
- Η ψυχή έχει ανάγκη της πρακτικής για τρία στοιχεία μέσα της, το λογιστικό, το επιθυμητικό και το θυμικό, και για τρία εξωτερικά, την έφεση της δόξας, της ηδονής και της αποκτήσεως περισσοτέρων. Βλέποντας η ψυχή με βαθιά γνώση τον τρόπο που έζησε ο Χριστός ως άνθρωπος, γιατρεύει με τη χάρη του Κυρίου Ιησού αυτές τις δύο τριάδες μέσω των τεσσάρων γενικών αρετών της, δηλαδή της φρονήσεως, της δικαιοσύνης, της σωφροσύνης και της ανδρείας, και επιτρέπει στο νου της να ανυψώνεται ανεμπόδιστα και να παρατηρεί προσεκτικά τα θεία και να θεωρεί το Θεό. Όταν δηλαδή ο Κύριος Ιησούς οδηγήθηκε από το Πνεύμα στην έρημο για να νικήσει το διάβολο:
– το επιθυμητικό το θεράπευσε με τη νηστεία,
– το λογιστικό με αγρυπνία και ήσυχη προσευχή,
– το θυμικό με αντιλογία στο διάβολο.
Επίσης, θεράπευσε:
– τη φιληδονία με το να μη ζητήσει, αν και πεινούσε, να γίνουν οι πέτρες ψωμιά, όπως του έλεγε ο διάβολος·
– τη φιλοδοξία, με το να μη ριχτεί κάτω από το πτερύγιο του Ναού, για να δοξαστεί από τον όχλο, επειδή δε θα πάθαινε τίποτε·
– τη φιλαργυρία, με το να μην πεισθεί να προσκυνήσει το διάβολο με την υπόσχεση ότι θα λάβει τον πλούτο όλων των βασιλείων, αλλά με αντίρρηση του θυμοειδούς φρόνιμη και δίκαιη, σώφρονα και ανδρεία, απέκρουσε το σατανά, διδάσκοντας με αυτά κι εμάς τον τρόπο νίκης σε όλες τις εφόδους του εναντίον μας.
Αυτό ακριβώς μπορεί να το δει και να το καταλάβει κανείς και στη σταύρωση του Σωτήρα.
– Προσεύχεται δηλαδή τότε ο Σωτήρας, αφού απομακρύνθηκε από τους μαθητές Του; Αυτό είναι θεραπεία του λογιστικού.
– Είναι σε εγρήγορση και αγρυπνεί και υποφέρει από δίψα πάνω στο σταυρό; Αυτό είναι φάρμακο του επιθυμητικού.
– Δεν αντιλέγει, δε φιλονικεί, δε φωνάζει, παρ’ όλο που τον κατηγορούν, και προσεύχεται για χάρη των διωκτών Του; Αυτό προξενεί την ευταξία του θυμικού – να αντιμετωπίζει δηλαδή το σατανά με αντίρρηση, τους ανθρώπους όμως που τον κακοποιούν, επειδή και αυτοί παρασύρονται στο κακό από το σατανά, να τους φέρεται με σιωπή και μακροθυμία και να τους αμείβει με προσευχή για χάρη τους.
– Τον φτύνουν, δέχεται ράπισμα, υπομένει ειρωνίες και εμπαιγμό; Αυτό είναι θεραπεία της φιλοδοξίας.
– Ποτίζεται ξύδι και χολή, σταυρώνεται και κεντρίζεται με τη λόγχη; Αυτό είναι θεραπεία της φιληδονίας.
– Καρφώνεται στο σταυρό γυμνός, σε ύπαιθρο τόπο, άστεγος, περιφρονημένος από όλους, σαν κάποιος φτωχός και άπορος; Αυτό είναι κατάργηση της φιλάργυρης διαθέσεως.
Άρα ο Σωτήρας έχει δείξει δύο φορές τη θεραπεία των εσωτερικών και των εξωτερικών παθών. Μια φορά όταν άρχισε τη σωματική εμφάνισή Του στον κόσμο και άλλη μία όταν έμελλε ν’ αναχωρήσει από τον κόσμο. Γι’ αυτό, όποιος βλέπει προς Αυτόν και τη διδασκαλία Του και το σταυρό Του και τον μιμείται κατά το δυνατόν φρόνιμα και δίκαια, με σωφροσύνη και ανδρεία, όπως Εκείνος, θα καταργήσει μεν την ενέργεια αυτών των παθών προς το κακό, και με αυτά όλα τα άλλα, θα χρησιμοποιήσει δε ορθά και αυτά και τα αλλά και θα είναι αληθινά πρακτικός άνθρωπος, κατάλληλος να θεωρεί και ν’ ανυψώνεται προς το Θεό με τη νοερή ενατένιση. Κι έτσι αφού κάνει αρχή ο νους από τα πολλά αισθητά κτιστά και κατανοήσει το καλό αποτέλεσμα της καλλιέργειάς τους κι αφού κατόπιν νοήσει τα κτιστά νοητά και προχωρήσει στα νοητά άκτιστα, θα έχει ήδη περάσει τέσσερις βαθμίδες της κλίμακας. ‘Ύστερα από αυτά ακολουθεί η θεία και υπέρλογη αφωνία και σιγή και έκπληξη και γενικά η ενατένιση και η θεωρία του υπερκοσμίου Ενός και η πάνω από τη νόηση ένωση, η κορύφωση της ησυχίας, το άκρο και τέλειο επιθυμητό, όσο είναι εφικτό στην παρούσα ζωή, το πέρας της αλήθειας, η απόλαυση του καρπού της πίστεως, η διαυγής έλλαμψη της δόξας που ελπίζομε, το θεμέλιο της αγάπης, το αλφάδι του νου, η στάση της αεικινησίας του και η ακατανόητη παύση και η ενοειδής κατάστασή του, η πρόγευση της εργασίας της μέλλουσας ζωής, η αιτία της πνευματικής χαράς, το ταμείο της ειρήνης, το σβήσιμο των σαρκικών φρονημάτων, η αποστροφή αυτού του κόσμου και η σφοδρή αφοσίωση στον μέλλοντα, ο χωρισμός από τη ζωή της εμπάθειας, η συνάφεια με την απάθεια, η χαρά και η αγαλλίαση της ψυχής και η συναγωγή, η ανάπαυση και η φρουρά των κινήσεων και των δυνάμεών της και γενικά, η θεία γνώση και η απάθεια. Πρέπει λοιπόν να εξετάζομε προσεκτικά, αν ποτέ ο νους αιχμαλωτιστεί από δική του οκνηρία ή από εξωτερικό περιστατικό, πώς θα τον επαναφέρομε στο αγαθό της θεωρίας, απομακρύνοντας το πάθος που στέκεται εμπόδιο και τον βγάζει από τον σκοπό του, και πόσο απέχει από το άκρο επιθυμητό και γιατί. Κι ακόμη, αν η θεωρητική του ενέργεια έχει στραφεί στα αισθητά κτιστά ή στα κτιστά νοητά ή στα νοητά άκτιστα· η μήπως με μάταιους λογισμούς ή από κάποια ανάγκη αποχωρίζεται από την επιδίωξή του, το μοναδικό πραγματικά και υπερκόσμιο Ένα, το πάνω από κάθε άλλο ένα. Και να του αφαιρούμε τα μεταξύ εμπόδια, για να επιστρέψει πάλι ενιαία, όπως απαιτεί αυτή η βαθμίδα, στη θεωρία και την ενατένιση του υπερκοσμίου Ενός. Όταν ο νους βρίσκεται κάπου έξω από το υπερκόσμιο, άκτιστο και υπέρ νουν Ένα, τότε είναι σε διαίρεση κι όχι στο κυρίως καλό, κι αν ακόμη κινείται στο καλό, αφού το κορυφαίο καλό είναι το υπέρ νουν, υπερούσιο, άκτιστο και απλό Ένα, και Αυτό είναι το πραγματικό άκρο αντικείμενο πέρας του νου. Όταν λοιπόν ο νους κινείται υγιώς, ανεβαίνει αυτού με όσα προείπαμε και ζει την ένωσή του με το Θεό, η οποία υπερβαίνει κάθε έννοια. Ας επιδιώκομε λοιπόν με όλη μας τη δύναμη το Άπειρο κι ας ερευνούμε το Υπέρ νουν κι ας θεωρούμε το άμορφο Ένα κι ας καταλάβομε εξ εφόδου το Ακατάληπτο, για να επιτύχομε την ενιαία κληρονομιά του Ενός, του άκρου Θεού, με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και του ζωοποιού Πνεύματος, με την έλλαμψη των οποίων γινόμαστε άξιοι για τη χάρη της θεωρίας και θέσει θεοί που θεουργηθήκαμε με τη δωρεά του Θεού.
ΠΗΓΗ:
Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, Εκδόσεις «ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ», Τόμος E’, Άγιος Κάλλιστος ο Καταφυγιώτης, Περί της ενώσεως με το Θεό και του θεωρητικού βίου, κεφ. 36
