ΤΟΥ ΜΑΝΟΛΗ Γ. ΔΡΕΤΤΑΚΗ*
«Οὐκ οἴδατε ὅτι μικρὰ ζύμη
τὸ ὅλον φύραμα ζυμοί;».
(Α΄ Κορ. Ε΄, 6)
Ἡ οἰκονομικὴ κρίση ποὺ ἔχει ξεσπάσει ἐδῶ καὶ δύο σχεδὸν χρόνια καὶ κορυφώθηκε τὸ καλοκαίρι τοῦ 2009 ξεκίνησε ἀπὸ τὶς δραστηριότητες τῶν ἐπικεφαλῆς χρηματοπιστωτικῶν ἱδρυμάτων καὶ Τραπεζῶν κύρια στὶς ΗΠΑ καὶ σὲ ὁρισμένες χῶρες τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης καὶ ἁπλώθηκε σὲ ὅλο τὸν κόσμο ἐξαιτίας τοῦ βάρους ποὺ ἔχουν στὴν παγκόσμια οἰκονομία οἱ χῶρες αὐτές. Δύο εἶναι οἱ κύριες αἰτίες τῆς κρίσης αὐτῆς: Ἀπὸ τὴ μία μεριὰ ἡ ἀχαλίνωτη ἀπληστία αὐτῶν ποὺ προκάλεσαν τὴν κρίση γιὰ ἐπιδίωξη μεγάλων κερδῶν ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὶς μεθόδους ποὺ χρησιμοποιήθηκαν καὶ τοὺς κινδύνους ποὺ ἔκρυβαν καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ἀνεπάρκεια ἢ ἡ παντελὴς ἔλλειψη ἐλέγχων ἀπὸ ἁρμόδιες κρατικὲς ὑπηρεσίες.
Οἱ κοινωνικὲς καὶ οἰκονομικὲς ἐπιπτώσεις τῆς παγκόσμιας αὐτῆς οἰκονομικῆς κρίσης εἶναι ἄνισες τόσο ἀνάμεσα στὰ κράτη ὅσο καὶ ἀνάμεσα στὶς κοινωνικὲς τάξεις σὲ κάθε κράτος. Αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι ὑποφέρουν περισσότερο εἶναι οἱ οἰκονομικὰ καὶ κοινωνικὰ ἀδύνατοι, εἴτε πρόκειται γιὰ κράτη εἴτε γιὰ ἐπιχειρήσεις, οἰκογένειες καὶ ἄτομα, μὲ ἀποτέλεσμα οἱ ὑπάρχουσες μεγάλες ἀνισότητες νὰ διευρύνονται καὶ ἡ ἐκμετάλλευσή τους ἀπὸ τοὺς ἰσχυροὺς νὰ αὐξάνεται.
Τὰ μεγάλα προβλήματα ποὺ ἀντιμετώπιζε ἡ ἀνθρωπότητα πρὶν ἀπὸ τὴν κρίση, δηλαδὴ ἡ ἀνεργία, ἡ φτώχεια, ἡ πείνα, ἡ ἀρρώστια, ἡ προσφυγιά, ἡ καταστροφὴ τοῦ περιβάλλοντος κ.λ.π. ἔχουν ἐπιδεινωθεῖ ἐξαιτίας της. Οἱ κυβερνήσεις πολλῶν κρατῶν, πολλὲς ἐπιχειρήσεις καὶ πολλὰ νοικοκυριὰ δυσκολεύονται νὰ ἀντιμετωπίσουν τὰ προβλήματα αὐτὰ λόγῳ τῆς παγκοσμιότητας τῆς κρίσης καὶ τῆς ἀδυναμίας ἐλέγχου τῶν αἰτίων ποὺ τὴν προκάλεσαν.
Καὶ οἱ Διεθνεῖς, ὅμως, ὀργανισμοὶ δὲν ἔχουν τὶς δυνατότητες καὶ τὰ μέσα ποὺ χρειάζονται γιὰ νὰ ἁπαλύνουν καί, πολὺ περισσότερο, νὰ ἐπιλύσουν τὰ προβλήματα αὐτά, δεδομένου ὅτι ἡ παγκόσμια ἀλληλεγγύη δὲν βρίσκεται στὸ ἐπίπεδο ἐκεῖνο ποὺ ἀπαιτεῖται γιὰ τὴν ἀποτελεσματικὴ ἀντιμετώπισή τους. Ὁρισμένα κράτη ποὺ ἔχουν τὰ μέσα καὶ ἀναπτυγμένο τὸ αἴσθημα τῆς διεθνοῦς ἀλληλεγγύης προσφέρουν βοήθεια σὲ φτωχὰ κράτη ποὺ ἀντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα. Ἡ βοήθεια, ὅμως, ποὺ προσφέρουν κάθε ἄλλο παρὰ ἐπαρκής εἶναι γιὰ τὴν ἐπίλυσή τους. Τὰ μεγάλα κράτη, δυστυχῶς, δὲν παρέχουν τὴν βοήθεια ποὺ τοὺς ἐπιτρέπουν οἱ πόροι ποὺ διαθέτουν.
Οἱ Χριστιανοὶ σὲ ὅλο τὸν κόσμο, μὲ βάση τὶς ἀρχὲς τῆς πίστης τους, θὰ μποροῦσαν νὰ βοηθήσουν στὴν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῆς οἰκονομικῆς κρίσης ἂν ἦταν ἑνωμένοι. Δυστυχῶς αὐτὸ δὲν συμβαίνει.
Παρόλα αὐτά, ὁρισμένες μεμονωμένες πρωτοβουλίες καὶ προσπάθειες γίνονται ἀπὸ τὶς ἐπιμέρους Ἐκκλησίες. Μία ἀπὸ αὐτές, μὲ παγκόσμια ἐμβέλεια, εἶναι ἡ πρωτοβουλία καὶ οἱ συνεχεῖς προσπάθειες ποὺ καταβάλει ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης γιὰ τὴν προστασία τοῦ περιβάλλοντος. Ἡ πρωτοβουλία αὐτὴ ἐνισχύει ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μάχονται γιὰ τὴν ἀποτελεσματικὴ ἀντιμετώπιση τοῦ ζωτικοῦ αὐτοῦ προβλήματος γιὰ τὴν ἐπιβίωση τῆς ἀνθρωπότητας. Δυστυχῶς, ὅμως, τὰ οἰκονομικὰ συμφέροντα τῶν ἐπιμέρους –καὶ ἰδιαίτερα τῶν μεγάλων καὶ ἰσχυρῶν Κρατῶν– παρεμποδίζουν στὸ νὰ ὑπάρξει οὐσιαστικὴ πρόοδος στὸ θέμα αὐτό.
Τό παράδειγμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη θά ἦταν εὐχῆς ἔργο νὰ τὸ μιμηθοῦν καὶ ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες καὶ οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες καὶ νὰ προσπαθήσουν νὰ ἐνσταλάξουν στὶς πολιτικὲς ἡγεσίες καὶ σὲ ὅσους λαμβάνουν ἀποφάσεις γιὰ τὶς τύχες τῶν λαῶν καθὼς καὶ στοὺς ἁπλοὺς πολίτες τὶς ἀρχὲς τοῦ Χριστιανισμοῦ μὲ πρώτη τὴν μὲ κάθε τρόπο ἔμπρακτη ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, τὴν ἀλληλεγγύη, τὸ σεβασμὸ τῆς ἐλευθερίας καὶ τὴν κατανόηση τοῦ συνανθρώπου μας, τὴν κοινωνικὴ δικαιοσύνη καὶ τὴν ἰσότητα, ὥστε οἱ ἀρχὲς αὐτὲς νὰ ἀποτελέσουν τὶς κατευθυντήριες γραμμὲς τῶν προγραμμάτων ποὺ καταρτίζονται καὶ ὅλων τῶν προσπαθειῶν καταβάλλονται γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν συνεπειῶν τῆς οἰκονομικῆς κρίσης.
Ἐξαιτίας τῆς ἀδυναμίας τῆς Διεθνοῦς Κοινότητας νὰ ἀντιμετωπίσει συλλογικὰ τὴν παγκόσμια οἰκονομικὴ κρίση, τὸ βάρος γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν ἐπιπτώσεών της πέφτει στοὺς ὤμους τῶν κυβερνήσεων τῶν ἐπιμέρους Κρατῶν καὶ ἡ ἀποτελεσματικότητα τῶν παρεμβάσεών τους ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ μία μεριὰ ἀπὸ τὸ μέγεθος τῶν προβλημάτων τους καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη τῶν μέσων ποὺ διαθέτουν γιὰ τὴν ἀντιμετώπισή τους.
Ὁ ρόλος ποὺ μποροῦν νὰ παίξουν οἱ Χριστιανοὶ γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων ποὺ ἔχουν ἐπιδεινωθεῖ ἐξαιτίας τῆς κρίσης γιὰ τὴ χώρα στὴν ὁποία ζοῦν ἐξαρτᾶται ἀπό: (α) Τὸν ἀριθμό τους, ἂν δηλαδή, ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι ἡ κύρια θρησκεία τῆς χώρας, (β) τὸ πόσοι ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς βιώνουν τὶς ἀρχὲς τῆς πίστης τους καὶ (γ) τὸ ἂν ἡ Ἐκκλησία εἶναι καλὰ ὀργανωμένη καὶ παρεμβαίνει ἐνεργὰ στὰ κοινωνικά, οἰκονομικὰ καὶ ἄλλα προβλήματα τῆς χώρας.
Δὲν ἔχω ἐποπτεία γιὰ τὸ τί κάνουν οἱ Ἐκκλησίες σὲ ὅλα τὰ Κράτη τοῦ κόσμου καὶ οἱ γνώσεις μου γιὰ τὸ τί συμβαίνει στὴ χώρα μας εἶναι περιορισμένες. Δὲν μπορῶ, κατὰ συνέπεια, νὰ κρίνω καὶ νὰ ἀποτιμήσω τὴ συμβολὴ τῶν Χριστιανῶν στὰ προβλήματα τῶν χωρῶν τους. Ἀναγκαστικὰ θὰ περιοριστῶ στοὺς Χριστιανοὺς τῆς χώρας μας καὶ μὲ βάση τὰ ὅσα γνωρίζω γι᾿ αὐτούς.
Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα θὰ πρέπει νὰ δοῦμε ποιὰ εἶναι σήμερα ἡ πραγματικότητα στὴ χώρα μας ἀπὸ ἄποψη σύνθεσης τοῦ πληθυσμοῦ της. Πρὶν ἀπὸ 30 περίπου χρόνια ὁ πληθυσμὸς τῆς Ἑλλάδας ἦταν πολὺ ὁμοιογενής. Ἡ συντριπτικὴ πλειονότητά του ἦταν Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι, ἐλάχιστοι ἀνῆκαν σὲ ἄλλα δόγματα καὶ οἱ μουσουλμάνοι ἀντιπροσώπευαν ἕνα πολὺ μικρὸ ποσοστό του. Σήμερα ζοῦν στὴ χώρα μας πολλὲς ἑκατοντάδες χιλιάδες μεταναστῶν, τὸ ποσοστὸ ποὺ ἀντιπροσωπεύουν στὸν πληθυσμὸ τῆς χώρας εἶναι γύρω στὸ 10% καὶ οἱ περισσότεροι εἶναι μουσουλμάνοι.
Τὰ ἐρωτήματα ποὺ τίθενται, ἑπομένως, εἶναι πόσοι ἀπὸ τὰ δέκα περίπου ἑκατομμύρια τῶν Ἑλλήνων, ἡ συντριπτικὴ πλειονότητα τῶν ὁποίων εἶναι βαφτισμένοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, εἶναι ἐνεργὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὴν ἔννοια ὄχι ἂν πηγαίνουν τακτικὰ ἢ ἀραιὰ στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ μὲ τὸ ἂν μετέχουν στὴ μυστηριακὴ ζωὴ καὶ ἂν πράγματι βιώνουν τὴν πίστη τους καὶ ἐφαρμόζουν στὴ ζωὴ τους τὶς βασικὲς ἀρχὲς τῆς πίστης τους καὶ τί θὰ μποροῦσαν αὐτοὶ νὰ κάνουν γιὰ τὴν ἀντιμετώπισης τῆς κρίσης.
Ἡ ἀπάντηση στὰ ἐρωτήματα αὐτὰ δὲν εἶναι εὔκολη, δεδομένου ὅτι στὰ θέματα ποὺ ἀφοροῦν τὴν πίστη ἐλάχιστα μπορεῖ νὰ προσφέρει ἡ Στατιστική. Αὐτὰ ποὺ ἔχουν σημασία σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν ὅποια παρέμβαση τῶν Χριστιανῶν στὰ προβλήματα ποὺ ἔχει προκαλέσει ἡ παγκόσμια οἰκονομικὴ κρίση εἶναι ἡ προσωπική τους ζωὴ καὶ ἡ πρὸς τὰ ἔξω πρακτικὴ ἐφαρμογὴ τῶν ἀρχῶν τῆς πίστης τους. Μὲ βάση τὰ κριτήρια αὐτὰ μόνο ὁρισμένες παρατηρήσεις μποροῦν νὰ γίνουν, χωρίς, ὅμως, νὰ ἀποτελοῦν μία πλήρη ἀπάντηση στὰ παραπάνω ἐρωτήματα.
Ἡ ἑλληνικὴ κοινωνία ἔχει ἐπηρεαστεῖ βαθύτατα ἀπὸ τὶς τάσεις ποὺ ἐπικρατοῦν παγκόσμια καὶ ἰδιαίτερα στὴν Ἀμερικὴ καὶ στὴ Δυτικὴ Εὐρώπη. Κυρίαρχες στὶς τάσεις αὐτὲς εἶναι ὁ καταναλωτισμὸς καὶ ὁ ἐγωκεντρισμὸς σὲ ὅλα τὰ κοινωνικὰ στρώματα. Ἐκτός, ὅμως, ἀπὸ αὐτά, πολλοὶ Ἕλληνες ἔχουν τὴν τάση νὰ ἀποκτήσουν ὅσο γίνεται μεγαλύτερη ἀκίνητη περιουσία. Ὁ συνδυασμὸς τῶν τάσεων αὐτῶν ἔχει ὁδηγήσει πολλούς στὸ κυνήγι τοῦ χρήματος, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴ νομιμότητα ἢ ὄχι τῶν μεθόδων ποὺ χρησιμοποιοῦνται γιὰ τὴν ἀπόκτησή του. Ἡ ἐπιδίωξη, ὅμως, αὐτή, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς σοβαρὲς ἐπιπτώσεις ποὺ ἔχει στὸ κοινωνικὸ σύνολο, ἀφήνει ἐλάχιστα περιθώρια χρόνου γιὰ τὴν ἐνασχόληση μὲ τὰ κοινὰ καὶ γιὰ τὴν προσφορὰ στὸν ἄλλο. Οἱ περισσότεροι περιορίζονται στὸ νὰ φροντίζουν τὴν οἰκογένειά τους, ἐνῶ ὁρισμένοι τὴν παραμελοῦν προκειμένου νὰ κερδίσουν ὅσο γίνεται περισσότερα χρήματα.
Ὅλα τὰ παραπάνω ἔχουν ἐπηρεάσει καὶ τὰ ἐνεργὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ βιοτὴ καὶ ἡ συμπεριφορὰ πολλῶν Χριστιανῶν ἔρχεται, δυστυχῶς, σὲ σύγκρουση μὲ τὰ ὅσα ἐπιτάσσει ἡ πίστη τους μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προκαλοῦν τὸν σκανδαλισμὸ τῶν συνανθρώπων τους. Ἀνάμεσα σ᾿ αὐτοὺς εἶναι, δυστυχῶς, καὶ ὁρισμένα μέλη τοῦ Κλήρου. Ἡ συμπεριφορὰ αὐτὴ ἐνισχύει τὰ ἐπιχειρήματα ἐκείνων ποὺ βάλλουν συστηματικὰ ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας.
Ἂν περιοριστοῦμε στοὺς Χριστιανοὺς ποὺ καταβάλλουν συνειδητὴ προσπάθεια νὰ εἶναι συνεπεῖς μὲ τὴν πίστη τους τόσο στὴν ἰδιωτική τους ζωὴ ὅσο καὶ μέσα στὴν κοινωνία, παρατηροῦμε ὅτι πολὺ λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι διατεθειμένοι νὰ μετάσχουν ἐνεργὰ στὴν πολιτικὴ ζωὴ τοῦ Τόπου ὡς μέλη κομμάτων καὶ ἀκόμα λιγότεροι ὡς ὑποψήφιοι γιὰ ἐκλογὴ στὴ Βουλή, στὴν Τοπικὴ Αὐτοδιοίκηση Α΄ καὶ Β΄ βαθμοῦ. Τὴ στάση τοὺς αὐτὴ ἐνισχύει ἡ κατάσταση ποὺ ἐπικρατεῖ ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια στὰ κόμματα καὶ ἰδιαίτερα ἡ προκλητικὴ καὶ ἀσυνεπὴς συμπεριφορὰ ἡγετικῶν στελεχῶν καὶ τῶν ἀρχηγῶν τους. Μὲ τὴ μὴ ἐνεργὸ συμμετοχή τους, ὅμως, στὰ πολιτικὰ δρώμενα τοῦ Τόπου, τὰ ἐνεργὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀφήνουν τὸ πεδίο ἐλεύθερο σ᾿ αὐτοὺς οἱ ὁποῖοι διαχειρίζονται –μὲ τρόπο ποὺ τὰ διαχειρίζονται– τὰ Κοινά.
Ἀνάλογη, ἀλλὰ σὲ μικρότερη ἔκταση, εἶναι ἡ στάση τῶν περισσότερων ἐνεργῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴ συμμετοχή τους σὲ συλλογικοὺς φορεῖς, εἴτε αὐτοὶ εἶναι ἐπαγγελματικοὶ εἴτε κοινωνικοί. Ἡ ἀποστασιοποίηση αὐτὴ ὀφείλεται στὴν κομματικοποίηση πολλῶν ἀπὸ τοὺς φορεῖς αὐτούς, δηλαδὴ σὲ μετατροπή τους σὲ ὄργανα προώθησης τῶν θέσεων τῶν κομμάτων. Καὶ στὴν περίπτωση, ὅμως, αὐτὴ –ὅπως καὶ στὴν πολιτικὴ ζωὴ– τὸ πεδίο ἀφήνεται ἐλεύθερο σὲ ἐκείνους ποὺ ἐπιδιώκουν τὴν ἱκανοποίηση εἴτε τῶν προσωπικῶν τους φιλοδοξιῶν εἴτε τῶν στόχων τῶν κομμάτων τους.
Τὰ ὅσα προαναφέρθηκαν, σὲ συνδυασμὸ μὲ τὸν τρόπο ζωῆς καὶ τὰ πρότυπα ποὺ προβάλλουν τὰ Διεθνή καὶ Ἐθνικὰ μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης, καὶ τὴν ἀρνητικὴ ἢ ἀδιάφορη στάση ποὺ τηροῦν τὰ μέσα αὐτὰ ἀπέναντι σὲ πολλὲς θετικὲς πρωτοβουλίες τῆς Ἐκκλησίας γενικότερα, ἀποθαρρύνουν τοὺς Χριστιανοὺς ἐκείνους ποὺ εἶναι διατεθειμένοι νὰ προσφέρουν στὰ Κοινά.
Ἀπὸ τὶς παραπάνω ἐκτιμήσεις –καὶ στὸ βαθμὸ ποὺ ἀνταποκρίνονται στὴν πραγματικότητα– μπορεῖ νὰ συναχθεῖ τὸ συμπέρασμα ὅτι δὲν ὑπάρχουν πολλὰ περιθώρια γιὰ συμβολὴ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν Χριστιανῶν στὴν ἀντιμετώπιση τῶν συνεπειῶν τῆς παγκόσμιας οἰκονομικῆς κρίσης. Εἶναι, ὅμως, ἔτσι τὰ πράγματα ἢ μήπως ὑπάρχουν καὶ κάποιες ἐνέργειες καὶ πρωτοβουλίες τῆς Ἐκκλησίας ὡς συνόλου καὶ τῶν μεμονωμένων Χριστιανῶν ποὺ μποροῦν νὰ βοηθήσουν, σὲ μικρὴ ἢ σὲ μεγαλύτερη κλίμακα, στὴν ἀντιμετώπιση τῶν συνεπειῶν τῆς κρίσης ἐντὸς (καὶ ἂν εἶναι δυνατὸν καὶ ἐκτός) τῆς χώρας;
Ἡ Ἐκκλησία ὡς σύνολο, καὶ ἂν ἀκόμα μποροῦσε, δὲν πρέπει καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκαταστήσει τὸ Κράτος στὴν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῆς παγκόσμιας οἰκονομικῆς κρίσης. Οἱ Χριστιανοί, εἰδικότερα, δὲν πρέπει νὰ ἱδρύσουν χριστιανικὰ κόμματα ἢ νὰ μετάσχουν σὲ κόμματα ποὺ καπηλεύονται τὸ Χριστιανισμό. Τόσο, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία ὡς σύνολο, ὅσο καὶ οἱ μεμονωμένοι Χριστιανοὶ μποροῦν νὰ βοηθήσουν στὴν ἀντιμετώπιση τῆς κρίσης.
Πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα ἡ Ἐκκλησία σὲ κεντρικό, μητροπολιτικὸ καὶ ἐνοριακὸ ἐπίπεδο. Τὸ κύριο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας εἶναι, φυσικά, ἡ διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἡ πνευματικὴ κατάρτιση καὶ στήριξη τῶν Χριστιανῶν. Ἂν ἐπιτελεῖ σωστά τὸ ἔργο αὐτό, δηλαδὴ ἂν περνᾶ τὸ μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου σωστά, μπορεῖ νὰ ἀσκήσει σημαντικὴ ἐπίδραση σὲ ὅσους λαμβάνουν ἀποφάσεις.
Παράλληλα μὲ τὸ κυρίως πνευματικό της ἔργο, ἡ Ἐκκλησία βοηθᾶ κατὰ πολλοὺς τρόπους τὸν πάσχοντα συνάνθρωπό μας. Τὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελεῖται ποικίλει ἀνάλογα μὲ τὸν ἐνεργὸ ρόλο τῶν Ἀρχιερέων καὶ Ἱερέων καὶ τὴ συμμετοχὴ τῶν πιστῶν στὴν ἐπίλυση τῶν προβλημάτων ποὺ ἀντιμετωπίζουν οἱ τοπικὲς κοινωνίες. Τὸ ἔργο αὐτὸ εἶναι πολὺ μεγάλο ἀλλά, δυστυχῶς, δὲν εἶναι γνωστὸ στὸ σύνολό του. Θὰ μποροῦσε νὰ ἦταν μεγαλύτερο ἂν ἀξιοποιοῦνταν ὅλες οἱ ὑπάρχουσες δυνάμεις. Μὲ δεδομένη τὴν ἐπιδείνωση τῶν προβλημάτων ἐξαιτίας τῆς παγκόσμιας οἰκονομικῆς κρίσης τὸ ἔργο αὐτὸ τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ ἐπεκταθεῖ τόσο στοὺς τομεῖς στοὺς ὁποίους γίνεται ἤδη ὅσο καὶ σὲ ἄλλους ποὺ προκύπτουν ἐξαιτίας ἀκριβῶς τῆς κρίσης αὐτῆς. Ἀνάμεσα στοὺς πιστοὺς ὑπάρχουν πολλοὶ ποὺ θέλουν καὶ μποροῦν νὰ βοηθήσουν. Ἡ ἀξιοποίησή τους ἐξαρτᾶται ἀπὸ τοὺς κατὰ τόπους Ἀρχιερεῖς καὶ Ἱερεῖς.
Καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδος, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία δραστηριοποιεῖται μὲ τὴν Ἱεραποστολή. Σὲ ἐλάχιστους εἶναι γνωστὸ τὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελεῖται ἀπὸ τὴ δραστηριότητα αὐτὴ τῆς Ἐκκλησίας σὲ πολλὰ κράτη τοῦ κόσμου. Τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ κράτη αὐτά, λόγῳ τοῦ χαμηλοῦ βιοτικοῦ τους ἐπιπέδου, ὑποφέρουν περισσότερο ἐξαιτίας τῆς οἰκονομικῆς κρίσης. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ θὰ πρέπει ἡ Ἐκκλησία νὰ ἐνισχύσει μὲ κάθε δυνατὸ τρόπο τὸ πνευματικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο τῶν Ἱεραποστολῶν.
Ἐκτός, ὅμως, ἀπὸ τὶς πρωτοβουλίες τῆς Ἐκκλησίας ὡς συνόλου, οἱ μεμονωμένοι Χριστιανοὶ μποροῦν νὰ βοηθήσουν μὲ τὸ προσωπικό τους παράδειγμα, δηλαδὴ μὲ τὸν τρόπο ποὺ βιώνουν τὴν πίστη τους καὶ συμπεριφέρονται πρὸς τὰ ἔξω. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο ζητᾶ σήμερα ἡ κοινωνία εἶναι τὰ ζωντανὰ παραδείγματα. Ἂν οἱ Χριστιανοὶ βιώνουν πραγματικὰ τὴν πίστη τους, τότε μὲ τὴν ὑποδειγματικὴ συμπεριφορὰ τους ἀπέναντι στὶς οἰκογένειές τους, στοὺς φίλους, τοὺς γνωστοὺς καὶ στοὺς γείτονές τους, μὲ τὸν λιτὸ τρόπο τῆς ζωῆς τους, χωρὶς προκλήσεις καὶ σπατάλες, μὲ σεβασμὸ στὸν περιβάλλον καὶ μὲ τὴν ἀνάλογη πρὸς τὶς δυνατότητές του ἔμπρακτη ἀλληλεγγύη στοὺς συνανθρώπους τους, μποροῦν νὰ ἀποτελέσουν παραδείγματα πρὸς μίμηση, δηλαδὴ τὴ «ζύμη» τοῦ Εὐαγγελίου. Ὅσο περισσότεροι Χριστιανοὶ ζοῦν καὶ συμπεριφέρονται μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο μέσα στὴν κοινωνία τόσο ἀποτελεσματικότερη θὰ εἶναι ἡ συμβολή τους στὴν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων ποὺ προκαλεῖ αὐτὴ ἡ κρίση.
Ἐκτός, ὅμως, ἀπὸ τὸ προσωπικὸ παράδειγμα καὶ τὴ συμμετοχή τους στὶς προσπάθειες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ Χριστιανοὶ μποροῦν νὰ βοηθήσουν καὶ τὶς προσπάθειες ποὺ καταβάλλουν διάφοροι Σύλλογοι καὶ Διεθνεῖς ἀνθρωπιστικὲς ὀργανώσεις, οἱ ὁποῖες ἀσχολοῦνται μὲ τὴν παροχὴ βοήθειας σὲ ὁμάδες συνανθρώπων μας ποὺ ἀντιμετωπίζουν συγκεκριμένα προβλήματα, εἴτε αὐτὰ εἶναι οἰκονομικά, εἴτε κοινωνικά, ἀσθένειες, ἔλλειψη ὑποδομῶν κ.λ.π. Ἡ βοήθεια μπορεῖ νὰ εἶναι εἴτε μὲ ἄμεση μὲ προσωπικὴ συμμετοχὴ στὶς ὀργανώσεις καὶ στοὺς συλλόγους αὐτοὺς ἢ καὶ μὲ παροχὴ οἰκονομικῆς βοήθειας σ᾿ αὐτούς.
Ὅσοι διαθέτουν χρόνο ἢ καὶ χρήματα μποροῦν οἱ ἴδιοι νὰ ἀναλάβουν πρωτοβουλία ὀργάνωσης μικρῶν ὁμάδων γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων ποὺ ἀντιμετωπίζουν ἄνθρωποι στὴ γειτονιά τους ἢ στὴ γύρω περιοχή. Μὲ δεδομένη τὴν ἀνεπάρκεια τῆς κρατικῆς φροντίδας ἀλλὰ καὶ τὴν ἀδυναμία τῶν διαφόρων συλλόγων ποὺ ὑπάρχουν νὰ ἀντιμετωπίσουν ὅλα τὰ προβλήματα (ὁρισμένα ἀπὸ τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι γνωστὰ παρὰ μόνο σ᾿ αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται πολὺ κοντὰ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ τὰ ἔχουν), οἱ πρωτοβουλίες αὐτὲς εἶναι πολὺ σημαντικὲς καὶ ὅπου ὑπάρχουν παρέχουν σημαντικὴ βοήθεια.
Τέλος, μὲ δεδομένα τὰ ὅσα ἀναφέρθηκαν στὴν ἀρχὴ γιὰ τὴν πολιτικὴ ζωὴ τοῦ Τόπου, ἕνα ἐρώτημα πού πρέπει νὰ ἀπαντηθεῖ εἶναι: Ἄν οἱ Χριστιανοὶ ἐκεῖνοι πού ἀποφασίζουν νὰ ἀναμειχθοῦν ἐνεργὰ στὴν πολιτική, μὲ ὅποιο τρόπο ἐκεῖνοι κρίνουν, μποροῦν μέσα στοὺς φορεῖς στοὺς ὁποίους δραστηριοποιοῦνται, νὰ βοηθήσουν στὴν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῆς παγκόσμιας οἰκονομικῆς κρίσης;
Στὸ ἐρώτημα αὐτὸ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μία γενικὴ ἀπάντηση. Πολλὰ ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὸν καθένα ποὺ αἰσθάνεται ὅτι μπορεῖ νὰ προσφέρει καὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο, καθὼς καὶ ἀπὸ τὸν φορέα τὸν ὁποῖο θὰ ἐπιλέξει νὰ προσφέρει. Τὸ ὅποιο ἐγχείρημα ἀποτελεῖ μία πρόκληση καὶ ἐγκυμονεῖ πολλοὺς κινδύνους. Συνήθως τὰ μεγάλα συμφέροντα ὑπαγορεύουν τὶς θελήσεις τους στοὺς πολιτικοὺς φορεῖς καὶ οἱ ὅποιες ἀπόψεις δὲν τοὺς συμφέρουν εἴτε ἀγνοοῦνται εἴτε καταπνίγονται, μὲ ἀποτέλεσμα τὴν ἀπογοήτευση καὶ τὴν παραίτηση ἐκείνων ποὺ ἔλπιζαν ὅτι θὰ μποροῦσαν νὰ προσφέρουν οὐσιαστικά. Ἐλάχιστοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ παραμένουν μέχρι τέλους ἀρκούμενοι σὲ ἁπλὲς παρεμβάσεις, οἱ ὁποῖες, σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις φέρουν κάποια ὁριακὰ ἀποτελέσματα.
Τελικά, ὅμως, ἡ συμβολὴ τῶν Χριστιανῶν στὴν ἀντιμετώπιση τῶν συνεπειῶν τῆς οἰκονομικῆς κρίσης δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν ἀριθμό τους. Σὲ πολλὲς περιπτώσεις, ὅπως ἔχει δείξει ἡ ἐμπειρία αἰώνων, τὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦν μικρὲς ὁμάδες ἢ ἀκόμα καὶ μεμονωμένοι Χριστιανοί, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, φέρει πολλοὺς καὶ ἀπρόσμενους καρπούς. Κατὰ συνέπεια ὁ κάθε Χριστιανὸς μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ ἐξετάσει τί μπορεῖ νὰ προσφέρει καὶ πὼς μπορεῖ νὰ συμβάλλει στὴν ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων τῆς οἰκονομικῆς κρίσης εἴτε μέσα στὴν Πατρίδα του εἴτε σὲ ἄλλα μέρη τοῦ κόσμου, ἀφήνοντας τὸ ἀποτέλεσμα στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ.
____________
*Ὁ Μανόλης Γ. Δρεττάκης εἶναι τέως: Ἀντιπρόεδρος
τῆς Βουλῆς, Ὑπουργὸς καὶ Καθηγητὴς τῆς ΑΣΟΕΕ.
Πρώτη δημοσίευση στὸ περιοδικὸ «Σύναξη»
τεῦχος 114, Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2010.