Με μαθηματική ακρίβεια πλέον οδηγούμαστε στην διάλυση των καταστημάτων και παράλληλα στην διαρκή και δραστική περικοπή των θέσεων εργασίας. Ένας απο τους λόγους που συμβάινει αυτό, είναι η απερίσκεπτη κίνηση του καθενός απο εμάς για αγορά προιόντων μέσω του απρόσωπου διαδικτύου.
Σ’ ένα διαδίκτυο όπου σχεδόν πάντα ο πωλητής είναι απρόσωπος υπάλληλος ξένης εταιρίας ή Ελληνικής -τυπικά- εταιρίας που ήδη βρίσκεται εκτός χώρας. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις έχουμε το ίδιο καταστροφικό αποτέλεσμα για την Ελληνική οικογενειακή επιχείρηση και τους κατόχους αυτής. Αυτό γίνεται γιατί ο Έλληνας μικροεπιχειρηματίας, αγρότης, ελεύθερος επαγγελματίας κ.α. , αποφάσισε απλά να εργαστεί και να μεγαλώσει την οικογένεια του στον τόπο όπου το έκαναν και οι παπούδες του και μ τον τρόπο που ατοί το έπραξαν. Σε αυτόν το ευλογημένο τόπο που ονομάζεται Ελλάδα, το άνθος του πολιτισμού και της Ορθοδοξίας.
Αν ρίξουμε μια ματιά ο καθένας μας στην γειτονιά του…
ή στο χωριό του, όλοι θα δούμε την ίδια εικόνα. Κλειστά καταστήματα και άνθρωποι χωρίς εργασία. Μια πραγματικά κοινωνική επιδημία στην οποία πρέπει να αντιδράσουμε όλοι άμεσα και δυναμικά.
Αρρωστήσαμε και προκαλέσαμε αυτή την κοινωνική επιδημία μόνοι μας, διότι θα μπορούσαμε απλά να κάνουμε έρευνα αγοράς σε καταστήματα στην γειτονιά μας ή της πόλης μας για να βρούμε καλύτερες τιμές, στις ακρίβειας, τον καιρό και τα χρήματα να μένουν στον διπλανό μας και κατ΄επέκταση στην χώρα μας κα να μην φεύγουν εκτος αυτής.
Αρρωστήσαμε και προκαλέσαμε αυτή την κοινωνική επιδημία μόνοι μας, διότι επιλέξαμε όχι να μιλήσουμε με τον συνάνθρωπο μας υπάλληλο, ιδιοκτήτη, παραγωγό , αλλα να μιλήσουμε μέσω ενός “κουτιού” και να αγοράσουμε μέσω αυτού προιόντα αμφιβόλου ποιότητας -επικίνδυνων γα την υγεία μας πολλές φορές- , άλλου χρώματος και άλλου σχήματος. Αυτά είναι η προσφορά του “κουτιού” που χρησιμοποιούμε για τις αγορές μας.
Αρρωστήσαμε και προκαλέσαμε αυτή την κοινωνική επιδημία μόνοι μας, διότι επιλέξαμε την προσφορά του “κουτιού” για μια απρόσωπη και πολλές φορές αμφιβόλης (απο άποψη ποιότητας, οικονομίας κ.λ.π.) συναλλαγή έναντι της χαμογελαστής καλημέρας που θα μας προσφέρει ένας υπάλληλος,
της συναναστροφής μας που καθορίζει την ανθρώπινη ύπαρξη και την ψυχή του Έλληνα, του χαμόγελου που θα μπορούμε να εισπράξουμε και θα μας κάνει -μέσα στις σημερινές δυσκολίες- να νιώσουμε ότι είμαστε άνθρωποι και διαφέρουμε απο τα ζώα και τους απρόσωπους τοίχους,
της επιλογής μας να δούμε, να ακούσουμε να αισθανθούμε το προιόν που θέλουμε να αγοράσουμε και τελικά να το αγοράσουμε ή να το απορρίψουμε αλλά και της επιλογής της αλλαγής του προιόντος που αγοράσαμε και
τέλος και σημαντικότερο της ικανοποίησης -οχι εγωιστικά αλλά σαν ανθρώπινη προσφορά- ότι δώσαμε και εμείς δικαίωμα στην ζωή και στα όνειρα των συνανθρώπων μας και κατ’ επέκταση των οικογενειών τους. Των οικογενειών που έχουν υπηρετήσει και έχουν υπηρετηθεί απο αυτόν τον τόπο για χιλιάδες χρόνια.
Επίσης μην ξεχνάμε ότι διατηρώντας τις επιχειρήσεις και τις θέσεις εργασίας της χώρας μας, αποφεύγουμε και τον τεράστιο κίνδυνο της διαρροής των νέων μας σε άλλες χώρες μακριά απο την Ορθοδοξία και τα ήθη και έθιμα της πατρίδας μας, συναινώντας έτσι πλαγίως και άθελά μας, σε σχέδια έναντι του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας.
Αλλάζοντας λοιπόν καταναλωτική συμπεριφορά, μπορούμε να ξαναφέρουμε χαμόγελα και ελπίδα απλά δίνοντας προτεραιότητα στον τόπο μας και λαμβάνοντας ζεστά χαμόγελα αγάπης και όχι κρύα κλίκ καταστροφής.
Σάββας Παυλίδης – ΡΩΜΝΙΟΣ ΔΡΑΜΑΣ