Το Εκκλησιαστικό Τυπικό – Αντιμετώπιση απο τους Πατέρες και την Σύγχρονη Ιεροψαλτική Κοινότητα

Ἐμμανουήλ Περσυνάκη
Ἱεροψάλτου

   Τό Τυπικό εἶναι ἕνα σύνολο κανόνων πού καθορίζει τόν τρόπο συνθέσεως καί τελέσεως τῶν Ἀκολουθιῶν. Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχή τῶν χριστιανῶν πρέπει νά γίνεται «κατά τάξιν», κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο, σέ ἀντίθεση μέ τήν ἑβραϊκή χάβρα. Οἱ κανόνες αὐτοί θεσπίστηκαν ἀπό τούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἔχουν δογματικό ὑπόβαθρο καί μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου ἐπικυρώθηκαν ἀπό τοπικές καί οἰκουμενικές Συνόδους. Προσέλαβαν ἔτσι κανονιστικά ἰδιότητα καί εἶναι σήμερα κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Συγκροτοῦν τόν οὐσιώδη τύπο καί διασφαλίζουν τήν οὐσία τῶν ἀκολουθιῶν, γι᾿ αὐτό πρέπει να γίνωνται σεβαστοί ἀπό ὅλους τούς ἐνασχολούμενους μέ τό Τυπικό καί τίς Ἀκολουθίες. Οἱ παλαιοί πατέρες ἔλεγαν «ἄς τηρήσουμε τό Τυπικό, γιά νά ἀπολαύσουμε τό μυστήριο».

   Δυστυχῶς, μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου ἀμβλύνθηκε ἡ εὐαισθησία τῶν παλαιῶν πατέρων καί οἱ σύγχρονοι πατέρες «χρώμενοι» τήν οἰκονομία ἀπογύμνωσαν τίς ἀκολουθίες καί ἔτσι καθοδηγεῖται ὁ πιστός λαός τοῦ Θεοῦ στήν ἐλάσσονα, ποιοτικά ἀλλά καί χρονικά, συμμετοχή στίς ἀκολουθίες. Ἡ προσέλευση τῶν πιστῶν στίς ἀκολουθίες γίνεται μέ κριτήριο τήν ὥρα ἀπολύσεως τῆς ἀκολουθίας καί ὄχι τήν ὥρα ἐνάρξεως. Θά ἰσχυριστῆ ἴσως κανείς στήν ἐποχή μας, καί μέ τίς σύγχρονες κοινωνικοοικονομικές συνθῆκες πού ζεῖ ὁ σημερινός χριστιανός, ὅτι τά Τυπικά καί οἱ Ἀκολουθίες εἶναι παρωχημένα (ἀπαρχαιωμένα) καί πρέπει νά γίνη κάποια οἰκονομία ἀπό τήν Ἐκκλησία. Βεβαίως καί ὑπάρχει στήν Ἐκκλησία ἡ οἰκονομία, ὄχι ὅμως διότι τά τῆς Ἐκκλησίας θεσπισθέντα εἶναι παρωχημένα, ἀλλά γιά τήν ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Γιά τόν καθηγητή Δογματικῆς Χρῆστο Ἀνδροῦτσο ἡ οἰκονομία πρέπει νά γίνεται χωρίς νά ἀλλοιώνεται ἡ ἀκρίβεια καί νά ἔχη περιορισμένη χρονική διάρκεια γιά νά μή μετατρέπεται σέ ἔθος, δηλαδή αὐθαιρεσία πού παγιώνεται.

   Στόν προεστῶτα ἡ Ἐκκλησία ἔδωσε τό δικαίωμα νά ἐνεργῆ κατά τήν «δόξαν του» (γνώμη του), ὄχι ὅμως στοῦ ὁποιουδήποτε προεστῶτα καί γιά ὁποιοδήποτε θέμα. Γι᾿ αὐτό στά βιβλία τῆς ἐκκλησίας σημειώνεται ποιός συγκεκριμένος προεστώς, γιά ποιά θέματα καί πότε μπορεῖ νά διαφοροποιηθῆ ἀπό τούς κανόνες τοῦ Τυπικοῦ, κατά τήν γνωστή φράση «ὡς δόξει τῷ προεστῶτι». Γιά παράδειγμα, ἕνας λειτουργός πού κατά τήν τέλεση τῆς Λειτουργίας εἶναι προεστώς δέν μπορεῖ νά παραλείψη τήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου ἤ τήν ἐκτενῆ ἤ νά διακόψη τήν Λειτουργία γιά νά κάνη ἀρτοκλασία. Πρέπει ὁ ἱεροψάλτης νά γνωρίζη καί νά λειτουργῆ στό ἀναλόγιο μέ βάση τό Τυπικό. Δέν εἶναι ἐκεῖνος πού θά παρεκκλίνη ἀπό τό τυπικό, οὔτε πρέπει νά ἀνεχθῆ παρέκκλιση ἀπό τό τυπικό πού συνήθως καταλήγει σέ ἔθος, δηλαδή σέ αὐθαιρεσία· τότε ὀφείλει νά παραιτηθῆ. Αὐθαιρεσία εἶναι ἡ παράλειψη τοῦ «Ἀλληλούϊα» πρό τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ Ἐκκλησία θέσπισε τό «Ἀλληλούϊα» πρό τοῦ Εὐαγγελίου, γιατί οἱ πιστοί πρέπει νά ὑποδεχτοῦν τόν Λόγον τοῦ Κυρίου, δηλαδή τόν Κύριο. Παραλείποντας τό «Ἀλληλούϊα», ὑποδεχόμαστε τόν Λόγο τοῦ Κυρίου (Εὐαγγέλιο) ὡς ἕνα κοινό κείμενο, ἕναν κοινό λόγο, διαπράττουμε δηλαδή ἕνα μεγάλο λάθος. Νά γιατί ἡ τήρηση τοῦ Τυπικοῦ εἶναι ἀπαραίτητη.

    Ἡ γνώση λοιπόν τοῦ τυπικοῦ καί ἡ τήρησή του εἶναι ἀπαραίτητες προϋποθέσεις γιά νά μπορῆ ὁ ἱεροψάλτης νά συμμετέχη στήν τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν. Ἰδανικό εἶναι ὁ ἱεροψάλτης νά μελετᾶ καί νά διδάσκη τό Τυπικό στά μέλη τοῦ χοροῦ σέ χρόνους ἐκτός ἀκολουθίας. Μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου μπορεῖ νά ἀναθέτη γιά κάποιο χρονικό διάστημα τήν εὐθύνη τῆς καταρτίσεως καί παρακολουθήσεως τοῦ Τυπικοῦ πού τηρεῖται στό ἀναλόγιο σέ μέλος τοῦ ἀναλογίου, ἀφοῦ αὐτό προηγουμένως προετοιμαστεῖ, πάντοτε ὅμως ὑπό τήν ἔγκριση καί τήν αὐστηρή παρακολούθηση τοῦ ἱεροψάλτου. Ἔτσι θά ἐκπαιδευτοῦν τά μέλη τοῦ χοροῦ στήν ἐξεύρεση τῶν ἀνάλογων ὑμνολογικῶν στοιχείων καί τήν σύνθεση τῶν ἀκολουθιῶν σύμφωνα μέ τούς κανόνες τοῦ Τυπικοῦ καί χωρίς τήν βοήθεια πρόχειρων βοηθημάτων. Εἶναι ἀπαραίτητο οἱ διδασκόμενοι τήν Βυζαντινή μουσική νά διδάσκωνται καί τό Τυπικό, γιά νά γνωρίζουν τίς ἁρμοδιότητες τόσο τοῦ ἱεροψάλτου, ὅσο καί τοῦ ἱερέως καί τῶν ἄλλων ὑπηρετούντων στόν ναό, ὥστε νά ἀποφεύγωνται οἱ συγκρούσεις.

   Οἱ σχέσεις ἱεροψαλτῶν καί ἐφημερίου πρέπει νά διέπωνται ἀπό ἀγάπη καί εἰρήνη, διότι διαφορετικά δέν μποροῦν νά συμμετέχουν στήν τέλεση Ἀκολουθιῶν, καθώς ἀπαιτεῖται νά ἰσχύη τό «ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους, ἵνα ἐν ὁμονοίᾳ ὁμολογήσωμεν». Πρέπει πρό τῆς ἀναλήψεως τῶν καθηκόντων ὁ ἱεροψάλτης νά συζητήση μέ τόν ἐφημέριο τά τῆς προσλήψεως καί ὑποχρεώσεων ζητήματα. Ἄν κατά τήν συζήτηση αὐτή προβληθοῦν ἀπό τόν ἐφημέριο ἀπαιτήσεις πού ἀλλοιώνουν τήν ἀκρίβεια καί πληρότητα τῶν ἀκολουθιῶν, πρέπει νά ἀρνηθῆ ὁ ἱεροψάλτης νά ἀναλάβη τήν θέση πού τοῦ προτείνεται. Εἶναι γνωστό σέ ὅλους τούς πιστούς ὅτι χωρίς ἱεροψάλτη ὁ ἱερέας δέν μπορεῖ νά τελέση Λειτουργία μόνος του, γιατί ἡ λειτουργία δέν γίνεται γιά τόν ἱερέα ἀλλά γιά τήν χριστιανική κοινότητα (ἐνορία) τήν ὁποία ἐκπροσωπεῖ ὁ ἱεροψάλτης. Στόν ἐκπρόσωπο τοῦ λαοῦ (τῆς ἐνορίας) ὀφείλει τήν ἁρμόζουσα συμπεριφορά. Εἶναι ἀνεπίτρεπτες οἱ παρατηρήσεις πού γίνονται ἀπό τήν Ὡραία Πύλη στόν ἱεροψάλτη μεσούσης τῆς ἀκολουθίας, γιατί προκαλοῦν σύγχυση καί ἀπώλεια τῆς ἠρεμίας, ἀπαξιώνουν τόν ἱεροψάλτη καί «εἰς οὐδέν ὠφελοῦν μόνο θόρυβος γίνεται» καί κυρίως εἶναι μεγάλη ἀσέβεια νά διακόπτεται ἡ προσευχή καί μάλιστα ἡ ἀκολουθία.

   Σέ καμμία περίπτωση ὁ ἱεροψάλτης δέν πρέπει νά ἀντιδράση καί μέ κανέναν τρόπο σέ παρατήρηση πού τοῦ ἀπευθύνει ὁ ἱερέας ἀπό τήν Ὡραία Πύλη, ὀφείλει νά σιωπήση καί νά λέη καθ᾿ ἑαυτόν τό «Κύριε ἐλέησον». Μετά τό πέρας τῆς ἀκολουθίας καί «ἐνώπιος ἐνωπίῳ» πρέπει νά ἀναλυθῆ ἡ παρατήρηση, νά δοθοῦν ἑκατέρωθεν ἐξηγήσεις, ὥστε ὁ «παροργισμός» νά μή διατηρηθῆ ἔξω ἀπό τόν Ναό. Τό Τυπικό καθορίζει τόν ἦχο στόν ὁποῖο θά ψαλλῆ συγκεκριμένο ὑμνολογικό στοιχεῖο. Ὁ ἱεροψάλτης ἐπιλέγει μουσικές συνθέσεις μέ τίς ὁποῖες θά ἐπενδύση τά διάφορα κείμενα· αὐτές πρέπει νά ἀνήκουν στίς συγκεκριμένες ἀπό τήν Ἐκκλησία συνθέσεις πρωτοψαλτῶν. Στήν μακρόχρονη ἱεροψαλτική μου πορεία δυστυχῶς διεπίστωσα ὅτι ἐλάχιστοι ἱερεῖς ἐρωτοῦν τόν ἱεροψάλτη γιά τήν ἐπιλογή τῶν μελῶν π.χ. σέ ποιόν ἦχο θά ψάλλη τό χερουβικό, τά πληρωτικά, τά εἰρηνικά, τήν δοξολογία, τόν τρισάγιο ὕμνο κ.λπ. Εἶναι ἀπαραίτητο ὁ ἱερέας νά ἐναρμονίζεται μέ τόν ἱεροψάλτη καί νά ἀπαγγέλλη τίς ἐκφωνήσεις στούς δεσπόζοντες φθόγγους τοῦ ἤχου πού ἐπέλεξε ὁ ἱεροψάλτης, γιά νά ἀποφεύγωνται οἱ ἄναρθρες κραυγές καί οἱ ὀπερατικοί χρωματισμοί.        Ὁ ἱεροψάλτης ἐπιλέγει τήν φωνητική βάση στήν ὁποία θά ψάλλη, γιατί αὐτή ἐξαρτᾶται ἀπό τό εὗρος καί τό εἶδος τῶν συνθέσεων. Ὁ χρόνος ἐνάρξεως καί λήξεως τῶν Ἀκολουθιῶν καθορίζονται ἀπό τόν ἐφημέριο, ἀφοῦ αὐτός λάβη ὑπ᾿ ὄψη του τίς τοπικές συνθῆκες, μέ στόχο νά ἐξυπηρετῆται ὁ λαός. Ἐδῶ μπορεῖ ὁ ἐφημέριος νά κάνη οἰκονομία καί νά παρεκκλίνη, ἄν εἶναι ἀνάγκη, ἀπό τῆς Μητροπόλεως τά προγράμματα. Σέ κάθε περίπτωση, ἡ διάρκεια τῆς ἀκολουθίας πρέπει νά ἔχη τόσο χρόνο, ὥστε νά μπορῆ ὁ ἐκκλησιαζόμενος νά ἀφομοιώνη τά νοήματα καί νά μή δίνεται ἡ ἐντύπωση τῆς προχειρότητος.

 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ Ε.ΡΩ. ΤΕΥΧΟΣ 37