Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Βασιλείου Γιούλτση

Καθηγητοῦ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ

1. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

Στὴ χρονικὴ περίοδο μεταξὺ τοῦ 1760 καὶ 1860 πραγματοποιήθηκε ἡ «βιομηχανικὴ ἐπανάσταση», ποὺ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴ μεταβολὴ τῆς οἰκονομικῆς καὶ κοινωνικῆς δομῆς στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία. Ἡ ἐπανάσταση ἐκείνη σήμανε γιὰ τὸν ἄνθρωπο τὴν εἴσοδο στὴν ἐποχὴ τῆς τεχνικῆς. Ἡ ἀντικατάσταση ἀπὸ τὶς μηχανὲς τῆς μυικῆς δύναμης τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἕνα συγκλονιστικὸ ἐπίτευγμα μὲ μακροκοινωνικὲς συνέπειες πάνω στὴν ὄψη τοῦ κόσμου καὶ τῆς ἱστορίας. Ἡ μηχανή, ποὺ δημιουργήθηκε γιὰ νὰ ἐλευθερώσει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν μόχθο τῆς χειρωνακτικῆς ἐργασίας, τελικὰ τὸν μετέβαλε σὲ ἐξάρτημα τῆς οἰκονομίας καὶ τὸν ἀπώθησε στὰ περιθώρια τῶν συντελεστῶν τῆς παραγωγῆς. Ὅλα αὐτὰ συνθέτουν τὸ ἀρχικὸ πλαίσιο, μέσα στὸ ὁποῖο σὲ λίγο ἄρχισαν νὰ διαμορφώνονται οἱ ἔμμεσες συνέπειες ποὺ ἐκδηλώθηκαν ὁριστικὰ στὸν αἰώνα μας καὶ μάλιστα μετὰ τὴν δεκαετία τοῦ ’60.

Μὲ ἄλλα λόγια ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι, τὰ ἐγγόνια τῆς «βιομηχανικῆς», εἴμαστε τὰ παιδιὰ τῆς «δεύτερης βιομηχανικῆς ἐπανάστασης» ποὺ εἶχε ὡς στόχο τὴν ἀποδέσμευση τῆς ἐνέργειας ἀπὸ τὴν πυρηνικὴ διάσπαση τοῦ ἀτόμου. Σ’ αὐτὴν τὴν ἐπανάσταση ἀποτύχαμε περισσότερο, ἀφοῦ στάθηκε ἀδύνατο νὰ χειραγωγήσουμε τὶς φοβερὲς δυνάμεις ποὺ ἀπελευθερώθηκαν καὶ σπείραμε στὸν πλανήτη μας τεράστιες ποσότητες ἀπειλῆς καὶ θανάτου. Ὅμως, πρὶν κλείσει ὁ αἰώνας μας, εἴδαμε μία τρίτη βιομηχανικὴ ἐπανάσταση, αὐτὴ τῆς «Πληροφορικῆς». Στόχος τῆς νέας ἐπανάστασης δὲν εἶναι πιὰ ἡ ἀντικατάσταση τῆς μυικῆς δύναμης τοῦ ἀνθρώπου, διότι αὐτὸ ἔγινε ἤδη, ἀλλὰ τοῦ ἀνθρώπινου ἐγκεφάλου ὡς μηχανισμοῦ πρωτοβουλίας στὴ λήψη ἀποφάσεων. Ὁ νέος προβληματισμὸς ἀναφέρεται στὴν πνευματικὴ καὶ ψυχοσυγκινησιακὴ  σφαίρα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Εἶναι πέρα ἀπὸ τὴν ἐμπειρικὴ κοινωνικὴ πραγματικότητα, γι’ αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ τὸ μελετήσει οὔτε καὶ ἡ ἴδια ἡ Κοινωνιολογία. Χρειάζεται μία μετακοινωνικὴ διάσταση, μία μετακοινωνιολογικὴ ὀπτικὴ ποὺ θὰ δεῖ τὴν τεχνικὴ σὰν καταλύτη τῆς ἀνθρώπινης κυριαρχίας πάνω στὴν ὕλη καὶ τὶς συνέπειες αὐτῆς τῆς κατάλυσης στὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο καὶ τὶς κοινωνίες τοῦ αὔριο. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἐρευνητικὸς ὁρίζοντας τῆς «Μετακοινωνιολογίας», μίας ἐπιστήμης ποὺ ἀναδύεται, τὴ στιγμὴ τοῦ προβληματισμοῦ, ἀπὸ κοινωνικὰ φαινόμενα ποὺ ξεπερνοῦν τὰ ὅρια τοῦ ἐμπειρικοῦ καὶ ἐπηρεάζουν τὴν…

ψυχοπνευματικὴ δομὴ τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας.

2. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

Βασικὰ ἡ εἴσοδος τῆς τεχνικῆς στὴν πολιτιστική μας ἱστορία, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἐπιτάχυνση τοῦ χρόνου. Ὅλα γίνονται σήμερα μὲ  ἐκπληκτικὴ ταχύτητα καὶ ἀκριβῶς ἡ ταχύτητα εἶναι τὸ μέτρο κρίσης τῶν ἀπαιτήσεων, τῶν προσδοκιῶν, τῶν ὑποχρεώσεων καὶ τῆς ἀπόδοσής μας. Ἡ ἐποχή μας πάσχει ἀπὸ ταχυπαλμία. Ἄμεση συνέπεια αὐτῆς τῆς συλλογικῆς ἐπιτάχυνσης ἦταν νὰ ἐπηρεαστεῖ ὁ ρυθμὸς τῆς ζωῆς, χωρὶς νὰ δοθεῖ στὸν ἄνθρωπο ὁ χρόνος γιὰ ἀνάλογες πνευματικὲς προσαρμογές. Ἡ ἁρμονία τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς συνδέθηκε μὲ τὴν ταχύτητα καὶ ὁ ἄνθρωπος ἀναγκάστηκε νὰ ἀποδυθεῖ σ’ ἕναν ἀγώνα ἱκανοποίησης ἐπιτακτικῶν ἀναγκῶν, συχνὰ περιττῶν, ποὺ γέννησε ὁ τεχνικὸς πολιτισμὸς μὲ τὶς ἀνέσεις του. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ γίνουν οἱ ἀνάγκες σκοπὸς τῆς ζωῆς καὶ νὰ λησμονηθεῖ τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης. Ἡ μεταβολὴ αὐτὴ ὀφείλεται κυρίως στὴ δύναμη τῆς τεχνικῆς καὶ τὴν πνευματικὴ ἀδυναμία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι τὸ φαινόμενο ποὺ προκάλεσε ὁ ὑλιστικὸς γιγαντισμὸς μὲ συνέπεια τὴ συρρίκνωση τοῦ πνεύματος, ὕστερα ἀπὸ τὴ διάσπαση τῆς ἰσορροπίας ἀνάμεσα στὶς ὑλικὲς καὶ πνευματικὲς ἀναζητήσεις τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου.

Ὁ νέος κίνδυνος εἶναι ἰδιαίτερα σοβαρός. Ἀπειλεῖ τὸ κέντρο τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας, ποὺ εἰδικὰ στὴν κρίσιμη ἡλικία τῆς ἐφηβείας, καθὼς εἶναι μεταφυσικὰ ἀκάλυπτη καὶ κοσμοθεωριακὰ ἔρημη, κινδυνεύει νὰ μεταβληθεῖ σὲ ἀνώνυμη μονάδα ἑνὸς μαζοποιημένου πλήθους. Ἐδῶ ἴσως θὰ πρέπει νὰ ἀναζητήσουμε τὴ βαθύτερη αἰτία τῆς ἐσωτερικῆς ἀγωνίας καὶ ἀνασφάλειας ποὺ εἶναι διάχυτη στὶς ἐκδηλώσεις τῶν σημερινῶν νέων, εἴτε αὐτὲς στρέφονται στὴν περιοχὴ τῆς πολιτικῆς, εἴτε στὴν περιοχὴ τῆς τέχνης, εἴτε στὴν περιοχὴ τοῦ ἀθλητισμοῦ εἴτε ἀκόμα καὶ τὴν περιοχὴ μυστικιστικῶν κινημάτων ἐσωτερισμοῦ, διαλογισμοῦ καὶ ἀπάθειας. Εἶναι γνωστὸ ὅτι ἡ ἔμφυτη μεταφυσικὴ ἀνάγκη καὶ ἀνησυχία τοῦ ἀνθρώπου δὲν ἱκανοποιεῖται οὔτε ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῶν γνώσεων, οὔτε ἀπὸ τὴν εὔκολη ἐξασφάλιση συγκλονιστικῶν τεχνολογικῶν ἀγαθῶν ἀπὸ τὶς δυνατότητες ἐπαγγελματικῆς ἢ οἰκονομικῆς ἐξασφάλισης, οὔτε βέβαια ἀπὸ συναισθηματικὲς φορτίσεις ποὺ προέρχονται ἀπὸ χαρακτηριστικὲς προσωπικότητες ποὺ λειτουργοῦν ἔξω ἀπὸ τὴν εὐθεία μίας τελικῆς ἀναφορᾶς στὸ Ὑπερβατικό. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει μία μεταφυσικὴ ρίζα,  ὅπως ἔλεγαν οἱ κλασικοί μας, « ἡ γενιὰ τοῦ ἀνθρώπου ξεκινᾶ ἀπευθείας ἀπὸ τοὺς θεούς». Ἡ ἄποψη αὐτὴ σὲ μία ἐλεύθερη θεολογικὴ διατύπωση μᾶς λέει ὅτι «ἡ ρίζα τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα». Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι κάτι ποὺ ἔχει ἀπόλυτη ἀξία, ἀλλὰ ἡ ἀξία αὐτὴ σχετικοποιεῖται, ἐφόσον παραμένει ἀδρανὴς καὶ ἀνικανοποίητη ἡ σχέση του μὲ τὴν αἰωνιότητα. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ὁ ἄνθρωπος αἰσθάνεται ἀνασφαλὴς καὶ ἔρημος. Ἡ ἐρημιὰ αὐτὴ εἶναι ἡ ἀποξένωση τοῦ ἀνθρώπου ἢ μᾶλλον μία τραγικὴ ἀλλοτρίωση ἀπὸ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν κόσμο. Ὅλα στὸν πολιτισμὸ ποὺ κτίσαμε, τονίζουν καὶ ἐξυπηρετοῦν τὴν ἐπιστροφὴ στὸν ἀτομοκεντρισμό, τὸν ὑπερτονισμὸ τοῦ «ἐγώ», τὸ κλείσιμο τοῦ ἀνθρώπου στὸν ἑαυτό του. Ἡ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου κάτω ἀπὸ τὴν κυριαρχία τοῦ τεχνοκρατισμοῦ, ποὺ καταπίεσε δυναστικὰ τὴν πνευματικὴ καὶ φιλοσοφικὴ ἔφεση τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας εἶναι διάχυτη στὴ φιλοσοφία τοῦ Heidegger καὶ τὰ ἔργα τοῦ Κafka. Ὁ ἄνθρωπος, γυμνωμένος ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ καὶ χριστιανικό του ἀνθρωπισμό, χωρὶς πνευματικὲς δυνάμεις γιὰ πετάγματα ἀετοῦ, μένει ἰσχνὸ καὶ ἀνίσχυρο ἑρπετὸ στὰ πόδια τῆς τεχνικῆς. Ὁ δημιουργός τῆς  τεχνικῆς μεταμορφώθηκε σὲ σκλάβο της.

3. ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΕΙΣ

Μετὰ τὶς διαπιστώσεις καὶ τὶς συνέπειες, ποὺ τὶς ἀκολουθοῦν, εἶναι καιρὸς νὰ δοῦμε τὴν πιθανὴ στάση τῆς Μεταφυσικῆς μπροστὰ στὸ πρόβλημα, καὶ αὐτὸ ὄχι γιὰ λόγους ἀπολογητικῆς, ἀλλὰ κυρίως, ἐπειδὴ στὴν περιοχὴ αὐτὴ φαίνεται νὰ ὑπάρχει οὐσιαστικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν ἀνθρώπινο προορισμό. Εἶναι, λοιπόν, ἀναπόφευκτο ἡ Μετακοινωνιολογία τῆς Τεχνικῆς νὰ σφυγμομετρήσει καὶ τὶς ἀντιδράσεις τῆς χριστιανικῆς διανόησης καὶ συνείδησης μπροστὰ στὸ τεχνολογικὸ πρόβλημα.

Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ εὐρύτερη χριστιανικὴ διανόηση δὲν προβληματίστηκε σοβαρὰ μέχρι σήμερα πάνω στὸ βαθύτερο νόημα τῆς τεχνοκρατικῆς  πραγματικότητας. Αὐτὸ θὰ μποροῦσε νὰ ἐκτιμηθεῖ ταυτόχρονα πλεονέκτημα καὶ μειονέκτημα. Πλεονέκτημα, γιατί δὲν βιάστηκε νὰ ἀξιολογήσει ἄγνωστές της μέχρι σήμερα πτυχὲς τῆς τεχνικῆς, καὶ μειονέκτημα, γιατί πολλὲς φορὲς εἶδε τὸν θρίαμβο τῆς τεχνικῆς σὰν ἀποκαλυπτικὸ κακὸ ποὺ ἔπρεπε νὰ ἐξορκίσει.

Ἀντίθετα ἀπὸ τὴ διανόηση, ἡ εὐρύτερη χριστιανικὴ συνείδηση, ὁ λαός- φυσικὰ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν ὁμολογιακή του τοποθέτηση – ἀντιμετώπισε τὸ πρόβλημα τῆς τεχνικῆς μὲ πολλὴ ἐπιφύλαξη καὶ περισσότερο δέος. Βέβαια ὑπάρχουν πολλοὶ ποὺ στέκουν ἀδιάφοροι καὶ οὐδέτεροι μπροστὰ στὸν θρίαμβο τῆς τεχνικῆς, ἀλλὰ εἶναι περισσότεροι ἐκεῖνοι ποὺ τὴ βλέπουν σὰν ἀποκαλυπτικὸ κακό, καὶ τρομοκρατημένοι ἀπὸ τὴ φοβερὴ δύναμη καὶ ἐξουσία ποὺ ἀσκεῖ ἀκατάπαυστα πάνω στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, τὴ θεωροῦν σὰν τὸν θρίαμβο τοῦ κακοῦ. Στὴν πραγματικότητα, ἡ ἀποκαλυπτικὴ αὐτὴ ἄποψη ἐκφράζει μία ὑποσυνείδητη φοβία, ἀλλὰ εἶναι πιὸ κοντὰ στὴν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Σύμφωνα μὲ τὴ διδασκαλία τῶν μεγάλων Διδασκάλων καὶ Πατέρων τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς «κάθε τί ποὺ φθείρει καὶ καταστρέφει τὴν εἰκόνα τῆς δημιουργίας ταυτίζεται μὲ τὸν θρίαμβο τοῦ Ἀντιχρίστου καὶ ἀποτελεῖ ἀπαρχὴ τοῦ τέλους τοῦ κόσμου». Ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ προβάλλει ἕνα εὔλογο ἐρώτημα: τί σημαίνει ἡ τεχνικὴ γιὰ τὸ πεπρωμένο τοῦ ἀνθρώπου; Μήπως ἀναγγέλει τὸν θάνατο τῆς θρησκευτικότητας καὶ τὴν τελικὴ εἴσοδο τῶν κοινωνιῶν στὴν ἐποχὴ τοῦ θετικισμοῦ καὶ τοῦ ὑλισμοῦ;

Ἂν εἶναι ἔτσι, τότε μὲ τὸν θάνατο τῆς θρησκευτικότητας θὰ ἔχουμε καὶ τὸν θάνατο τῆς πνευματικότητας, ποὺ θὰ σημαίνει μοιραῖα τὸν θάνατο τοῦ προσώπου, τὸν θάνατο τοῦ ἀνθρωπισμοῦ, τὴν ἐπιστροφὴ στὸν βιολογισμὸ καὶ τὴν ἀναγκαιότητα τῶν ἐνστίκτων. Ἀλλὰ ἐπιστροφὴ στὸν βιολογισμὸ δὲν σημαίνει ἐξέλιξη. Σημαίνει ὑποβιβασμὸ τοῦ ἀνθρώπου. Στὴ διαπίστωση αὐτὴ ὑπάρχει μία δόση ἐσχατολογισμοῦ, πού, ἐνῷ δὲν συμβιβάζεται μὲ τὴν Κοινωνιολογία, συμβιβάζεται θαυμάσια μὲ τὴν Μετακοινωνιολογία, ἀφοῦ ἡ νέα ἐπιστήμη παρακολουθεῖ τὶς μεταπτώσεις καὶ ἴσως τοὺς κινδύνους τῶν κοινωνικῶν φαινομένων στὴν προοπτική του μέλλοντος. Ἔτσι ἡ ἐσχατολογία ἀποκτᾶ σοβαρὴ μετακοινωνιολογικὴ κάλυψη.

Ἡ ὀρθόδοξη ἐσχατολογία συνδέει τὴ μεταμόρφωση τῆς Γῆς καὶ τῶν ἀνθρώπων μὲ τὴν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ τεχνολογικὴ ἐσχατολογία ὁραματίζεται τὴν κυριαρχία τῆς Γῆς καὶ τὸ διάστημα μὲ μηχανικὰ μέσα. Ἐπιφανειακὰ οἱ δύο ἐσχατολογίες φαίνονται ἀντίθετες, στὸ βάθος ὅμως ἔχουν πολλὲς σχέσεις καὶ ὁμοιότητες. Αὐτὸ φαίνεται στὸ κοινὸ ὄνειρο γιὰ ἕνα καλύτερο μέλλον. Ἡ χριστιανικὴ ἐσχατολογία ὀνομάζει αὐτὸ τὸ καλύτερο μέλλον «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ», ἐνῷ ἡ τεχνολογικὴ ἐσχατολογία τὸ προσδιορίζει ὡς «Γήινο Παράδεισο».

Σ’ ἕναν τέτοιο Παράδεισο, ὅπου κυριαρχεῖ ἡ μηχανικὴ αὐτοματοποίηση, τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα θὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὴ ρουτίνα, γιὰ νὰ ἐπιδοθεῖ ἐλεύθερο στὴν καθαρὰ δημιουργικὴ σκέψη, στὸν φιλοσοφικὸ στοχασμό, στὴν ἐπιστημονικὴ ἔρευνα καὶ στὴν καλλιτεχνικὴ δημιουργία, λειτουργίες ποὺ κανένας αὐτόματος μηχανισμός, ὅπως φαίνεται τουλάχιστον μέχρι σήμερα δὲν ἔχει τὴ δυνατότητα νὰ ἐπιτελέσει. Ἀλλὰ καὶ ἂν κάποιος μηχανισμὸς κατάφερνε νὰ τὸ πετύχει, θὰ ἦταν ἀρκετὴ  τέτοια ἐπιτυχία γιὰ νὰ θεωρηθεῖ εὐτυχισμένος ὁ ἄνθρωπος, τὴ στιγμὴ ποὺ εἶναι κοινὸς τόπος ἡ θεώρηση τῆς εὐτυχίας ὡς ἐσωτερικῆς διάθεσης, ποὺ εἶναι ἀσύμβατη μὲ τοὺς μηχανισμοὺς καὶ τὶς τεχνικὲς αὐτοματοποίησης; Ὁπωσδήποτε ὅλα αὐτὰ τοποθετοῦνται συχνὰ σὲ δεύτερη μοίρα, ἐνῷ παρασιωπᾶται ἡ ἄλλη ὄψη ποὺ θὰ χαρακτηρίζαμε «ἐφιαλτική».

Ὑπάρχουν σοβαροὶ κίνδυνοι γιὰ μία πορεία ὄχι πρὸς ἕναν Παράδεισο, ἀλλὰ σίγουρα πρὸς μία Κόλαση. Οἱ κίνδυνοι αὐτοὶ δὲν εἶναι ὅσα φανταζόμαστε μετὰ τὴν ἀνάγνωση περιγραφῶν ἐπιστημονικῆς φαντασίας, ὡς ἐπαναστάσεις τῶν ἠλεκτρονικῶν ἐγκεφάλων καὶ τῶν μηχανικῶν ρομπότ, ποὺ θὰ ὑποδουλώσουν τὸν ἄνθρωπο καὶ θὰ πάρουν τὸν ἔλεγχο τῆς κοινωνίας μὲ τελικὸ ἀποτέλεσμα τὸν ἀφανισμό της. Εἶναι κίνδυνοι ποὺ δὲν προέρχονται ἀπὸ τὶς μηχανές, ἀλλὰ ἀπὸ τοὺς ἴδιους τους ἀνθρώπους. Γιατί καὶ ἡ ἱστορία καὶ ἡ πείρα μας ἔχει καταδείξει ὅτι τέτοιοι κίνδυνοι παρουσιάζονται, ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀνακαλύπτει μία τέτοια δυνατότητα γιὰ νὰ αὐξήσει τὴ δύναμή του.

Εἶναι οἱ κίνδυνοι ποὺ θὰ προκύψουν, ἂν οἱ τεχνολογικὲς δυνατότητες χρησιμοποιηθοῦν ἀπὸ ἀνθρώπους ἀδιάφορους γιὰ τὴ βλάβη ποὺ μποροῦν νὰ προκαλέσουν στὴν ἀνθρωπότητα, ἀρκεῖ οἱ ἴδιοι νὰ αὐξήσουν τὴ δύναμή τους. Ἂν στοὺς παλαιότερους πολιτισμοὺς κινδύνευε τὸ ἀνυπεράσπιστο ἀνθρώπινο σῶμα, στὸν σύγχρονο μηχανοτεχνικὸ πολιτισμὸ κινδυνεύει ὅλο καὶ περισσότερο ἡ ἀνθρώπινη ψυχή. Καὶ ὁ κίνδυνός της εἶναι ἡ ἀπειλὴ νὰ χάσει τὸν ἀνθρωπισμὸ καὶ τὴν ποιότητα, ἔστω καὶ ἂν ἐξασφαλίσει δημιουργικότητα καὶ λογικὴ ὑπεροχή. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ τεχνικὴ ἐπιχειρεῖ νὰ προωθήσει τὸν ἄνθρωπο σὲ  συνεχῆ δημιουργικότητα, ἀλλὰ δημιουργὸς δὲν γίνεται ὁ καθένας. Μὲ τὴ δημιουργία συνδέεται ἡ πρόνοια καὶ μὲ τὴν πρόνοια ἡ ἀγάπη. Καὶ ἡ αὐθεντικὴ ἀγάπη εἶναι καρπὸς μόνο τοῦ πνεύματος. Τελικὰ φαίνεται ὅτι τὸ πρόβλημα τῆς τεχνικῆς στὴ βάση, ἀλλὰ καὶ στὶς προεκτάσεις του εἶναι πρόβλημα πνευματικό, ἠθικό, γιατί ὄχι καὶ μεταφυσικό. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁποιαδήποτε προσπάθεια γιὰ τὴ λύση του δὲν μπορεῖ νὰ ξεκινήσει παρὰ μόνο ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν πνευματοποίησή του.