ΤΑ ΙΔΑΝΙΚΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΝΕΟΤΗΤΑ

Πρωτοπρεσβυτέρου Ἀναστασίου Παρούτογλου

 

«Παιδεία δέ τῶν ἐν ἡμῖν μόνον ἐστίν ἀθάνατον καί θεῖον»

(Πλουτάρχου, «Περί παίδων ἀγωγῆς, Β΄»)

Πρός τούς νέους ὁ λόγος. Καί ὄχι μόνον ὁ λόγος, ἀλλά καί ἡ καρδιά καί ἡ διάνοια, γιατί ἐνσαρκώνουν τίς ἐλπίδες μας καί τήν ἱστορική συνέχεια τῆς φυλῆς μας. Στά χέρια τους θά παραδώσουμε αὔριο τή λαμπρή κληρονομιά ἀθάνατων προγόνων, πολύτιμους μαργαρίτες κάθε γνώσης καί σοφίας, τά ὅσια καί τά ἱερά τοῦ Ἔθνους μας, γιά νά συνεχίσουν τόν καλό ἀγώνα. Αὐτοί θά ἀναλάβουν τή σκυτάλη, ἀλλά καί θά ἐπωμισθοῦν τήν κιβωτό τοῦ ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ, γιά νά τή μεταφέρουν, ὡς καλοί ἀθλητές τοῦ πνεύματος καί τῆς πίστεως, ἐκεῖ ψηλά, πολύ ψηλά, ὅπου λάμπει τό Ἀπόλυτο Φῶς. Γιατί φῶς ἱλαρό ἐκπέμπφθηκε ἀπό τή διασταύρωση τῆς ἑλληνικῆς σκέψεως καί τῆς καινῆς διδαχῆς τοῦ Χριστοῦ. Φῶς, τό ὁποῖο διέλυσε τά σκότη καί τίς πλάνες τῆς εἰδωλολατρίας  καί τοῦ ὀρθολογισμοῦ καί κατηύγασε ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη.

Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ διεκδικεῖ τόν κλῆρο της στό χῶρο τῆς Ἐθνικῆς παιδείας καί ἡ ἱστορία, τόσο ἡ ἐκκλησιαστική ὅσο καί ἡ θύραθεν, ἐπιμαρτυρτεῖ ὅτι δικαίως τόν διεκδικεῖ. Γιατί ὄχι μόνο σέ εἰρήνη ἀλλά καί  σέ πολέμους, καί εἰδικά κατά τή σκοτεινή καί μακραίωνη περίοδο τῆς δουλείας, ἡ Ἐκκλησία «αἱμάσσουσα καί θρηνοῦσα» γιά τή συμφορά, οὔτε μιά στιγμή δέν ἐγκατέλειψε τό ποίμνιό της.

Ἀλλά, πέρα ἀπό τή συμβολή της στούς ἐθνικούς ἀγῶνες, ἡ Ἐκκλησία ὑπῆρξε ἐκείνη πού κράτησε ἄσβεστο τό φῶς τῆς ἐθνικῆς καί χριστιανικῆς παιδείας. Στά κρυφά Σχολεῖα σφυρηλάτησε τό ἐθνικό φρόνημα καί πρόσφερε στούς ἑλληνόπαιδες τόν καταρτισμό καί τήν ἀγωγή ἐκείνη, ἡ ὁποία μέ ἀφετηρία τήν πίστη στό Χριστό ὁδηγεῖ πρός τό θάρρος, τήν ἀνδρεία, τήν αὐταπάρνηση, πρός κάθε ἀρετή καί κάθε ὑψηλό ἰδεῶδες. Καί ὅλα αὐτά τά ἔκανε ἡ Ἐκκλησία, γιατί δέν τά ἐπέβαλαν μόνον οἱ ἱστορικές ἀνάγκες ἀλλά καί ἡ συνείδησή της, ὅτι αὐτή δέν εἶναι μόνο ὁ φορέας τῆς θείας Χάριτος, ἀλλά καί συνεχιστής τοῦ παιδαγωγικοῦ καί ἀναμορφωτικοῦ ἔργου τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ.

Εἶναι βέβαια ἀληθές καί ὀφείλουμε νά τό ἀναγνωρίσουμε, ὅτι πολύ πρό τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Χριστοῦ καί τῆς διαδόσεως τῆς ὑπέροχης διδασκαλίας Του, τό πολυσχιδές καί σπινθηροβόλο ἀρχαῖο ἑλληνικό πνεῦμα, τό ὁποῖο ἐρεύνησε ὅλες τίς πλευρές τοῦ ἐπιστητοῦ καί ἐξυψώθηκε μέχρι τῆς ἀρχῆς τοῦ παντός, ἀσχολήθηκε εἰδικότερα μέ τήν ἀγωγή τῶν παίδων.

Ὁ Πλάτων, ὁ Ἀριστοτέλης, ὁ Πλούταρχος καί ἄλλοι ἀρχαῖοι συγγραφεῖς θέλησαν νά δημιουργήσουν πρότυπα ὁλοκληρωμένης  προσωπικότητας. Ὁ Πλούταρχος στά «Ἠθικά» ἀνάγεται στήν ἀντίληψη ὅτι «ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά κατέχει τήν πρώτη θέση στά μεγάλα, τά ὁποῖα ἐπισύρουν τήν ἐκτίμηση ὁλοκλήρου τοῦ κόσμου, γιατί ἡ ὑπόληψη, ἡ ὁποία στηρίζεται σέ μικρά καί ἄξια περιφρονήσεως ἔργα, δέν εἶναι τιμητική για ἐκεῖνον πού τήν κατέχει. Ὁ ἴδιος στό «Περί παίδων ἀγωγῆς» σύγγραμμά του τονίζει ὅτι μόνον ἡ καλή ἀγωγή καί ἡ ἰσορροπημένη μόρφωση συντελοῦν στήν ἀρετή καί εὐδαιμονία τοῦ ἀτόμου, ὅλα τά ἄλλα ἐγκόσμια ἀγαθά εἶναι πρόσκαιρα καί ἀνάξια λόγου.

Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι οἱ πρόγονοί μας κατενόησαν ὅτι μόνον διά τῆς ἀληθοῦς παιδείας εἶναι δυνατή ἡ ἀγωγἠ τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ἀπό τό σκότος στό φῶς ἤ μᾶλλον ὀρθότερα, ἡ ἐπιστροφή αὐτῆς στήν ἀλήθεια τοῦ πράγματι ὄντος, ἀνεξάρτητα ἄν τήν ἀρχή αὐτή τήν ὀνόμασαν ἀληθῆ φιλοσοφία. Ἔτσι ἡ παιδεία θά ἀποτελοῦσε τόν πρωτεργάτη καί θεμελιωτή τῆς ἰδεατῆς πολιτείας, τήν ὁποία ὀραματίσθηκε ὁ Πλάτων.

Ἀνήσυχο τό ἀνθρώπινο πνεῦμα ἀναζητοῦσε ἀκόμη ἀπό τῆς αὐγῆς τῶν προϊστορικῶν χρόνων τό ἀπόλυτο φῶς. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία ἀπώλεσε τόν προσανατολισμό της μέσα στό σκοτάδι τῆς ἐπίγειας ζωῆς, σέ στιγμές ἀνατάσεως καί ἐξάρσεως ποθοῦσε τήν ἐπάνοδο στό ἀρχαῖο κάλλος της.

Καί ὅταν ἦρθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἦρθε ὁ Νόμος τῆς Ἀγάπης, ἡ «καινή ἐντολή» τοῦ Χριστοῦ. Ἦρθε νά θέσει στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας τά φωτεινά ὁρόσημα μιᾶς ἄλλης ἐποχῆς. Νά καταργήσει τόν παλαιό ἄνθρωπο καί νά θεμελιώσει ἕνα περίλαμπρο οἰκοδόμημα, τό ὁποῖο παραμένει ἀκλόνητο διά μέσου τῶν αἰώνων, τόν Ἑλληνοχριστιανικό Πολιτισμό.

Οἱ λόγοι, ὁ βίος, τό ἔργο καί ἡ ἐξ ἀπείρου ἀγάπης πρός τόν ἄνθρωπο θυσία τοῦ Ἰησοῦ ἔθεσαν τήν ἀνεξίτηλη σφραγίδα τους στόν ἀνθρώπινο βίο. Τό πνεῦμα καί ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κάθε ἀνθρώπου, βρῆκε στή διδαχή Ἐκείνου τό πλῆρες, τό τέλειο, τό αἰώνιο. Βρῆκε ἐκεῖνο, τό ὁποῖο εἰς μάτην ἀναζητοῦσε ἡ φιλοσοφική διάνοια, τό ἀπόλυτο Φῶς. Βαθειά ἀλλαγή ἐπῆλθε στόν τρόπο τῆς ζωῆς, στόν τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι, στή νομοθεσία, τήν παιδεία, τίς τέχνες καί σέ κάθε ἐπιστήμη.

Τό Χριστιανικό πνεῦμα μάλαξε τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, φώτισε τίς συνειδήσεις  καί διάνοιξε τίς πύλες τοῦ νοῦ γιά μιά θεώρηση τῶν ἐγκόσμιων καί ὑπερκόσμιων ἀξιῶν. Νέα ἠθική διαμορφώθηκε καί ἐπί τῆς ἠθικῆς αὐτῆς θεμελιώθηκε ἡ ἑλληνοχριστιανική ἀγωγή καί παιδεία, ἀλλά καί ὁλόκληρη ἡ παγκόσμια σκέψη. Ὑπεράνω τοῦ νόμου τῆς σαρκός τέθηκε ὁ νόμος τοῦ πνεύματος, ὁ ὁποῖος λυτρώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τό νόμο τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. «Ὁ γάρ νόμος τοῦ πνεύματος τῆς ζωῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἠλευθέρωσέ με ἀπό τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου» (Ρωμ. η΄ 2). Ὑπεράνω πάσης ἀξίας τέθηκε ἡ ἀξία τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. Χάριν τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς ἀξίζει νά ὑποβληθεῖ ὁ ἄνθρωπος καί σ’ αὐτόν τόν μαρτυρικό θάνατο. Καί ὁ μαρτυρικός ἐπί τοῦ Σταυροῦ θάνατος τοῦ Κυρίου σ’ αὐτόν τόν σκοπό ἀπέβλεπε: στή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ὁ Υἱός τῆς Παρθένου, ὡς Μέγας Παιδαγωγός καί ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς ρίχνει τό βάρος τῆς διδασκαλίας Του ἐπί τῆς ἀξίας, τήν ὁποία ἔχει ἡ διαφύλαξη τῆς ἁγνότητας τῆς ψυχῆς. «Τί γάρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος, ἐάν τόν κόσμον ὅλον κερδίσῃ, τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ζημιωθῇ; ἤ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» ( Ματθ. ιστ΄ 26).

Καί ἡ νεότερη Παιδαγωγική ἀποδίδει ἰδιάζουσα σημασία στήν ψυχική συγκρότηση τῶν νέων καί τά ψυχολογικά προβλήματα. Κανείς παιδαγωγός δέν ξεχνᾶ, ὅτι κάθε νέος ἔχει τόν δικό του ψυχικό κόσμο. Ἡ παιδεία δρᾶ ὡς ἕνας μέγας μετασχηματιστής, ὁ ὁποῖος ἀποβλέπει διά τῆς καταλλήλου μεθόδου, ὄχι μόνο νά συσσωρεύσει γνώσεις στόν ἐγκέφαλο τῆς νεότητας, ἀλλά ἐκ παραλλήλου νά μετατρέψει τίς παρορμήσεις καί τίς τάσεις τῶν νέων σέ μιά ἐπαγωγική καί χρήσιμη δύναμη. Ἡ παιδεία ὀφείλει νά ὑπακούσει καί νά γίνει ὁ φορέας καί ὁ ἐνσαρκωτής ἑνός ὑπέρτατου Νόμου. Τοῦ Νόμου τῆς πνευματικῆς ἀνυψώσεως καί τῆς ψυχικῆς καλλιέργειας τῶν νέων πρός μία κατεύθυνση, τήν ἀρετή, ὡς γενική ἔννοια.

Ὑπάρχει ὅμως σήμερα τόσο στά Σχολεῖα ὅσο καί στίς  οἰκογένειες ἕνα ὀξύτατο πρόβλημα, τό ὁποῖο προσλαμβάνει ἀνησυχητικές ἀπό μέρα σέ μέρα διαστάσεις καί τό ὁποῖο ὀφείλεται μᾶλλον σέ μιά παρερμηνεία ἤ κακή ἐκτίμηση τῶν πραγμάτων ἐκ μέρρους τῶν νέων. Εἶναι τό πρόβλημα τῆς ἐλευθερίας. Τό αἴσθημα τῆς ἐλευθερίας εἶναι ἔμφυτο στόν ἄνθρωπο. Κατά τήν πορεία ὅμως ἡ ἀνθρωπότητα, χάρη στήν πορεία χιλιετηρίδων, ἔθεσε εἰς ἑαυτήν ὁρισμένους κανόνες πειθαρχίας πρός διατήρηση τῆς ἔννομης τάξης καί τῆς ἠθικῆς. Ὅσες φορές οἱ κανόνες αὐτοί παραβιάσθηκαν, ἐπῆλθε καταστροφή.

Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ ἦλθε νά δώσει στούς κανόνες αὐτούς πνευματικότερο περιεχόμενο. Ἦλθε νά προσφέρει μιά νέα ἐντελῶς κατάσταση ἐλευθερίας στό χῶρο τοῦ πνεύματος τοῦ Κυρίου. «Οὗ τό πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία» (Β΄Κορ. γ΄ 17). Τό εἶδος αὐτό τῆς ἐλευθερίας θά ἦταν καρπός τῆς γνώσεως τῆς ἀληθείας. «Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰωάν. η΄ 32).  Ἡ σταθερή προσήλωση καί ἐφαρμογή τῶν κανόνων τῆς διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν κατανόηση τῆς ἀληθείας, ἡ ὁποία παράγει πλήρη ἐλευθερία ἀπό τό ζυγό τῆς ἁμαρτίας. Ἡ γνώση τῆς ἀληθείας δέν φωτίζει μόνον τόν νοῦ, ἀλλ’ ἁγιάζει τήν καρδιά καί ρυθμίζει τή θέληση, ὥστε νά εἶναι ἱκανή νά σπάσει τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας.

Αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια τῆς ἐν Χριστῷ ἐλευθερίας. Μήπως οἱ νέοι μας δέν ἔχουν ὀρθή ἀντίληψη περί τῆς ἐλευθερίας; Ποίου εἴδους ἐλευθερία νοσταλγοῦν; Μήπως ἐκείνην, τήν ὁποία ὑπαγορεύει τό ἔνστικτο καί οἱ παρορμήσεις τῆς ἡλικίας; Δύο δρόμοι διανοίγονται γιά τήν ἐπί γῆς πορεία τους. Ὁ ἕνας εἶναι στενός, τραχύς καί ἀνηφορικός. Ἀπαιτεῖ  προσπάθεια καί κόπο καί θυσίες καί στερήσεις. Ἀλλ’ ὅταν φθάσει κανείς στό ὕψος, στήν κορυφή, ἔχει πλέον γίνει τέλειος καί αἰσθάνεται ἀπολύτως ἐλεύθερος. Τό δρόμο ἀκολουθοῦν οἱ ἐκλεκτοί, ὅσοι ἔχουν ἰσχυρή καί ἐλεύθερη βούληση. Ὅσοι εἶναι πράγματι ἐλεύθεροι.

Ὑπάρχει καί ἄλλη ὁδός. Εἶναι εὐρεῖα καί δέν ἀπαιτεῖ καμμιά προσπάθεια. Εἶναι ἡ ὁδός, ἡ ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ στήν εὔκολη ἀπόλαυση τῶν ἐγκοσμίων ἀγαθῶν. Στό τέρμα της ὅμως καραδοκεῖ ὁ ψυχικός καί πνευματικός θάνατος. Καί τόν δρόμο αὐτόν τόν εὐρύχωρο τόν ἀκολουθοῦν οἱ δουλωθέντες στίς ἐπιθυμίες τους.

Πάνω ἀπό τίς δύο αὐτές ὁδούς ἀκούεται εὐκρινῶς ἡ φωνή τοῦ Κυρίου: «Εἰσέλθετε διά τῆς  στενῆς πύλης, ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη καί εὐρύχωρος ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα  εἰς τήν ἀπώλειαν, καί πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι δι’ αὐτῆς, ὅτι στενή ἡ πύλη καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν, καί ὀλίγοι εἰσίν οἱ εὑρίσκοντες αὐτήν» (Ματθ. ζ΄ 13-14).

Μή παρασυρόμαστε ἀπό τό ἀκάθαρτο ρεῦμα τῶν καιρῶν μας. Οἱ καιροί αὐτοί εἶναι καιροί δακρύων καί θλίψεων καί ντροπῆς καί συνοχῆς καρδίας. Ὅλοι οἱ νέοι εἶναι βλαστοί χριστιανικῶν οἰκογενειῶν. «Οἱ πάντες εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθησαν καί Χριστόν ἐνεδύθησαν». Ποιός τρόπος ζωῆς προσφέρει στούς νέους τήν ἀληθινή χαρά καί τήν ἐλευθερία, τήν ὁποία μόνον ἡ ἐν Χριστῷ ζωή προσφέρει; Δέν πρέπει νά λησμονοῦν οἱ νέοι ὅτι ἡ παραβίαση βασικῶν κανόνων τῆς φυσκῆς ζωῆς, ὡς τήν ὑπαγορεύουν οἱ φυσικοί νόμοι, οὐδέποτε παραμένει ἄνευ συνεπειῶν. «Πᾶσα παράβασις καί παρακοή ἔλαβεν ἔνδικον μισθαποδοσίαν» (Ἑβρ. β΄2).  Ἡ ἀνθρώπινη φύση ἀμύνεται, πλήν ἐν τῷ μεταξύ τό κακό ἔχει συντελεσθεῖ. Τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τούς κανόνες, οἱ ὁποῖοι διέπουν τόν ἄνθρωπο, ὅσον ἀφορᾷ στήν πνευματική καί ψυχική ὑπόστασή του. Ὀλέθριες ἕξεις ὑποσκάπτουν καί καταγκρεμίζουν ὅ,τι ἐπί βάσεως ὑγιοῦς θεμελιώνει ἡ Ἐκκλησία, τό σχολεῖο καί ἡ οἰκογένεια.

Τό κακό πλεόνασε. Στήν ἀπειρία τῶν νέων προστέθηκαν καί ἄλλοι ἐξωσχολικοί παράγοντες. Τά χειρίστης ποιότητας θεάματα στόν κινηματογράφο καί τήν τηλεόραση, τό Ραδιόφωνο μέ τίς ἀηδιαστικές ἐκπομπές του, ὁ κακός χειρισμός τοῦ διαδικτύου, τά χαμηλῆς ἡθικῆς βιβλία καί περιοδικά. Οἱ νέοι ὅμως, ὡς πνευματικοί ἄνθρωποι, ὡς κληρονόμοι μιᾶς τεράστιας πνευματικῆς κληρονομιᾶς, τόσο τῆς κλασσικῆς ἀρχαιότητας ὅσο καί τῆς χριστιανικῆς, κατά ποιό τρόπο θά ἀντιδράσουν; Πόσο παρήγορη θά ἦταν μιά ἀντίδραση, μιά φωνή διαμαρτυρίας ἐναντίον ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι μέ τόση ἀσυνειδησία καταλύουν τόν ὡραῖο πνευματικό ναό, τόν ὁποῖο μέ τόσο μόχθο ἀνοικοδομεῖ ἡ Ἑλληνοχριστιανική οἰκογένεια.

Ἡ πίστη στό Θεό εἶναι ἡ μοναδική δύναμη, ἡ μοναδική ἀσπίδα κατά τοῦ κινδύνου τῆς πνευματικῆς καταπτώσεως καί τῆς ἠθικῆς ἀποσυνθέσεως. Πρέπει νά εἴμαστε ὅλοι ὀφειλέτες πρός ἐκείνους τούς σεμνούς καί σώφρονες γονεῖς, καθηγητές καί δασκάλους, οἱ ὁποῖοι εὐσυνείδητα καί ἀθόρυβα μοχθοῦν καί κοπιάζουν στήν διάπλαση τῶν νέων. Εἶναι οἱ ἀφανεῖς σκαπανεῖς καί ἀρχιτέκτονες τοῦ πνευματικοῦ οἰκοδομήματος.

Διερχόμαστε μία περίοδο σοβαρῆς πνευματικῆς καί ἠθικῆς κρίσεως. Ἡ μόνη δύναμη πού μπορεῖ νά στρέψει τήν ψυχή τῶν νέων ἀπό τό σκοτάδι στό φῶς εἶναι ἡ ἀληθινή παιδεία, ἡ «ἐν πνεύματι καί νουθεσίᾳ Κυρίου». Ἐάν οἱ νέοι μας ἔχουν πίστη πρός τό Θεό, τότε νά μή ταράσσεται ἡ καρδιά τους, οὔτε νά δειλιάσει. Καμιά δύναμη δέν θά μπορέσει νά ἐκπορθήσει τό ὀχυρό τῆς ψυχῆς τους. Πρέπει νά κρατήσουν τίς πύλες τῆς ψυχῆς τους κλειστές καί νά γρηγοροῦν στίς ἐπάλξεις περιζωσμένοι τήν πανοπλία τοῦ πνεύματος, ὡς ἄνθρωποι πνευματικοί, ὡς τέκνα τοῦ Χριστοῦ, ὡς ἄγγελοι φωτός. Πρέπει νά σταθοῦν ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι στίς ἐθνικές παραδόσεις καί νά μή βεβηλώνουν τήν καθαρότητα τῆς ψυχῆς τους. Καί νά εἶναι πάντοτε ἕτοιμοι νἀ ἀνοίξουν τίς πύλες τῆς ψυχῆς τους στόν Κύριο. Ἄλλωστε τούς καλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στό δεῖπνο τό μυστικό, σέ μιά τράπεζα πλήρη πνευματικῶν ἀγαθῶν. Τούς καλεῖ μέ τή γλυκιά φωνή του, γιά νά τούς προσφέρει διά τοῦ Σταυροῦ τήν εἰρήνη καί τήν ἀνάπαυση. Ἀς ἀκολουθήσουν, λοιπόν, τόν Μέγα Διδάσκαλο καί νά εἶναι βέβαιοι, ὅτι θά λάμψουν ὡς φωστῆρες σ’ αὐτόν τόν κόσμο. Ἀς δώσουν στούς γονεῖς τους τήν ἱκανοποίηση ὅτι οἱ θυσίες τους καί οἱ μόχθοι τους δέν ἀπέβησαν «ἐπί ματαίῳ», ὥστε νά μποροῦν νά καυχῶνται ὅτι «οὐκ εἰς κενόν ἔδραμον, οὐδ’ εἰς κενόν ἐκοπίασαν».