Ἀθηνᾶς Στ. Παπαϊωάννου,
φιλολόγου, λογοτέχνιδος.
Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, τούς ὁποίους τιμοῦμε κατά τήν παροῦσα κοινή ἑορτή, εἶναι οἱ Μέγιστοι Φωστῆρες τοῦ νοητοῦ στερεώματος καί τά εὔοσμα ἄνθη τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι τά πρόσωπα πού μέ τόν συνεχῆ, πνευματικό ἀγώνα τους καί τήν κοινωνική τους προσφορά, τήν ὑψηλή, θεολογική καί ἐπιστημονική τους συγκρότηση, τή ριζοσπαστική τους θέση στά κοινωνικά θέματα, τή θαρραλέα καί σθεναρή πολεμική τους ἀπέναντι στίς αὐθαιρεσίες τῆς κρατικῆς ἐξουσίας καί τό ἀνοιχτό τους πνεῦμα, τάραξαν, κυριολεκτικά, τά νερά τοῦ τότε κρατικοῦ κατεστημένου καί τῶν ποικίλων θεολογικῶν ἀντιθέσεων.
Μέ τό τεράστιο πνευματικό τους ἔργο ἄφησαν αἰώνιας καί διαχρονικῆς ἀξίας παρακαταθῆκες καί ἔστρεψαν τήν εὐρωπαϊκή σκέψη πρός τίς ἀνθρωπιστικές ἐπιστῆμες. Στίς τότε φιλοσοφικές σχολές τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου φοίτησαν, σπούδασαν τήν ἰατρική, τή ρητορική, τή φιλοσοφία, τήν ἀστρονομία, τά μαθηματικά καί τίς φυσικές ἐπιστῆμες.
Ἐκφραστές τῆς αὐθεντικῆς, ὀρθόδοξης πίστης, μακριά ἀπό προλήψεις καί δεισιδαιμονίες, χωρίς φοβικά σύνδρομα, ἀντιμετώπιζαν τόν κάθε ἄνθρωπο ὡς μία μοναδική καί ἀνεπανάληπτη προσωπικότητα. Μέ ἀνοιχτούς τούς πνευματικούς τους ὁρίζοντες, ἀγκάλιασαν, μέ ἐνδιαφέρον καί σεβασμό, ὅ,τι ὠφέλιμο καί ἐνάρετο, ὡς ἀρχή καί ἀξία, ὑπάρχει στήν ἀρχαία Ἑλληνική Γραμματεία, προτρέποντας τούς νέους νά μελετοῦν τά ἀρχαῖα ἑλληνικά συγγράμματα, γιατί τούς ἤθελαν ἐφοδιασμένους μέ κριτική σκέψη, μετόχους τῶν κοινωνικῶν ἀνησυχιῶν καί τῆς «θύραθεν» παιδείας.
Ἀντιδροῦσαν στή ρηχή πνευματικότητα, στόν ἀκίνδυνο χριστιανισμό, σέ μιά πίστη πού τυφλώνει, μιά Ἐκκλησία πού δέν εἶναι ἡ ὁδός τῆς ἀληθινῆς ζωῆς καί τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά ὄργανο στά χέρια ἰσχυρῶν, γιά τή χειραγώγηση καί ἐκμετάλλευση ἀνθρώπων καί λαῶν, ἐπειδή δέν δέχονταν τή βαρβαρότητα τῆς ἄγνοιας ἀλλά καί τήν ὑποκρισία τῶν βολεμένων χριστιανῶν.
Ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους Ρώσους διανοητές τοῦ 20ου αἰῶνα, ὁ Νικόλαος Μπερδιάγεφ λέει: «Στόν Μέγα Βασίλειο, ὅπως καί στόν Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, ἡ κοινωνική ἀδικία, πού εἶναι δημιούργημα τῆς κακῆς διανομῆς τοῦ πλούτου, κριτικάρεται μέ τόση δριμύτητα, πού θά ἔκανε τόν Προυντόν καί τόν Κάρλ Μάρξ νά χλωμιάσουν».
Γιά τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ὁ νόμος τῆς ἀγάπης, τῆς ἰσότητας, τῆς ἐλευθερίας καί τῆς εἰρήνης δέν ἔχει τίποτε κοινό μέ τό νόμο τῶν ἰσχυρῶν τῆς κάθε ἐποχῆς.
Κατά τόν Μ. Βασίλειο, δέν εἶναι κλέφτες μόνον αὐτοί πού κλέβουν τά πορτοφόλια στά λουτρά…, πραγματικοί κλέφτες εἶναι οἱ πολιτικές ἀρχές τῶν πόλεων καί τῶν ἐθνῶν, πού μέ τή βία ἀφαιροῦν ἄλλοτε κρυφά καί ἄλλοτε φανερά τό βιός τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά κοινωνοί τῆς κλοπῆς γίνονται καί αὐτοί πού θεωροῦνται ἄρχοντες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν παίρνουν χρήματα ἀπ’ αὐτούς τούς πολιτικούς ἄρχοντες κι ἀπό ἄλλους ἰσχυρούς, ἀντί νά τούς ἐλέγχουν καί νά τούς νουθετοῦν, ὅπως ἔκανε ὁ Χρυσόστομος, ἀπευθυνόμενος στήν αὐτοκράτειρα Εὐδοξία, ὥστε νά προκαλέσει τό μένος της ἐναντίον του καί νά πάρει τό δρόμο τῆς ἐξορίας, ὅπου καί, μετά ἀπό βασανιστική πορεία, παρέδωσε τήν ἁγία του ψυχή στόν Κύριο.
Καί οἱ Τρεῖς θεωροῦσαν μητέρα τῶν πολέμων τήν πλεονεξία, τή φιλοχρηματία, τό μῖσος, τή φιλοδοξία καί τήν ὑπεροψία, συνέπεια δέ τῶν πολέμων, ἐκτός τῶν ἀνθρωπίνων ἀπωλειῶν, τή βαριά φορολογία, πού εἶναι καί ἡ πιό αὐστηρή καταδίκη τῶν πολιτῶν.
Ὁ Βασίλειος ὀργάνωσε στήν Καισάρεια ἕνα τεράστιο δίκτυο κοινωνικῶν ὑπηρεσιῶν καί ὑγιείας γιά τό λαό τῆς Καππαδοκίας, τή γνωστή «Βασιλειάδα», μέ νοσοκομεῖο, γηροκομεῖο, πτωχοκομεῖο, λεπροκομεῖο, χώρους διαμονῆς τοῦ ἰατρικοῦ προσωπικοῦ, καθώς καί τῶν συγγενῶν τῶν ἀσθενῶν, πού θά τό ζήλευαν καί οἱ σημερινοί ἰθύνοντες τῆς δημόσιας ὑγιείας. Ὁ Χρυσόστομος σίτιζε χιλιάδες λαοῦ τόσο στήν Ἀντιόχεια ὡς ἱερέας ὅσο καί ἀργότερα στήν Κωνσταντινούπολη ὡς Πατριάρχης, χωρίς νά διστάσει νά ἐκποιήσει τά χρυσᾶ καί τά ἀργυρά ἀφιε-ρώματα πρός τό σκοπό αὐτό.
Οἱ παιδαγωγικές τους ἀρχές ξεπερνοῦν τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς τους. Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Χρυσόστομο, ὁ καλός δάσκαλος ἐμπνέει, προσελκύει καί πείθει τόν μαθητή, ὄχι μέ ἐξου-σιαστικό καί ἀλαζονικό τρόπο καί ὕφος ἀλλά μέ τήν ἀπέραντη ἀγάπη του, τήν ὑπομονή καί τή συναίσθηση γιά τίς δικές του ἀδυναμίες καί ἀτέλειες. Εἶναι ταπεινός, ἐπιεικής, δέν εἰρωνεύεται οὔτε ὑποκρίνεται, δέν εἶναι φορτικός ἀλλά φιλόστοργος. Ἡ σχέση παιδαγωγοῦ- μαθητῆ πρέπει νά εἶναι σχέση ἐλευθερίας καί δημιουργίας. Ἡ καλύτερη μέθοδος γιά τήν ἐπίτευξη τῶν στόχων τῆς σωστῆς ἀγωγῆς εἶναι ὁ διάλογος, μέθοδος καί τοῦ μεγάλου φιλοσόφου τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας Σωκράτη. Ἡ ἄτεγκτη μορφή ἐξουσίας, ὅπως καί ὁ δογματισμός δέν ἀποφέρουν τά προσδοκώμενα ἀποτελέσματα.
Δυστυχῶς, σήμερα οἱ παιδαγωγικές ἀρχές διαμορφώνονται ἀπό τήν ἑκάστοτε πολιτική ἐξουσία μέ γνώμονα τό δῆθεν προοδευτικό πνεῦμα, μακριά ἀπό τά νάματα τῆς παιδαγωγικῆς τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, τούς ὁποίους φρόντισαν να ἀποσύρουν ἀπό τά σχολικά βιβλία. Γι αὐτό καί οἱ στόχοι, τῶν ἀνά τόν κόσμο παιδαγωγῶν, ἔχουν ἀποτύχει. Ὁδη-γοῦν τούς νέους σέ δαιδαλώδεις προβληματισμούς, σέ ἀδιέξοδα, παραποιώντας τό νόημα τῆς ἀληθινῆς ἐλευθερίας, δέν βοηθοῦν στή διαμόρφωση συγκροτημένης καί ὑγιειοῦς προσωπικότητας. Ἡ ἔλλειψη κριτικῆς σκέψης ἀπό τούς σημερινούς νέους, ἡ μή ἐντρύφησή τους στά διδάγματα τῶν ορθοδόξων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, κάτι πού θά συνέβαλε στή διαμόρφωση δημιουργικοῦ πνεύματος, θά τούς ἔκανε ἀναζητητές τοῦ μυστηρίου τῆς ζωῆς καί ὑπερασπιστές τῆς ἀλήθειας, τούς ἐμποδίζει ἀπό τή σωστή πορεία προς τό, οὐσιαστικά, προοδευτικό πνεῦμα τοῦ κοινωνικοῦ “γίγνεσθαι”. Τά ἐκπαιδευτικά προγράμματα, που προωθοῦνται, σήμερα, ἀπό τό υπεύθυνο ὑπουργεῖο, δυστυχῶς, α-Παιδείας, ἀποκλείουν ὁ,τιδήποτε ἔχει σχέση μέ τίς παιδαγωγικές ἀρχές τῶν Μεγάλων Πατέρων μας, παρωδεῖ καί καταργεῖ πατροπαράδοτα θέσφατα καθώς καί παιδαγωγικές ἀρχές πού θά συνέβαλαν στόν ἐξευγενισμό τῆς ψυχῆς τῶν νέων, στήν καλλιέργεια δημιουργικοῦ καί ἐν Χριστῷ πνεύματος, γενικά, στόν ἐνάρετο βίο, ἐπειδή τό ὑλι-στικό καί σκοταδιστικό φρόνημα, ἀπό τό ὁποῖο ἐμφοροῦνται ὅσοι ἀπεργάζονται τά σύγχρονα ἐκπαιδευτικά προγράμματα, δέν ἀντέχει τό φεγγοβόλο πνεῦμα τῶν Φωστήρων τῆς Οἰκουμέ-νης, τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τῶν μελιρρύτων αὐτῶν ποταμῶν τῆς σοφίας.
Ἡ σύγχρονη κοινωνία, πνιγμένη στόν ἀτομικισμό, στήν ἀλαζονεία, στίς ἀρχές τῆς εὔκολης ἐπιβίωσης καί τοῦ εὔκολου κέρδους, στόν ἐγωιστικό δικαιωματισμό, ἔχει διαμορφώσει πολίτες ἀδύναμους νά ἀντιμετωπίσουν, μέ σώφρονα σκέψη, ὑπευθυνότητα καί ἐργατικότητα τά ποικίλα προβλήματα, πού κατά καιρούς ἀναφύονται.
«Ἡ αγάπη εἶναι πιό γλυκιά ἀπ’ τή ζωή!», μόνο πού, στίς μέρες μας, ἡ ἀγάπη ἔχει γίνει δυσεύρετο ἀγαθό, ἀφοῦ οἱ καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ἔπαψαν να μιλοῦν, νά χαίρονται μέ ὅ,τι ἔχουν, ὡς δῶρο Θεοῦ. Οἱ νέοι μας δέν ὀνειρεύονται, πιά, εἶναι μπερδεμένοι καί ἀποπροσανατολισμένοι, δέν ἐλπίζουν πώς θά εἶναι θεμελιωτές τοῦ αὐριανοῦ μέλλοντός τους. Γιατί δέν διδάσκονται τίς, ὑψηλοῦ θεολογικοῦ ἐπιπέδου, παιδαγωγικές ἀρχές τῶν Μεγάλων μας Πατέρων, τό “ὅπως ἄν ἐξ Ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων” τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τά ποιήματα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί τίς ἑρμηνευτικές προσεγγίσεις τῶν Ἁγίων Γραφῶν καί τίς νουθε-σίες τοῦ Ἁγίου καί Χρυσορρήμονος Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Ἀνάγκη ἐπιτακτική προβάλλει σήμερα, πού τό κακό καλπάζει καί νομιμοποιεῖται ἡ δια-στροφή, νά ἐπαναφέρουμε στήν Ἑλληνική Ἐκπαίδευση ἀλλά καί στή ζωή μας τήν διδασκαλία καί τό παράδειγμα τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας. Τό εὐχόμαστε καί τό ἐλπίζουμε!