Τη 24η του αυτού μηνός μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος και Ισαποστόλου Κοσμά του Αιτωλού

ΑΒΡΑΑΜ  Ε. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ

Υπάρχουν στη ζωή των εθνών και των λαών μερικά φωτεινά ορόσημα που έντονα σημαδεύουν την ιστορική τους πορεία. Συνήθως τέτοια ορόσημα είναι σπάνια, αναφαίνονται πού και πού, αλλά η επίδρασή τους είναι τόσο μεγάλη, που ξεπερνάει τα στενά πλαίσια του χρόνου και του χώρου. Οι λαοί, που έχουν το προνόμιο να διαθέτουν στην ιστορία τους είτε φυσιογνωμίες, είτε συμβάντα που μπορούν να παίξουν το ρόλο τέτοιων οροσήμων, λογίζονται ευτυχείς και τρισόλβιοι, γιατί μπορούν με αυτά να προσδιορίζουν την πορεία τους μέσα στην ιστορική κονίστρα, να διδάσκονται και να πορεύονται σωστά, μακριά από παρεκκλίσεις και επικίνδυνες λοξοδρομήσεις, που κοστίζουν ακριβά και πληρώνονται αδυσώπητα.

Εμείς οι Έλληνες είμαστε ιδιαίτερα ευνοημένοι από τη Θεία Πρόνοια στον πνευματικό μας τομέα, γιατί η παράδοσή μας, αυτή η ζωντανή έκφραση της ζωής μας, είναι έντονα διαποτισμένη από την παρουσία υπέροχων μορφών, κυριολεκτικά θείων και εμπνευσμένων, που φανερώθηκαν στον τόπο σε χρόνια δύσκολα, και με το φως που ξεπήδησε από την ψυχή τους, σκόρπισαν στη γη μας τη δύναμη της αγάπης και την κληρονομιά της ορθοφροσύνης. Μια τέτοια μορφή, σχεδόν ανεπανάληπτη και κορυφαία, υπήρξε ο ιερομάρτυρας και εθναπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός, που έζησε στα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς, τον 18ο  αιώνα.

Ο Άγιος αυτός άνθρωπος του Θεού, διδάσκαλος και κήρυκας του Θείου Ευαγγελίου, καταγόταν από ένα μικρό χωριό της Αιτωλίας που λεγόταν Μέγα Δένδρο. Γεννήθηκε το 1714 μ.Χ. Το λαϊκό του όνομα ήταν Κώνστας. Ήταν γιος ευσεβών γονέων, από τους οποίους ανατράφηκε και εκπαιδεύτηκε στα γράμματα «εν νουθεσία Κυρίου» κατά τον Απόστολο Παύλο. Όταν ήρθε στην ηλικία των 20 χρονών περίπου, διδάχθηκε τα γράμματα από κάποιον ιεροδιάκονο, τον Ανανία. Κατόπιν φοίτησε στην φημισμένη παλαιά Σχολή του Αγίου Όρους, την Αθωνιάδα, που βρισκόταν τότε στη Μονή Βατοπεδίου. Μαθήτευσε κοντά σε μεγάλους και ονομαστούς διδασκάλους, όπως τον Ευγένιο Βούλγαρη και τον Νικόλαο Τζαρτζούλη. Ολοκλήρωσε τη μόρφωσή του στο ασκητικό του κελί, στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, όπου μπορεί κανείς να λάβει τη βαθύτερη και πιο ολοκληρωμένη, όχι μόνο θεία αλλά και κατά κόσμο παιδεία. Στην Μονή Φιλοθέου εκάρη μοναχός. Με προτροπή των Πατέρων της Μονής χειροτονήθηκε κατόπιν και ιερομόναχος. Ο μακάριος αυτός άνδρας είχε πόθο στην καρδιά του να ωφελήσει τους αδελφούς χριστιανούς με εκείνα που διδάχθηκε και έμαθε. Έβλεπε ότι οι χριστιανοί στα χρόνια εκείνα της μαύρης τουρκικής σκλαβιάς είχαν μεγάλη ανάγκη από τον Λόγο του Θεού. Θέλοντας δε να δει αν είναι κατά Θεόν να βγει στον κόσμο για να διδάξει και παρηγορήσει τους αδελφούς χριστιανούς, άνοιξε τυχαία την Αγία Γραφή και διάβασε στο σημείο που έλεγε: «Μηδείς το εαυτού ζητείτω, αλλά το του ετέρου έκαστος» (Α΄ Κορινθ. ι΄, 24). Δηλαδή, ας μη ζητά κάποιος μόνο το δικό του συμφέρον, αλλά και το συμφέρον του αδελφού του. Έτσι αφού φωτίστηκε, αποκάλυψε τον σκοπό της φυγής του στους αδελφούς της Μονής και αφού πήρε συγχώρηση και ευλογία πήγε στην Κωνσταντινούπολη.

Απ’ ότι μας λέγει ο ίδιος, στο Άγιο Όρος κάθισε δέκα επτά (17) ολόκληρους χρόνους και έκλαιγε για τις αμαρτίες του και τις αμαρτίες των συνανθρώπων του. Επίσης λέει, ότι μελετώντας το Άγιο και Ιερό Ευαγγέλιο βρήκε μέσα πολλά και διάφορα νοήματα, τα οποία είναι όλα μαργαριτάρια, διαμάντια, θησαυρός, πλούτος, χαρά, ευφροσύνη, ζωή ουράνιος. Είναι χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε όταν τον ρώτησαν, γιατί άφησε το Άγιον Όρος και γυρίζει στον κόσμο: “Επειδή το Γένος μας έπεσε εις την αμάθεια, είπα: Ας χάσει ο Χριστός εμένα, ένα πρόβατο, κι’ ας κερδίσει τα άλλα. Ίσως η ευσπλαχνία του Θεού και η ευχή η δική σας, σώσει κι’ εμένα”. Για να πεις τέτοια λόγια χρειάζεται πλούτος, ωκεανός αγάπης για τον άλλο, ώστε να φτάσεις στο σημείο να παραβλέπεις το δικό σου συμφέρον, χάριν του συμφέροντος του άλλου.

Αρχίζει τις περιοδείες του με μια τιτάνια προσπάθεια να αναχαιτίσει το κύμα των εξισλαμισμών, φέρνοντας τον Χριστό κοντά στους ανθρώπους. Και το πετυχαίνει. Ανάβει πυρκαγιές στις καρδιές και καίει την αδιαφορία. Με αλύγιστη δύναμη ψυχής, με αγάπη στον Χριστό και στην Ελλάδα και με τέσσερις κατά σειράν περιοδείες, έσπειρε αυτός ο φτωχός και καταφρονημένος Άγιος της Πίστης μας, το σπόρο της Λευτεριάς, τόσο της πνευματικής από τα νύχια της αμαρτίας, όσο και της εθνικής, από το πέλμα του τυράννου, μέσα στις καρδιές των ραγιάδων. Ταπεινός καλόγερος στην εξωτερική του εμφάνιση ο Πατρο-Κοσμάς, φλογερός όμως στην ψυχή και αδούλωτος στο φρόνημα, ξεπετάχθηκε μέσα από τα σπλάγχνα του λαού μας στην κατάλληλη στιγμή, με γονιμοποιημένη τη σκέψη από το ασκητικό ιδεώδες της Ορθοδοξίας μας. Στ’ αλήθεια δεν υπάρχει στο στερέωμα εκείνης της εποχής άλλο πνευματικό αστέρι με τέτοια λάμψη και τέτοια προσφορά στο λαό μας, από τον Πατρο-Κοσμά.

“Η φλογερή και καυτερή γλώσσα του Αγίου Κοσμά, ενώ συγκινούσε και συγκλόνιζε τα πλήθη, απεναντίας στους πλουσίους και τους άρχοντες που κατέκρινε, δεν άρεσε”. Αμφισβητήσεις σηκώθηκαν. Άρχισαν ν’ αντιδρούν και να βλέπουν τον ιεροκήρυκα, σαν αντίπαλο κι’ εχθρό τους. Μιλώντας την απλή γλώσσα του λαού, που χειριζόταν θαυμάσια, συμβούλευε την αγάπη, την ομόνοια, την αφιλοκέρδεια, την παύση της κερδοσκοπίας των εμπόρων και των πλουσίων και προ πάντων στηλίτευε τους εξισλαμισμούς. Μοίραζε ελεημοσύνες, ίδρυε εκκλησίες και κυρίως φρόντιζε τον κόσμο που έβλεπε πεσμένο θρησκευτικώς και ηθικώς. “Τούς αγρίους ημέρευε, τους ληστές καταπράυνε, τους ανελεήμονας έδειχνε ελεήμονας, τους ανευλαβείς ευλαβείς, τους αμαθείς μαθήτευε”.

Έλεγε ο ίδιος: “Είμαι κι’ εγώ αδελφοί μου, άνθρωπος αμαρτωλός, χειρότερος απ’ όλους. Είμαι όμως δούλος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του Εσταυρωμένου, και όχι πως εγώ είμαι άξιος να είμαι δούλος του Χριστού, αλλ’ ο Χριστός που με καταδέχεται δια την ευσπλαχνία Του. Τον Χριστό μας, λοιπόν, αδελφοί μου πιστεύω, δοξάζω και προσκυνώ. Τον Χριστόν μας παρακαλώ να με καθαρίσει, από κάθε αμαρτία ψυχική και σωματική. Τον Χριστό παρακαλώ να με δυναμώσει να νικήσω τους τρεις εχθρούς: τον κόσμο, την σάρκα και τον διάβολο. Τον Χριστό μου παρακαλώ να με αξιώσει να χύσω και εγώ το αίμα μου, δια την αγάπη Του. Ανίσως, αδελφοί μου, ήτο δυνατόν ν’ ανέβω εις τον ουρανό, να φωνάξω μίαν φωνή μεγάλη, να κηρύξω σ’ όλον τον κόσμο πως μόνον ο Χριστός μας είναι Υιός και Λόγος του Θεού και Θεός αληθινός και ζωή των πάντων, ήθελα το κάμει. Και επειδή δεν δύναμαι να πράξω εκείνο το μέγα, κάμω τούτο το μικρό και περιπατώ από τόπο εις τόπο και διδάσκω τους αδελφούς μου κατά δύναμιν, όχι ως διδάσκαλος, αλλ’ ως αδελφός. Διδάσκαλος μόνον ο Χριστός μας είναι”.

Μαζί του στις περισσότερες εξορμήσεις του είχε περίπου 40 με 50 ιερείς που τον ακολουθούσαν και τελούσαν το μυστήριο της Θείας Εξομολογήσεως και του Αγίου Βαπτίσματος. Είχε πείσει τους πλούσιους που του δώρισαν πάνω από 4.000 χάλκινες κολυμβήθρες για τις βαπτίσεις, που τις αφιέρωσε στις κατά τόπους εκκλησίες. Στον τόπο όπου δίδασκε κατασκεύαζε ένα μεγάλο ξύλινο Σταυρό και δίπλα σε ένα σκαμνί ανέβαινε και δίδασκε.

Ο Άγιος Κοσμάς είπε πολλές Προφητείες και με συμβολικό τρόπο εκφράσθηκε για πρόσωπα και καταστάσεις της εποχής του, καθώς και για το μέλλον της φυλής μας. Είναι άξιες μεγάλης προσοχής οι Προφητείες αυτές, γιατί αποδεικνύουν όντως θεοφόρο και θεόπνευστο τον άνδρα αυτόν. Πολλές δε απ’ αυτές εκπληρώθηκαν στο ακέραιο, ενώ άλλες ακόμη αναμένουν τον κατάλληλο καιρό για να εκπληρωθούν. Συχνά τα λόγια του Αγίου ακολουθούσαν θαυμαστά γεγονότα, που έκαμναν τους ακροατές του, να κυριεύονται από θάμβος και έκπληξη, εμπρός στη δύναμη του απλοϊκού εκείνου ανθρώπου, που είχε σύμμαχο τον Θεό. Έχοντας την χάρη του Αγίου Πνεύματος, θεράπευσε παραλύτους, κωφούς, δαιμονιζόμενους και τέλεσε την ανάβλυση υδάτων, σε ξηρά και άνυδρα μέρη. Ακόμα και μετά τον θάνατό του, συνεχίστηκαν τα θαύματα του Αγίου. Κατά τη διάρκεια της εκταφής του, μία δαιμονισμένη γυναίκα θεραπεύθηκε εντελώς αντικρύζοντας το σκήνωμα του Αγίου Κοσμά.

Ο Άγιος Κοσμάς μας άφησε τις περίφημες “Διδαχές” του. Εκείνο που θα διαπιστώσει κανείς διαβάζοντας αυτές τις “Διδαχές” είναι ότι, δύο ήταν οι κεντρικοί άξονες, γύρω από τους οποίους ο Άγιός μας έπλεξε το υφάδι του λόγου του: “Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ”. Αρχίζοντας από τον Χριστό, δηλαδή από την Ορθόδοξο Πίστη μας, προσπαθούσε να καλλιεργήσει στις ψυχές των ακροατών του την θρησκευτικότητα. Στην θρησκευτική ανύψωση του Γένους έβλεπε την ηθική του αναγέννηση. Ο κόσμος ήταν κατατρομαγμένος από την θηριωδία του Τούρκου, που δεν αναγνώριζε δικαιώματα στους ραγιάδες. Αγραμματοσύνη βασίλευε παντού. Ο ιερός κλήρος ήταν κατά το πλείστον αγράμματος και σπάνιο πράγμα ήταν η ύπαρξη ιερέως. Αποτέλεσμα αυτής της καταπτώσεως, ήταν το θλιβερό φαινόμενο των εξισλαμισμών: Δηλαδή της αποστασίας από την Ορθόδοξη πίστη. Άτομα και ολόκληρα χωριά πολλές φορές προσέρχονταν στον Μουσουλμανισμό, για να γλυτώσουν από την αφόρητη καταπίεση της τουρκικής ασυδοσίας. Αυτό το ανέμενε ο Άγιος Κοσμάς, γι’ αυτό βλέποντας τους μαζικούς εξισλαμισμούς, και άλλα πολλά, πήρε την απόφαση να αφήσει το μοναστήρι του στο Άγιο Όρος και να έρθει στον κόσμο, καλώντας τον σε επιστροφή προς τον Χριστό.

Στα Ιωάννινα έπεισε τους χριστιανούς να μεταφέρουν την λαϊκή αγορά από την Κυριακή στο Σάββατο. Αυτό προξένησε μεγάλη ζημιά στους Εβραίους που τον φθόνησαν. Όμως κάποιοι Εβραίοι συκοφάντησαν τον Άγιο Κοσμά στον Κούρτ-Πασά του Βερατίου και ζήτησαν τον θάνατό του. Με δόλο πλησίασαν τον Άγιο οι απεσταλμένοι από τον Χότζα δήμιοι και του έκαναν γνωστή τη διαταγή όπου είχαν. Ο Άγιος δέχθηκε μετά χαράς την θανατική απόφαση, γονυκλινής προσευχήθηκε στον Θεό, ευλόγησε σταυροειδώς τα τέσσερα μέρη του κόσμου και οδηγήθηκε εις την αγχόνη. Τον κρέμασαν από ένα δένδρο στο χωριό Κολικόντασι. Αφού εξέπνευσε και η αγία του ψυχή πέταξε στα ουράνια, κοντά στον θρόνο του Θεού, οι δήμιοί του γύμνωσαν το ιερό λείψανο και το έριξαν στον ποταμό Άψο, με μια μεγάλη πέτρα στον λαιμό του. Παρήλθαν τρεις ημέρες, όταν το άγιο λείψανο βρέθηκε από έναν ιερέα Μάρκο ονόματι, να πλέει στο νερό όρθιο ωσάν να ήτο ζωντανό. Το σώμα του Αγίου δεν είχε καμία αλλοίωση ή δυσωδία, αντίθετα ευωδίαζε ολόκληρο και φαινόταν ο Άγιος σαν να κοιμότανε. Ο παπά Μάρκος το έφερε στην εκκλησία και στη συνέχεια αφού του απέδωσαν τις πρέπουσες τιμές το έθαψαν κοντά στην εκκλησία, στο Κολικόντασι. Ήταν τότε η 24η Αυγούστου του έτους 1779 και ο Άγιος ήταν 65 ετών. Έτσι ο Άγιος αξιώθηκε και έλαβε διπλά τα στεφάνια της αθανασίας από τον Κύριο, αυτό του Ισαποστόλου και του Ιερομάρτυρα.

Ας ευχηθούμε όλοι μας στους χαλεπούς και αποκαλυπτικούς καιρούς, που ζούμε, να αναδείξει ο Θεός γνησίους ιεραποστόλους με την θερμή πίστη του Αγίου Κοσμά. Ας ευχηθούμε τέλος να ανανήψουμε, αφήνοντας τον παλαιό κόσμο της αμαρτίας και να έλθουμε στον καινούριο κόσμο της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης, της δικαιοσύνης και να φωτισθούμε ώστε να έλθουμε εις την επίγνωση της  αληθείας και να γίνουμε κοινωνοί και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών.

Ταις πρεσβείαις του Αγίου Ιερομάρτυρος και Ισαποστόλου Κοσμά του Αιτωλού, Χριστέ ο Θεός, ελέησον ημάς, Αμήν.