ΓΩΝΙΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Ἀνακαλύπτω τὶς ρίζες τῶν λέξεων. Βοήθεια

Τὸ οὐσιαστικὸ βοήθεια προέρχεται ἀπὸ τὴ φράση «έπὶ βοήν θέω «τρέχω», ἑπομένως τρέχω νὰ ἀνταποκριθῶ στὴ βοὴ τοῦ ἄλλου. Τὸ ὁμηρικὸ ρῆμα θέω σημαίνει «τρέχω»: περὶ ψυχῆς θέον Ἕκτορος (ἔτρεχαν γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ Ἕκτορα).

Τιμαλφεῖς λέξεις. Ἐπίνοια καί ἐπίπνοια

Ἐπίνοια εἶναι ἡ ἐπινοητικότητα, ὁτιδήποτε κοινούργιο καὶ πρωτότυπο συλλαμβάνει ὁ νοῦς, εἶναι ἐπίσης ἡ ἱκανότητα νὰ ἐπινοῆ κανεὶς νέα καὶ πρωτότυπα πράγματα. Δὲν πρέπει νὰ συγχέεται μὲ τὴν ἐπίπνοια. Ἐπίπνοια εἶναι ἡ «θεία ἔμπνευση».

Ἀληθεύοντες ἐν γλώσσῃ. Ἀπαυδάω-ὤ

Τὸ ρῆμα ἀπαυδάω-ῶ (ἀπό + αὐδή «ὁμιλία»), ποὺ σημαίνει «δὲν μπορῶ νὰ μιλήσω», «δὲν ἀντέχω ἄλλο», ἐκφέρεται λανθασμένα στὸν παρακείμενο «ἔχω ἀπηυδήσει», ἀντὶ «ἔχω ἀπαυδήσει» ποὺ εἶναι ὁ ὀρθὸς τύπος.

Σελίδες