Πῶς θὰ προσφωνήσουμε κάποιον ποὺ ἡ ὀνομαστικὴ τοῦ ὀνόματός του λήγει σὲ -ος; Άγγελε ἤ Ἄγγελο;, Παῦλο ἤ Παῦλε; Κ. Βενιζέλο ἤ κ. Βενιζέλε
Ἀνακαλύπτω τὶς ρίζες τῶν λέξεων – Γραμματικὸ ὑστερόγραφο
Πῶς θὰ προσφωνήσουμε κάποιον ποὺ ἡ ὀνομαστικὴ τοῦ ὀνόματός του λήγει σὲ -ος; Άγγελε ἤ Ἄγγελο;, Παῦλο ἤ Παῦλε; Κ. Βενιζέλο ἤ κ. Βενιζέλε
Νίψον ἀνομήματα μὴ μόναν ὄψιν (Ἀνθολογία Ἑλληνικὴ 387c, H. Beckby, Anthologia Graeca, 4 vols., 2nd edn., Munich: Heimeran,).
Ἀκολουθία τοῦ Νιπτῆρος. Ἡ Ἀκολουθία τοῦ Νιπτῆρος τελεῖται τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Τετάρτης εἰς ἀνάμνησιν τῆς πράξεως τοῦ Κυρίου ποὺ ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Του
Πόντιος Πιλᾶτος. Ὁ Πόντιος Πιλᾶτος (ἔτσι ἀναφέρεται στὶς Πράξεις 4,27) γνωστὸς γιὰ τὴν δειλία, τὴν ὑστεροβουλία καὶ τὴν ἀδυναμία μου νὰ ἀντιταχθῇ στὴν Σταύρωση τοῦ Κυρίου εἶναι ὁ μοναδικὸς ἀπὸ τοὺς Ρωμαίους ἐπισήμους ποὺ ἀναφέρεται στὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως
Κάλλιο λάχανα μὲ γέλια παρὰ ζάχαρη μὲ γκρίνια. Ἡ παροιμία αὐτὴ ἐκφράζει τὴν ἀξία ποὺ ἔχει νὰ μοιράζεται κανεὶς λίγα μὲ ἀγαπημένα του πρόσωπα, παρὰ νὰ ἔχῃ πολλὰ καὶ νὰ τὰ μοιράζεται μὲ μίζερους καὶ τοξικοὺς ἀνθρώπους.
Ἐπὶ τῶν δωμάτων. Ὅταν ὁ Κύριος ἐξέλεξε τοὺς Δώδεκα μαθητὲς Του, τοὺς προέτρψε μεταξὺ ἄλλων νὰ κηρύξουν urbi et orbi ἐκεῖνα ποὺ τοὺς ἔλεγε ἰδιαιτέρως, ἐκεῖνο ποὺ τοὺς ἔλεγε μυστικὰ στὸ ἀφτὶ νὰ τὸ διαλαλήσουν ἀπὸ τὶς ταράτσες πρὸς ὅλους
Νηστίσιμος ἢ νηστήσιμος; Τὸ Λεξικὸ τῆς Κοινῆς Νεοελληνικῆς τοῦ Ἱδρύματος Τριανταφυλλίδη παραθέτει μόνο τὸν τύπο νηστίσιμος
Ἡ φιλοπατρία καὶ τὰ συνώνυμά της, ὁ πατριωτισμὸς καὶ ὁ ἐθνισμὸς εἶναι ἡ ἀνιδιοτελής, ἡ πηγαία ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν πατρίδα του ποὺ γεννιέται στὴν ψυχή του..
Σχολάζων ἢ Ἐφησυχάζων Ἀρχιερέας: Καλεῖται ὁ μητροπολίτης, ὁ ὁποῖος παραιτεῖται οἰκειοθελῶς, συνήθως λόγῳ προβλημάτων ὑγείας
Εἶναι γνωστὴ ἡ φράση «πράσινα ἄλογα» ποὺ σημαίνει ἀσυναρτησίες, παραλογισμοί. Πολλοὶ πιστεύουν ὅτι εἶναι ἀρχαία, ἀπὸ τὴν φράση: «πράσσειν ἄλογα».
Ὁρισμένοι συγγραφεῖς βάζουν παρισπωμένη στὰ οὐδέτερα παροξύτονα σὲ –ι· γράφουν ἐπὶ παραδείγματι: ψαλτῆρι, τραγοῦδι.
Ἡ λέξη τρελός προέρχεται ἀπὸ τὸ μεταγενέστερο τρηρός «ἐλαφρός – ποὺ τρέμει σὰν φτερὸ ἤ ἐλαφρόμυαλος».
Τὸ ρῆμα «ἐκμυστηρεύομαι» (ἐμπιστεύομαι κάτι μυστικὰ σὲ κάποιον) συνδέεται ἐτυμολογικὰ μὲ τὸ μυστήριο ποὺ παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «μυῶ»
Αἰόλος εἶναι ὁ γρήγορος, ὁ ὁρμητικός. Ὁ Προμηθέας ὀνομαζόταν αἰολόμητις, ἤτοι πολυμήχανος (αἰόλος+μῆτις «σχέδιο»). Αἴλουρος ἦταν ἡ ἀγριόγατα·
ἐκποδὼν Τὸ ἀρχαῖο ἐπίρρημα ἐκποδὼν (ἐκ + ποδῶν) σημαίνει ἔξω ἀπὸ τὰ πόδια τὼν ἄλλων, μακριὰ απο τοὺς ἄλλους. Εἶναι ἐν χρήσει κυρίως στὴν φράση : «θέτω εκποδὼν»,
Ὀψέποτε. Τὸ ἐπίρρημα ὀψέποτε «στὸ μέλλον, κάποτε», σχηματίζεται ἀπὸ τὸ χρονικὸ ἐπίρρημα ὀψὲ καὶ τὸ ἐπίσης χρονικὸ ἐπίρρημα ποτέ:
Συνεφέλκεται.
Σπάνια λέξη.
Συνεφέλκεται σημαίνει προκύπτει ἀναγκαστικά.
Ἐπιχαίρω σημαίνει χαίρομαι γιὰ κάτι, ἰδίως γιὰ τὶς συμφορὲς τὼν ἄλλων.
Ἡ ἅλως εἶναι ὁ φωτεινὸς δακτύλιος ποὺ σχηματίζεται γύρω ἀπὸ τὸ φεγγάρι καὶ καμμιὰ φορὰ καὶ γύρω ἀπὸ τὸν ἥλιο.
Ὁρισμένοι, παλαιότεροι κυρίως, συγγραφεῖς γράφουν τὴ Ρωσία μὲ διπλὸ σῖγμα. Ποιό εἶναι τὸ σωστό; Ρωσία ἢ Ρωσσία; Ὁ Μέγας Φώτιος τὸ 860 ἔγραψε δύο ἀξιόλογες ὁμιλίες «Ἐπὶ τῇ ἐπελεύσει τῶν Ρῶς». Ρῶς ἀποκαλοῦν τοὺς Ρώσους οἱ βυζαντινοὶ συγγραφεῖς.
Καταπέτασμα ἦταν τὸ παραπέτασμα τοῦ ναοῦ ποὺ διαχώριζε τὸ ἄδυτο, τὰ «Ἅγια τῶν Ἁγίων» ἀπὸ τὸν κυρίως ναό. Στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἐπιτρεπόταν νὰ μπῇ μόνο μιὰ φορὰ τὸν χρόνο ὁ Ἀρχιερεύς (Ἔξοδος 30,10).
Οἶστρος ἀκολασίας. Ἀπὸ τὸ τροπάριο τῆς Κασσιανῆς ἀνθολογήσαμε τὴν δίλεξη αὐτὴ φράση. Ἡ Ἁγία Κασσιανὴ ἔγραψε τὸ γνωστὸ σὲ ὅλους μας τροπάριο ποὺ ψάλλεται τὴν Μεγάλη Τρίτη.
Σχολάζων ἢ Ἐφησυχάζων Ἀρχιερέας: Καλεῖται ὁ μητροπολίτης, ὁ ὁποῖος παραιτεῖται οἰκειοθελῶς
Εἶναι γνωστὴ ἡ φράση «πράσινα ἄλογα» ποὺ σημαίνει ἀσυναρτησίες, παραλογισμοί. Οἱ περισσότεροι πιστεύουν ὅτι εἶναι ἀρχαία· θεωροῦν ὅτι πρόκειται γιὰ παραφθορὰ τοῦ ρητοῦ: «πράσσειν ἄλογα».
Οἱ φίλοι τῶν θαλασσίων ἀθλημάτων σίγουρα ἀγαποῦν τὴν ἀνεμηλασία, τὸν ἀγῶνα ταχύτητας μὲ τὸ ἀνεμήλατο, τὴν στενόμακρη ἱστιοσανίδα μὲ τὶς μυτερὲς ἄκρες καὶ ἱστίο.
Εὐρείας χρήσεως εἶναι οἱ μαρκαδόροι ἐπισήμανσης μὲ τοὺς ὁποίους φωτοσκιάζουμε τὶς λέξεις ποὺ θέλουμε νὰ τὶς ξεχωρίσουμε ὡς ἄξιες ἰδιαιτέρας προσοχῆς
Ἡ Παλάμη ἀνάγεται στὴ ρίζα πελ- «ἁπλώνω». Παλάμη εἶναι τὸ χέρι ποὺ ἁπλώνεται, τὸ χέρι ποὺ δρᾶ, ποὺ ἐνεργεῖ. Χρησιμοποιεῖται μετωνυμικῶς γιὰ νὰ δηλώσῃ τὸ τέχνασμα, τὸ ἔξυπνο σχέδιο· ἀπάλαμος εἶναι ὁ ἀμήχανος. Πέλαγος εἶναι ἡ ἀνοιχτὴ θάλασσα, ἡ θάλασσα ποὺ ἁπλώνεται
Δυστοπία εἶναι κάθε φανταστική, ἐφιαλτικὴ ἢ παρηκμασμένη μορφὴ κοινωνίας, συνήθως τοῦ ἐγγὺς μέλλοντος, ὅπως περιγράφεται σὲ λογοτεχνικὰ κυρίως ἔργα: Ἡ πιὸ γνωστὴ δυστοπία περιγράφεται στὸ μυθιστόρημα «1984» τοῦ Ὄργουελ
Πολλοῦ γε καὶ δή. Ἡ φράση σημαίνει καὶ πολὺ περισσότερο μάλιστα: Οἱ περιβόητες «δομὲς» ποὺ ὑποτίθεται θὰ ἔκλειναν, «πολλοῦ γε καὶ δὴ» ζοῦν καὶ βασιλεύουν καὶ τὴν Ἑλλάδα κυριεύουν
Πιθανὸν νὰ ἔχετε ἀκούσει τὴ φράση «ἄι στὸν κόρακα». Προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀρχαία φράση «ἔρρε ἐς κόρακας», δηλαδὴ γκρεμοτσακίσου ἀπ΄ ἐμπρός μου. Ὑπῆρχε καὶ ἡ παρόμοια ὕβρις «βάλλ’ ἐς κόρακας», ἤτοι στὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ.
Δόλιχος ἦταν ἀγώνισμα δρόμου ἀντοχῆς περίπου πέντε χιλιομέτρων. Συνεκδοχικὰ εἶναι ὁ μακρὺς δρόμος γεμᾶτος δυσκολίες καὶ ἐμπόδια: Τὸ ἔθνος ξεπέρασε τὴν κρίση καὶ ἐξῆλθε κραταιὸ ἀπὸ αὐτὸν τὸν δόλιχο
Ἀποκαραδοκία (ἀπὸ + κάρα + δοκῶ) εἶναι ἡ ἐναγώνια καὶ ἔνθερμη προσδοκία. Ἀπαντᾶται στὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου δύο φορές (Ρωμ. 8,19 καὶ Φιλ. 1,20).
Καταπίστευμα εἶναι κάθε τι τὸ ὁποῖο ἐμπιστεύεται κάποιος σὲ ἄλλον: Ἡ Βίβλος ἀποτελεῖ ἕνα πραγματικό καταπίστευμα πνεύματος