Τὸ οὐσιαστικὸ βοήθεια προέρχεται ἀπὸ τὴ φράση «έπὶ βοήν θέω «τρέχω», ἑπομένως τρέχω νὰ ἀνταποκριθῶ στὴ βοὴ τοῦ ἄλλου. Τὸ ὁμηρικὸ ρῆμα θέω σημαίνει «τρέχω»: περὶ ψυχῆς θέον Ἕκτορος (ἔτρεχαν γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ Ἕκτορα).
Ἀνακαλύπτω τὶς ρίζες τῶν λέξεων. Βοήθεια