Ο ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ ΚΑΙ Η ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ

Στη γειτονιά μας υπάρχει ένα μικρό μαγαζάκι πού θυμίζει το ρομαντικό στίχο «καμαρούλα μια σταλιά». Η ανάγκη και ή εμπειρία οδήγησαν σ’ ένα σύστημα ‘αξιοποίησης κάθε διαθέσιμου τετραγωνικού εκατοστού ώστε να χωρούν τά πάντα, από απορρυπαντικά μέχρι καστανό ρύζι και μάλιστα σε καλές τιμές.

Το  ωράριο λειτουργίας είναι απλώς ασυναγώνιστο. ‘Από το ξημέρωμα ως τά βαθιά μεσάνυχτα. Η εξυπηρέτηση   είναι προσωπική και βεβαίως  με την άνεση πού παρέχει η τρομερή δυνατότητα να πείς, όταν τά λεφτά δεν φτάνουν το μνημειώδες και εντελώς ασύλληπτο για τά απρόσωπα μεγαθήρια, « θα στα φέρω μετά». Δεν χρειάζεσαι πιστωτική κάρτα, γιατί έχεις «πρόσωπο»  για να θυμηθούμε μια παλιά εμπορική φράση.

Το after sales service –   ελληνιστί, η εξυπηρέτηση μετά την π΄ώληση – είναι αξεπέραστο. Απλώς επιστρέφεις το προϊόν και στο αλλάζει χωρίς γκρίνια ή περιττή αναμονή και προπάντων χωρίς να σε κοιτάζει σαν ύποπτο κάποιου τρομερού εγκλήματος εξαπάτησης. Δεν χρειάζεται να αποδείξεις τίποτα, φτάνει ότι το λές.

Το μεγαλύτερο όμως όπλο είναι ότι έχει δημιουργήσει μιάν αίσθηση ασφάλειας. Ξέρουν όλοι ότι όταν τά  super markets έχουν κλείσει, υπάρχει πάντα κάποιος στον οποίο θα βρούν αυτό πού ψάχνουν χωρίς να τους «γδάρει». ‘Έτσι η δικτατορία τής λίστας (εκείνου του μικρού χαρτιού πού κρατούν ευλαβικά απαξάπαντες στά   super markets) καταρρέει αφού στο μαγαζάκι και το προϊόν θα βρείς και θα εισπράξεις ένα ωραίο χαμόγελο και θα μάθεις τά νέα τής γειτονιάς – γεγονός πού έχει σημασία στην ελληνική κουλτούρα αγορών.

Στην γειτονιά μας δεν υπάρχουν νοικοκυρές σε απόγνωση γιατί ξαφνικά τελείωσε ή ζάχαρη ή έμειναν από αλάτι.

Μια τελευταία, πλην όμως όχι ασήμαντη, πλευρά τής επιχειρηματικής κουλτούρας του μικρού καταστήματος είναι η <<διπλή επιλογή>>. Χαμογελαστός ο Αγαμέμνων (όχι Μένιος) σου προσφέρει σχεδόν για τα  πάντα δύο επιλογές: το <<ακριβό>> και το <<φτηνό>>. Και πάντα σε προτρέπει να πάρεις το <<φτηνό>>, με το καταλυτικό επιχείρημα:<<την ίδια δουλειά κάνουν, γιατί να δώσεις περισσότερα λεφτά;>>. Συνήθως για να αγοράσεις την ακριβότερη εκδοχή πρέπει να επιμείνεις σε σημείο που να αναρωτιέσαι μήπως ειδικεύεται στην αντίστροφη ψυχολογία.

Ο Ελλην μπακάλης μπορεί να ηττήθηκε από την επέλαση των super markets αλλά δεν εξαφανίστηκε. Αντιμέτωπος με την παγκοσμιοποίηση και τις συνέπειές της, που στην περίπτωση του σήμαινε εξόντωση, αναζήτησε νέες στρατηγικές προσέγγισης του καταναλωτή.

Άφησε τις γκρίνιες πίσω του, δεν αναζήτησε πολιτική προστασία γιατί ούτως ή άλλως το κράτος ποτέ δεν υπήρξε φιλικό μαζί του και ενσάρκωσε το ιδεώδες του επιχειρηματία στην πιο άγρια εκδοχή της καπιταλιστικής ζούγκλας.

Αποδείχτηκε τελικά τόσο επιτυχημένη αυτή η επιχειρηματική στρατηγική ώστε σήμερα τα απρόσωπα super markets στρέφονται στη δημιουργία καταστημάτων ακριβώς στα πρότυπα που εμπνεύστηκαν οι χιλιάδες δαιμόνιοι Αγαμέμνονες.

Οι Έλληνες μικρέμποροι αποτελούν επίσης το δίκτυο πώλησης για χιλιάδες μικρές βιοτεχνίες που παράγουν καλά προϊόντα σε καλές τιμές αλλά βρίσκονται αποκλεισμένες από το εμπορικό δίκτυο των μεγαθηρίων.

Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης ίσως να ισχύει περισσότερο από κάθε άλλη φορά ότι <<το μικρό είναι όμορφο>>. Και είναι πολύ περισσότερο όμορφοι και τελικά προς το συμφέρον της χώρας και της τσέπης μας οι δρόμοι κι οι γειτονιές της πόλης ‘όπου δεκάδες μαγαζιά ανεξάρτητων  μικρών εμπόρων συνωστίζονται δημιουργώντας μιαν ανταγωνιστική αγορά παρά τα μεγαθήρια των εμπορικών κέντρων που υψώνονται σαν φρούρια εντός ή εκτός οικιστικού ιστού λειτουργώντας τελικά σαν πελώριες φυλακές καταναλωτών.

Του Γιώργου Καλαντζή, Ελεύθερος Τύπος, 15/7/2008