Άγ. Ιγνάτιος ο Θεοφόρος: «Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις» (Η Αποστολική Εκκλησία – Περί Λατρείας)

«Αλλοτρίας δε βοτάνης απέχεσθαι, ήτις εστίν αίρεσις»

(Η Αποστολική Εκκλησία – Περί Λατρείας)

ΜΕΡΟΣ ΙΒ΄

Στην «Προς Εφεσίους» Επιστολή του ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος, υπογραμμίζοντας την αγιαστική ενέργεια της Αγίας Τριάδος στη Θεία Λειτουργία και στις λατρευτικές ιερές συνάξεις των πρώτων Χριστιανών, γράφει: «Σπουδάζετε ουν πυκνότερον συνέρχεσθαι εις ευχαριστίαν Θεού και εις δόξαν. Όταν γαρ πυκνώς επί το αυτό γίνεσθε, καθαιρούνται αι δυνάμεις του σατανά, και λύεται ο όλεθρος αυτού εν τη ομονοία υμών της πίστεως» (Ιγνατίου Επιστολή προς Εφεσίους ΧΙΙΙ, 1-4).

Ο άγιος Αυγουστίνος, εξομολογείται: «Πόσον έκλαυσα όταν άκουσα τους ύμνους σας, τους ψαλμούς σας, τους γλυκείς ήχους που εδονούσαν την Εκκλησία σας! Πόσον συγκίνησιν εδοκίμασα! Εκυλούσαν μέσα εις τα αυτιά μου, μετέφεραν την αλήθειαν μέσα εις την καρδίαν μου. Ένα μεγάλο ρεύμα ευσεβείας με συνεκλόνιζε και δάκρυα έτρεχαν εις το πρόσωπόν μου και μου έκαμναν τόσον καλόν» (Εξομολογήσεις ΙΧ).

Στις Πράξεις οι πιστοί, ζώντας το Μυστήριο της Εκκλησίας, αυτή την μεγάλη πηγή της χάριτος, έπαιρναν το άμεσο εκχύλισμα της χάριτος μέσα στο χώρο της λατρευτικής συνάξεως∙ «Ήσαν προσκαρτερούντες τη διδαχή των Αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς» (Πραξ. 2, 42).

Στην «Α΄ Απολογία» του Ιουστίνου (φιλοσόφου και μάρτυρος) υπέρ Χριστιανών, προς Αντωνίνον τον ευσεβή, διαβάζουμε σχετικά:

«Και κατά την λεγομένην ημέραν του ηλίου γίνεται συγκέντρωσις όλων, όσοι κατοικούν εις τας πόλεις ή τους αγρούς, και διαβάζονται τα απομνημονεύματα των Αποστόλων ή τα συγγράμματα των προφητών, μέχρις ότου είναι δυνατόν∙  Έπειτα, όταν σταματήση εκείνος που διαβάζει, ο προϊστάμενος λειτουργός με ομιλίαν απευθύνει την νουθεσίαν και την πρόσκλησιν δια την μίμησιν των καλών τούτων. Έπειτα εγειρόμεθα όλοι μαζί και απευθύνομεν προσευχάς∙ και, ως προείπομεν, όταν σταματήσωμεν την προσευχήν, προσφέρεται άρτος και οίνος και ύδωρ και ο προϊστάμενος λειτουργός, με όσην δύναμιν έχει, απευθύνει ομοίως (λειτουργικάς) ευχάς και ευχαριστίας και ο λαός συμμετέχει επιδοκιμαστικώς λέγων το Αμήν.

Και η μετάδοσις (της Θ. Κοινωνίας) και η μετάληψις από τα δώρα, δια τα οποία έγινεν η Ευχαριστία, γίνεται δια τον καθένα χωριστά και εις εκείνους, οι οποίοι δεν είναι παρόντες, στέλλεται με τους διακόνους. Από εκείνους δε, οι οποίοι είναι εύποροι και οι οποίοι θέλουν, ο καθένας ανάλογα με την ελευθέραν απόφασιν του δίδει ό,τι θέλει∙ και το ποσόν, που συγκεντρώνεται, δίδεται εις τον προϊστάμενον λειτουργόν και αυτός παρέχει συνδρομήν εις τα ορφανά και τας χήρας και γίνεται προστάτης εις όλους, όσοι απουσιάζουν ένεκα ασθενείας ή δι’ άλλην αιτίαν, και εις εκείνους, που είναι φυλακισμένοι, και εις τους ξένους, που παρεπιδημούν, και εις όλους ανεξαιρέτως, οι οποίοι ευρίσκονται εις ανάγκην. Την δε ημέραν του ηλίου όλοι από κοινού κάνομεν την λατρευτικήν σύναξιν, επειδή είναι η πρώτη ημέρα, εις την οποίαν ο Θεός, αφού μετέβαλε το σκότος και την ύλην, εδημιούργησε τον κόσμον, και (επειδή) ο Ιησούς Χριστός ο Σωτήρ μας την ιδίαν ημέραν ανέστη εκ νεκρών» (ΒΕΠΕΣ 3, 198).

1ο Σχόλιο (Καθηγητού Ευαγγ. Θεοδώρου)

«Γενικώς η περικοπή του Ιουστίνου δεικνύει, ότι ήδη κατά το α΄ ήμισυ του β΄ αιώνος υπήρχε πλήρες τυπικόν της Θ. Λειτουργίας (ανάγνωσις Γραφών – λόγος και νουθεσία – κοιναί ευχαί κλήρου και λαού – ευχαριστήριος και τελεστική ευχή του προεστώτος – χρήσις του Αμήν – διάδοσης και μετάληψις της Θ. Κοινωνίας – «λογία» και υλική συνδρομή υπέρ των πασχόντων)». (τέλος σχολίου)

Πολλούς λανθασμένους δρόμους επιλέγει ο άνθρωπος χωρίς το Θεό, χωρίς την προσευχή, χωρίς τα Μυστήρια της Εκκλησίας, χωρίς την Θεία Λειτουργία χωρίς, τέλος, την υποταγή στους Πατέρες – Αγίους που υπογραμμίζουν την ορθοδοξία της Ορθοδοξίας!

Με δικές μας δυνάμεις ο δρόμος δύσκολος και αποκλείεται να τον διαβούμε∙ Εν Χριστώ Ιησού τα πάντα κατορθωτά, γι’ αυτό και ο Άγιος Ιγνάτιος ενισχύει το πλήρωμα της Εκκλησίας, τους μικρούς εναντίον των «ισχυρών» διωκτών, τους άοπλους κατά κόσμο εναντίον των ενόπλων, ως νίκη εναντίον της πλάνης και του ψεύδους της ειδωλολατρείας και των αιρέσεων. Γράφει:

Α) Σπουδάζετε ουν πυκνότερον συνέρχεσθαι εις ευχαριστίαν Θεού, και δόξαν∙ όταν γαρ συνεχώς επί το αυτό γένησθε, καθαιρούνται αι δυνάμεις του Σατανά, και άπρακτα αυτού επιστρέφει τα «πεπυρωμένα βέλη» προς αμαρτίαν» (Προς Εφεσίους ΧΙΙΙ, 12-15).

Β) «Μη πλανάσθε ταις ετεροδοξίαις, μηδέ μύθοις ενέχετε, και γενεαλογίαις απεράντοις και Ιουδαίοις τύφοις» (Προς Μαγνησίους VIII, 14-15).

Γ) «Και υπέρ των άλλων δε ανθρώπων αδιλείπτως προσεύχεσθε∙ Εστιν γαρ εν αυτοίς ελπίς μετανοίας, ίνα Θεού τύχωσιν (Προς Εφεσίους Χ, 15-16).

Δ) «μη αλείφεσθε δυσωδίαν της διδασκαλίας του άρχοντος του αιώνος τούτου, μη αιχμαλωτίση υμάς εκ του προκειμένου ζην» (Προς Εφεσίους ΧVII, 28-30).

2ο Σχόλιο (π. Αυγουστίνου Καντιώτου)

Ο π. Αυγουστίνος παρατηρεί ότι το σήμερα των πιστών βρίσκεται στους αντίποδες εκείνων των πρώτων Χριστιανών: «Πρέπει να καλύψωμεν το πρόσωπόν μας εξ ντροπής. Πολύ απέχομεν από την ιδεώδη εκείνην πολιτείαν των πρώτων Χριστιανών» (Προς το ποίμνιον, σελ. 439) (τέλος σχολίου).

3ο Σχόλιο: Η εικόνα των βημάτων της αρχαίας Εκκλησίας σε οδηγεί σε γέφυρες, που σε συνδέουν με την αυθεντική βίωση της χριστιανικής ζωής.

Την έγκυρη πνευματική – θεωρητική ανάπτυξη της αισθήσεως αυτής, την υπογραμμίζει η προσευχή της Αποστολικής Εκκλησίας. Γνωρίζουμε, ότι ο αδύνατος – μηδαμινός άνθρωπος δια της προσευχής δίνει διαταγές και στη Φύση∙ με την προσευχή οι Μάρτυρες υπέμειναν βάσανα και θάνατο∙ δι’ αυτής οι Απόστολοι, οι Ομολογητές και η πολιτεία των Μοναχών, υπηρέτησαν τον Θεό σε τόνους υψηλής ακρίβειας.

Στο μαρτύριο του Αγίου Πολυκάρπου, διαβάζουμε:

«Νύκτα και ημέραν ουδέν έτερον ποιών ή προσευχόμενος…; όπερ ην σύνηθες αυτώ (V, 1) (τέλος σχολίου).

4ο Σχόλιο: Εντύπωση προκαλούν οι πνευματικές, προσευχητικές, απέριττες επιγραφές πάνω στους τάφους, των πρώτων χριστιανών. Παραδείγματα:

α) ο Χριστιανός Ασκληπιόδοτος, στον τάφο της συζύγου του Καρτερίας, έγραψε:

«… Καρτερία γλυκυτάτη∙ ειρήνη μενέτω σοι εν Κυρίω» (Ναός αγ. Παγκρατίου στη Ρώμη).

β) Ένας πατέρας, στο μνήμα του παιδιού του, τον Αθηνόδωρο, έγραψε: «Αθηνόδωρε, τέκνον, το πνεύμα σου εις ανάπαυσιν».

γ) Και κάποιος άλλος, πονεμένος πατέρας, γράφει:

«Μνησθείη σου, τέκνον, ο Κύριος»

(Βλέπε βιβλίο «Η Εκκλησία των Μαρτύρων», εκδ. «Ζωής»)

5ο Σχόλιο (π. Αυγουστίνου Καντιώτου)

Οι ευχές – προσευχές των πρώτων χριστιανών «ηκούοντο ως βρονταί ικαναί να ξυπνήσουν και τους πλέον ραθύμους των ακροατών» («Προς το Χριστεπώνυμο πλήρωμα») (Συνεχίζεται)

ΝΙΚΟΣ Ε. ΣΑΚΑΛΑΚΗΣ

ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΣ