-Γέροντα, πῶς φεύγει ὁ φόβος; -Μέ τήν παλληκαριά. Ὅσο φοβᾶται κανείς, τόσο πιό πολύ ἔρχεται ὁ πειρασμός. Αὐτός πού ἔχει δειλία πρέπει νά προσπαθήση νά τήν διώξη. Ἐγώ, ὅταν ἤμουν μικρός, φοβόμουν νά περάσω στήν Κόνιτσα ἔξω ἀπό τό κοιμητήρι. Γι’ αὐτό κοιμήθηκα τρία βράδυα στό κοιμητήρι καί ἔφυγε ὁ φόβος. Ἔκανα τόν σταυρό μου καί ἔμπαινα μέσα – οὔτε φακό ἄναβα, μήν πάθη κανείς καμμιά λαχτάρα. Ἄν δέν ἀγωνισθῆ κανείς νά ἀνδρωθῆ καί ἄν δέν ἀποκτήση τήν πραγματική ἀγάπη, σέ μιά δύσκολη περίσταση θά τόν κλαῖνε καί οἱ κουκουβάγιες.
Αγ. Παίσιος – Ὅποιος δέν φοβᾶται τόν θάνατο, τόν φοβᾶται ὁ θάνατος