά οικονομικά και βιοποριστικά τους προβλήματα, δημιούργησαν ευνοϊκές συνθήκες για την ανανέωση και μεταμόρφωση του πολιτιστικού τοπίου αυτής της πόλης. Σ’αυτό συνέβαλε σημαντικά η «Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Ελληνοποντίων Παλιννοστούντων», με τους 130, περίπου, συλλόγους σε Μακεδονία και Θράκη, εκ των οποίων οι 60 στο νομό Θεσσαλονίκης.
ΕΠΙΛΟΓΙΚΑ
Με τα παραπάνω, θα έλεγε κανείς ότι η Θεσσαλονίκη δέχτηκε προσφυγικά ρεύματα ομοεθνών και αλλοεθνών πληθυσμών μόνο στις αρχές και περί το τέλος του 20ου αιώνα.
Και όμως, ο ιστορικός της βίος διαποτίζεται από αυτό το στοιχείο σε όλες τις φάσεις αυτού του αιώνα.
Θα θυμίσουμε, απλά, ότι με τα «Σεπτεμβριανά» του 1955 δρομολογείται η μαζική διαρροή του Ελληνισμού της Κων/πολης προς την Αθήνα, αλλά και προς τη Θεσσαλονίκη.
Μάλιστα, οι Κωνσταντινουπολίτες της Θεσσαλονίκης, γύρω στα 15.000 άτομα, έχουν ανεβεί σε ανώτερες σφαίρες δημιουργίας, συσπειρωμένοι στο δραστήριο σύλλογο των «Κωνσταντινουπολιτών Βορείου Ελλάδος» στην Καλαμαριά.
Ίδια ήταν και η μοίρα των Ιμβριωτών μετά το κλείσιμο των ελληνικών σχολείων (1964).
Από τους 12.000 Έλληνες της Ίμβρου, οι περισσότεροι διέρρευσαν προς την Αθήνα, ενώ οι 1.500-2.000 που κατέφυγαν στη Θεσσαλονίκη βρήκαν θαλπωρή, η οποία τους ανέβασε σε υψηλά επίπεδα κοινωνικών και πολιτιστικών δραστηριοτήτων στο ιδιόκτητο μεγαλοπρεπές μέγαρό τους, όπου εκδίδουν το περίλαμπρο περιοδικό «ΙΜΒΡΙΩΤΙΚΑ» (Άνω Τούμπα)[26].
Το νήμα της προσφυγιάς στη Θεσσαλονίκη συνεχίζεται, σχεδόν κάθε 10 χρόνια. Πράγματι, δέκα χρόνια αργότερα η Θεσσαλονίκη δέχεται και φιλοξενεί γύρω στους 10.000 πρόσφυγες από την Κύπρο, μετά την εισβολή του Αττίλα και την τραγωδία του νησιού. Ο Ελληνισμός αυτός δραστηριοποιείται μέσω της «ΕΝΩΣΗΣ ΚΥΠΡΙΩΝ Β. ΕΛΛΑΔΟΣ» (στην Τούμπα) και της «ΕΣΤΙΑΣ ΚΥΠΡΙΩΝ Β. ΕΛΛΑΔΟΣ» (στην Καλαμαριά)[27].
Συχνή, λοιπόν, συνεχής και τακτική η ροή των προσφυγικών ρευμάτων προς τη Θεσσαλονίκη, με τη μία ή την άλλη μορφή, με τον ένα ή τον άλλο στόχο.
ΤΕΛΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ
Αλήθεια, αν εξαιρέσομε τους Εβραίους πρόσφυγες, ποια άλλα προσφυγικά ρεύματα δέχτηκε η τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη σε διάστημα 482 χρόνων (1430-1912);
Αντίθετα, στους άκρατους και δογματικούς εθνικισμούς του 20ου αιώνα, η πόλη αυτή, με την ελληνοχριστιανική παράδοση, έμαθε, διαχρονικά, να αντιτάσσει τη δυναμική του σεβασμού κάθε πολιτισμού, κάθε θρησκείας και εθνικότητας.
Και αυτό, όχι λόγω γεωγραφικής θέσης, όπως συνήθως υποστηρίζεται, αλλά λόγω του ελληνοχριστιανικού πολιτιστικού της φορτίου, τόσο στη βυζαντινή περίοδο, όσο και στον μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους ιστορικό της βίο, όπως κατέδειξε η παραπάνω έρευνα.
ΠΗΓΕΣ
– Απογραφή Γ.Γ.Π.Ο. του ΥΠΜΑΘ, Θεσ/νίκη 1999
– Αρχείο αστικής προσφυγικής αποκατάστασης Θεσσαλονίκης: Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας και Θράκης/ Τμήμα Προστασίας Δημόσιας Περιουσίας.
– Α.Υ.Ε. /Φ.1923/Α/5/VI/10: αγγλική έκθεση για τους πρόσφυγες
– Γ.Γ.Π.Ο. : Εκδόσεις για τους Παλιννοστούντες
– Ι.Α.Μ./Γ.Δ.Μ.
– Νέα Αλήθεια, 12 Απριλίου 1914 (εφημερίδα Θεσ/νίκης)
– Πάλλης, Στατιστική μελέτη
– Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
α) Γ. Αναστασιάδη
- Ο τύπος της Θεσσαλονίκης στον 20ο αιώνα, Θεσσαλονίκη, Μαλλιάρης – Παιδεία, 2000.
- Η Θεσσαλονίκη των εφημερίδων, Θεσσαλονίκη, U.S.P., 1994
β) Απ. Βακαλόπουλου
Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316π.Χ.-1983, Θεσσαλονίκη 1983.
γ) Γιώργου Ιωάννου
Η Θεσσαλονίκη των Προσφύγων. Πεζογραφήματα, Αθήνα, Κέδρος, 1984.
δ) Στάθη Πελαγίδη
- Αποκατάσταση των προσφύγων
- Προσφυγική Ελλάδα
- Η Ελλάδα των πολιτισμών
ε) Ι. Κ. Χασιώτη
Η ΑΡΜΕΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, Ιστορία, σημερινή κατάσταση, προοπτικές, Θεσσαλονίκη, U.S.P., 2005.
ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΑΠΟΓΡΑΦΗ 1920: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, Πληθυσμός του Βασιλείου της Ελλάδος κατά την απογραφήν της 19ης Δεκεμβρίου 1920, εν Αθήναις 1921
ΑΠΟΓΡΑΦΗ 1928: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, Στατιστικά αποτελέσματα της απογραφής του πληθυσμού της Ελλάδος της 15-16 Μαΐου 1928, εν Αθήναις 1933
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ: Ευσταθίου Πελαγίδη, Η αποκατάσταση των Προσφύγων στη Δυτική Μακεδονία (1923-1930). Θεσ/νίκη, εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, 1994
Α.Υ.Ε. : Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών Ελλάδας
Γ.Γ.Π.Ο.: Γενική Γραμματεία Παλιννοστούντων Ομογενών
Γ.Δ.Μ. Γενική Διοίκηση Μακεδονίας (Θεσσαλονίκης)
Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΩΝ: Στάθη Πελαγίδη, Η Ελλάδα των Πολιτισμών. Ομογενείς Παλιννοστούντες και Αλλογενείς Πρόσφυγες, τέλη 20ου – αρχές 21ου αιώνα, Θεσ/νίκη, εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, 2003
Ε.Β. Εφημερίς των Βαλκανίων (εφημερίδα Θεσ/νίκης)
Ι.Α.Μ.: Ιστορικό Αρχείο Μακεδονίας (Θεσσαλονίκη)
ΜΚΟ: Μη κυβερνητική οργάνωση
ΠΑΛΛΗΣ: Α.Α. Πάλλης, Στατιστική Μελέτη περί των φυλετικών μεταναστεύσεων Μακεδονίας-Θράκης κατά την περίοδον 1912-1924, Αθήνα, 1925.
ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ: Στάθη Πελαγίδη, Προσφυγική Ελλάδα (1913-1930). Ο Πόνος και η Δόξα, Θεσσαλονίκη, εκδ. Αδελφών Κυριακίδη, 1997, 132
Τ.Β.Ε. Ταχυδρόμος Βορείου Ελλάδος (Εφημερίδα Θεσ/νίκης)
ΥΠΑΤΗ ΑΡΜΟΣΤΕΙΑ: Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες, Γραφείο Αθήνας
ΥΠΜΑΘ: Υπουργείο Μακεδονίας και Θράκης
[1] Απ. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης 316π.Χ. -1983, Θεσσαλονίκη 1983, 83-93.
[2] Ι.Α.Μ./Γ.Δ.Μ./ΦΑΚ.76, δακτυλογραφημένο σημείωμα, με τίτλο «ΚΙΝΗΣΙΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ».
[3] Ι.Α.Μ./Γ.Δ.Μ./ΦΑΚ.76, «ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΙΣ ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΩΝ».
[4] Πάλλης, 14
[5] Ι.Α.Μ./Γ.Δ.Μ./ΦΑΚ.76, ό.π.
[6] Εφημερίδα ΝΕΑ ΑΛΗΘΕΙΑ Θεσ/νίκης, 12 Απριλίου 1914: «ΑΙ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΑΙ ΣΧΕΣΕΙΣ. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΙΣ ΜΕΤΑ ΤΟΥ ΠΡΕΣΒΕΩΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ ΓΚΑΛΗΠ ΒΕΗ».
[7] Προσφυγική Ελλάδα, 132.
[8] Α.Υ.Ε.Φ1923/Α/5/VI/10, αγγλική έκθεση για τους πρόσφυγες.
[9] Για την Αρμενική Κοινότητα Θεσσαλονίκης, βλ. «Η ΑΡΜΕΝΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. ΙΣΤΟΡΙΑ, ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ, ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ». Επιμέλεια: Ι.Κ. Χασιώτης, Θεσσαλονίκη, U.S.P., 2005.
[10] Ύπατη Αρμοστεία, 1) «ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ», Αθήνα 2002, 2) «Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ», Καλοκαίρι του 2002: Περιοδική έκδοση της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες, Γραφείο Αθήνας.
[11] ΠΗΓΗ: ΕΝΤΥΠΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ της «Κοινωνικής Αλληλεγγύης». Να σημειωθεί ότι η «Κοινωνική Αλληλεγγύης» (ΜΚΟ) Θεσσαλονίκης έχει επεκτείνει τις ανθρωπιστικές της δραστηριότητες και σε άλλες κατευθύνσεις: Κόσοβο, Βόρεια Ήπειρο, Σερβία – Σλοβενία, εκπαίδεση στελεχών για αποστολές ανθρωπιστικής βοήθειας.
[12] (1) Ύπατη Αρμοστεία, Προστατεύοντας τους Πρόσφυγες, Αθήνα. (2) Στάθη Πελαγίδη, Η Ελλάδα των Πολιτισμών, 156-158.
[13] Πάλλης, 14.
[14] Ι.Α.Μ./Γ.Δ.Μ./Φάκ.64.
[15] Πάλλης, ό.π.
[16] Προσφυγική Ελλάδα, 109.
[17] Αποκατάσταση των Προσφύγων, 66.
[18] Προσφυγική Ελλάδα, 420-421.
[19] Αρχείο αστικής προσφυγικής αποκατάστασης Θεσσαλονίκης: Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας – Θράκης / Τμήμα Προστασίας Δημόσιας Περιουσίας.
[20] Απογραφή 1920.
[21] Απογραφή 1928.
[22] Βλ. Γιώργου Ιωάννου, Η Θεσσαλονίκη των Προσφύγων, αλλά και τις εφημερίδες της εποχής: Ε.Β.: 6/9/1922, 19/9/1922, 2/10/1922, 5-7/10/1922, 17/7/1923, 23/8/1923 κ.ά. Τ.Β.Ε.: 17/9/1922, 22/9/1922, 8/11/1922, 28/9/1922, 4/11/1922 κ.ά. ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ: 16/10/1922, 13/2/1923 κ.ά.
Βλ. και Γ.Χ. Γαβριηλίδη, Μέγας Οδηγός Θεσσαλονίκης και Περιχώρων 1932-1933.
Ακόμη: Γ. Αναστασιάδη, Η Θεσσαλονίκη των εφημερίδων (1994) και Ο Τύπος της Θεσσαλονίκης στον 20ο αιώνα (2000).
[23] Απογραφή Γενικής Γραμματείας Παλιννοστούντων Ομογενών Υπουργείου Μακεδονίας και Θράκης, Θεσσαλονίκη 1999.
[24] Η Ελλάδα των Πολιτισμών, 45-69.
[25] (1) Γ.Γ.Π.Ο., Η εγκατάσταση των Παλιννοστούντων Ομογενών από τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης στην Ελλάδα κατά Περιφέρειες, Ιούνιος 2002.
(2) Γ.Γ.Π.Ο., Συνοπτικός απολογισμός του έργου της Γ.Γ.Π.Ο., Θεσ/νίκη 1999.
(3) Γ.Γ.Π.Ο., Ο νέος Νόμος 2790/2000 για την αποκατάσταση των Παλιννοστούντων Ομογενών, Θεσσαλονίκη x.x.
[26] Η Ελλάδα των Πολιτισμών, 177.
[27] Η Ελλάδα των Πολιτισμών, ό.π.