Στό ὑπ᾿ ἀρ. 31 τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ μας Ἐρῶ, Ἰουλίου–Σεπτεμβρίου 2017, δημοσιεύσαμε ἄρθρο τοῦ συνεργάτου μας ἀρχιμ. π. Χρίστου Κυριαζόπουλου μέ τίτλο «ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ».
Στίς 15 Μαΐου 2018 ἐλάβαμε ἀπό τόν ἀρχιμ. κ. Θεοδόσιο Μαρτζοῦχο, πρώην πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πρεβέζης, ἐπιστολή μέ τόν τίτλο: «Ἀπαντήσεις στό ἄρθρο: “Σκέψεις γιά τήν μετάφραση τῶν κειμένων τῆς λατρείας” τοῦ ἀρχιμανδρίτη Χρίστου Κυριαζόπουλου».
Ἄν καί τό ὕφος τῆς ἀπαντήσεως τοῦ π. Θεοδοσίου δέν συνάδει μέ τίς ἀρχές τοῦ περιοδικοῦ μας καί παρ᾿ ὅτι ὁ ἴδιος ἤδη τήν δημοσίευσε στό δικό του ἱστολόγιο χωρίς κἄν νά θεωρήση ἀναγκαῖο νά δημοσιεύση καί τό ἄρθρο τοῦ π. Χρίστου, τό ὁποῖο ἐπικρίνει, ἐμεῖς τήν δημοσιεύουμε.
Δημοσιεύουμε ὅμως ξανά προηγουμένως καί τό ἀρχικό ἄρθρο τοῦ π. Χρίστου γιά νά ἔχουν οἱ ἀναγνῶστες μας μιά συνολικότερη εἰκόνα.
Ἀμέσως μετά τήν ἐπιστολή τοῦ π. Θεοδοσίου Μαρτζούχου δημοσιεύουμε καί τήν ἀπάντηση σ᾿ αὐτήν τοῦ π. Χρίστου.
Ὅλα τά κείμενα θά δημοσιευθοῦν καί στήν ἱστοσελίδα τῆς Ἑνωμένης Ρωμηοσύνης.
Η ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
- Ἀναδημοσίευση τοῦ ἀρχικοῦ ἄρθρου τοῦ π. Χρίστου Κυριαζόπουλου: «ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ». Στό Ἐρῶ τεῦχος 31, Ἰούλιος–Σεπτέμβριος 2017.
ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΤΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΛΑΤΡΕΙΑΣ
ἀρχιμ. Χρίστου Κυριαζόπουλου
Ph. D. Βυζαντινῆς Ἱστορίας
Μ. Α. Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Φιλολογίας
πρ. σχολικοῦ συμβούλου Φιλολόγων
Ἀνατολικῆς Θεσσαλονίκης
Ἐσχάτως ἐν μέσῃ καί βαθυτάτῃ κρίσει, βρεθήκαμε οἱ Νεοέλληνες ἐνώπιον ἑνός νέου προβλήματος. Κάποιες φωνές, μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία, ζητοῦν ἐπιμόνως καί ἐπειγόντως νά τελῆται ἡ θεία Λειτουργία στήν καθομιλουμένη γλῶσσα. Πιστεύουν μᾶλλον πώς ἄν αὐτό συμβῆ, θά γεμίσουν οἱ ναοί ἀπό κόσμο καί ἰδιαίτερα ἀπό νέους ἀνθρώπους. Σέ ὧρες πού ἡ ἐθνική σύμπνοια εἶναι ἀναγκαία ὅσο ποτέ, ἀνοίγουν ἕνα ἐσωτερικό μέτωπο ἐντάσεων καί συγκρούσεων. Γιά τό θέμα τῆς τελέσεως τῆς θείας Λειτουργίας, ἀλλά καί ἐκκλησιαστικῶν ἀκολουθιῶν ἀπό μετάφραση, θά ἐκθέσουμε ταπεινά ἐλάχιστες σκέψεις.
Εἶναι εὔλογο τέτοιες προτάσεις νά βρίσκουν ἀπήχηση σέ πολλούς καλοπροαιρέτους
πιστούς. Ποιός δέν θά ἤθελε νά κατανοῆ ὅλα ὅσα ἀκούει στήν ἐκκλησία! Ὅμως εἶναι τοῖς πᾶσι γνωστό ὅτι ἡ μετάφραση δέν ὁδηγεῖ αὐτομάτως στήν κατανόηση κανενός κειμένου, πολλῷ μᾶλλον κειμένων λειτουργικῶν, μέ βαθύτητα θεολογική καί λεπτές δογματικές διατυπώσεις. Οἱ παλαιότεροι θά θυμοῦνται τίς πολύωρες ἀναλύσεις τῶν λογοτεχνικῶν κειμένων στό σχολεῖο καί οἱ νεώτεροι γνωρίζουν ὅτι στό μάθημα τῆς λογοτεχνίας Γυμνασίου καί Λυκείου οἱ περισσότερες ἐρωτήσεις τῶν ἐξετάσεων, προφορικῶν καί γραπτῶν, ἐλέγχουν τήν κατανόηση τῶν κειμένων. Κειμένων φυσικά γραμμένων στήν δημοτική γλῶσσα. Οἱ φιλόλογοι μποροῦν νά μᾶς βεβαιώσουν πόσο δυσκολεύονται σήμερα οἱ περισσότεροι μαθητές τῆς Γ΄ Λυκείου στήν κατανόηση ἑνός κάπως δύσκολου δοκιμίου, κι ἄς εἶναι γραμμένο σέ ἁπλούστατη δημοτική. Ἡ ἑρμηνεία καί ἡ κατανόηση τῶν ἁγιογραφικῶν καί λειτουργικῶν κειμένων εἶναι, κατά μείζονα λόγο, πάντοτε ἀναγκαία. Σ᾿ αὐτήν στοχεύουν τά ἑρμηνευτικά βιβλία πού, δόξα τῷ Θεῷ, ὑπάρχουν ἐν ἀφθονίᾳ καί ὁλοένα κυκλοφοροῦν καινούργια. Ἀρκεῖ νά τά μελετοῦμε. Σ᾿ αὐτήν ἀποβλέπει καί τό κήρυγμα καί ὁ ἐν γένει ποικιλότροπος διδακτικός λόγος τῆς Ἐκκλησίας.
Τά Εὐαγγέλια εἶναι γραμμένα σέ πολύ ἁπλά ἀρχαῖα ἑλληνικά. Ὅταν στήν θεία Λειτουργία διαβάζονται χωρίς κανένα ἀπολύτως λάθος καί εὐκρινῶς, πιστεύουμε πώς εἶναι κατανοητά ἀπό ὅλους. Ἡ ἑλληνιστική κοινή, τῆς ὁποίας, ὡς γνωστόν, ἡ Καινή Διαθήκη ἀποτελεῖ τήν ἁπλούστερη μορφή, ἀγαπήθηκε καί μιλήθηκε μέσα σέ λιγώτερα ἀπό σαράντα χρόνια ἀπό τόν θάνατο τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου –ἔργο βέβαια τῆς θείας Προνοίας– ἀπό μύριους ἀλλόγλωσσους λαούς τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Μεσογείου ὡς καθημερινή τους γλῶσσα. Ὡρισμένοι φρονοῦν πώς οἱ Νεοέλληνες οὔτε τήν ἀγαποῦμε, οὔτε εἶναι γλῶσσα μας. Κάνουν τραγικό λάθος!
Στήν ἴδια ἁπλή σχετικά γλῶσσα εἶναι διατυπωμένα τά εἰρηνικά, οἱ συναπτές, ἡ ἐκτενής, τά πληρωτικά. Ἡ ἐπανάληψη τά καθιστᾶ πιό προσιτά. Οἱ εὐχές πλουσιώτατες σέ νοήματα, θά ἄξιζε νά ἀναλύωνται ἀπό τούς ἁρμοδίους. Ἡ ὑποβολή καί ἡ ποιητική χροιά εἶναι σ᾿ αὐτές ἰδιαίτερα ἔντονη, γεγονός πού δυσκολεύει τήν μετάφρασή τους.
Τά ἀποστολικά ἀναγνώσματα εἶναι ἐπίσης εὐκολονόητα κείμενα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἀπαγγέλλονται βέβαια ἐμμελῶς, ἴσως κάπως περισσότερο ἀπό τά Εὐαγγέλια, ἀλλά δέν παύουν νά εἶναι ἀναγνώσματα. Αὐτό δέν πρέπει νά τό ξεχνοῦν οἱ ἱεροψάλτες μας, οἱ ὁποῖοι μάλιστα πρίν τά διαβάσουν θά πρέπη νά εἶναι ἄριστα προετοιμασμένοι, ὥστε νά μήν κάνουν, εἰ δυνατόν, κανένα λάθος.
Θεωροῦμε ἐντελῶς περιττή τήν ἀναφορά σέ μιά πιθανή μετάφραση τῶν ὑμνογραφικῶν κειμένων. Αὐτά εἶναι ποιήματα, μέσα στά ὁποῖα συμπλέκονται μέλος, δύσκολη μετρική καί ὑψηλή δογματική θεολογία, τῆς ὁποίας ἡ ἀκρίβεια θά κινδυνεύση μέ τήν μετάφραση νά διακυβευθῆ. Ἐδῶ δέν νομίζουμε πώς μπορεῖ κἄν νά τεθῆ θέμα συζητήσεως.
Δέν ἀποτελεῖ ἐξ ἄλλου ἀξιόπιστο ἐπιχείρημα τό γεγονός ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ Ἕλληνες μετέφρασαν κάποτε στήν Σλαβική τά ἐκκλησιαστικά κείμενα καί τά μεταφράζουν καί σήμερα στίς γλῶσσες τῶν λαῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων δραστηριοποιοῦνται ἱεραποστολικά. Γιά τούς λαούς αὐτούς ἡ ἑλληνική ἦταν καί εἶναι μιά ξένη γλῶσσα. Γιά μᾶς προφανῶς καί δέν εἶναι! Νά προσθέσουμε ἐν παρενθέσει ὅτι θά ἄξιζε τόν κόπο οἱ τοπικές Ἐκκλησίες νά ἐλέγξουν τήν ὀρθότητα καί τήν ποιότητα τῶν μεταφράσε- ων τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων στίς σύγχρονες γλῶσσες τους, καί δή τῶν κειμένων τῆς Λατρείας. Ἴσως βρεθοῦν πρό ἐκπλήξεων!
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης καί ὅλοι οἱ ἄλλοι ἅγιοι Πατέρες τῶν ὑστεροβυζαντινῶν χρόνων, καθώς καί τῶν ὕστερων χρόνων τῆς τουρκοκρατίας δέν μετέφρασαν τά ἱερά κείμενα γιά λατρευτική χρήση –ἄν καί θά τούς ἦταν εὔκολο– κι ἄς ἦταν καί τότε δυσνόητα γιά τούς πολλούς. Μόνον τά ἑρμήνευσαν. Καί οἱ ἑρμηνεῖες τους εἶναι πολύτιμες καί αὐθεντικές.
Τά λειτουργικά, ἀλλά καί ἄλλα κείμενα πού ἀναγινώσκονται συχνά στήν Ἐκκλησία, οἱ τακτικά ἐκκλησιαζόμενοι ἄνθρωποι, κι ὅταν ἀκόμη εἶναι ὀλιγογράμματοι, δέν ἀδυνατοῦν νά τά κατανοήσουν, ἰδιαίτερα ὅσοι μελετοῦν στό σπίτι τους τήν Ἁγία Γραφή καί προσεύχονται μέ τίς γνωστές ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἐπανάληψή τους καί ὁ συνδυασμός τους μέ ἄλλα παρεμφερῆ ἀκούσματα τούς βοηθοῦν νά συλλάβουν τό γενικό νόημα. (Ἔτσι δέν συμβαίνει κι ὅταν κάποιος γλωσσομαθής διαβάζει ἕνα ξενόγλωσσο κείμενο δυσκολώτερο ἀπό τίς δυνατότητές του;). Οἱ μοναχοί μάλιστα καί οἱ φωτισμένοι ἄνθρωποι εἶναι πολύ συχνά σέ θέση νά ἐμβαθύνουν καί σέ δύσκολα νοήματά τους, κι ἄς μήν εἶναι ἐγγράμματοι, κάτι πού εἶναι δύσκολο σέ μή ἐκκλησιαζομένους μορφωμένους. Ὅποιος ἀμφιβάλλει περί αὐτοῦ, μπορεῖ νά κάνη μία μικρή σχετική ἔρευνα καί εἴμαστε βέβαιοι πώς θά πεισθῆ.
Οἱ ἱερεῖς μποροῦν νά βεβαιώσουν ὅτι κατά τίς ἱεροπραξίες, εὐσεβεῖς ἄνθρωποι ὀλίγων γραμμάτων διαβάζουν τούς ἀποστόλους καί κατανοοῦν τά ἄλλα ἀναγνώσματα πολύ καλύτερα ἀπό τούς πολύ μορφωμένους, οἱ ὁποῖοι δέν ἐκκλησιάζονται καί γι᾿ αὐτό τούς λείπει ἡ ἐξοικείωση καί ἡ σχετική ἐν τῇ πράξει παιδεία. Ὅλοι ἐπίσης γνωρίζουμε πώς τά νήπια καί τά βρέφη πού οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς τους τά παίρνουν μαζί τους κάθε Κυριακή στήν Ἐκκλησία, ἀπολαμβάνουν φρόνιμα καί μέ συναίσθηση τήν θεία Λειτουργία.
Ἡ θεία Λειτουργία δέν εἶναι ἁπλά καί μόνο μία τελετή στήν ὁποία παριστάμεθα καί προσπαθοῦμε λογικῶς νά κατανοήσουμε. Εἶναι περιοχή μυστηρίου τό ὁποῖο, χάριτι Θεοῦ, βιώνουμε. Ἔχουμε συνηθίσει οἱ Ἕλληνες τήν γλῶσσα της καί μᾶς ἀρέσει καί μᾶς ἀνεβάζει πνευματικά. Τήν θεωροῦμε κάπως, καί τήν αἰσθανόμαστε ὡς ἀναπόσπαστο μέρος τῆς Λατρείας τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Καί στό κάτω–κάτω ἡ Ἐκκλησία μέ τήν Λατρεία της εἶναι ὁ μόνος θεσμός πού συνεχίζει ἀκόμη νά μᾶς διδάσκη τίς διαχρονικές μορφές τῆς γλώσσας μας μέ τρόπο φυσικό καί ἀβίαστο καί εὔληπτο. Θά μπορούσαμε νά ἐπιχειρηματολογήσουμε ἐπ᾿ αὐτοῦ, ἀλλά δέν εἶναι τοῦ παρόντος. Ἄς μήν σχετικοποιοῦν οἱ διαφωνοῦντες, οὔτε ὑπερβολικά νά ὑποτιμοῦν τήν ἀξία τῆς γλώσσας τῆς Λατρείας μας, οὔτε νά τήν εὐτελίζουν. Θά εἶναι πάντοτε πρωταρχικό στοιχεῖο ὄχι μόνο τοῦ πολιτισμοῦ μας, ἀλλά καί τοῦ πολιτισμοῦ ὅλων τῶν χριστιανικῶν λαῶν. Μνημεῖο, ἐν τέλει, ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος! Ἄς μᾶς ἀφήσουν ἐπί τέλους νά τήν χαιρώμαστε.
Ἔχουμε, γιά νά τό ποῦμε ἀπερίφραστα, τήν αἴσθηση πώς αὐτοί πού μέ πάθος καί ἔπαρση ὑποστηρίζουν τόν μονόδρομο τῆς μεταφράσεως τῶν ἱερῶν κειμένων, ἀκολουθοῦν τήν λογική ἐκείνων πού κατήργησαν ἐν μιᾷ νυκτί τό πολυτονικό, ἀσκώντας τότε ἕνα δημόσιο καί βίαιο ἐξαναγκασμό πού κατήργησε μία ἱστορική παράδοση αἰώνων, καθώς καί ἐκείνων πού κάποτε καμάρωσαν πώς «ἔθαψαν» τήν καθαρεύουσα –ὡς δυνατότητα διδασκαλίας– «θάβοντας» μαζί της κι ἕνα θησαυροφυλάκιο λογοτεχνίας καί ἐπιστημονικῆς γνώσεως. Εἶναι κρίμα πού στήν διδακτική πράξη ὁδεύουν πρός κατάργηση ὁ Κάλβος, ὁ Βιζυηνός, ὁ γλυκύτατος Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Θά ἦταν κρίμα μας μεγαλύτερο ἄν ὑπερφίαλοι ἐξοβελίζαμε ἀπό τήν ἐκκλησιαστική καί τήν ἐθνική μας ζωή τούς ἁγίους Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, Βασίλειο τόν μέγα, Γρηγόριο τόν θεολόγο, Ἰωάννη τόν Δαμασκηνό, Ρωμανό τόν μελωδό, Κοσμᾶ τόν μελωδό, Ἀνδρέα τόν Κρήτης, Κασσιανή τήν ὁσία καί τόσους ἄλλους κορυφαίους δημιουργούς μας, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν πνευματικά ἀναστήματα τοῦ παγκοσμίου πολιτισμοῦ. Θά ἦταν σάν νά ἀπεμπολούσαμε οἱ Νεοέλληνες τόν ἑαυτό μας.
Θεωροῦμε περισσότερο ἀπό βέβαιο πώς ἄν γίνη τό λάθος καί τεθῆ ἐπισήμως ἕνα τέτοιο θέμα πρός διάλογο, θά μπῆ ἡ Ἐκκλησία σ᾿ ἕνα φαῦλο κύκλο ἀτέρμονων συζητήσεων, προτάσεων, πειραματισμῶν, διαφωνιῶν καί ἀντεγκλήσεων καί θά προκύψουν πολλά, ἴσως καί τελείως ἀπρόβλεπτα προβλήματα, τά ὁποῖα δέν θά θέλαμε οὔτε νά φαντασθοῦμε. Θά πρέπη νά ἀναλογισθῆ ὁ καθένας πολύ σοβαρά τίς προσωπικές του εὐθύνες γιά τήν ἀπώλεια τῆς εἰρήνης τῶν ψυχῶν καί τόν σκανδαλισμό καί τήν διαίρεση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας. Πιστεύουμε ὅτι ἡ Ἱερά Σύνοδος, τῆς ὁποίας ἡ ἁρμοδιότητα εὐθέως τίθεται ὑπό ἀμφισβήτηση ἀπό ὁρισμένους ὑπέρμαχους τῆς ἀλλαγῆς, δέν θά ὑποκύψη στίς πιέσεις οἱ ὁποῖες τῆς ἀσκοῦνται.
Ἄς συνεχίσουμε νά ἐργαζώμαστε ὅλοι μαζί γιά τήν καλύτερη κατανόηση τῶν κειμένων τῆς Λατρείας ἀπό ὅλους τούς πιστούς∙ πρωτίστως καί κατ᾿ ἀρχήν βέβαια ἀπό ὅλους τούς κληρικούς τῶν ὁποίων ἡ ἐκπαίδευση –ἡ γλωσσική ἐν προκειμένῳ– πρέπει νά καταστῆ οὐσιαστική καί ἄκρως πρακτική. Τό ἐγχείρημα δέν εἶναι εὔκολο, ἀλλά ἀποτελεῖ πρωταρχικό χρέος τῶν ταγῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά προφανῶς καί ὅλων τῶν ὄντως ἐγγραμμάτων κληρικῶν, τῶν λαϊκῶν θεολόγων, ὅλων τῶν μορφωμένων πιστῶν. Ὁ Κύριος θά βοηθήση πλούσια. Ὅταν πονᾶνε τά μάτια μας, δέν τά βγάζουμε. Πασχίζουμε νά τά θεραπεύσουμε. Ἄς ἀγαπήσουμε σάν τά μάτια μας τήν ἐκκλησιαστική μας γλωσσική παράδοση. Ὁ ἀσκός τοῦ Αἰόλου ἀνοίγει εὔκολα. Τό πρόβλημα εἶναι πώς δύσκολα κλείνει.
- Τό κείμενο τοῦ π. Θεοδοσίου Μαρτζούχου:
«Ἀπαντήσεις στό ἄρθρο: «Σκέψεις γιά τήν μετάφραση τῶν κειμένων τῆς λατρείας», τοῦ ἀρχιμανδρίτη Χρίστου Κυριαζόπουλου.
Ὁ Ἰωάννης Γουτεμβέργιος ἀνακάλυψε πρίν τό 1455 (ἔτος κατά τό ὁποῖο τυπώθηκε γιά πρώτη φορά ἡ Βίβλος) τήν τυπογραφία.
Σέ λιγότερο ἀπό ἑκατό χρόνια τό 1536 ὁ Ἰωαννίκιος Καρτάνος τύπωσε τό: «Πα-λαιά τε καί Νέα Διαθήκη» (Βενετία 1536) προκειμένου ὅπως γράφει στόν Πρόλογο: «πεζεύσω τήν θείαν Γραφήν εἰς γλώσσαν διά νά ἠμπορεῖ ὡς εἶπον πᾶσα μικρός ἄνθρωπος νά τήν ἐγροικᾶ…».
Ἑκατό χρόνια ἀργότερα, τό 1638, ἐκδίδει στήν Γενεύη ὁ Μάξιμος Καλιοπολίτης τήν «Καινή Διαθήκη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (εἰς ἁπλῆν διάλεκτον γενο- μένη μετάφρασις).
Ὅπως καί αὐτός γράφει στόν Πρόλογο: «Διά νά γρικᾶ καθένας εἰς τήν ἰδίαν γλώσσαν εἰς τήν ὁποίαν ἐγεννήθη τά μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ» καί αὐτό τό κάνει γράφει, διότι «τό κοινόν τῆς Ἐκκλησίας πάγει ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον φθειρόμενον…».
Ὁ ἀρχιμανδρίτης π. Χρίστος Κυριαζόπουλος θέλοντας νά ἀγνοεῖ αὐτά καί ἄλλα πολλά (παραδείγματος χάριν, ὅτι κατά τήν τουρκοκρατία ἔχουμε 20 μεταφράσεις τοῦ Ψαλτηρίου, δίγλωσσες ἐκδόσεις Εὐαγγελίου ἑλληνικά–ἀλβανικά, ἑρμηνευτικές προσπάθειες, μεταφράσεις τοῦ Νικοδήμου τοῦ ἁγιορείτου) ξεκινάει ἕνα ἄρθρο στό περιοδικό ΕΡΩ, τεῦχ. 31, ΙΟΥΛ.–ΣΕΠΤ. 2017, λέγοντας ὅτι «ἐσχάτως τίθεται ὡς ἐπιπλέον μπέρδεμα σύγχυσης καί τό θέμα τῶν λειτουργικῶν μεταφράσεων!!».
Καθόλου ἐσχάτως, παππούλη, ὅπως εἴπαμε, ἀλλά μέ προϊστορία 500 χρόνων τίθεται! Ἄς ἔχουμε σωστή εἰκόνα καί ἄς μή στρουθοκαμηλίζουμε! Εἶναι προϋπόθεση sine qua non προκειμένου νά συνεννοηθοῦμε.
Προχωρώντας τό κείμενό του ὁ παππούλης ἐπαναλαμβάνει τό γνωστό… ποίημα, ὅτι ὅσοι θέλουν μεταφράσεις, νομίζουν ὅτι θά γεμίσουν οἱ ναοί ἀπό κόσμο–νέους ἀνθρώπους! Παππούλη, ἐσένα δέν σέ ἀπασχολεῖ καί δέ σέ γοητεύει τέτοια προοπτική; Ἄς τό ἀφήσουμε ὅμως…
Ἄς τό ἀποφασίσουμε ἅπαξ διά παντός!! Οἱ μεταφράσεις εἶναι ἀπαραίτητες γιά αὐτούς πού εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία, ὄχι γιά τούς ἔξω. Οἱ ἔξω δέν θά ἔρθουν τρέχοντας, ὅταν μάθουν ὅτι προσευχόμαστε στή Δημοτική. Οἱ χριστιανοί εἶναι αὐ- τοί πού δέν ξέρουν τί πιστεύουν! Γιά τούς χριστιανούς χρειάζονται οἱ μεταφράσεις. Ὑπάρχει ὁ αἰώνιος κανόνας Lex Orandi, Lex Gredendi. Ψέλνουμε–προσευχόμαστε αὐτό πού πιστεύουμε. Γιά νά ἰσχύει αὐτός ὁ κανόνας χρειάζονται οἱ μεταφράσεις. Γιά νά μή ρωτοῦν οἱ χριστιανοί, τί εἶναι αὐτό τό «Πατ… ἐρημῶν;» (Διδώ Σωτηρίου).
Παππούλη, μετάφραση καί κατανόηση εἶναι ΔΥΟ διαφορετικά θέματα–ὑποθέσεις. Ἄλλο μετάφραση ἄλλο κατανόηση. Ὅμως δέν γίνεται νά συζητήσουμε γιά κατανόηση, χωρίς προηγουμένως νά ἔχουμε μεταφράσει κάθε κείμενο γιά τό ὁποῖο συζητᾶμε, στήν γλωσσική μορφή πού προσλαμβάνουν τά νοήματα, αὐτοί στούς ὁποίους ἀπευθυνόμαστε. Πρῶτα μεταφράζουμε στά ἑλληνικά τόν Σαίξπηρ, καί στήν συνέχεια ψάχνουμε νά ἑρμηνεύσουμε τί ἐννοεῖ, ὅταν λέει… «Νά ζεῖ κανείς ἤ νά μή ζεῖ;». Συνεπῶς τέτοια… διλήμματα εἶναι ψευδῆ καί παραπλανητικά καί ἄς ἀφήσουμε τίς… λεπτές δογματικές διατυπώσεις!!
Ἡ μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα τήν ὁποία χρησιμοποιοῦμε εἶναι γεμάτη λάθη. Δέν ζημιώθηκε κανένας ἀπό αὐτό. Φυσικά δέν προτείνω κάτι τέτοιο ὡς ἀνάλογη διαδρομή, ἁπλῶς ἐπισημαίνω… εὐαισθησίες ἀνυπόστατες! Κάθε μέρα, παππούλη, στόν Ἑξάψαλμο λέμε ἄλλα ἀντ᾿ ἄλλων, στόν ψαλμό 87!!
Ἄς ἀφήσουμε τίς μεγαλορρημοσύνες γιά τά πανέμορφα ἀρχαῖα ἑλληνικά τῶν Εὐαγγελίων, τά ὁποῖα ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας ὀνομάζει… «ἀγελαία γλῶσσα!!». Δέν ἀναλάβαμε οἱ παπᾶδες τήν λογοτεχνική ἀποτίμηση τῶν κειμένων. Νά ποῦμε γιά τόν Χριστό ἀναλάβαμε, πού ἔγινε ἄνθρωπος σέ ἕνα κουτσοχώρι τῆς Ἰουδαίας καί μιλοῦσε μία περιθωριακή γλῶσσα χωρίς νά καταδέχεται νά γεννηθεῖ, ἄν ὄχι στόν Ὄλυμπο ἔστω στόν Παρνασσό, καί νά μιλάει ἀρχαῖα ἑλληνικά!!
Παππούλη, τά ἀρχαῖα ἑλληνικά εἶναι ὄμορφη καί ἀκριβολόγος μορφή λόγου, ὅμως δέν ἐπιτρέπει ὁ Χριστός κάτι τέτοιο νά τό κάνουμε προϋπόθεση στό νά Τόν γνωρίσει κάποιος! Ὅταν ὁ Χριστός ἀνέλαβε τά ἀνθρώπινα, ἀνέλαβε καί κάθε γλῶσσα, ἀφοῦ ἔγινε ἄνθρωπος καί γιά ἄσπρους καί γιά μαύρους καί γιά κόκκινους καί γιά κίτρινους. Δέ νομίζετε, ὅτι δέν εἶναι καί πολύ… ταπεινό νά Τόν μονοπωλοῦμε συζητώντας γιά… «Μνημεῖο, ἐν τέλει, ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος!!;;».
Παππούλη, ἡ δημοτική εἶναι ἀδήριτη ἀνάγκη τῆς Ἐκκλησίας, ἄν θέλει νά ἔχει ἐπικοινωνία μέ τά μέλη της, καί νά μή τήν γοητεύει μία ἐκδοχή… “χριστιανικῶν” Ἐλευσινίων μυστηρίων, στά ὁποῖα οἱ μυούμενοι οὔτε ἄκουγαν, οὔτε ἔβλεπαν, οὔτε κατανοοῦσαν! Καί μή μοῦ πεῖτε, ἐμεῖς… ἀκοῦμε καί βλέπουμε, γιατί θά βγάλει ἀπό τό ντουλάπι ἡ ἱστορία τό κεφάλι της καί θά μᾶς φωνάζει στεντορείως… «Νοῦς ὁρᾶ καί νοῦς ἀκούει, τά δ᾿ ἄλλα πάντα κωφά καί τυφλά».
Μυστήριο, φυσικά τό ξέρετε, δέν εἶναι τό φραστικά ἀκατανόητο ἀλλά αὐτό πού ἀγνοοῦμε (ὄχι λεκτικά) πῶς ἐπιτελεῖται! Λέμε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα ὑποτίθεται καταλαβαίνουμε, ἀλλά ἀγνοοῦμε τό πῶς ὁ Χριστός τόν ἄρτον «εἰς σῶμα αὐτοῦ μεταβάλλει!». Ὁ μακαρίτης ὁ γέροντάς μας ἔχει γράψει ἕνα βιβλίο 110 σελίδων μέ αὐτό τό θέμα καί μέ τίτλο «Μέθεξη ἤ κατανόηση». Νομίζω θά σᾶς εἶναι ὠφέλιμο.
Παππούλη, δέν γνωρίζω καί συγχωρῆστε με γιά αὐτό, παρ᾿ ὅτι εἶμαι 36 χρόνια ἐφημέριος, πολλά νήπια καί βρέφη πού ἀπολαμβάνουν φρόνιμα καί μέ συναίσθηση τήν Θεία Λειτουργία!! Ἄς μή λέμε ἀστεῖα. Αὐτά τά νήπια καί τά βρέφη ὅμως, σί- γουρα μεγαλώνοντας θά μᾶς κρίνουν, γιατί καταντήσαμε τήν Ἐκκλησία «μία σβη- στή σόμπα καί ἕνα κρύο γάντι…» (Πήτερ Ὀρλόφσκι, «Ἀσυνάρτητες μνῆμες»). Σέ ποιό σπίτι, ἄν θέλουμε ἡ Ἐκκλησία νά εἶναι τό σπίτι τῶν χριστιανῶν, μιλᾶνε διαφο- ρετικές γλῶσσες τά παιδιά καί ὁ πατέρας; Πῶς ἀπαιτεῖ ὁ πατέρας νά… μεγαλώ- σουν τά παιδιά, ἀντί νά μικρύνει αὐτός; Πάτερ, πάτερ, μόνο ὁ μεγάλος μπορεῖ νά γίνει μικρός! Ὁ Χριστός μας τό ἔδειξε κάτι τέτοιο, ἐμεῖς πότε θά τό καταλάβουμε;
Παππούλη, ἡ ἱστορική διαδρομή τῆς γλώσσας, τό μονοτονικό (διαβᾶστε ἐπ᾿ αὐτοῦ τήν τοποθέτηση τοῦ μεγάλου μας ποιητῆ Ν. Καρούζου, πάνυ χρήσιμον), ὁ ἑαυτός τοῦ νεοέλληνα, ἡ συνοδική ἐπιβολή μονογνωμίας (ἄν ὑπάρχει τέτοια λέξη), τό μορμολύκειο τοῦ σκανδαλισμοῦ καί ἄλλα ἀνάλογα συμπαρομαρτοῦντα, δέν εἶναι ὑποθέσεις προσευχῆς καί λατρείας, ὅπως γράφετε!! Γιά ἐμᾶς, πάτερ, ἰσχύει αὐτό πού γράφει στήν Φιλοκαλία (τ. 4ος, σελίδα 10–11) ὁ μέγας διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς Θεόληπτος Φιλαδελφείας: «… Τήν διά στόματος ψαλμωδία ἐκτέλει… μετά ἐπιστασίας τοῦ νοῦ, μή ἀνεχόμενος ἀδιανόητόν τι τῶν λεγομένων καταλιπεῖν· ἀλλ᾿ εἰ ποτέ τι διαδράσει τόν νοῦν, ἐπανάλαβε τόν στίχον, ὁσάκις καί γένηται, μέχρις ἄν τόν νοῦν ἐπακολουθοῦντα ἕξης τοῖς λεγόμενοις». Δηλαδή (γιά ὅσους φυσικῷ τῷ λόγῳ δέν κατάλαβαν): «… Ὅταν ψέλνεις μέ τό στόμα, νά καταλαβαίνει τό μυαλό σου τί λές καί νά μήν ἀνέχεσαι νά ἀφήνεις ἀκατανόητο κάτι ἀπό τά λεγόμενα. Ἄν κάποτε κάτι διαφύγει τήν προσοχή τοῦ νοῦ σου, ἐπανάλαβε τόν στίχο ὅσες φορές καί ἄν χρειαστεῖ, μέχρις ὅτου κατορθώσεις νά συμπορεύεται ἡ προσοχή τοῦ μυαλοῦ σου μέ τά λεγόμενα».
Πιστεύω συμφωνεῖτε ὅτι πρέπει νά τόν ἀκούσουμε καί ἐλπίζω ὅτι θά δημοσιεύσετε τίς σκέψεις πού σᾶς στέλνω, τίς ὁποῖες φυσικά θά ἀναρτήσω στό site τῆς παρέας μας. Εὔχεσθε.
Χριστός Ἀνέστη, σώζων ἅπαντας.
π. Θεοδόσιος Μαρτζοῦχος
- Ἡ ἀπάντηση τοῦ π. Χρίστου:
«ΑΠΑΝΤΗΣΗ στό κείμενο τοῦ ἀρχιμανδρίτου κ. Θεοδοσίου Μαρτζούχου».
Σεβαστέ μου π. Θεοδόσιε,
Μοῦ κοινοποίησε τό περιοδικό Ἐρῶ τό ἀνωτέρω κείμενό σας τό ὁποῖο καί – κατά τήν ἐπιθυμία σας – δημοσιεύεται στό παρόν τεῦχος. Θά μοῦ ἐπιτρέψετε κάποιες παρατηρήσεις ἐπ᾿ αὐτοῦ.
Πρῶτα–πρῶτα, δέν μπορῶ νά ἐξηγήσω τήν τόσο ἔντονη καί διάχυτη σ᾿ ὅλο τό κείμενό σας εἰρωνική διάθεση. Ὅταν δύο ἄνθρωποι, καί μάλιστα παντελῶς ἄγνω- στοι μεταξύ τους, διαλέγονται, μποροῦν καί ἐπιβάλλεται νά σέβωνται ὁ ἕνας τόν ἄλλον· νά σέβωνται καί τήν ἐλευθερία τοῦ λόγου. Ἡ εἰρωνεία δέν μαρτυρεῖ ἀπαξίωση καί περιφρόνηση τοῦ ἄλλου καί καταστρατήγηση τῆς ἐλευθερίας του νά ἐκφράζη κι αὐτός τίς δικές του ἀπόψεις;
Ἀκόμη, γιατί διαστρέφετε τά γραφόμενά μου καί ἐν συνεχείᾳ ἀντικρούετε τίς δικές σας παραποιήσεις;
Γιά παράδειγμα:
Σέ ποιό σημεῖο τοῦ κειμένου μου ἀπορρίπτω, ὅπως ὑπονοεῖτε, – ἀφοῦ, ὅπως γράφετε, «θέλω νά ἀγνοῶ αὐτά καί ἄλλα πολλά» – τήν ἐκτός λατρείας χρήση ἑρμηνευτικῶν κειμένων καί βοηθημάτων; Δέν γράφω κάτι τέτοιο. Ἀπεναντίας, συνιστῶ τό ἀντίθετο.
Ποῦ εἴδατε ὅτι ἀδιαφορῶ γιά τό γέμισμα τῶν ναῶν καί πώς «δέν μέ ἀπασχολεῖ καί δέν μέ γοητεύει μιά τέτοια προοπτική;». Ἁπλῶς θεωρῶ πώς γιά νά γεμίσουν οἱ ναοί δέν ἀποτελεῖ μοναδική προϋπόθεση ἡ τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας στήν δημοτική, ὅπως ἐσεῖς πιστεύετε. Καί ἐπιτρέψτε μου, π. Θεοδόσιε, τήν ἄκομψη ἐρώτηση: Οἱ ἐκκλησίες στήν Πρέβεζα, ὅπου διακονεῖτε, ὅσες βέβαια ἐξ αὐτῶν υἱοθέτησαν τήν καθομιλουμένη ὡς λειτουργική γλῶσσα, ἔχουν γεμίσει ἀπό κόσμο;
Ποῦ γράφω τίς φράσεις «τά πανέμορφα ἀρχαῖα ἑλληνικά τῶν Εὐαγγελίων» ἤ «ἡ συνοδική ἐπιβολή μονογνωμίας» καί γιατί εἰρωνεύεσθε σκαιῶς τήν φράση μου «λεπτές δογματικές διατυπώσεις» τῶν λειτουργικῶν μας κειμένων;
Γιατί εἰρωνεύεσθε ὡς «ἀστεῖα» ὅσα γράφω γιά τά νήπια καί τά βρέφη πού ἐκκλη- σιάζονται κάθε Κυριακή; Νομίζω πώς οἱ ἐκκλησιαζόμενοι πιστοί καί φυσικά οἱ ἱερεῖς θά μποροῦσαν νά τά βεβαιώσουν αὐτά καθώς καί ὅλα ὅσα γράφω γιά τούς μή ἐγγραμμάτους μοναχούς καί λαϊκούς στήν ἴδια καί στήν προηγούμενη παράγραφο τοῦ ἄρθρου μου.
Πῶς ἀπό τήν φράση μου ὅτι ἡ γλῶσσα τῆς λατρείας μας εἶναι «μνημεῖο ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος» (ἐσεῖς αὐτό τό ἀρνεῖσθε;) συμπεραίνετε πώς ἀρνοῦμαι ὅτι «ὁ Χριστός… ἔγινε ἄνθρωπος καί γιά ἄσπρους καί γιά μαύρους καί γιά κόκκινους καί γιά κίτρινους;».
Γιατί, ὅταν γράφετε «Παππούλη, μετάφραση καί κατανόηση εἶναι ΔΥΟ διαφορετικά θέματα – ὑποθέσεις. Ἄλλο μετάφραση – ἄλλο κατανόηση», “ξεχνᾶτε” ὅτι γιά νά ἀποδείξω αὐτό ἀκριβῶς ἀφιέρωσα ὁλόκληρη τήν 2η μεγάλη καί σαφέστατα γραμμένη παράγραφο τοῦ ἄρθρου μου;
Καί βέβαια ὅσα δυσνόητα – γιά νά μιλήσω ἠπιότατα – γράφετε γιά τήν «γεμάτη λάθη» μετάφραση τῶν Ἑβδομήκοντα καί τά «ἄλλα ἀντ᾿ ἄλλων» τοῦ λυρικότατου, γλυκύτατου, ἐλεγειακοῦ καί προφητικοῦ 87ου Ψαλμοῦ, γιά τήν «ἀγελαία γλῶσσα» τῶν Εὐαγγελίων καί γιά τήν ἀκατανόητη «ἐκδοχή… “χριστιανικῶν” Ἐλευσινίων μυστηρίων» θά προτιμοῦσα νά τά κρίνουν ἄλλοι πλέον εἰδήμονες ἐμοῦ.
Ἡ παράθεση τοῦ χωρίου τοῦ ἁγίου Θεολήπτου στήν τελευταία σελίδα τῆς «ἀπαντήσεώς» σας εἶναι μᾶλλον ἀτυχής. Ἐδῶ ὁ Ἅγιος μιλάει – εἶναι τόσο ξεκάθαρο καί, συγχωρῆστε με, ἀπορῶ γιατί παραθέσατε τό χωρίο αὐτό, καί μάλιστα τόσο θριαμβευτικά καί ἐν κατακλεῖδι – ἐδῶ λοιπόν ὁ Ἅγιος μιλάει γιά τήν διάσπαση καί ἀπροσεξία τοῦ νοῦ καί ὄχι γιά τήν ἀδυναμία κατανοήσεως λόγῳ τῆς δυσκολίας τῆς γλώσσας. Καί ἐπί πλέον ὁ Ἅγιος δέν ἀναφέρεται ἐδῶ στήν κοινή Λατρεία, ἀλλά στήν κατ᾿ ἰδίαν προσευχή· γι᾿ αὐτό καί συνιστᾶ «ἐπανάλαβε τόν στίχον» ὅσες φορές χρειασθεῖ, κάτι βέβαια πού δέν μπορεῖ νά γίνη στήν κοινή Λατρεία. Ἄν λοιπόν ὅλοι μας ἀκολουθούσαμε τήν συμβουλή του καί χρησιμοποιούσαμε παράλληλα τά ἄφθονα ἑρμηνευτικά βοηθήματα πού ὑπάρχουν στίς μέρες μας, ὅπως καί σημειώνω στό ἄρθρο μου, δέν θά εἴχαμε πρόβλημα γλωσσικῆς κατανοήσεως στήν θεία Λατρεία.
Ἄν, π. Θεοδόσιε, ἡ γλωσσική ἁπλούστευση ἦταν τό πᾶν, τότε γιατί δύο ἄνθρωποι πού διαφωνοῦν σ᾿ ἕνα θέμα δέν μποροῦν, συχνά, νά συνεννοηθοῦν, ἔστω κι ἄν μιλοῦν καί γράφουν στήν καθομιλουμένη; Ἡ μετάφραση δέν ἀποτελεῖ τήν κύρια προϋπόθεση τῆς κατανοήσεως. Ἀναφέρομαι ἐπαρκῶς σ᾿ αὐτό. Ἄς μήν ὑποτιμοῦμε τό βίωμα. Καί ἡ θεία Λειτουργία πρωτίστως βιώνεται.
Ξέρει ὁ Θεός νά φωτίζη τούς ἁπλούς, ὀλιγογράμματους, ἀλλά καλοδιάθετους, πιστούς καί νά τούς ὁδηγῆ στήν βίωση τῆς θείας Λατρείας· καί ἡ βίωση αὐτή εἶναι κάτι πολύ ἀνώτερο ἀπό τήν ἁπλή γλωσσική κατανόηση. Διαφωνεῖτε;
Ὁ ὅσιος Πορφύριος, ὡς ὀλιγογράμματος, δέν κατανοοῦσε πολλές λέξεις ἀπό τά ἀρχαῖα κείμενα. Ρωτοῦσε, τί σημαίνει «ὅτι πρός σέ ᾖρα τήν ψυχήν μου;». Δέν ἤξερε τί σημαίνει τό «ᾖρα», ἀλλά ὁ ἴδιος αἰρόταν πνευματικά στά ὕψη.
Ὁ ὅσιος Παΐσιος ἦταν σαφῶς ἀντίθετος μέ τήν χρήση στήν Λατρεία τῶν μεταφράσεων. Τό βεβαιώνουν αὐτό οἱ μοναχοί πού ἔζησαν κοντά του.
Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, στό γνωστό κεφάλαιο «Περί τῆς λειτουργικῆς γλώσσης» τοῦ βιβλίου του «Ὀψόμεθα τόν Θεόν» ἀναιρεῖ μέ κατηγορηματικό τρόπο τούς «ἀτόπους ἰσχυρισμούς περί τοῦ δῆθεν ἀκατανοήτου» τῆς λειτουργικῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί καλεῖ νά μείνουμε πιστοί σ᾿ αὐτήν. Καί ἦταν καί Ρῶσσος! Λέει μεταξύ ἄλλων: «Ἡ Λειτουργία, ὡς τό κορυφαῖον μέσον ἀναφορᾶς τοῦ ἀνθρώπου πρός τόν Θεόν, εἶναι φυσικόν νά ἔχη ὡς ἐκφραστικόν ὄργανον τήν κατά τό δυνατόν τελειοτέραν γλῶσσαν (ἐνν. τήν ἀρχαία Ἑλληνική)… Ἡ ἐπί τοσοῦτον χρόνον χρησιμοποιη- θεῖσα καί καθαγιασθεῖσα γλῶσσα τῆς θείας Λειτουργίας… εἶναι ἀδύνατον νά ἀντικατασταθῆ ἄνευ οὐσιώδους βλάβης αὐτῆς ταύτης τῆς Λατρείας».
Ἐδῶ, πάτερ μου, χρησιμοποιοῦμε ὅλοι μας στήν καθημερινή μας ζωή ἄπειρες ἀρχαιοπρεπεῖς ἐκφράσεις καί δέν μᾶς ἐνοχλεῖ καθόλου αὐτό· κι ἐσεῖς ἀκόμη ἀρχαιοπρεπῶς κατακλείετε τό κείμενό σας, ὅταν γράφετε «Χριστός Ἀνέστη, σώζων ἅπαντας». Μόνον ἡ ἱεροπρέπεια τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας μᾶς ἐνοχλεῖ;
Ὅταν οἱ μεγάλοι Πατέρες τοῦ Δ΄ αἰῶνος συνέγραψαν τίς θεῖες Λειτουργίες πού μέχρι σήμερα τελοῦμε, δέν ἐπέλεξαν τήν καθομιλουμένη τῆς ἐποχῆς τους, ἀλλά μία ἀρχαιότροπη γλωσσική ἔκφραση. Τό ἔκαναν αὐτό διότι ἤθελαν νά προσδώσουν στά λειτουργικά κείμενα μιά ἱεροπρέπεια· γι᾿ αὐτό χρησιμοποίησαν ἕναν γλωσσικό τύπο πού δέν χρησιμοποιοῦνταν γιά τίς ὑποθέσεις τῆς ἁπλῆς καθημερινότητας καί ἦταν καί γιά τήν ἐποχή τους δύσκολος.
Θά παραθέσω ἐν συνεχείᾳ καί μερικές θεολογικότερες σκέψεις. Δέν εἶναι δικές μου. Ἐτέθησαν τά κείμενά μας ὑπ᾿ ὄψιν πολύ σεβαστῶν μου καί λογίων ἁγιορειτῶν ἱερομονάχων, γιά τούς ὁποίους ἡ θεία Λειτουργία εἶναι καθημερινή πράξη καί βίωμα. Παρεκλήθησαν νά καταθέσουν γραπτῶς τίς δικές τους ἀπόψεις καί εἶχαν τήν καλωσύνη νά τό κάνουν. Κάποιες σκέψεις τους ἤδη τίς χρησιμοποίησα πιό πάνω. Σχεδόν τούς ἀντιγράφω.
Ὁ ἀραιός ἐκκλησιασμός δέν εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ «ἀκατανοήτου» τῆς λειτουργικῆς γλώσσας, ἀλλά ἡ αἰτία του! Αὐτό πού λείπει (καί θά πρέπη νά μεριμνήσουν οἱ ποιμένες γι᾿ αὐτό) εἶναι τό ἐνδιαφέρον καί ἡ θέληση ἐκ μέρους τῶν πιστῶν. Ἡ θεία Λατρεία, καί κυρίως ἡ θεία Λειτουργία, δέν εἶναι κάτι σάν τήν παρακολούθηση στήν τηλεόραση ἑνός ἀθλητικοῦ ἀγῶνα ἤ ἑνός κινηματογραφικοῦ ἔργου, ὅπου φυσικά εἶναι ἀπαραίτητη ἡ παρουσία ἑνός Ἕλλληνα ἐκφωνητῆ ἤ ἡ ὕπαρξη ἑλληνικῶν ὑποτίτλων, ἄν τό ἔργο εἶναι ξένο, καί ὁ τηλεθεατής χρειάζεται μόνον μιά ἀναπαυτική καρέκλα. Εἶναι ἐπικοινωνία μέ τόν Θεό καί βίωση μυστηρίων, τά ὁποῖα ἀπαιτοῦν κάποιον κόπο καί μιά πνευματική προετοιμασία ἀπό τόν πιστό.
Οἱ ὀπαδοί τῶν μεταφράσεων φρονοῦν – ἴσως καλοπροαίρετα – ὅτι, ἄν ἔχουμε τήν πλήρη γλωσσική κατανόηση, θά φθάσουμε σύντομα στήν καρδιακή συμμετοχή καί στήν βίωση τῶν μυστηρίων. Αὐτό ὅμως εἶναι πλάνη, ἡ ὁποία κατά βάση συγγενεύει μέ τήν πλάνη τοῦ Βαρλαάμ, ὁ ὁποῖος θεωροῦσε τήν γνώση ἀπαραίτητη προϋπόθεση τοῦ ἁγιασμοῦ. Τοῦ ἀπάντησε ὅμως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: «Τά γοῦν ὑπό τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν, οὐ διά λογισμῶν, ἀλλά διά τοῦ ἐν ἡμῖν αὐτοῦ γινώσκομεν Πνεύματος» (Συγγρ. τόμ. 1, σελ. 489), καί: «Ἐκεῖνος πού ἀπέκτησε τόν Χριστό μέσα του μέ τήν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν δέν χρειάζεται (ὄχι μόνον τήν κοσμική σοφία, ἀλλά) οὔτε καί τήν ἐκμάθηση τῶν θείων Γραφῶν. Καί χωρίς αὐτή τήν ἐκμάθηση γνωρίζει ὅλες τίς Γραφές μέ ἀκρίβεια καί γίνεται ἀλάνθαστος διδάσκαλος ἐκείνων πού τίς σπουδάζουν. Τέτοιος ἦταν ὁ βαπτιστής Ἰωάννης καί ὁ μέγας Ἀντώνιος» (ὅ.π. σελ. 505). Τέτοιοι ἦταν στίς μέρες μας ὁ ἅγιος Παΐσιος, ὁ ἅγιος Πορφύριος, ὁ ἅγιος Ἰάκωβος.
Τά παραδείγματα τῶν Ἁγίων μπορεῖ νά μᾶς φαίνωνται πολύ ὑψηλά, δείχνουν ὅμως τόν δρόμο τόν ὁποῖο βάδισαν, τόν δρόμο πού ὁδηγεῖ στήν σωτηρία, ἔστω κι ἄν ἐμεῖς δέν μποροῦμε νά φθάσουμε στά μέτρα τους. Καί ἀντίθετα, ἡ τραγική πνευματική πορεία τοῦ Βαρλαάμ δείχνει ποῦ μπορεῖ νά φθάση κανείς ὅταν ξεκινᾶ μέ μικρά λάθη καί ἀκολουθεῖ ἐπίμονα καί ἐγωϊστικά τόν λογισμό του. Ἕνας σκοτισμένος νοῦς δέν μπορεῖ νά συμμετάσχη σωστά στήν θεία Λατρεία. Γι᾿ αὐτό καί εἶναι ἀπαραίτητος πρῶτα ὁ ἀγώνας γιά κάθαρση καί φωτισμό καί κατόπιν ὅλα τά ἄλλα. Ἄν προσπαθοῦμε νά ἀγνοήσουμε καί νά παρακάμψουμε τόν ἀγῶνα αὐτόν, ματαιοπονοῦμε καί πλανιόμαστε.
Πάτερ Θεοδόσιε, ζητῶ συγγνώμην ἄν μέ τίς διαφορετικές μου ἀπόψεις σᾶς στενοχώρησα. Ἀφ᾿ ὅτου ἔλαβα τό γράμμα σας σᾶς μνημονεύω συνεχῶς στήν Προσκομιδή. Εὔχομαι ὁ Θεός νά σᾶς χαρίζη πλούσια ὑγεία. Φιλῶ τό χέρι σας καί ζητῶ τήν εὐχή σας.
Μέ σεβασμό
π. Χρίστος Κυριαζόπουλος