ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ: Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΔΟΓΜΑΤΙΚΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού

Οἱ ἀλεξανδρινοὶ Πατέρες ἔβαλαν καὶ ἐκεῖνοι τὴ δική τους σφραγῖδα στὴν ἀνάπτυξη τῆς Θεολογίας τῆς Ἐκκλησίας μας. Μὲ κέντρο ἀνάπτυξης τῶν θεολογικῶν σπουδῶν τὴν περίφημη Κατηχητικὴ Σχολή, ἡ Ἐκκλησία τῆς Αλεξάνδρειας ἀνέδειξε μεγάλες μορφές. Μιὰ ἀπὸ αὐτὲς εἶναι καὶ ὁ ἅγιος Κύριλλος ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας, ὁ κορυφαῖος δογματικὸς θεολόγος καὶ ὑπερασπιστὴς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἀλλὰ καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πλέον συκοφαντημένους Πατέρες καὶ ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας.

Γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια περὶ τὸ 378 ἀπὸ εὔπορους γονεῖς καὶ ἦταν ἀνεψιὸς τοῦ πατριάρχη Θεοφίλου. Οἱ γονεῖς του φρόντισαν νὰ τοῦ δώσουν σοβαρὴ μόρφωση. Σπούδασε γραμματική, ρητορικὴ καὶ φιλοσοφία στὶς ὀνομαστὲς ἐθνικὲς σχολὲς τῆς Αλεξάνδρειας καὶ τέλος σπούδασε θεολογία καὶ βιβλικὲς σπουδὲς στὴν ὀνομαστὴ Κατηχητικὴ Σχολή. Περὶ τὸ 400 χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸ θεῖο του Θεόφιλο ἀναγνώστης καὶ στὴ συνέχεια διάκονος καὶ πρεσβύτερος, ὁ ὁποῖος ἔδειξε νωρὶς τὰ χαρίσματά του καὶ τὴν βαθιὰ προσήλωσή του στὴν ὀρθόδοξη παράδοση.

Τὸ 403 συνόδευσε τὸ Θεόφιλο προκειμένου νὰ συμμετάσχει στὴν λεγομένη παρὰ τὴν Δρῦν Σύνοδο, ἡ ὁποία καθαίρεσε τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸ Χρυσόστομο. Ἦταν ἡ πρώτη ἀτυχὴς συγκυρία τῆς ζωῆς του. Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του στὴν Ἀλεξάνδρεια ἔνοιωσε τὴν ἀνάγκη γιὰ νὰ ἀναπτύξει περαιτέρω τὴν πνευματική του ἀνάπτυξη καὶ τὸν καταρτισμό του. Γι’ αὐτὸ κατέφυγε στὰ ὀνομαστὰ τῆς Αἰγύπτου, ὅπου ὑπῆρχαν ἅγιοι ἀσκητές, γιὰ νὰ πάρει ἀπὸ αὐτοὺς τὰ πνευματικὰ ἐφόδια, τὰ ὁποῖα θὰ τοῦ ἦταν ἀπαραίτητα γιὰ τὴν κατοπινὴ ἐκκλησιαστική του διακονία. Ὁ θεῖος του Θεόφιλος τὸν ἔστειλε στὶς Μονὲς τῆς Νιτρίας, γιὰ νὰ ἐντρυφήσει στὴν εὐσέβεια. Ἔμεινε πέντε χρόνια στὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, μελετῶντας τὴν Ἁγία Γραφὴ ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ ἁγίου Σεραπίωνος.

Στὶς 15 Ὀκτωβρίου τοῦ 412 ἦρθε στὴν Ἀλεξάνδρεια γιὰ νὰ παραστεῖ στὴν κηδεία τοῦ Θεόφιλου καὶ νὰ διεκδικήσει τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ἄν καὶ ἡ ἀριστοκρατία τῆς Αλεξάνδρειας προωθοῦσε γιὰ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τὸν Τιμόθεο, ὅπως καὶ ἡ πολιτικὴ διοίκηση τῆς πόλεως, ἐν τούτοις ἐξελέγη ὁ Κύριλλος, ὁ ὁποῖος ἐνθρονίστηκε στὶς 17 Ὀκτωβρίου τοῦ 412 καὶ ποίμανε τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας γιὰ 32 χρόνια.

Ἡ ἐπισκοπική του διακονία δὲν ὑπῆρξε εἰρηνική, διότι ἡ μεγάλη πόλη τῶν ἀλεξανδρινῶν ταρασσόταν ἀπὸ συχνὲς ἐπαναστάσεις καὶ ἡ τοπικὴ Ἐκκλησία σπαράσσονταν ἀπὸ αἱρέσεις καὶ σχίσματα. Στὴ μεγαλούπολη καὶ πολυεθνικὴ Ἀλεξάνδρεια εἶχαν βρεῖ καταφύγιο ὑπολείμματα ἀρχαίων αἱρετικῶν καὶ σχισματικῶν ὁμάδων, ὅπως τῶν αρειανών, τῶν μαρκιωνιτών, τῶν ὀπαδῶν τοῦ Παύλου Σαμοσατέως, τῶν νοβατιανών, κ.α. οἱ ὁποῖοι δημιουργοῦσαν σοβαρὰ προβλήματα στοὺς Ὀρθοδόξους. Ὁ ἅγιος Κύριλλος ἀνέπτυξε μιὰ ἀξιοθαύμαστη αντιαιρετική ποιμαντική, ὥστε ἐξουδετέρωσε στὴν οὐσία τὶς αἱρετικὲς ὁμάδες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ βρεθεῖ στὸ στόχαστρο τῶν αιρεσιαρχών.

Προβλήματα δημιουργοῦσαν ἐπίσης καὶ οἱ ἐναπομείναντες φανατικοὶ εἰδωλολάτρες τοῦ θνήσκοντος εθνισμού. Οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων, οἱ μάντεις καὶ ὅλα τὰ παράσιτα τῆς ἀρχαίας θρησκείας, βλέποντας τὰ συμφέροντά τους νὰ θίγονται σοβαρὰ ἀπὸ τὴν ἐρήμωση τῶν ναῶν καὶ τῶν μαντείων, καλλιεργοῦσαν στὶς ἀμαθεῖς καὶ φανατισμένες μᾶζες τῶν ἐθνικῶν μῖσος καὶ ἐκδίκηση κατὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Χριστιανῶν καὶ ἰδιαιτέρως κατὰ τοῦ ἐπισκόπου Κυρίλλου.

Τέλος ἡ πολυπληθὴς ἰουδαϊκὴ κοινότητα τῆς Αλεξάνδρειας, συνεχίζοντας τὴν ἀρχαία ἔχθρα πρὸς τοὺς Χριστιανούς, κρυβόταν συχνὰ πίσω ἀπὸ ραδιουργίες,

ἐξωθῶντας τοὺς φανατισμένους εἰδωλολάτρες κατὰ τῶν Χριστιανῶν, καθὼς καὶ τὴν πολιτικὴ διοίκηση τῆς πόλεως, ἡ ὁποία συντάσσονταν μὲ τοὺς ἐχθροὺς τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ ἅγιος Κύριλλος προσπαθοῦσε νὰ εἶναι εἰρηνοποιὸς ἀνάμεσα στὶς ἀντίπαλες παρατάξεις, ποὺ ὅμως δὲν τὸ κατόρθωνε πάντα. Μιὰ ἀπὸ τὶς ἀτυχέστερες στιγμὲς τῆς ποιμαντορίας τοῦ ἁγίου Κυρίλλου ὑπῆρξε ἡ δολοφονία τῆς ἀλεξανδρινῆς φιλοσόφου Ὑπατίας τὸ 416, στὸν ὁποῖο ἀποδίδουν κάποιοι κακεντρεχεῖς καὶ ἀνιστόρητοι εὐθύνες. Ἀφορμὴ ὑπῆρξε ἡ ἐνεργοποίηση κάποιου νόμου γιὰ τὴ δήμευση τῶν ἰουδαϊκῶν συναγωγῶν, διότι ὁ ἰουδαϊκὸς ὄχλος εἶχε βιαιοπραγήσει κατὰ τῶν Χριστιανῶν. Κάποιοι Ἰουδαῖοι προσεταιρίστηκαν τὸν δύστροπο Ἔπαρχο Ὀρέστη, τὸν ὁποῖο ἔστρεψαν κατὰ τοῦ Κυρίλλου. Σὲ μιὰ διαδήλωση ἄνθρωποι τοῦ Ὀρέστη σκότωσαν κάποιον μοναχὸ Αμμώνιο, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ Χριστιανοὶ νὰ ἐξαγριωθοῦν καὶ νὰ κινηθοῦν κατὰ τοῦ Ἐπάρχου. Οἱ Ἰουδαῖοι βρῆκαν ἀφορμὴ καὶ κινήθηκαν κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ἔχοντας μαζί τους πλῆθος εἰδωλολατρῶν τῆς πόλεως, οἱ ὁποῖοι, ὅπως εἴπαμε, μισοῦσαν τοὺς Χριστιανούς. Σὲ αὐτὴ τὴν ἄγρια συμπλοκή, ἄγνωστο πὼς καὶ ἀπὸ ποιούς, συνελήφθη ἡ Ὑπατία, ἡ ὁποία δολοφονήθηκε οἰκτρά. Ἀλλὰ οἱ μόνοι ποὺ δὲν εἶχαν λόγο νὰ δολοφονήσουν τὴ φιλόσοφο ἦταν οἱ Χριστιανοί, διότι ἐκείνη, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ὅτι εἶχε μαθητὲς διακεκριμένους Χριστιανοὺς τῆς πόλεως, ὅπως τὸν Συνέσιο ἐπίσκοπο Πτολεμαΐδας, βρισκόταν στὸ στάδιο τῆς κατηχήσεώς της καὶ τὸ ἑπόμενο Πάσχα ἐπρόκειτο νὰ βαπτισθεῖ χριστιανή! Οἱ μόνοι ποὺ εἶχαν λόγο νὰ τὴ δολοφονήσουν ἦταν οἱ εἰδωλολάτρες, ποὺ τὴ θεωροῦσαν ἀποστάτη καὶ οἱ ὑποκινητὲς τῆς στάσεως Ἰουδαῖοι. Ἐπίσης εἶναι ἱστορικὰ βεβαιωμένο πὼς ὁ Κύριλλος δὲ φέρει εὐθύνη γιὰ τὴ δολοφονία, διότι ἔλειπε ἀπὸ τὴν πόλη.

Ὁ ἅγιος Κύριλλος ὑπῆρξε ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους δογματικοὺς θεολόγους τῆς ἐποχῆς του, ὁ ὁποῖος κατανόησε καὶ διατύπωσε τὸ χριστολογικό δόγμα, μὲ ἀπόλυτη σαφήνεια καὶ ἀκρίβεια. Πρωτοστάτησε στὴν Γ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (431), ἡ ὁποία καταδίκασε τὸν αἱρετικὸ Νεστόριο, ὁ ὁποῖος ἀρνοῦνταν τὴ θεία φύση τοῦ Χριστοῦ. Στὰ βαθυστόχαστα θεολογικά του συγγράμματα ἐκφράζει τὴν πίστη τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἀληθινὴ σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τὴν τέλεια ἕνωση τῆς θείας καὶ ἀνθρωπίνης φύσεως στὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου. Ἐπίσης ὁ ἅγιος Κύριλλος εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεολόγος τῆς Θεοτόκου.

Κοιμήθηκε στὶς 27 Ἰουνίου τοῦ 444. Τιμᾶται ὡς ἅγιος καὶ οἰκουμενικὸς διδάσκαλος ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 9 Ἰουνίου καὶ στὶς 18 Ἰανουαρίου, μαζὶ μὲ τὸν Μ. Ἀθανάσιο.