Παπαδόπουλου Παναγιώτη
Θεολόγου
- Ἡ Ἀνάληψη ὡς ἐπισφράγιση τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ τελευταῖο γεγονὸς τοῦ ἐπίγειου βίου Του. Ἀναφέρεται μόνο ἀπὸ τὸν Λουκᾶ στὸ ὁμώνυμο Εὐαγγέλιό του (Λουκ. κδ΄ 50-52). «Ἐξήγαγε δὲ αὐτοὺς ἔξω, ἕως εἰς Βηθανίαν, καὶ ἐπάρας τὰς χείρας αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτοὺς καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρεται εἰς τὸν οὐρανόν. Καὶ αὐτοὶ προσκυνήσαντες Αὐτὸν ἐπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης, καὶ ἦσαν διαπαντὸς ἐν τῷ ἱερῷ αἰνοῦντες καὶ εὐλογοῦντες τὸν Θεόν, ἀμήν».
Ἀναφέρεται ἐπίσης καὶ εἰς τὰς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. (Πράξ. α΄ 1-9): «Τὸν μὲν πρῶτον λόγον ἐποιησάμην περὶ πάντων, ὦ Θεόφιλε, ὧν ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν, ἄχρι ἧς ἡμέρας ἐντειλάμενος τοῖς Ἀποστόλοις διὰ Πνεύματος Ἁγίου, (ἀφοῦ πρῶτα ἔδωσε ἐντολὲς μὲ τὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στοὺς Ἀποστόλους), οὗς ἐξελέξατο, ἀνελήφθη· οἷς καὶ παρέστησεν ἑαυτὸν ζῶντα μετὰ τὸ παθεῖν αὐτὸν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις, δι᾿ ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς καὶ λέγων τὰ περὶ Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καὶ συναλιζόμενος, (ἐνῶ ἔτρωγε μαζί τους), παρήγγειλεν αὐτοῖς, ἀπὸ Ἱεροσολύμων μὴ χωρίζεσθαι, ἀλλὰ περιμένειν τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ Πατρὸς ἥν ἠκούσατέ μου, (νὰ περιμένουν τὴν ἐκπλήρωση τῆς ὑπόσχεσης γιὰ τὴν ὁποία σᾶς μίλησα). Ὅτι Ἰωάννης μὲν ἐβάπτισεν ὕδατι, ὑμεῖς δὲ βαπτισθήσεσθε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ οὐ μετὰ πολλάς ταύτας ἡμέρας. Οἱ μὲν οὖν συνελθόντες ἐπηρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, εἰ ἐν τῷ χρόνῳ τούτῳ ἀποκαθιστάνεις τὴν βασιλείαν τῷ Ἰσραήλ; (δηλ. Κύριε, ἔφθασε ἡ ὥρα νὰ ἀποκαταστήσεις τὴν βασιλεία στὸ Ἰσραήλ;), εἶπε δὲ πρὸς αὐτούς· οὐχ ὑμῶν ἐστί γνῶναι χρόνους ἢ καιροὺς οὗς ὁ πατὴρ ἔθετο ἐν τῇ ἰδίᾳ ἐξουσία, (ἐσεῖς δὲν μπορεῖτε νὰ γνωρίζετε τὸν ἀκριβῆ χρόνο· αὐτὸν τὸν κρατάει ὁ Πατέρας μου στὴν ἀποκλειστική Του ἐξουσία)· ἀλλά λήψεσθε δύναμιν ἐπελθόντος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐφ᾿ ὑμᾶς, καὶ ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἐν τε Ἱερουσαλὴμ καὶ ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καὶ Σαμαρείᾳ καὶ ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς. Καὶ ταῦτα εἰπών, βλεπόντων αὐτῶν ἐπήρθη, (ἀνυψώθηκε πρὸς τὸν οὐρανὸ), καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν Αὐτὸν, (νεφέλη τὸν ἔκρυψε ἀπὸ τὰ μάτια τους), ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν».
Τὸ γεγονὸς τῆς Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ εἰς τοὺς οὐρανοὺς συντελεῖται μεταξὺ Ἱεροσολύμων καὶ Βηθανίας.
Ἔτσι ἐνῶ ὁ Ἰησοῦς μιλοῦσε καὶ εὐλογοῦσε, «διέστη ἀπ᾿ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανὸν …καὶ νεφέλη ὑπέλαβεν Αὐτὸν», δηλ. ἄρχισε νὰ ἀνεβαίνει στοὺς οὐρανοὺς καὶ Τὸν ἐκάλυψε μία νεφέλη ἕως ὅτου Τὸν ἔκρυψε ἀπ᾿ αὐτοὺς (δηλ. ἀπὸ τοὺς μαθητές). Ἡ νεφέλη εἶναι πάντα τὸ σημάδι τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ καὶ ἐμφανίζεται σὲ πολλὲς περιπτώσεις στὴν Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, (π.χ. νεφέλη στὴν ἔρημο, στὴν Μεταμόρφωση κ.λπ.).
Τὴν ὥρα ποὺ ὁ Κύριος ἀνέβαινε εἰς τὸν οὐρανὸ καλυπτόμενος ἀπὸ τὴν νεφέλη, δύο Ἄγγελοι «κατελθόντες ἐκ τοῦ Οὐρανοῦ», καθησυχάζουν τοὺς μαθητὲς λέγοντας: «Ἄνδρες Γαλιλαῖοι, τί σταθήκατε καὶ κοιτᾶτε στὸν οὐρανό; Αὐτός, ὁ Ἰησοῦς, ποὺ ἀναλήφθηκε ἀπὸ ἀνάμεσά σας στὸν οὐρανό, ἔτσι θὰ ἔρθει καὶ πάλι, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ τὸν εἴδατε νὰ πηγαίνει ἐκεῖ», προλέγοντας τὴν ἔνδοξη ἐπάνοδό Του στὴ γῆ.
Παρόλον ὅτι ἡ Ἀνάληψη εἶναι ἕνα ἱστορικὸ γεγονός, ἐν τούτοις λόγῳ τοῦ ὑπερφυσικοῦ του χαρακτῆρος κατατάσσεται μεταξὺ τῶν δογμάτων τῆς Πίστεώς μας καὶ περιλαμβάνεται στὰ τελευταῖα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως: «Καὶ ἀνελθόντα εἰς τοὺς οὐρανοὺς καὶ καθεζόμενον ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός… καὶ πάλιν ἐρχόμενον μετὰ δόξης, κρίναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς Βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος…».
Ἡ Ἀνάσταση, ἡ Ἀνάληψη καὶ ἡ Ὕψωση, (ἐκ δεξιῶν καθέδρα στὸν θρόνο τῆς Θεότητος), ἀποτελοῦν τὴν κατάσταση τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ἀκολούθησε τὴν κατάσταση τῆς ταπεινώσεως, δηλ. τῆς «κενώσεώς» Του, (ἐνανθρώπιση, πάθος καὶ θάνατος).
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ 24ο Κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του (Λουκ. κδ΄ 50) καὶ στὸ 1ο κεφάλαιο τῶν Πράξεων, (Πράξ. α΄ 1-9), καθορίζει λεπτομερῶς τὸν τόπο καὶ τὸν χρόνο τῆς Ἀναλήψεως καὶ περιγράφει μὲ λεπτομέρειες τὰ γεγονότα κατ᾿ αὐτήν.
Ὁ Ἰησοῦς γιὰ 40 ἡμέρες ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση μέχρι τὴν Ἀνάληψή Του στοὺς οὐρανούς, ἔχει τακτικὴ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς μαθητές Του, κυρίως κοινωνία Τραπέζης: «Παρέστησεν ἑαυτὸν ζῶντα μετὰ τὸ παθεῖν αὐτὸν ἐν πολλοῖς τεκμηρίοις, δι᾿ ἡμερῶν τεσσαράκοντα ὀπτανόμενος αὐτοῖς… καὶ συναλιζόμενος αὐτοῖς, (δηλ. συναντώμενος μὲ αὐτοὺς)».
Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ἡ μαρτυρία τῶν ἴδιων τῶν Ἀποστόλων, (βλ. Πράξ. ι΄ 39-40), οἱ ὁποῖοι ἀναφέρουν ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι κάρφωσαν τὸν Ἰησοῦ στὸν Σταυρὸ καὶ τὸν σκότωσαν. Ὁ Θεὸς ὅμως, Τὸν ἀνέστησε τὴν τρίτη ἡμέρα ἀπὸ τὸ θάνατό Του καὶ ἔκανε νὰ τὸν δοῦν ἀναστημένο, ὄχι ὅλος ὁ λαός, ἀλλὰ οἱ μάρτυρες ποὺ ὁ Θεὸς εἶχε διαλέξει, δηλ. ἐμεῖς «οἵτινες συνεφάγομεν καὶ συνεπίωμεν Αὐτῷ μετὰ τὸ ἀναστῆναι Αὐτὸν ἐκ νεκρῶν». Καὶ μᾶς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ κυρύξουμε στὸ λαὸ καὶ νὰ μαρτυρήσουμε ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁρισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ κριτὴς τῶν ζωντανῶν καὶ τῶν νεκρῶν. Ὅλοι οἱ Προφῆτες βεβαιώνουν γι᾿ Αὐτόν, ὅτι ὁ καθένας ποὺ πιστεύει σ᾿ Αὐτὸν θὰ λάβει μέσῳ Αὐτοῦ τὴν συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του. (Πράξ. ι΄ 42-43).
Ἡ Πασχάλιος αὐτὴ ἐπικοινωνία συνεχίζεται καὶ θὰ συνεχισθεῖ στὴν Ἐκκλησία, ποὺ ἱδρύθηκε μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ καὶ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διὰ τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἡ Ἀνάληψη καὶ ἡ Ἀνάσταση ἀποτελοῦν βασικὴ διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων καὶ συνεχίζονται ὡς βασικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ὅλους τούς αἰῶνες. Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἀναφορὲς στὰ βιβλία τῆς Κ. Διαθήκης ποὺ ἀναφέραμε, σαφὴς μαρτυρία τῆς Ἀναλήψεως ὑπάρχει στὴν Πρώτη Καθολικὴ Ἐπιστολὴ τοῦ Πέτρου. (Α΄ Πέτρου γ΄ 22)([1]).
Ἡ Ἀνάληψη ἐπίσης ἀναφέρεται ὑπὸ τοῦ Παύλου στὴν πρώτη πρὸς Τιμόθεο ἐπιστολὴ του, (Α΄ Τιμόθ. γ΄ 16). «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθῃ ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθῃ ἐν δόξῃ». Ἐπίσης τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ, ἀναφέρει ὁ Ἰουστίνος, ὁ φιλόσοφος καὶ μάρτυς στὴν πρώτη ἀπολογία του στὰ μέσα τοῦ 2ου αἰῶνος καὶ ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος στὰ τέλη τοῦ 2ου αἰῶνος, ὁμιλεῖ περὶ «ἐνσώμου» Ἀναλήψεως τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου ὡς αὐτοτελὴς ἑορτή, καθιερώθηκε στὴν Ἐκκλησία περὶ τὰ τέλη τοῦ 4ου αἰῶνος.
- Ἡ Ἀνάληψη προκάλεσε μεγάλη χαρὰ στοὺς μαθητὲς.
«Ἐξήγαγεν αὐτοὺς ἔξω ἕως εἰς Βηθανίαν καὶ ἐπάρας τὰς χείρας Αὐτοῦ εὐλόγησεν αὐτούς· καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν ὑπέστρεψαν εἰς Ἱερουσαλὴμ μετὰ χαρᾶς μεγάλης». (Λουκ. κδ΄ 50-52). Τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως, φαίνεται ὅτι ὁ Χριστὸς ἔφυγε καὶ ἀνῆλθε στοὺς οὐρανούς, ἀφήνοντας τοὺς μαθητὲς μόνους. Ἦταν μία μέρα ἀποχωρισμοῦ. Πράγματι, φαίνεται πὼς παρῆλθε ἡ χαρὰ τῆς καθημερινῆς συντροφιᾶς τῶν μαθητῶν μὲ τὸν Χριστό. Τελείωσε ἡ προστασία, ποὺ τοὺς παρεῖχε ἡ δύναμη καὶ ἡ Θεότητά Του. Πῶς δικαιολογεῖται ἄραγε ἡ τόσο μεγάλη χαρά, ποὺ ἀντέχει μέχρι καὶ σήμερα καὶ ἀναφέρεται καὶ στὸ σχετικὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἡμέρας: «Ἀνελήφθης ἐν δόξῃ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν χαροποιήσας τοὺς μαθητάς τῇ ἐπαγγελίᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος….». Ἀλλὰ φεύγοντας γιὰ τοὺς οὐρανοὺς ὁ Κύριος διαβεβαίωσε τοὺς μαθητές Του ὅτι: θὰ εἶναι μαζί τους πάντοτε μέχρι τὴν συντέλεια τοῦ αἰῶνος, «μεθ᾿ ὑμῶν εἰμὶ πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος», (Ματθ. κη΄ 20), καὶ ἐπίσης «οὗ γὰρ εἰσὶ δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμὶ ἐν μέσῳ αὐτῶν». (Ματθ. ιη΄ 20).
Τέλος τοὺς ὑπεσχέθη ὅτι, θὰ τοὺς βοηθήσει ἀποτελεσματικὰ στὸ ἔργο τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς ἀνθρωπότητος στέλνοντας τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸν Παράκλητο. Αὐτὸς θὰ εἶναι δύναμη καὶ ἐνίσχυση ἐξ οὐρανοῦ, ὅπως ἔχει προφητευθεῖ ἀπὸ τοὺς Προφῆτες, (ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα θὰ χυθεῖ σὲ κάθε σάρκα): «καὶ ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὴν ἐπαγγελίαν τοῦ πατρός μου ἐφ᾿ ὑμᾶς· ὑμεῖς δὲ καθίσατε ἐν τῇ πόλει Ἱερουσαλήμ, ἕως οὗ ἐνδύσησθε δύναμιν ἐξ ὕψους». (Λουκ. κδ΄ 49).
- Σημασία τῆς Ἀναλήψεως γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὰ ἔσχατα.
Φυσικὰ ἡ Ἐκκλησία στὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως δὲν ἑορτάζει τὴν ἀναχώρηση τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν κόσμο. Ἑορτάζει τὴν ἐν σώματι Ὕψωση καὶ Θέωση τῆς ἀνθρώπινης σάρκας τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν συμμετοχή της στὴν ζωὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος. Διότι ὁ Χριστὸς ἀντλήθη στοὺς οὐρανοὺς μὲ τὸ ἀναστημένο σῶμα του». Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τὸ ἄνοιγμα τοῦ οὐρανοῦ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ θὰ ἀποτελεῖ πλέον τὸν νέο καὶ αἰώνιο οἶκο, τὴν ἀληθινὴ πατρίδα ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ ὡραιοτάτη ὑμνολογία τῆς ἡμέρας τῆς Ἀναλήψεως περιγράφει μὲ πολὺ ὄμορφο ποιητικὸ τρόπο, στὸ δοξαστικό τῆς ἡμέρας, τὴν ὁλοκλήρωση (μὲ τὴν Ἀνάληψη) ὅλης τῆς Θείας Οἰκονομίας, γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Περιγράφει ἐπίσης τὴν ἔκπληξη καὶ θαυμασμὸ τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων, ὅταν εἶδαν τὴν δοξασμένη καὶ «θεωμένη» ἀνθρώπινη σάρκα τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ νὰ ἀνέρχεται ἐπὶ τῆς νεφέλης, στὸν θρόνο τῆς Θεότητος. Ἡ περιγραφὴ εἶναι ἡ ἀκόλουθη: «Τῶν κόλπων τῶν πατρικῶν μὴ χωρισθείς, γλυκύτατε Ἰησοῦ, καὶ τοῖς ἐπὶ τῆς γῆς ὡς ἄνθρωπος συναναστραφείς, σήμερον ἀπ᾿ ὄρους τῶν ἐλαιῶν ἀνελήφθης ἐν δόξῃ, καὶ τὴν πεσοῦσαν φύσιν ἡμῶν συμπαθῶς ἀνυψώσας, τῷ Πατρὶ συνεκάθισας. Ὅθεν αἱ οὐράνιαι τῶν ἀσωμάτων τάξεις τὸ θαῦμα ἐκπληττόμεναι, ἐξίσταντο θάμβει· καὶ τρόμῳ συνεχόμεναι τὴν σὴν φιλανθρωπίαν ἐμεγάλυνον. Μεθ᾿ ὧν καὶ ὑμεῖς οἱ ἐπὶ τῆς γῆς, τὴν πρὸς ἡμᾶς σου συγκατάβασιν καὶ τὴν ἀφ᾿ ἡμῶν ἀνάληψιν δοξολογοῦντες, ἱκετεύομεν λέγοντες· ὁ τοὺς μαθητάς καὶ τὴν τεκοῦσάν σε Θεοτόκον χαρᾶς ἀπείρου πλήσας ἐν τῇ σῇ ἀναλήψει καὶ ἡμᾶς ἀξίωσον τῶν ἐκλεκτῶν σου τῆς χαρᾶς, εὐχαῖς αὐτῶν, διὰ τὸ μέγα σου ἔλεος».
Σ᾿ ἕνα ἄλλο τροπάριον τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς ἐξηγεῖται ἡ ἐκπλήρωση ὅλης τῆς Θείας Οἰκονομίας: «Ὁ Κύριος ἀνελήφθη εἰς οὐρανούς, ἵνα πέμψῃ τὸν Παράκλητον τῷ κόσμῳ· οἱ οὐρανοὶ ἠτοίμασαν τὸν θρόνον αὐτοῦ· νεφέλαι τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ. Ἄγγελοι θαυμάζουσιν ἄνθρωπον ὁρῶντες ὑπεράνω αὐτῶν. Ὁ Πατὴρ ἐκδέχεται ὂν ἐν κόλποις ἔχει συναΐδιον. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον κελεύει πᾶσι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ· Ἄρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν· πάντα τὰ ἔθνη κροτήσατε χείρας, ὅτι ἀνέβη Χριστός, ὅπου ἦν τὸ πρότερον». Ἐδῶ φαίνεται, ἡ ἀγαστὴ συνεργασία τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἡ διακονία τῶν Ἀγγελικῶν Δυνάμεων.
Τὸ γιατί ἔπρεπε νὰ ἀνέλθει ὁ Χριστὸς στοὺς οὐρανοὺς γιὰ νὰ ἀποστείλει τὸ Ἅγιον Πνεῦμα στὸν κόσμο, δὲν εἶναι γνωστό. Εἶναι βέβαιο ὅμως, ὅτι ἡ ἔνδοξη Ἀνάληψή Του στοὺς οὐρανοὺς εἶναι ἡ τελευταία πράξη τοῦ ἐπὶ γῆς ἔργου Του. Μετὰ ἀπὸ αὐτήν, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τῆς γῆς, μέχρι τὴν Δευτέραν Του Παρουσία. Τότε ὁ Χριστὸς θὰ ἔλθει πλέον μὲ δόξα καὶ δύναμη πολλή, δορυφορούμενος ὑπὸ τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων, γιὰ νὰ κρίνει ζῶντας καὶ νεκρούς, στὴν Τελικὴ Κρίση ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας. Οἱ ἄνθρωποι μὲ νέα ἄφθαρτα σώματα, ποὺ θὰ εἶναι μία νέα δημιουργία τοῦ Θεοῦ, θὰ ζήσουν τὴν ζωὴ τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, στὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὁποία τώρα ἔχουμε ἐλάχιστες πληροφορίες καὶ σχεδὸν καθόλου προσλαμβάνουσες παραστάσεις.
- Ὁ οὐρανὸς εἶναι ἡ νέα αἰώνια πατρίδα τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Μέγ. Ἀθανάσιος σὲ κάποιο λόγο του λέει: «ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος Θεός». Ὁ Θεὸς κατέβηκε στὴ γῆ, γιὰ νὰ μπορέσουμε ἐμεῖς νὰ ἀνεβοῦμε στὸν οὐρανό. Αὐτὸ ἀκριβῶς γιορτάζουμε τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναλήψεως. Αὐτὴ εἶναι ἡ πηγὴ τῆς νέας καὶ ἄρρητης χαρᾶς.
Μὲ τὴν Ἀνάληψή Του ὁ Χριστὸς ὑψώθηκε μὲ τὴν ἀναστημένη καὶ θεωμένη Του ἀνθρώπινη φύση στὸν θρόνο τῆς Θεότητος, στὸν οὐρανό. Ἂν τὸν πιστεύουμε καὶ τὸν ἀγαποῦμε, τότε θὰ εἴμαστε καὶ μεῖς μαζί Του, στὸ δεῖπνο Του, στὴ Βασιλεία Του. Ἂν ἡ ἀνθρωπότητα, ἀξιοποιώντας τὴν σωτηρία καὶ τὴν καταλλαγὴ μὲ τὸν Θεό, ποὺ προσέφερε ὁ Χριστός, ἀναληφθεῖ μαζί Του καὶ δὲν πέσει λόγῳ τῆς ἁμαρτίας, τότε μαζί Του θὰ ἀνεβοῦμε ὅλοι ἐμεῖς, ἔχοντας ἑλκυσθεῖ ἀπ᾿ Αὐτὸν», [πρβλ. «κἀγῶ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτὸν». (Ἰωὰν. ιβ′ 32)].
Τὸ κάθε τί μέσα στὸν κόσμο μᾶς τραβᾶ πρὸς τὰ κάτω. Ἀτενίζοντας ὅμως στὴν Ἀνάληψη, τὴν θεωμένη ἀνθρώπινη σάρκα τοῦ Χριστοῦ νὰ ἀνέρχεται πρὸς τὰ πάνω «ἐν φωνῇ σάλπιγγος», ἀντιλαμβανόμαστε ποιὰ εἶναι γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο ἡ αἰώνια προοπτικὴ ζωῆς, στὴν ὁποία μᾶς καλεῖ ὁ Χριστὸς ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα: «Πᾶσαν τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πληρώσας οἰκονομίαν καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς ἑνώσας τοῖς οὐρανίοις, ἀνελὴφθης ἐν δόξῃ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, οὐδαμόθεν χωριζόμενος, ἀλλὰ μένων ἀδιάστατος καὶ βοῶν τοῖς ἀγαπῶσι σε· Ἐγὼ εἰμὶ μεθ᾿ ὑμῶν καὶ οὐδεὶς καθ᾿ ὑμῶν».
1. «Ὅς ἐστὶν ἐν δεξιᾷ τοῦ Θεοῦ, πορευθείς εἰς οὐρανόν, ὑποταγέντων Αὐτῷ ἀγγέλων καὶ ἐξουσιῶν καὶ δυνάμεων». Λέει ὁ Πέτρος ὅτι τώρα, «μὲ τὸ Βάπτισμα κερδίζετε τὴν σωτηρία σας, χάρις εἰς τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ πῆγε στὸν οὐρανὸ καὶ κάθισε στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ, (δηλ. στὴν τιμητικότερη θέση δίπλα στὸν Πατέρα), ὑποταγέντων σ᾿ Αὐτὸν ὅλων τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων.