ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ*

EIKONOGRAFIKH_TEXNH

Βα­σι­λι­κή Τσί­ρου-Μαρ­καν­τω­νά­του

Φι­λό­λο­γος, Θε­ο­λό­γος, Ἱ­στο­ρι­κὸς Τέ­χνης

 

Ἀ­πὸ τὸ 1980 καὶ με­τὰ ὁ ἀ­ριθ­μὸς τῶν πι­στῶν τῆς Ρω­σσι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας αὐ­ξή­θη­κε ση­μαν­τι­κά, κα­θὼς πολ­λὲς πρώ­ην κλει­στὲς Ἐκ­κλη­σί­ες ἄ­νοι­ξαν. Κα­τ᾿ αὐ­τὸν τὸν τρό­πο αὐ­ξή­θη­καν καὶ οἱ ἀ­νάγ­κες γιὰ θρη­σκευ­τι­κὴ ζω­γρα­φι­κή. Πολ­λὲς Σχο­λὲς Κα­λῶν Τε­χνῶν, δι­δά­σκουν τὴν τε­χνι­κή τῆς εἰ­κο­νο­γρα­φί­ας, ὅ­πως στὴν Θε­ο­λο­γι­κὴ Σχο­λὴ τοῦ ἁγί­ου Σερ­γί­ου Πα­σάτ, ἀ­πὸ τὸ 1957 καὶ στὸ Θε­ο­λο­γι­κὸ Ἰν­στι­τοῦ­το τοῦ ἁ­γί­ου Τύ­χω­να στὴν Μό­σχα, ἀ­πὸ τὸ 1992, ἔ­τος ἱ­δρύ­σε­ώς του.

Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὸ ὅ­μως πα­ρά­δειγ­μα Ἀ­κα­δη­μα­ϊ­κῆς ζω­γρα­φι­κῆς εἶ­ναι ἡ δι­α­κό­σμη­ση τοῦ Να­οῦ τοῦ Σω­τῆ­ρος Χρι­στοῦ, στὴν Μό­σχα. Θὰ πρέ­πει νὰ ἀ­να­φέ­ρου­με ὅ­τι ἡ ζω­γρα­φι­κὴ αὐ­τοῦ τοῦ να­οῦ ἔ­χει ἰ­δι­αί­τε­ρη ση­μα­σί­α γιὰ τὴν ἐ­ξέ­λι­ξη τῆς θρη­σκευ­τι­κῆς τέ­χνης στὴν Ρωσ­σί­α. Ὅ­λες οἱ συν­θέ­σεις, οἱ ὁ­ποῖ­ες εἶ­χαν ζω­γρα­φι­στεῖ τὸν ΙΘ΄αἰ­ῶ­να μὲ ρε­α­λι­στι­κὴ τε­χνο­τρο­πί­α, ἐγ­κρί­θη­καν ἀ­πὸ τὴν συ­στα­θεῖ­σα ἐ­πι­τρο­πὴ γιὰ τὴν ἀ­νοι­κο­δό­μη­ση τοῦ να­οῦ. Ὁ Να­ὸς τοῦ Σω­τῆ­ρος Χρι­στοῦ ἀ­νε­γέρ­θη­κε τὸ 1839, με­τὰ τὴν ἀ­πό­συρ­ση τῶν στρα­τευ­μά­των τοῦ Να­πο­λέ­ον­τα ἀ­πὸ τὴν Ρωσ­σί­α τὸ 1812. Δυ­στυ­χῶς τὸ 1931 κα­τε­δα­φί­στη­κε ἀ­πὸ τὸ ἄ­θε­ο κα­θε­στὼς αὐ­τὸ τὸ με­γα­λο­πρε­πὲς μνη­μεῖ­ο, τὸ ὕ­ψος τοῦ ὁ­ποί­ου ἔ­φτα­νε τὰ 103μ. καὶ ἡ χω­ρη­τι­κό­τη­τά του ἦ­ταν 10.000 ἀ­τό­μων.

Τὸ σχέ­διο προ­έ­βλε­πε νὰ ἐ­γερ­θεῖ στὸν ἴ­διο χῶ­ρο, μνη­μεῖ­ο, ὕ­ψους 480μ. μὲ τὸ ἄ­γαλ­μα τοῦ Λέ­νιν, τὸ ὁ­ποῖ­ο τε­λι­κὰ ἀν­τι­κα­τα­στά­θη­κε ἀ­πὸ ἐγ­κα­τα­στά­σεις δη­μο­σί­ου κο­λυμ­βη­τη­ρί­ου.

Στὸ τέ­λος τῆς δε­κα­ε­τί­ας τοῦ 1980 ἄρ­χι­σε νὰ κυ­ο­φο­ρεῖ­ται ἡ ἰ­δέ­α ἀ­νοι­κο­δό­μη­σης τοῦ πα­λαι­οῦ Να­οῦ. Τε­λι­κὰ καὶ με­τὰ τὴν πτώ­ση τοῦ κομ­μου­νι­στι­κοῦ κα­θε­στῶ­τος, ἡ ἰ­δέ­α ἄρ­χι­σε νὰ ὑ­λο­ποι­εῖ­ται, μὲ τὴν ὑ­πο­στή­ρι­ξη τοῦ ἐ­πι­σή­μου κρά­τους καὶ ἄλ­λων φο­ρέ­ων. Τὸ 1994 συ­στή­θη­κε μί­α εἰ­δι­κὴ ἐ­πι­τρο­πὴ γιὰ τὴν οἰ­κο­νο­μι­κὴ ὑ­πο­στή­ρι­ξη τοῦ ἔρ­γου προ­κει­μέ­νου νὰ ἀ­νε­γερ­θεῖ ὁ Να­ός, ἐκ θε­με­λί­ων, πα­νο­μοι­ό­τυ­πος μὲ τὸν προ­η­γού­με­νο. Ση­μει­ώ­νου­με ὅ­τι καὶ ἡ Ἑλ­λά­δα συμ­με­τέ­σχε στὴν οἰ­κο­νο­μι­κὴ ἐ­νί­σχυ­ση γιὰ τὴν ἀ­νοι­κο­δό­μη­σή του.

Τὸν Ἰ­α­νουά­ριο τοῦ 1995, τὴν ἡ­μέ­ρα τῆς ἑ­ορ­τῆς τῶν Χρι­στου­γέν­νων, τί­θε­ται ὁ θε­μέ­λιος λί­θος γιὰ τὴν ἀ­νέ­γερ­ση τοῦ Να­οῦ. Τὸ Πά­σχα τοῦ ἰ­δί­ου ἔ­τους τε­λεῖ­ται ἡ πρώ­τη θεί­α Λει­τουρ­γί­α στὸν ὑ­πό­γει­ο χῶ­ρο τοῦ οἰ­κο­δο­μή­μα­τος. Τὸν Αὔ­γου­στο τοῦ 2000 τε­λοῦν­ται τὰ ἐγ­καί­νια τοῦ να­οῦ καὶ συγ­κρο­τεῖ­ται ἡ Ἱ­ε­ρὰ Σύ­νο­δος τῶν Ἐ­πι­σκό­πων. Ὁ κα­θη­γη­τὴς τῆς Ἀ­νω­τά­της Σχο­λῆς Κα­λῶν Τε­χνῶν τῆς Μό­σχας «Σου­ρί­κωφ» καὶ Ἀ­κα­δη­μα­ϊ­κός,  Εὐ­γέ­νι­ϊ Νι­κο­λά­γι­ε­βιτς Μα­ξί­μωφ, συ­νε­τέ­λε­σε στὴν δι­α­κό­σμη­ση τοῦ Να­οῦ τοῦ Σω­τῆ­ρος Χρι­στοῦ, ἀν­τι­γρά­φον­τας τὶς πα­λαι­ὲς πα­ρα­στά­σεις ἀ­πὸ ἀ­σπρό­μαυ­ρες φω­το­γρα­φί­ες τοῦ κα­τε­δα­φι­σθέν­τος να­οῦ. Ὁ κα­θη­γη­τὴς Μα­ξί­μωφ πα­ρα­ση­μο­φο­ρή­θη­κε ἀ­πὸ τὸν μα­κα­ρι­στὸ Πα­τριά­ρχη Ἀ­λέ­ξιο τὸ Β΄ γιὰ τὴν ἐ­ξαι­ρε­τι­κὴ δου­λειά του στὸν ἀ­νω­τέ­ρω να­ό.

Θὰ ἀ­δι­κού­σα­με τὸν κα­θη­γη­τὴ Μα­ξί­μωφ ἐ­ὰν τὸν ἀ­ξι­ο­λο­γού­σα­με μὲ βά­ση μό­νο τὸ ἔρ­γο του στὸ Να­ὸ τοῦ Σω­τῆ­ρος. Ὁ κα­θη­γη­τὴς ἔ­χει φι­λο­τε­χνή­σει τὶς Ἐκ­κλη­σί­ες τῆς Πα­να­γί­ας τοῦ Βλα­δι­μὶρ καὶ τοῦ Κα­ζάν, στὴν Μο­νὴ τῆς Ὄ­πτι­να, μὲ τε­χνο­τρο­πί­α Βυ­ζαν­τι­νὴ καὶ τὴν τε­χνι­κή τῆς νω­πο­γρα­φί­ας.

Δε­ξιὰ τοῦ κι­βω­ρί­ου, στὸ Να­ὸ τοῦ Σω­τῆ­ρος Χρι­στοῦ, ἐ­κτί­θε­ται φο­ρη­τὴ εἰ­κό­να μὲ πα­ρα­δο­σια­κὴ ρω­σσι­κὴ τε­χνο­τρο­πί­α, με­γέ­θους 1,60Χ1,30μ., ἡ ὁ­ποία­ πα­ρου­σιά­ζει ἰ­δι­αί­τε­ρο ἐν­δι­α­φέ­ρον ἀ­πὸ πλευ­ρᾶς θε­μα­το­λο­γί­ας.

Ἡ εἰ­κό­να αὐ­τὴ ἐ­πι­γρά­φε­ται «Ἡ Σύ­να­ξη τῶν Νε­ο­μαρ­τύ­ρων καὶ Ὁ­μο­λο­γη­τῶν τῆς Ρω­σσί­ας, οἱ ὁ­ποῖ­οι μαρ­τύ­ρη­σαν γιὰ τὸν Χρι­στό, γνω­στοὶ καὶ ἄ­γνω­στοι».

Στὸ κέν­τρο τῆς εἰ­κό­νας πα­ρι­στά­νε­ται ὁ Να­ὸς τοῦ Σω­τῆ­ρος, σύμ­βο­λο τῆς ἀ­να­γέν­νη­σης τῆς Ρω­σσι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας. Οἱ πα­ρα­στά­σεις τοῦ πλαι­σί­ου πε­ρι­λαμ­βά­νουν γε­γο­νό­τα ἀ­πὸ τὸ μαρ­τύ­ριο Ρώ­σσων πι­στῶν, κα­τὰ τὴν διά­ρκεια τῆς Σο­βι­ε­τι­κῆς πε­ρι­ό­δου, οἱ ὁ­ποῖ­οι ἀ­να­κη­ρύ­χθη­καν Ἅ­γιοι ἀ­πὸ τὴν Σύ­νο­δο τῆς Ρω­σσι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, τὸ 2000.

Μί­α ἀ­πὸ αὐ­τὲς τὶς πα­ρα­στά­σεις τοῦ πλαι­σί­ου, ἡ ὁ­ποί­α ἐ­πι­γρά­φε­ται ὡς «Οἱ ἄ­θε­οι δι­κά­ζουν τὸν ἅ­γιο μάρ­τυ­ρα Βε­νια­μὶν καὶ τοὺς ὑ­πο­λοί­πους σὲ θά­να­το», πα­ρι­στά­νε­ται ὁ Μη­τρο­πο­λί­της Βε­νια­μὶν μα­ζὶ μὲ συγ­κα­τη­γο­ρού­με­νούς του στὴν δί­κη τῆς Ἁ­γί­ας Πε­τρού­πο­λης. Στὸ βά­θος δι­α­κρί­νε­ται ὁ να­ὸς τοῦ Ἁ­γί­ου Ἰ­σα­άκ.

Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὴ εἶ­ναι καὶ ἡ πα­ρά­στα­ση μὲ τὶς φυ­λα­κὲς τοῦ Σλο­βα­κί, πρώ­ην ἀκ­μά­ζου­σα Μο­νή, τῆς ἐ­παρ­χί­ας Ἀρ­χαγ­γέλσκ, ὅ­που πολ­λοὶ Μάρ­τυ­ρες ἀ­πει­κο­νί­ζον­ται ἔγ­κλει­στοι, ἐ­νῶ ἄλ­λοι του­φε­κί­ζον­ται, ἀ­νά­με­σά τους καὶ ὁ Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος τοῦ Βο­ρο­νέζ, Πέ­τρος. Θὰ ἦ­ταν πα­ρά­λει­ψη νὰ μὴν ἀ­πει­κο­νι­στεῖ στὴν φο­ρη­τὴ αὐ­τὴ εἰ­κό­να καὶ ἡ Λαύ­ρα τοῦ ἁ­γί­ου Σερ­γί­ου, τὸ τε­λευ­ταῖ­ο προ­πύρ­γιο τῆς Ρω­σσι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας κα­τὰ τὴν πε­ρί­ο­δο τῶν δι­ωγ­μῶν. Ἐ­δῶ πα­ρι­στά­νε­ται ἡ βί­αι­η ἐκ­δί­ω­ξη τῶν μο­να­χῶν καὶ ἡ βε­βή­λω­ση τῶν Λει­ψά­νων τοῦ Ἁ­γί­ου. Ἐ­πί­σης ἀ­πει­κο­νί­ζε­ται ἡ με­τα­φο­ρὰ τοῦ Λει­ψά­νου τοῦ ἁ­γί­ου Σε­ρα­φεὶμ τοῦ Σα­ρὼφ στὸ μου­σεῖ­ο ἀ­θε­ΐ­ας, στὴν Ἁ­γί­α Πε­τρού­πο­λη καὶ τὸ κλεί­σι­μο τοῦ Μο­να­στη­ριοῦ ὅ­που ἐ­φυ­λάσ­σε­το μέ­χρι τό­τε τὸ Λεί­ψα­νο τοῦ Ἁ­γί­ου, τό ­1­9­27. Δὲν λεί­πουν καὶ οἱ συμ­βα­τι­κὲς ἀ­πει­κο­νί­σεις ὅ­πως ἡ βί­αι­η ἀ­πο­μά­κρυν­ση Ἱε­ρέ­α ἀ­πὸ τὴν Ἁ­γί­α Τρά­πε­ζα τὴν ὥ­ρα τέ­λε­σης τῆς θεί­ας Λει­τουρ­γί­ας καὶ ἡ πε­ρι­φρό­νη­ση πρὸς τοὺς «ἐ­χθρούς τοῦ λα­οῦ» ὅ­πως ἐ­θε­ω­ροῦν­το οἱ οἰ­κο­γέ­νει­ες τῶν ἱ­ε­ρέ­ων, οἱ ὁ­ποῖ­οι ὑ­πο­χρε­ώ­νον­ται νὰ ἀ­πο­χω­ρή­σουν ἀ­πὸ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α. Ἀ­νά­με­σα σὲ τό­σους ἄλ­λους Μάρ­τυ­ρες καὶ πα­ρα­στά­σεις αὐ­τῆς τῆς ἐ­ξαι­ρε­τι­κῆς εἰ­κό­νας, ἀ­πει­κο­νί­ζε­ται καὶ ὁ γνω­στὸς στὴν Ἑλ­λά­δα, ἅ­γιος Λου­κᾶς, ὁ Ἰα­τρός, Ἀρ­χι­ε­πί­σκο­πος Συμ­φε­ρου­πό­λε­ως.

Θὰ μπο­ρού­σα­με ἑ­πο­μέ­νως νὰ δι­α­κρί­νου­με τρεῖς τά­σεις στὴν σύγ­χρο­νη ζω­γρα­φι­κὴ θρη­σκευ­τι­κῆς Τέ­χνης στὴν Ρωσ­σί­α σή­με­ρα. Ἡ πρώ­τη τά­ση ἔ­χει τὶς βά­σεις της στὴν Βυ­ζαν­τι­νὴ τε­χνο­τρο­πί­α… Ἡ δεύ­τε­ρη στή­ν Ρω­σσι­κὴ κλασ­σι­κὴ πα­ρά­δο­ση τοῦ 15ου-17ου αἰ., πού ἀ­να­πτύ­χθη­κε κυ­ρί­ως στὴν Μό­σχα, Ρο­στώφ, Γι­α­ροσ­λὰβ κ.ἄ.  καὶ ἡ τρί­τη, στὴν Ἀ­κα­δη­μα­ϊ­κὴ Τέ­χνη ἡ ὁ­ποία­ δι­δά­σκε­ται σή­με­ρα στὶς Σχο­λὲς Κα­λῶν Τε­χνῶν τῆς Ρωσ­σί­ας μὲ χα­ρα­κτη­ρι­στι­κὸ πα­ρά­δειγ­μα τὸ Να­ὸ τοῦ Σω­τῆ­ρος Χρι­στοῦ ποὺ ἤ­δη ἀ­να­φέ­ρα­με. Τέ­λος εἶ­ναι γε­νι­κῶς πα­ρα­δε­κτὸ ὅ­τι, ἡ εἰ­κο­νο­γρα­φι­κὴ τέ­χνη στὴν Ρωσ­σί­α συμ­βάλ­λει ση­μαν­τι­κὰ στὴν ὅ­λη προ­σπά­θεια ἀ­να­συγ­κρό­τη­σης τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Ρω­σσί­ας, κα­τὰ τὴν με­τα­σο­βι­ε­τι­κὴ πε­ρί­ο­δο. Θὰ πρέ­πει νὰ ση­μει­ω­θεῖ ὅ­τι, ἡ ἐ­πί­δρα­ση τῶν σύγ­χρο­νων εἰ­κο­νο­γρά­φων καὶ τῶν τρι­ῶν ἀ­νω­τέ­ρω τά­σε­ων στὴ νε­ο­ρω­σι­κὴ ζω­γρα­φι­κὴ ἀλ­λὰ καὶ γε­νι­κὰ στὸ χῶ­ρο τῶν εἰ­κα­στι­κῶν Τε­χνῶν, καὶ στὴν πνευ­μα­τι­κὴ ζω­ὴ τοῦ τό­που τους εἶ­ναι ἀ­ναν­τίρ­ρη­τη καὶ κα­θο­ρι­στι­κή. Ἡ Τέ­χνη τους εἶ­ναι ἀ­πο­φα­σι­στι­κῆς ση­μα­σί­ας, ὄ­χι μό­νο γιὰ τὴν σύγ­χρο­νη ἐ­πο­χὴ ἀ­φοῦ θὰ προσ­δι­ο­ρί­σει σὲ ση­μαν­τι­κὸ βαθ­μὸ τὴν μελ­λον­τι­κὴ πο­ρεί­α τῆς ὅ­λης θρη­σκευ­τι­κῆς Τέ­χνης στὴν Ρω­σσί­α ἀλ­λὰ καὶ στὸν Ὀρ­θό­δο­ξο κό­σμο γε­νι­κό­τε­ρα.

 

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , ΣΤ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΑΠΡ.-ΙΟΥΝ. 2011

 

 

 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα