του Μελέτη Η. Μελετόπουλου*
Ο Θοδωρής είναι πραγματικό πρόσωπο. Γεννήθηκε σ΄ ένα πανέμορφο αλλά δύσβατο χωριό στα ηρωικά Άγραφα, στα χίλια μέτρα υψόμετρο, την δεκαετία του ΄60. Οι γονείς του ήθελαν να του εξασφαλίσουν μία καλύτερη τύχη, που τότε ταυτιζόταν με την φυγή από την αγροτική ζωή. Όταν τελείωσε το Λύκειο, κάποιος τοπικός κομματάρχης φρόντισε ο Θοδωρής να μπει στην Αστυνομία (τότε έμπαινες με «μέσον»). Ο νεαρός Θοδωρής εισήλθε σ’ έναν κόσμο όπου τα πάντα ρυθμίζονταν από τις πελατειακές σχέσεις, τα «βύσματα» και τα «κοννέ». Ο Θοδωρής, αφού υπηρέτησε γιά χρόνια σε μάχιμες μονάδες της αστυνομίας, αποσπάστηκε κάποια στιγμή στο πολιτικό γραφείο ενός παλαιοκομματικού βουλευτή. Ως σωματοφύλακας. Εκεί όμως διαπίστωσε ότι η δουλειά του συνίστατο κυρίως στην διεκπεραίωση υποθέσεων του πολιτικού γραφείου. Πολλά είδε, άκουσε και κατάλαβε ο Θοδωρής γιά τον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού μας συστήματος. Όταν είσαι οκτώ ώρες την ημέρα σ’ ένα πολιτικό γραφείο, το πρώτο που αντιλαμβάνεσαι είναι η διάσταση του ηθικολογικού, φιλολαϊκού και δημοκρατικού πολιτικού λόγου με την τριτοκοσμική, φαυλοκρατική πρακτική. Απόρησε επίσης πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος να περνάει όλη του την ημέρα κάνοντας ρουσφέτια. Τι το συναρπαστικό έχει μία τέτοια ζωή; Πόσο κενός περιεχομένου και ουσίας πρέπει να είναι ένας πολιτευτής, γιά να περνάει όλη του την ημέρα ακούγοντας αιτήματα στα όρια ή και εκτός νομιμότητας; Κάποια στιγμή, όταν ο πολιτευτής δεν επανεξελέγη, ο Θοδωρής επέστρεψε στην μάχιμη δράση. Φρόντισε, όμως, να συμπληρώσει τα χαρτιά του, ώστε να πάρει πρόωρη σύνταξη.
Στα 48 του, ο Θοδωρής πήρε τα μπογαλάκια του, την γυναικούλα του και το παιδάκι του και ανέβηκε τον στριφογυριστό δρόμο για τα Άγραφα. Ο πατέρας του τον υποδέχθηκε με τον μόσχο τον σιτευτό. Η εποχή που οι χωρικοί θεωρούσαν την «Αθήνα» απώτατο στάδιο της κοινωνικής ανόδου και καταξίωσης, είχε περάσει. Τώρα η Αθήνα είχε καταντήσει ανθυγιεινή και χαοτική, και είχε γίνει πιά κατανοητό σε όλους ότι η καταφρονημένη ύπαιθρος είναι το τελευταίο καταφύγιο του χειμαζόμενου Ελληνισμού. Ο Θοδωρής, παρά την μακρά αθηναϊκή του θητεία στην αιθαλομίχλη και στην φαυλοκρατία, παρέμενε ένας θηριώδης, υγιής και ηθικά ακέραιος Σαρακατσάνος. Μόλις ανέπνευσε τον καθαρό αγραφιώτικο αέρα, η «Αθήνα» εξατμίστηκε και αναβίωσε όλη η αγροτική τεχνογνωσία που έμαθε στα παιδικά του χρόνια. Οπότε σήκωσε τα μανίκια και έβαλε στόχο να πραγματοποιήσει τους άθλους του Ηρακλέους (ο μεγάλος ανθρωπολόγος Κωνσταντίνος Καραβίδας γράφει ότι οι ηράκλειοι άθλοι εκφράζουν συμβολικά και προσωποποιημένα την εξημέρωση του τοπίου και την υποταγή της άγριας φύσης από τους αρχαίους Έλληνες κατά τους προμηκυναϊκούς χρόνους).
Ο πρώτος άθλος του Θοδωρή ήταν η αναβίωση του παλιού αμπελιού του παππού του. Το αμπελάκι ξεχορταριάστηκε, κλαδεύτηκε, οργώθηκε, λιπάνθηκε με κοπριά και με εντυπωσιακή ταχύτητα απέδωσε ξανά τον πρώτο του τρύγο. Ο δεύτερος άθλος του Θοδωρή ήταν ότι φύτεψε εξήντα καρυδιές σε ένα ορεινό οικογενειακό κτήμα, που παλιά το χρησιμοποιούσαν ως ποιμνιοστάσιο. Οι καρυδιές είναι ανθεκτικές, μεγαλώνουν γρήγορα, δεν θέλουν πολύ πότισμα και αποδίδουν καρπό με ζήτηση στην αγορά. Ο τρίτος άθλος του Θοδωρή ήταν ότι επισκεύασε το κατεστραμμένο παλιό τζάκι του πατρικού του, που είχε εγκαταλειφθεί χάριν ενεργειοβόρου και ανθυγιεινού κλιματιστικού. Και, μάλιστα, εγκατέστησε σύστημα κεντρικής θέρμανσης με βάση το τζάκι. Άλλοι εννέα άθλοι περιμένουν τον Θοδωρή. Συμπατριώτες, αφήστε το σιχαμερό πολιτικό προσκήνιο, τα κομματικά γραφεία, την βρώμικη Αθήνα, τα μουχλιασμένα γραφεία των δημοσίων υπηρεσιών, την δουλειά στον «τριτογενή τομέα» με τους εξευτελιστικούς μισθούς, την απασχόληση στα «ντελίβερυ» και στα «καφέ», την μάταιη φιλοδοξία του γρήγορου πλουτισμού μέσω χρηματιστηρίου, τα διάφορα «μέσα», τα «βύσματα» και τα «κοννέ». Και ακολουθήστε τον Θοδωρή στον ωραίο, καθαρό και υγιεινό δρόμο προς τα Άγραφα και όλα τα περήφανα βουνά και πεδιάδες της Ελλάδας, τα χωριά των προγόνων σας, όπου ο καθένας μπορεί να κάνει τους δικούς του άθλους και να γράψει τη δική του, μοναδική ιστορία.
*Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης. www.antibaro.gr