Η ΑΝΕΚΤΙΜΗΤΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΨΥΧΗΣ

«Τ δώσει νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο» (Ματθ. ιστ’26)

      Εσαγωγή

Ὁ ἄνθρωπος ἀπ’ἀρχῆς πλάστηκε «διφυής», δηλ. μὲ σῶμα καὶ ψυχή. Κατὰ τὸ σῶμα ὁ ἄνθρωπος εἶναι μιὰ βιολογικὴ ὕπαρξη, ὅπως ὅλα τὰ ἄλλα ἔμβια ὄντα, εἶναι δηλ. ἕνα «ζον» ποὺ διαφέρει ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα ζῶα· γιατὶ σὲ ἀντίθεση μὲ ὅλα τὰ ἄλλα ζῶα, ποὺ πλάστηκαν μὲ μόνο τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὁ Θεὸς ἔλαβε ἰδιαίτερη μέριμνα, διότι «πλασεν ατν λαβν χον κ τς γς» ( Γεν. β΄ 7 ).

Ἔτσι καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἔχει τελειότητες ποὺ τὸν διαφοροποιοῦν ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα ζῶα (ὀρθία στάση, φωνητικὲς χορδὲς μὲ τὶς ὁποῖες ἐκφράζει ἔναρθρο λόγο, μεγάλη χωρητικότητα κρανίου, ἱκανὴ νὰ περιλάβει ἕνα ἀνεπτυγμένο ἐγκέ-φαλο, κατασκευὴ χεριῶν, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ ἐπιτελεῖ λεπτὲς ἐργασίες, κ.ἄ ).

Ἐκεῖνο ὅμως ποὺ διαφοροποιεῖ τὸν ἄνθρωπο οὐσιαστικὰ ἀπὸ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα ζῶα εἶναι τὸ πνευματικὸ στοιχεῖο μέσα του, ἡ ψυχή. Ἡ Ἁγία Γραφὴ ἀναφέρει ὅτι ὁ Θεὸς μετὰ τὴν πλάση τοῦ σώματος «νεφύσησεν ατ πνον ζως». Ἡ πνοὴ αὐτὴ τοῦ Θεοῦ, ἡ ψυχή (Γεν.β’7 ) εἶναι τὸ θεϊκ στοιχεο, τὸ ἀθάνατο, μέσα στὸ ὑλικὸν ἀνθρώπινο σῶμα.

Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος κατὰ μὲν τὸ σῶμα συγγενεύει μὲ τὰ ὑπόλοιπα ἔμβια ὄντα, κατὰ δὲ τὴν ψυχὴ συγγενεύει μὲ τὸν Δημιουργὸ καὶ Συντηρητὴ τῆς ζωῆς του.

Ἀκριβῶς τὰ πνευματικὰ αὐτὰ χαρακτηριστικά, μὲ τὰ ὁποῖα τὸν ἔχει προικίσει ὁ Θεὸς, τοῦ δίνουν μιὰν ἄλλη αἰώνια προοπτικὴ καὶ μιὰν ἄλλη δυναμικὴ μέσα στὸν κόσμο. Θεολογικὰ ὁ ἄνθρωπος εἶναι «ἔνα ζῶον», ἀλλὰ κατὰ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο εἶναι «ζον… τ πρς Θεν νεύσει θεούμενον» ( βλ. Λόγος εἰς τὰ Θεοφάνεια ΜPG 36, 324, 13), δηλ. νθρωπος εναι ζον, τποον θεώνεται μ τ νχει τν προσοχή του στραμμένη πρός στν Θεό. Ἑπομένως ἡ μεγάλη καὶ  μοναδική του ἀξία ἔγκειται στὸ ὅτι μπορεῖ νὰ προοδεύει πνευμα-τικ, ἔχοντας στραμμένη τὴν προσοχή του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἀντλῶντας ἀπὸ αὐτὸν «ζωτικοὺς χυμούς» χάριτος.

•1.     ψυχ τονθρώπου εναι πλασμένη «κατ’ εκόνα καμοίωσιν» Θεο

 Τό «κατ’ εκόνα Θεο» σημαίνει ὅτι ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ εἶναι «εἰκόνα» τοῦ Θεοῦ, δηλ. ἔχει θεϊκὰ χαρίσματα. Αὐτὰ εἶναι:

   α. λογικς νος, δηλ. οἱ νοητικὲς ἱκανότητες τοῦ ἀνθρώπου.

   β. συνείδηση, δηλ. ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀξιολογεῖ κάθε πρὰξη τοῦ

      ἀνθρώπου.

   γ. Τ ατεξούσιο, δηλ. ἡ ἐλευθερία νὰ διαλέγει μεταξὺ πολλῶν ἐπιλογῶν.

   δ. Ἡ προσωπική του ατοσυνειδησία.

   ε. δημιουργικότητά του.

στ. τάση του πρς τ θεον ( «τὸ ἄνω θρώσκειν»), ποὺ εἶναι παγκόσμιο φαι-νόμενο (βλ. Πλουτάρχου πρς τν πικούρειον Κολώτη ««Εροις δ’ ν πιν καί πόλεις τειχίστους, γραμμάτους, βασιλεύτους, οίκους, χρημάτους, νομίσματος μή δεομένας, πείρους θεάτρων καί γυμνασίων: νιέρου δέ πόλεως καί θέου, μή χρωμένης εχές, μηδέ ρκοις, μηδέ μαντείαις, μηδέ θυσίαις π’ γαθοίς, μηδ’ ποτροπαίς κακν, οδείς έστίν, οδ’ σται θεατής».

Ἐργαζόμενος μὲ αὐτὰ τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, ὁ ἄνθρωπος εἶχε προορισθῆ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἐπιτύχει τὸ «καθ’ μοίωσιν», ὑπακούοντας στὸ θέλημα καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Δυστυχῶς, τὸ ζεῦγος τῶν Πρωτοπλάστων παρήκουσε τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ καὶ προτίμησε τὴν «ατονόμησή» του ἀπὸ τὸ θεῖο θέλημα. Ἔτσι ἀπώλεσε τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, τὴν δυνατότητα τῆς θανασίας καὶ τῆς θεώσεως (δηλ. τὰ ἀρχέγονα δῶρα, ὃπως λέγονται) καὶ ἔγινε «θυρμα» τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων. Ο Πρωτόπλαστοι ἀντὶ νὰ γίνουν «ς θεοί», ὅπως τοὺς εἶχε ὑποσχε-θῆ ὁ διάβολος, ἔγιναν θνητο καὶ παθητοί. Μπῆκε στὸν κόσμο τὸ κακὸ καὶ ὁ θάνατος.

Ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὃμως, διόρθωσε αὐτό τό κακό, στέλνοντας στὸν κόσμο, μέσω τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τῆς «νέας Εας», τὸν Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ, τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ «νέος δάμ» τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς σωτηρίας.

Ὁ Χριστὸς προσέλαβε ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση, πλὴν τῆς ἁμαρτίας, καὶ τὴν ἐθεράπευσε. Μὲ τὴν Ἀνάστασή Του ἀπάλλαξε τήν ἀνθρωπότητα καί ἀπὸ τὸν θάνατο. Ἕνωσε στὸ πρόσωπό Του γιὰ πάντα τὴν θεία καὶ τὴν νθρώπινη φύση «διαιρέτως, χωρίστως, τρέπτως κα ναλλοιώτως», κατὰ τὸ δόγμα τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Μὲ τὴν Ἀνάληψή καὶ τήν Ὕψωσή Του στόν «θρόνον τῆς Θεότητος», ψωσε καί θέωσε  τν νθρώπινη φύση, δίνοντας  σὲ κάθε ἄνθρωπο καί τὴν δυνατότητα τῆς θεώσεως.

•2.    νθρώπινη ψυχ ζωοποιε κα συνέχει τ σμα

Ἡ ἀνθρώπινη ψυχὴ ζωοποιεῖ καὶ συνέχει (συγκρατεῖ) ὅλο τὸ ἀνθρώπινο σῶμα. Ὁ χωρισμὸς τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα συνεπάγεται τὸν θάνατο τοῦ σώματος. ψυχ εναι δρα τν ασθημάτων κα τν συναισθημάτων τονθρώπου, αὐτὴ ποὺ ἀξιολογεῖ καὶ συνειδητοποιεῖ τὸ ἀποτέλεσμα τῶν αἰσθήσεων, ποὺ συλλέγουν τὰ διάφορα αἰσθητήρια ὄργανα.

Οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἔλεγαν ὅτι «νος ρ κα νος κούει» ἐννοῶντας τὴν ψυχή· διότι τά αἰσθητήρια όργανα (οἱ ὀφθαλμοὶ, τὰ ὦτα, οἱ γευστικοὶ κάλυκες, τὰ κύτταρα τῆς ὀσφρήσεως καὶ τῆς ἀφῆς), συλλέγουν τὰ ἐξωτερικὰ ἐρεθίσματα, ἀλλὰ ἡ ψυχὴ εἶναι ἐκείνη πού τὰ ἐπεξεργάζεται καὶ τὰ ἀξιολογεῖ. Παίρνει δὲ τὶς ἀνάλογες ἀποφάσεις, ἔχοντας συνειδητοποιήσει τὰ ἐξωτερικὰ ἐρεθίσματα.

ψυχ καχι νος εναι τ κέντρο λήψεως ποφάσεων τονθρώπου καὶ ἀξιολόγησης τῶν πράξεών του. Αὐτὴ κινητοποιεῖ ὄλα τὰ μέλη τοῦ σώματος καὶ ἐπηρεάζει τὴν διάθεση καὶ τὸν ψυχισμὸ τοῦ ἀνθρώπου.

•3.    θάνατη ψυχ δίνει αώνια ξία στν νθρωπο

Ἐνῶ τὸ σῶμα γερνᾶ καὶ φθείρεται, ὁ ἄνθρωπος ἔχει πάντοτε συναίσθηση τῆς ἀθανασίας του. Αὐτὴ ἡ πληροφορία ἔρχεται ἀπὸ τὸ βαθύτερο εἶναι του, ἀπὸ τὴν ψυχή του. Ἡ ψυχὴ ὡς θεία πνο εἶναι ἀθάνατη καὶ αἰώνια. Ἐκεῖ ἀποκλειστικά ἔγκειται ἡ μεγάλη ἀξία τοῦ ἀνθρώπου.

Κάθε ἄνθρωπος, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἔχει ἀθάνατη ψυχή, ἔχει ἀξία μεγαλύτερη ἀπὸ ὅλο τὸ ὑλικὸ σύμπαν. Διότι, σύμφωνα μὲ τὰ πορίσματα τῆς σύγχρονης Ἀστροφυσικῆς, τὸ σύμπαν ἔχει μία μὴ ἀντιστρεπτὴ πορεία. Εἶχε κάποτε μιὰ ἀρχὴ καὶ θὰ ἔχει καὶ κάποιο τέλος. «Ο ορανο ς μάτιον παλαιωθήσονται» (Ψαλμ 192 στιχ.5) λέγει ὁ ἱερὸς ψαλμωδός. Ὅλα τὰ ὑλικὰ πράγματα φθείρονται καὶ πεθαίνουν. Ἡ ψυχὴ ὅμως εἶναι πνεῦμα. Εἶναι ἕνα θεϊκὸ κομμάτι. Γι’ αὐτὸ μένει γέραστη κα θάνατη, καὶ θὰ ζῆ, ὅταν ὅλο τὸ ὑλικὸ Σύμπαν θὰ ἔχει καταστρα-φῆ. Κάθε ἄνθρωπος λοιπόν, ἀξίζει περισσότερο ἀπὸ ὀλόκληρο τὸν ὑλικὸ κόσμο.

Ἂς τὸ ἀκούσουν αὐτὸ ὅσοι εἶναι θύματα ὑλιστικῶν συστημάτων καὶ ἰδεολο-γιῶν καὶ διακρίνουν τοὺς ἀνθρώπους σὲ ἀνωτέρους καὶ κατωτέρους, σέ «κυρίους» καὶ σέ «δούλους». Ὅσοι νομίζουν ὅτι ἔχουν δικαίωμα νὰ κάνουν φυλετικς καὶ ταξικς διακρίσεις. Ὅσοι πιστεύουν ὅτι μποροῦν ἀτιμωρητὶ νὰ ἐκμεταλλεύονται τὸν ἄνθρωπο, νὰ τὸν ἀδικοῦν, νὰ τὸν καταπιέζουν, νὰ τὸν καταδυναστεύουν, νὰ τὸν ὑποτιμοῦν, νὰ τὸν βασανίζουν, νὰ τὸν ἐξευτελίζουν.

Τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὅτι λοι ονθρωποι εναι παιδι το Θεο κα εναι σοι. Ἡ ἀξία τους δὲν πηγάζει οὔτε ἀπὸ τὴν καταγωγή τους, οὔτε ἀπὸ τὴν μόρφωσή τους, τὸ χρῶμα τους, τὴν θρησκεία τους, τὸ φύλο τους, τὴν γλῶσσα τους. Πηγάζει π τν θανασία τς ψυχς τους.

•4.    Πόσο πολ φροντίζουμε τ θνητ σμα μας;

Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὅλη τὴν φροντίδα μας συνήθως ἐπικεντρώνουμε στὸ ὑλικό μας στοιχεῖο, δηλ. στὸ σῶμα μας. Ὅλος ὁ ἀγώνας τῆς ζωῆς  μας ἀποβλέπει στὴν ἱκανοποίηση τῶν σωματικῶν καὶ βιοτικῶν μας ἀναγκῶν. Γιὰ τὸ σῶμα ἡ καλὴ καὶ πλoύσια διατροφή. Γιὰ τὸ σῶμα ἡ ἀκριβώτερη ἐνδυμασία, ἡ δουλεία στὴν μόδα καὶ ἡ μανία τῆς ἐπιδείξεως. Γιὰ τὸ σῶμα ἡ ἱκανοποίηση τῶν ἐνστίκτων καὶ ὄχι μόνο τῶν βασικῶν ἀναγκῶν. Γιὰ τὸ σῶμα γίνεται καὶ ἡ νηστεία σὰν δίαιτα, χάριν τῆς ἐξωτερικῆς ὀμορφιᾶς καὶ τῆς εὐεξίας τοῦ σώματος. Ὁμοίως καὶ ἡ ἄσκηση καὶ ἡ γυμναστική, χωρὶς αὐτὸ νὰ εἶναι ἀπόλυτα ἄσκοπο, γιατὶ καὶ τὸ σῶμα ἔχει τὴν ἀξία του, εἶναι ἱερὸ καὶ «καλ λίαν» ὡς δημιούργημα τοῦ Θεοῦ.

Στὴν ἐποχή μας ἡ λοκρατία καὶ ἡ περκατανάλωση, ἔχουν ὡς ἐπίκεντρο τὸ σῶμα, ποὺ τελικὰ θεοποιεται καὶ καταντάει ὁ τύραννός μας. Στὸ σῶμα κυρίως ἀποβλέπουν ὅλα τὰ πολιτικὰ καὶ κοινωνικά μας προγράμματα, ἀκόμα καὶ ἡ παιδεία καὶ ἡ ἀγωγή μας. Τὸ σῶμα καὶ ἡ καλοπέρασή του εἶναι ὁ βασικώτερος στόχος τῆς ζωῆς μας. Καὶ ἐπειδὴ τὸ σῶμα εἶναι ὕλη καὶ συντηρεῖται ἀπὸ τὴν ὕλη, ἡ ζωή μας καταντᾶ ἕνα ξέφρενο κυνήγι γιὰ τὴν ἀπόκτηση πολλῶν ὑλικῶν ἀγα-θῶν, εἰ δυνατὸν ὅλων τῶν ἀγαθῶν τοῦ κόσμου. Τὸ ἀποδεικνύουν οἰ συγκρούσεις ἀνθρώπων καὶ λαῶν, ποὺ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ συγκρούσεις στενὰ ὑλικῶν συμφερόντων, καρπὸς μιᾶς ἀχόρταγης βουλιμίας.

Ἐπιπλέον αὐτὸ τ ξέφρενο κυνήγι το χρήματος κα τν λικν γαθν εναι μι παρενέργεια τς πεποιθήσεως ποχει κανες βαθει μέσα στν ψυχή του, ὅτι εἶναι ἀθάνατος. Ναί, ἡ ἀθάνατη ψυχή μας, μᾶς πληροφορεῖ βαθειὰ μέσα μας ὅτι εἴμαστε ἀθάνατοι. Ἐὰν λοιπὸν δὲν ἔχουμε πιστέψει στὴν ἀνάσταση τοῦ σώματος, ποὺ ἐπαγγέλλεται ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὰ ἔσχατα, προβάλ-λοντας ὡς πρῶτον ἀναστάντα τὸν Χριστό, τότε γαντζωνόμαστε μὲ πεῖσμα στὴν ὕλη, προσδοκῶντας νὰ παρατείνουμε ὅσο γίνεται τὴν ζωή μας καί, εἰ δυνατόν, νὰ ἀποτρέψουμε τὸν ἐπικείμενο θάνατο. Ναί, θέλουμε ν ζήσουμε αώνια, σχετα ν τπιδιώκουμε μ λάθος τρόπο. Ακριβῶς τὴν ἴδια ἀνάγκη προσπαθοῦν νὰ ἱκανοποιήσουν ὅσοι ἁσπάζονται τὴν πλανερ δοξασία τς μετενσαρκώσεως, ποὺ προβάλλουν οἱ Ἰνδουϊστὲς καὶ οἱ Νεοεποχίτες.

•5.         Κα πόσο λίγο μεριμνμε γι τν θάνατη ψυχή μας;

Ἡ ὑπερβολικὴ αὐτὴ φροντίδα γιὰ τὸ σῶμα, τὶς ἀνέσεις καὶ τὶς ἀπολαύσεις του, εἶναι φυσικὸ νὰ συνοδεύεται ὰπὸ ἀδιαφορία γιὰ τὴν ψυχή. Ὑπερτρέφοντας τὸ ὑλικὸ καὶ ζωϊκό μας στοιχεῖο, τὸ σῶμα, ἀφήνουμε τὸ πνευματικό μας στοιχεῖο, τὴν ψυχή, νὰ ἀτροφεῖ. Ὅταν μάλιστα ἡ προσήλωση στὴν ὕλη καὶ τὰ ὑλικὰ πράγ-ματα ἀπορροφᾶ ὅλη μας τὴν ἱκμάδα, τότε χάνεται καὶ ἡ ἐλαχίστη ὑποψία, ἀκόμα καὶ γιὰ τὴν ἴδια τὴν ὕπαρξη τῆς ψυχῆς. Τότε δὲν ὑποσιτίζεται ἁπλῶς ἡ ψυχή, δὲν ἀμελοῦμε τὸ καθῆκον μας ἀπέναντί της, ἀλλὰ ἐνσυνείδητα ἢ ὄχι θυσιάζεται ψυχ γι τν καλοπέραση το σώματος μὲ τὴν ἀπόκτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν.

Ἐνδίδει τότε ὁ ἄνθρωπος στόν «πρτο πειρασμ το Χριστο», ὅταν ὁ διάβο-λος τοῦ ὑπόσχεται τὴν κοπη πόκτηση φθόνων λικν γαθν, ἂν κάνει τὸ θέλημά του. Ὁ Χριστὸς ὅμως ἀπάντησε στόν διάβολο: «οκ π’ ρτ μόν ζήσεται νθρωπος, λλ’ π παντ ρήματι κπορευομέν δι στόματος Θεο» (Ματθ. δ΄ 4-5). Μέ τήν ἀπάντηση αὐτή ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ὁ Χριστὸς,  θέλησε νὰ τονίσει, ὅτι νθρωπος δν χει μόνον λικς νάγκες λλ κυρίως πνευματικές, τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ὑπονοοῦσε ἐπίσης ὁ Χριστός, ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι σὲ θέση νὰ διατηρήσει στὴν ζωὴ τὸν ἄνθρωπο μὲ ἐλάχιστα ἢ καθόλου ὑλικὰ ἀγαθά  (π.χ. τὸν Ἡλία), ἐνῶ ἒχει μεγαλύτερη ἀνάγκη σέ πνευματικά ἀγαθά.

Ἡ Ρωσίδα συγγραφεὺς Τατιάνα Γκορίτσεβα στὸ βιβλίο της « τρέλλα ν εσαι Χριστιανός» ἀναφέρει, ὅτι ἡ μεγαλύτερη μαρτία (ἀστοχία) τῶν συγχρόνων Χριστιανῶν εἶναι ἡ ἀθέτηση τῆς ἐντολῆς τοῦ Χριστοῦ: «Ζητετε πρτον τν Βασιλείαν το Θεο κα τν Δικαιοσύνην ατο κα τατα πάντα προστεθήσεται μν» (Ματθ. στ΄ 33), δηλ. νχετε ς πρτο μέλημά σας τν Βασιλεία το Θεο κα τν πικράτηση το θελήματός Του καλα τλικγαθ θ σς δοθον πιπλέον.

Πράγματι, ἡ συνεχὴς ἐνασχόλησή μας μὲ τὰ ὑλικὰ καὶ ἐφήμερα, ἀλλά καί μὲ ὅλα τὰ ἀλλότρια ἔργα καὶ ἡ ἀδιαφορία γιὰ τὴν ἀθάνατη ψυχή μας, συνιστᾶ τὸ πιό βαρὺ καὶ ἀσυγχώρητο ἔγκλημά μας. Ἀνταλλάσουμε τὸ αἰώνιο μὲ τὸ ἐφήμερο, τὸ πολύτιμο μὲ τὸ εύτελές. Ἡ δίψα γιὰ τὸ χρῆμα, τὴν ὕλη καὶ τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου, ἀνοίγει τὸν δρόμο γιὰ κάθε κακό, τὴν φιλαργυρία, τὴν φιληδονία, τὸ ψέμμα, τὴν κλοπή, τὴν ἐκμετάλλευση καὶ τὴν ἀδικία. Ὁ ἄνθρωπος πουλᾶ κυριολεκτικὰ τὴν ψυχή του στὸν διάβολο, γιὰ νὰ κερδίσει τὸν κόσμο.

Αυτὴ τὴν τραγικὴ ἀλήθεια ἐκφράζει « τρίτος πειρασμς το Χριστο» στὴν ἔρημο (Ματθ. δ΄ 9 ). Κατ’ αὐτόν, ἀνέβασε ὁ διάβολος τὸν Χριστὸ σέ «ρος ψηλν λίαν» καὶ Τοῡ ἔδειξε ὅλες τὶς βασιλεῖες τοῦ κόσμου λέγοντας: «Τατα πάντα σοι δώσω, ἐὰν πεσν προσκυνήσς μοι». Τὸ ἴδιο λέγει καὶ στὸν κάθε ἄνθρωπο «λο τν κόσμο θ τν χεις δικό σου, ρκε ν μο χαρίσεις τν ψυχή σου». Γιατὶ μιὰ ψυχὴ γεμάτη ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες, ἀποφάσεις καὶ ἐνέργειες ἀντίθετες στὸ θέλη- μα τοῦ Θεοῦ, εἶναι μιὰ ψυχὴ δοσμένη στὸν διάβολο, μιὰ ψυχὴ πνευματικὰ νεκρή. Αὐτὴ τὴν πραγματικότητα ἄλλωστε ἐκφράζει ἡ κλασσικὴ Λογοτεχνία μὲ τὸν περίφημο μῦθο τοῦ σοφοῦ Φάουστ, ποὺ περιέγραψε ἀνυπέρβλητα ὁ Γκαῖτε. Ὁ ἥρωας τοῦ Γκαῖτε, ὁ Φάουστ, πουλάει τὴν ψυχή του στὸν διάβολο, προκειμένου νὰ ξαναγίνει νέος καὶ νὰ παντρευτεῖ τὴν ὄμορφη Μαργαρίτα.

•6.         Γι τν νεκτίμητη αώνια ψυχ δν πάρχει ντάλλαγμα σης ξίας

Ἀπὸ αὐτὸν τὸν τεράστιο κίνδυνο, ἀπὸ αὐτὴν τὴν καταστροφικὴ στάση ἑνὸς ἀνεύθυνου ἀνθρώπου ἀπέναντι στὴν ψυχή του, θέλει νὰ μᾶς προφυλάξει ὁ Χριστός, θέτοντας τὸ ἀδυσώπητο ἐρώτημα: «τ δώσει νθρωπος ντάλλαγμα τς ψυχς ατο;» ( Ματθ. ιστ΄ 26 ). Ἂν δηλ. ὀ ἄνθρωπος μὲ τὴν ἄστατη καὶ ἁμαρτωλὴ ζωή του χάσει ἀνεπανόρθωτα τὴν ψυχή του, μὲ τὶ μπορεῖ νὰ τὴν ἀνταλλάξει; Πῶς θὰ τὴν ξανακερδίσει ;

Ἀπώλεια τῆς ψυχῆς του, σημαίνει νὰ σπαταλήσει τὴν ζωή του ἄσκοπα καί ἒτσι νὰ ἀποτύχει στὸν σκοπὸ τῆς ζωῆς του. Νὰ πεθάνει σκληρός καὶ ἀμετανόητος, ἔχοντας κόψει τὶς γέφυρες ἐπικοινωνίας μὲ τὸν Θεό. Ὅσο κανείς βρίσκεται στήν παροῦσα ζωή, ὑπάρχει πάντοτε ἡ δυνατότητα ἐπιστροφῆς, μετανοίας καὶ σωτη-ρίας. Ὑπάρχει ἡ δυνατότητα ἐπανορθώσεως καὶ ἐπανόδου στὴ σωστὴ τροχιά. Ὅταν ἐπέλθει ὀ θάνατος κάθε ἐλπίδα σωτηρίας θὰ ἔχει ἐκλείψει.

Στὴν ἐποχή μας, ὅπου ὅλα τὰ πράγματα ἔχουν τὰ ἀνταλλακτικά τους, ἀκόμα καὶ τὰ ὄργανα τοῦ σώματός μας ἢ ὅπου ὅλα σχεδὸν ἐξαγοράζονται, ἡ κατανόηση τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου ἔχει σωτηριώδη σημασία. Τ μόνο πργμα πο δν εναι νταλλάξιμο οτε πιδέχεται νταλλακτικ εναι ψυχή μας. Γιατὶ ψυχή μας συνιστ τ διο μας τ γ, τὸ ὁποῖο δὲν μπορεῖ νὰ βρεῖ ἀντάλλαγμα. Μιὰ ψυχή, λοιπόν, παραχωρημένη στὸν διάβολο ἀπό ἀδιαφορία ἢ κακή προαίρεση, εἶναι μιὰ ψυχή «αἰώνια δολοφονημένη», καταδικασμένη στὴν αἰώνια κόλαση καὶ δυστυχία.

Τὸ παραπάνω, λοιπόν, ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ γίνει ἠχηρὸ σάλπισμα μέσα μας, ποὺ θὰ μᾶς ξυπνήσει ἀπὸ τὸν λήθαργο τῆς ὑλιστικῆς ζωῆς. Τῆς ζωῆς, ποὺ μᾶς προσφέρει ὁ κόσμος. Τό ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ, μᾶς κάνει νὰ συνειδητο-ποιήσουμε τὸ χρέος μας ἀπέναντι στὴν ἀθάνατη ψυχή μας. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς καλεῖ σὲ ἐπιστροφή, σὲ μετάνοια καὶ σωτηρία. Δν μς ζητνὰ φθάσουμε στὸ ἄλλο ἄκρο, δηλ. ν περιφρονήσουμε ν μισήσουμε τ σμα μας, ἀλλὰ νὰ ἱεραρχήσουμε σωστὰ τὶς ἀνάγκες τους. Πρῶτα, ἡ μέριμνα γιὰ τὴν ἀθάνατη ψυχὴ μας καὶ μετὰ γιὰ τὸ θνητὸν σῶμα μας. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε τὸν ὡραιότατο στίχο ἑνὸς σύγχρονου ἑλληνικοῦ τραγουδιοῦ:

 « σωτηρία τς ψυχς εναι πολ μεγάλο πράγμα»

Ἡ Ἐκκλησία μὲ τὰ μυστήριά της μᾶς παρέχει γι’ αὐτὸ ὅλα τὰ μέσα. ΑΜΗΝ

 

                                                                                     Χρῆστος  Σπ. Χριστοδούλου

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • 1. Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη
  • 2. Ἄρθρο τοῦ π. Γεωργ. Μεταλληνοῦ ἀπὸ τὴν ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ του 1980