Περί κατακρίσεως

Ἐρώτηση: Μὲ ποιὸν τρόπο θὰ μπορέσουμε νὰ μὴν κρίνουμε αὐτὸν πού ἁμαρτάνει φανερά;
 
Ἀπάντηση: Ἂν θυμόμαστε τὸν Κύριο ποὺ ἔλεγε: «Μὴν κρίνετε, γιὰ νὰ μὴν κριθεῖτε· μὴν καταδικάζετε, γιὰ νὰ μὴν καταδικαστεῖτε» (Λουκ. 6:37) καὶ τὸν ἀπόστολο ποὺ συμβούλευε: «Ὅποιος νομίζει ὅτι στέκεται καλὰ στὰ πόδια του, ἃς προσέχει νὰ μὴν πέσει» (Α Κορ. 10:12), καὶ ποὺ ἐπίσης ἔλεγε: «Ἐσὺ ποὺ κρίνεις τὸν ἄλλο, καταδικάζεις τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σου» (Ρωμ. 2:1). Γιατί τὰ μυστικά τοῦ ἀνθρώπου κανεὶς δὲν τὰ ξέρει, παρὰ μόνο τό πνεῦμα ποὺ κατοικεῖ μέσα του (Α’ Κορ. 2:11), σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Σωτήρος μας.
Πολλὲς φορὲς δηλαδὴ πολλοί, ἐνῶ ἁμάρτησαν μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, στὴ συνέχεια, χωρὶς νὰ φαίνονται, προσευχήθηκαν μὲ μετάνοια στὸν Θεὸ καὶ πῆραν τὴ συγχώρηση, καὶ ἔπειτα εὐαρέστησαν σὲ αὐτὸν καὶ ἔλαβαν Πνεῦμα Ἅγιο. Αὐτοὶ λοιπόν, ποὺ ἐμεῖς τοὺς θεωροῦμε ἁμαρτωλούς, γιὰ τὸν Θεὸ εἶναι δικαιωμένοι, ἐνῶ ἐμεῖς εἴδαμε τὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ δὲν μάθαμε τὰ καλὰ ἔργα ποὺ ἔκαναν κρυφά.
Γι’ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ κατακρίνουμε κανέναν, ἀκόμη καὶ ἂν μὲ τὰ ἴδια μᾶς τὰ μάτια τὸν δοῦμε νὰ ἁμαρτάνει. Γιατί δέκα βήματα νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ ἐμᾶς αὐτὸς ποὺ ἁμάρτησε, δὲν ξέρουμε τί ἔκανε κρυφὰ αὐτὸς καὶ τί ἔκανε μὲ αὐτὸν ὁ Θεός.Ὁ Ἰούδας ὁ προδότης μὲ τὸ χάραμα τῆς Πέμπτης ἦταν μαζὶ μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητές, ἐνῶ ὁ ληστὴς μὲ τοὺς κακούργους καὶ φονιάδες· ὅταν ὅμως ἦρθε ἡ Παρασκευή, ὁ Ἰούδας πῆγε στὸ σκότος τὸ ἐξώτερο, ἐνῶ ὁ ληστὴς κατοίκησε στὸν παράδεισο μαζὶ μὲ τὸν Χριστό. Επειδή, λοιπόν, γίνονται τέτοιες αἰφνίδιες μεταβολές, εἶναι καλὸ νὰ μὴν κρίνουμε ἄνθρωπο, ὡσότου ἔρθει ὁ Χριστὸς ποὺ ξέρει καλὰ τὶς σκέψεις τῶν ἀνθρώπων καὶ φέρνει στὸ φῶς τὰ κρυφά των καρδιῶν. Γιατί ὅλη τὴν ἐξουσία τοῦ Κριτῆ ὁ Πατέρας τὴν ἔδωσε στὸν Υἱὸ (Ἰω. 5:22)· ἑπομένως, ὅποιος κρίνει τὸν ἄλλο, δηλαδὴ τὸν συνάνθρωπο, ἁρπάζει τὸ ἀξίωμα τοῦ κριτῆ, καὶ ἕνας τέτοιος εἶναι ἀντίχριστος.
Ἐξάλλου, εἶναι μερικοὶ ποὺ παίρνουν τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν τοὺς διὰ μέσου ποικίλων πειρασμῶν ποὺ ἐμεῖς δὲν γνωρίζουμε, ἐνῶ ἄλλοι καθαρίζονται μὲ σωματικὴ ἀσθένεια καὶ μακροχρόνια ἀρρώστια. Γιατί λέει ὁ ψαλμωδός: «Πολλὲς παιδαγωγικὲς δοκιμασίες μου ἔστειλε ὁ Κύριος, στὸν θάνατο ὅμως δὲν μὲ παρέδωσε» (Ψάλμ. 117:18)· καὶ ὁ ἀπόστολος λέει: «Ὅταν ὁ Κύριος μας τιμωρεῖ, μᾶς διαπαιδαγωγεῖ, ἔτσι ὥστε νὰ μὴν καταδικαστοῦμε μαζὶ μὲ τὸν κόσμο» (Ἃ’ Κορ. 11:32). Αὐτὸ ἀκριβῶς ἔκανε καὶ μὲ τὸν πόρνο: ἔδωσε ἐντολὴ νὰ παραδώσουν αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο στὸν σατανᾶ γιὰ τὸν σωματικό του ἀφανισμό, ἔτσι ὥστε νὰ σωθεῖ τὸ πνεῦμα τοῦ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως (Ἃ’ Κορ. 5:5). Ἀπὸ αὐτὸ μαθαίνουμε ὅτι καὶ οἱ δαιμονισμένοι, ἂν ὑπομένουν εὐχαριστώντας τὸν Θεό, σώζονται μὲ αὐτὴ τὴν παιδαγωγικὴ τιμωρία.
Ἄλλοι πάλι καὶ σὲ αὐτὴ τὴ θανατηφόρα ἀρρώστιά τους ἐξιλέωσαν μὲ θερμὰ δάκρυα τὸν Θεὸ καὶ βρῆκαν ἔλεος, ὅπως ὁ βασιλιὰς Ἐζεκίας (Β’ Πάρ. 32:24). Ἄλλοι ἔκαναν κρυφὰ συμφωνία μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοῦ ἔδωσαν τὸν λόγο τους νὰ μετανοήσουν, καὶ φεύγοντας σὲ λίγες μέρες ἀπὸ τὴ ζωὴ σώθηκαν. Γιατί σε ὅποια κατάσταση θὰ βρεθεῖ ὁ ἄνθρωπος, σύμφωνα μὲ αὐτὴν θὰ κριθεῖ, εἴτε εἶναι καλὴ εἴτε κακή, ὅπως δήλωσε ὁ Θεὸς μὲ τὸν προφήτη Ἰεζεκιήλ: «Ἂν ἕνας ἄνθρωπος κάνει ὅλες τὶς ἀνομίες ἀλλὰ στραφεῖ καὶ κάνει τὸ σωστό, δὲν θὰ θυμηθῶ τὶς ἀνομίες του· ὅπως θὰ τὸν βρῶ, ἔτσι καὶ θὰ τὸν κρίνω» (Ἰεζ. 33:19-20).
Ἀκόμη, εἶναι μερικοὶ που πέτυχαν τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν τοὺς χάρη σὲ ἐνάρετους ἀνθρώπους, γιατί ὁ Κύριος ἐκπληρώνει τὸ θέλημα ἐκείνων ποὺ τὸν φοβοῦνται (Ψάλμ. 144:19). Μάρτυρας γι’ αὐτὸ εἶναι ἡ ἁγία Γραφή. Ὁ Ἀαρῶν, γιὰ παράδειγμα, μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ Μωυσῆ συγχωρήθηκε (Ἐξ. 32:30-32), ὅταν ἔκανε τὸ χρυσὸ μοσχάρι γιὰ τοὺς Ἰσραηλίτες στὸ Χωρήβ· τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἀδελφή του Μαριάμ, καθαρίστηκε ἀπὸ τὴ λέπρα, ὅταν ὁ Μωυσῆς παρακάλεσε γιὰ χάρη τῆς τὸν Θεὸ (Ἀριθ. 12:13-15). Ἀλλὰ καὶ ὁ Ναβουχοδονόσορ βρῆκε ἔλεος ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ προφήτη Δανιήλ.
Πολλὲς φορές, ἐπίσης, και οι ἅγιοι ἄγγελοι, καθὼς εἶναι πιστοὶ ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ καὶ ἔχουν πρὸς αὐτὸν πολλὴ παρρησία, ἐπειδὴ ποτὲ δὲν σφάλλουν ἀπέναντί του, τυχαίνει νὰ τοῦ ζητήσουν ὁ ἕνας τὴ σωτηρία τοῦ τάδε ἀνθρώπου, ὁ ἄλλος τοῦ ἄλλου. Καὶ ὁ Θεός, ποὺ νύχτα μέρα λατρεύεται καὶ εὐαρεστεῖται ἀπὸ αὐτούς, κάνει αὐτὰ ποὺ τοῦ ζητοῦν, ὅπως ἀκριβῶς καὶ οἱ ἐπίγειοι βασιλιάδες καμιὰ φορᾶ, γιὰ χάρη πιστῶν φίλων τους ποὺ τοὺς παρακαλοῦν, χαρίζουν τὴ ζωὴ σὲ ἀνθρώπους ἄξιους γιὰ θάνατο. Γιατί οι ἅγιοι ἄγγελοι ἀγαποῦν πολύ τους ἀνθρώπους καὶ μᾶς συμπαθοῦν, ἐπειδὴ μέσω τῆς ἀνθρώπινης σάρκας ἀξιώθηκαν νὰ δοῦν τὸν Θεὸ Λόγο, ὅπως ἐπιθυμοῦσαν νὰ τὸν δοῦν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας.
Αὐτὸ τὸ ἐπιβεβαιώνουν οἱ κορυφαῖοι ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Παῦλος. Ὁ Πέτρος συγκεκριμένα λέει ὅτι ὁ Θεὸς μᾶς χάρισε ἀγαθά, ἐπάνω στὰ ὁποῖα οἱ ἄγγελοι ἐπιθυμοῦν νὰ σκύψουν (Ἃ’ Πετρ. 1:12)· δηλαδὴ νὰ δοῦν τὸν Θεὸ τόσο φανερά, ὅσο τὸν εἴδαμε ἐμεῖς, πρὶν ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους, ὅταν σαρκώθηκε. Καὶ ὁ Παῦλος, ἀναφερόμενος στὴν ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ, διακηρύττει: «Τώρα ἀνέβηκε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ τὸν δοῦν οἱ ἀρχὲς καὶ οἱ ἐξουσίες διὰ μέσου της Ἐκκλησίας» (πρβ. Ἔφ. 3:10). Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ ἀγαποῦν πολύ τους ἀνθρώπους οἱ ἅγιοι ἄγγελοι· γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος εἶπε ὅτι αὐτοί χαιρονται καὶ γιορτάζουν στὸν οὐρανὸ γιὰ ἕναν ἁμαρτωλὸ ποὺ μετανοεὶ (Λουκ. 15:10). Γι’ αὐτὸ καὶ σὲ κάθε πιστό, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ βαπτιστεῖ, δίνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ ἕνας ἄγγελος ὡς φύλακας καὶ ὁδηγὸς καὶ δάσκαλος. «Προσέχετε», εἶπε ὁ Κύριος στοὺς Ἰουδαίους, «μὴν περιφρονήσετε κανέναν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς μικροὺς ποὺ πιστεύουν σ’ ἐμένα· γιατί σᾶς βεβαιώνω ὅτι οἱ ἄγγελοί τους βλέπουν συνεχῶς τὸ πρόσωπο τοῦ ἐπουράνιου Πατέρα μου» (Ματθ. 18:10).
Ὁ ἄγγελος λοιπὸν ποὺ δόθηκε στὸν ἄνθρωπο γιὰ νὰ τὸν φυλάγει, ἂν βρεῖ τὸν ἄνθρωπο, τὸν ὁποῖο ἀνέλαβε, νὰ ἀγαπᾶ τὸ καλὸ καὶ νὰ βιάζει ὅσο μπορεῖ τὸν ἑαυτό του νὰ τὸ κάνει, τὸν βοηθᾶ, παρακαλώντας γιὰ χάρη τοῦ τὸν φιλάνθρωπο Θεὸ καὶ ζητώντας του νὰ τοῦ χαρίσει τὴ σωτηρία καὶ τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν. Καὶ ὁ Θεὸς ἱκανοποιεῖ τὸ αἴτημά του. Ἂν δηλαδὴ πολλὲς φορὲς ἄνθρωποι ἐνάρετοι, ὅπως εἶπα, ζήτησαν ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἔσωσαν ἁμαρτωλούς, πόσο περισσότερό το μποροῦν αὐτὸ οἱ ἅγιοι ἄγγελοι;
Ἑπομένως, ἃς μὴν κατακρίνουμε ἄνθρωπο, ἀκόμη καὶ ἂν τὸν δοῦμε νὰ ἁμαρτάνει φανερά, ἀλλὰ μάλλον ας τὸν συμβουλέψουμε μὲ ταπείνωση καὶ ἃς προσευχηθοῦμε γι’ αὐτόν. Ἂν ὅμως ὅσα εἴπαμε δὲν ἀρκοῦν γιὰ νὰ πείσουν, ἃς προσθέσουμε καὶ ἄλλα.
Πές μου, ἀγαπητέ· ποιὸς θὰ πίστευε, βλέποντας τὴν πόρνη Ραὰβ στὴν Ἱεριχῶ νὰ ἁμαρτάνει φανερά, ὅτι ὁ Θεὸς συγχώρησε ὅλες τὶς πορνεῖες της καὶ τὴν ἀθώωσε, ἐπειδὴ δέχτηκε τοὺς κατασκόπους των Ἰσραηλιτῶν (Ι. Ναυὴ 6:25· Ἑβρ. 11:31); Ἢ ὅτι ὁ ἅρπαγας καὶ ἄδικος τελώνης, ποὺ προσευχήθηκε μαζὶ μὲ τὸν Φαρισαῖο, μὲ ἕναν στεναγμὸ ἐξευμένισε τὸν Θεὸ καὶ γύρισε στὸ σπίτι τοῦ συγχωρημένος (Λουκ. 18:10-14); Ἢ ὅτι ὁ Σαμψῶν, ποὺ αὐτοκτόνησε (Κρίτ. 16:30), βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς ἁγίους, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Παῦλος (Ἑβρ. 11:32); Ἢ ὁ Μανασσής, ποὺ γιὰ πενήντα δύο χρόνια λάτρευε τὰ εἴδωλα καὶ ἔκανε ὅλο τὸν ἰσραηλιτικὸ λαὸ νὰ παρανομήσει καὶ νὰ ἀποστατήσει ἀπὸ τὸν Θεό, ποιὸς θὰ φανταζόταν ὅτι σὲ μιὰ ὥρα μὲ σύντομη προσευχὴ πῆρε τὴ συγχώρηση, ὅπως διηγεῖται ἡ Γραφὴ (Β’ Πάρ. 33:9-13); Γιατί ὅταν κλείστηκε ἀπὸ τὸν βασιλιὰ τῶν Ἀσσυρίων σὲ ἕνα χάλκινο ὁμοίωμα ζώου, προσευχήθηκε ἐκεῖ μέσα στὸν Θεὸ μὲ τὴ γνωστὴ προσευχή του, ὁπότε μὲ θεία δύναμη ἔσπασε τὸ χάλκινο ζῶο καὶ ἕνας ἄγγελος τοῦ Θεοῦ τὸν πῆγε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπως διηγοῦνται οἱ ἱστοριογράφοι, καὶ ἔζησε στὸ ἑξῆς μὲ μετάνοια.
Καὶ γιὰ νὰ ἀφήσω τὰ παλιά, θὰ ξαναθυμηθῶ τὸν ἅγιο ληστὴ ἐπάνω στὸν σταυρὸ καὶ θὰ κλείσω τὸν λόγο. Ἄραγε, ἂν τὸ μυστήριο ποὺ συντελέστηκε σὲ αὐτὸν εἶχε γίνει κρυφά, θὰ πίστευε κανένας ἄνθρωπος ἐπάνω στὴ γῆ ὅτι ἐκεῖνος ὁ σιχαμερός, ποὺ λήστεψε πολλοὺς καὶ σκότωσε μικροὺς καὶ μεγάλους, καλοὺς καὶ κακούς, καὶ δίδαξε καὶ σὲ ἄλλους τὴν παρανομία τῆς ληστείας, σώθηκε στὸ τέλος τῆς ζωῆς του μὲ ἕναν λόγο του καὶ κατοίκησε στὸν παράδεισο πρῶτος ἀπὸ ὅλους;
Ὅλα αὐτὰ δὲν τὰ ἀνέφερα μακρηγορώντας ἄσκοπα, ἀλλὰ ἐπειδὴ γνωρίζω ὄτι η γλώσσα τῶν πολλῶν εἶναι πιὸ κοφτερὴ ἀπὸ κάθε δίκοπο μαχαίρι στὸ νὰ κατακρίνουν τὰ ξένα σφάλματα. Αὐτοί, καὶ χιλιάδες καλὰ νὰ δοῦν σὲ ἕναν ἄνθρωπο, ἂν δοῦν σὲ αὐτὸν καὶ κάποιο ἀνθρώπινο ἐλάττωμα –γιατί κανένας δὲν εἶναι ἀναμάρτητος, παρὰ μόνο ὁ Θεός–, ἀφήνουν καὶ παραβλέπουν τὰ μύρια ἐκεῖνα καλά του καὶ μόνο ἐκεῖνο τὸ μικρὸ ἐλάττωμα ἀναφέρουν συνεχῶς καὶ τὸ διαλαλοῦν καὶ στοὺς ἄλλους. Σὲ αὐτοὺς δίκαια θὰ ἔρθει ἡ τιμωρία ἀπὸ τὸν Θεό, γιατί προξενοῦν βλάβη καὶ ἀπώλεια ὄχι μόνο στὸν ἑαυτό τους, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἄλλους.
 
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο: ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Γ’, Ὑπόθεση Β’. Ἐκδόσεις “Τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας”, Θεσσαλονίκη 2006)

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα