Ο Άγιος Παΐσιος είπε: «Εσείς εκεί στην Λάρισα έχετε έναν άγιο άνθρωπο, τον π. Σεραφείμ, αλλά κρύβεται σαν τον λαγό πίσω από τους θάμνους, ψάξτε λίγο και θα τον βρείτε».

π. Σεραφείμ Δημόπουλος (✞), ο κρυφός φίλος του Θεού

Εκοιμήθη την Πέμπτη στις 17 Απριλίου 2008

Ο γέροντας π. Σεραφείμ Δημόπουλος κοιμήθηκε οσιακά στην Λάρισα, στις 17 Απριλίου το 2008. Σε μία παρέα νέων από την Λάρισα, που επισκέφθηκαν τον Άγιο γέροντα Παΐσιο στην Παναγούδα, τους είπε: «Γιατί έρχεστε σε μένα; Εσείς εκεί στην Λάρισα έχετε έναν άγιο άνθρωπο, τον π. Σεραφείμ». Όμως την επόμενη φορά που οι νέοι αυτοί επισκέφθηκαν την Παναγούδα ανέφεραν στον γέροντα Παΐσιο ότι δεν υπάρχει κανένας π. Σεραφείμ στις ενορίες της Λάρισας. Βέβαια ο π. Σεραφείμ δεν είχε δική του ενορία, αλλά πήγαινε σε χωριά και όπου αλλού τον έστελνε η Ιερά Μητρόπολη Λαρίσης, γιατί ήταν ιεροκήρυκας. Ο γέροντας Παΐσιος απάντησε: «Εκεί είναι, αλλά κρύβεται σαν τον λαγό πίσω από τους θάμνους, ψάξτε λίγο και θα τον βρείτε».

Έψαχνα να βρώ έναν καλό Πνευματικό, άκουσα σε συζήτηση ότι στην Λάρισα υπάρχει ένας Πνευματικός, ρακένδυτος και ατημέλητος, που μένει λίγο πιο κάτω από τις δικαστικές φυλακές σε ένα σπιτάκι, που είναι μέσα στα χωράφια, και στην βεράντα έχει μία σημαία Βυζαντινή. Είχα την βεβαιότητα ότι είχα μπροστά μου έναν άγιο άνθρωπο και κάθε συνάντηση με συγκινούσε ιδιαίτερα. Πρώτη φορά συναντούσα άνθρωπο που ήταν ολοκληρωτικά δοσμένος στον Θεό. Καμμία φροντίδα για τον χώρο όπου ζούσε, καμμία έγνοια για τον εαυτό του, καμμία φιλοδοξία για καριέρα και μάταιη δόξα. Μία ψυχή εκατό τοις εκατό παραδομένη στην αγάπη του Θεού. Άρχισα να αναλογίζωμαι αν αξίζη να στενοχωριέμαι για όλα αυτά τα μάταια για τα οποία έτρεχα από το πρωί έως το βράδυ. Όταν έβλεπα τον Γέροντα, το άγχος, οι φοβίες, και οι στεναχώριες έφευγαν αμέσως, σε βαθμό που ξεχνούσα για ποιο λόγο πήγαινα και τι ήθελα να τον ρωτήσω. 

Εξωτερικά δεν σου έκαμε εντύπωση. Ήταν απεριποίητος, αχτένιστος, άπλυτος και ο χώρος που ζούσε ήταν ασκούπιστος και ακατάστατος. Όταν όμως κανείς τον γνώριζε και παρέβλεπε αυτά, και τις σαλότητες που συχνά έκανε, τότε διεπίστωνε πως μπροστά του είχε έναν άνθρωπο πλήρη Πνεύματος Αγίου. Ο Γέροντας ήταν αυστηρός με τον εαυτό του. Ταλαιπωρούσε τον εαυτό του νηστεύοντας, κοιμόταν σ’ όλη του την ζωή ελάχιστα και όχι σε κρεββάτι, μαγείρευε σπάνια και πολύ απλά. Η μεγαλύτερή του αρετή ήταν να κρύβεται. Άλλωστε και ο μακαριστός γέροντας Παΐσιος τον ωνόμασε «κρυμμένο λαγό». Άλλοτε συμβούλευε: «Τον πνευματικό σου αγώνα να μην τον συζητάς ποτέ με τρίτον. Ποτέ». Κάποτε ρωτήθηκε για τις δαιμονικές του εμπειρίες και απάντησε: «Αυτός είναι ο θησαυρός μου. Δεν πρέπει να κλαπή».

«Αν γνώριζε ο κόσμος πόσες χαρές και τι χαρές αισθάνεται ο ερημίτης, έλεγε, θα άλλαζε τρόπο ζωής. Δεν συγκρίνεται η ζωή του ερημίτη με τη ζωή στον κόσμο. Οι ερημίτες είναι σαν τα διαστημόπλοια. Ξεφεύγουν από την έλξη της γης. Εμείς είμαστε βιδωμένοι, σφηνωμένοι στη γη. Οι ερημίτες έχουν μεγάλες χαρές, ουράνιες. Έχουν γεύση του παραδείσου. Γνώρισαν αρπαγή στους ουρανούς, γι’ αυτό και εγκαταλείπουν τον κόσμο. Γνωρίζουν πραγματικές χαρές και όχι φανταστικές, όπως οι ναρκομανείς ή οι φιλάργυροι. Οι πνευματικές χαρές δεν είναι πρόσκαιρες και ούτε συγκρίνονται με τις χαρές που προσφέρουν οι υλικές απολαύσεις».

Ήταν εραστής της σιωπής και της ησυχίας. «Όταν είμαι έγκλειστος, έλεγε, γίνομαι άλλος άνθρωπος». Συχνά παρέμενε έγκλειστος για αρκετές ημέρες χωρίς να ανοίγει σε κανένα. Εφάρμοζε το Χρυσοστομικό λόγο «κρείσσον γαρ ψωμός εν άλατι μετά ησυχίας και αμεριμνίας ή παράθεσις εδεσμάτων πολυτελών εν περισπασμοίς και μερίμναις». Ήταν ένας ασκητής μέσα στον κόσμο, ισοστάσιος των μεγάλων ασκητών της ερήμου.

Προσπαθούσε να κρύβεται, να θολώνει τα νερά μέσα από παραξενιές, που άγγιζαν τα όρια της διά Χριστόν σαλότητος. «Κακό πράγμα, έλεγε, να σου βγει το όνομα ότι είσαι πνευματικός. Δεν μπορείς να κρυφτείς πουθενά». Για το λόγο αυτό και πολλούς τους έδιωχνε κακήν κακώς. «Φύγετε, φύγετε, δεν εξομολογώ» τους φώναζε από τη βεράντα της καλύβας του. Είχε σχεδόν μόνιμα κρεμασμένη μια πινακίδα στην αυλόπορτά του με τη φράση: «Μην ενοχλείτε. Δεν δέχομαι επισκέψεις». Ήθελε με τον τρόπο αυτό να αποφεύγει τους περίεργους και τους αδιάκριτους επισκέπτες. Δεν ήταν ιδιότροπος. Αναγκαζόταν να συμπεριφέρεται ιδιότροπα προκειμένου να κρύψει την αγιότητά του, να αποφύγει τον έπαινο και τα εγκώμια, τον μεγάλο αυτό κίνδυνο της υπερηφανείας.

Έγραψε και εξέδωκε πάνω από 40 ψυχοφελή συγγράμματα. Αγαπούσε ιδιαίτερα τον άγιο Σεραφείμ του Σαρώφ και εν γένει τους ρώσους ασκητές. Ανέφερε συνεχώς περιστατικά από τη ζωή και τα έργα τους. Λάτρευε κυριολεκτικά τους διά Χριστόν σαλούς. Επί πέντε χρόνια εργάστηκε για την συλλογή στοιχείων για το βιβλίο «Ο Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ». (Α’ έκδοση: Χανιά 1967), σε μία εποχή που δεν υπήρχαν γνωστά στοιχεία για τον βίο του Αγίου. Τα περισσότερα βιβλία τα μοίραζε δωρεάν. Δίπλα από το σπίτι του είχε μία αποθήκη, που την είχε μετατρέψει σε βιβλιοθήκη με ψυχωφέλιμα βιβλία. Έτσι οι επισκέπτες δεν έφευγαν με άδεια χέρια.Ο Γέροντας έλεγε: «Να πέφτουμε στο δάπεδο με το κεφάλι κάτω και να προσευχόμαστε “Υπεραγία Θεοτόκε, σώσε τον κόσμο σου”, και να ζητούμε τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, γιατί χωρίς Αυτό δεν γίνεται τίποτε».

Είπε σε κάποιον ο π. Σεραφείμ : «Δεν ξέρεις να προσεύχεσαι. Να κανονίσουμε να έρθεις ένα βράδυ να σου μάθω. Πρέπει να λέμε πολλές φορές (ιδιαίτερα πρωί και βράδυ) τον Αρχαγγελικό χαιρετισμό “Θεοτόκε Παρθένε, χαίρε Κεχαριτωμένη Μαρία…”, αλλά και την ευχή να την λέμε συνέχεια. Να την καλλιεργήσης όσο μπορείς. Εγώ την ακολουθία την κάνω διαβαστά, δεν ψέλνω. Η ψαλμωδία μετεωρίζει το νου. Κάνε και μετάνοιες όσες αντέχουν τα γόνατά σου».

Διηγήθηκε ο π. Παύλος Τσουκνίδας: «Κάποια μέρα το πρωί βρήκα τον Γέροντα στο σπιτάκι του μόνο του. Με κάλεσε μέσα και αφού συζητήσαμε διάφορα πνευματικά θέματα, ο Γέροντας άνοιξε το θέμα της προσευχής: “Άντε, άντε”, μου λέει, “κάτσε τώρα εδώ που έχω τις εικόνες να προσευχηθής, να δω πως προσεύχεσαι!” 
Έκανα αμέσως υπακοή και εκείνη την στιγμή γονάτισα και προσευχόμουν στην Παναγία μας και στους Αγίους μας, καθώς και στον γέροντα Παΐσιο, τον γέροντα Πορφύριο, που τους είχε εκεί και τους αγαπούσε πολύ. 
Μετά από κανένα τέταρτο περίπου μου λέει:
“Σήκω τώρα, φτάνει. Άκου, πάτερ μου, στην προσευχή να μη σφίγγεσαι, να είσαι χαλαρός και πολύ συγκεντρωμένος για να την ακούει ο Θεός! Να, έτσι χαλαρά να προσεύχεσαι. Καλοί είναι και οι τύποι στην προσευχή, μας χρειάζονται κι’ αυτοί δεν λέω, να στο Άγιον Όρος πολύ τους προσέχουν τους τύπους, αλλά την ουσία να την προσέχεις πολύ περισσότερο”.

Πάντοτε και σε κάθε τόπο μπορούμε να προσευχώμεθα. Όταν εργαζώμεθα στα χωράφια, στο μαγαζί όταν εμπορευώμαστε, στη θάλασσα όταν ψαρεύωμε, στους δρόμους όταν ταξιδεύωμε, στην κλίνη μας όταν αναπαυώμαστε, πάντοτε μπορούμε να ψιθυρίσουμε δυο λόγια προσευχής. Και τα λόγια αυτά δεν πάνε χαμένα. Ελκύουν τη χάρη του Θεού, την ευλογία του ουρανού στη ζωή μας, και όλη η ημέρα, όλος ο χρόνος μας είναι μια χαρά και επιτυχία, διότι μας παρακολουθεί και μας χαριτώνει ο Κύριος Ιησούς Χριστός.
Λέγε, αδελφέ μου, πάντοτε την Ευχή. Όταν εργάζεσαι και όταν αναπαύεσαι, όταν οδηγείς το αυτοκίνητο σου και κατά την ώρα του ύπνου σου, του φαγητού. Λέγε την ευχή, η οποία όταν καλλιεργηθεί γίνεται λειτουργία της ψυχής. Μόνη της έρχεται και παραμένει ισοβίως. Μαστίγωνε τους δαίμονες, όπως λέγουν οι Πατέρες, με το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Η συνεχής επανάληψις της Ευχής ολίγον κατ’ ολίγον καθαρίζει την ψυχή από κάθε πάθος και επιθυμία επιβλαβή και η ψυχή, αφού καθαρθή, κατακοσμείται με κάθε αρετή.Λέγε, αδελφέ μου, το «Κύριε, ελέησον», «Κύριε, ελέησον», «Κύριε, ελέησον». «Υπεραγία Θεοτόκε, πρέσβευε υπέρ ημών», «Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς»Λέγε χωρίς να σε αντιλαμβάνεται κανείς. Οι μεγάλοι ερημίτες δε γνώριζαν Πάσχα, γιορτές, καθημερινές. Δεν είχαν ακολουθίες, είχαν μόνο προσευχή. Μόνο με την προσευχή θα προκαλέσουμε το έλεος του Θεού. Οι δάσκαλοι στα σχολεία να διδάσκετε στα παιδιά την προσευχή. Η προσευχή είναι ανώτερη από όλες τις αρετές. Να μην αποκάμης ποτέ στην προσευχή.

Περισσότερο βοηθάει ο πιστός τον κόσμο με την προσευχή, παρά με τα χρήματα. Προσευχή, προσευχή, προσευχή. Η προσευχή εξευμενίζει το Θεό. Ελκύει τη χάρι και το ελεός Του. Η προσευχή αγιάζει τον άνθρωπο. Γι’ αυτό έχει συκοφαντηθεί και την πολεμάει τόσο πολύ ο διάβολος. Πολεμάει ο,τι είναι ωφέλιμο για τον άνθρωπο».

Επισκέφτηκε πνευματικό του τέκνο τον Γέροντα και είδε έναν ψυχοπαθή με τον συνοδό του να φεύγουν. Με αυτή την αφορμή τον ρώτησε: «Γέροντα, τι κάνετε με αυτούς; Πως βοηθάτε τους ψυχοπαθείς;». Απάντησε: «Τους λέω να τους κοινωνούν συχνά. Το Σώμα και Αίμα του Κυρίου μεταμορφώνει ριζικά όλον τον άνθρωπο. Αναζωογονείται η ψυχή και το σώμα. Γίνεται ένας καινούργιος άνθρωπος με άλλο χαρακτήρα και ψυχισμό. Αλλά και τα κύτταρα αναζωογονούνται. Βλέπω πως πολύ σύντομα βελτιώνονται».
Τον ρώτησε ιερέας αν πρέπη να διαβάζη εξορκισμούς σε δαιμονισμένους και απάντησε: «Να διαβάζης, να διαβάζης. Να τους εξομολογής και να κοινωνούν τακτικά».

Είπε για κάποιον νέο: «Αυτό το παιδί είναι άγιο. Λάμπει το πρόσωπό του από την συχνή θεία Κοινωνία».

Ο μακαριστός Γέροντας για τους γονείς που είχαν παιδιά με μεγάλα προβλήματα έλεγε συχνά: «Να ξέρετε ότι αυτοί οι γονείς που σηκώνουν τέτοιους μεγάλους σταυρούς για τα άρρωστα παιδιά τους, έχουν μεγάλη θέση στον παράδεισο».

Ο Βασίλης, πνευματικό παιδί του Γέροντα, όταν εκοιμήθη η μητέρα του, πήγε λυπημένος στον Γέροντα. Τότε αυτός του είπε:
—Μή στενοχωριέσαι, σώθηκε η μητέρα σου.
—Μα, Γέροντα, δεν πρόλαβε να εξομολογηθή.
—Δεν πειράζει• είναι παλιές καραβάνες αυτοί (οι άνθρωποι).
Πράγματι η μητέρα του έζησε στο χωριό μία μετρημένη και απλή ζωή, χωρίς ανέσεις, ευκολίες και διασκεδάσεις. Αλλά και χωρίς φθόνους και κακίες με τους συνανθρώπους.

Βρήκαν κάποτε τον π. Σεραφείμ να κλαίη και όταν τον ρώτησαν, απάντησε: «Η υγεία του τάδε Μητροπολίτου δεν είναι καλή. Ο άρρωστος αυτός Επίσκοπος και ο τάδε Επίσκοπος που είναι καλά στην υγεία του, σκανδάλισαν τους πιστούς και έκαναν ζημιά στην Εκκλησία». Ο Γέροντας έκλαιγε από αγάπη για την σωτηρία της ψυχής τους.

Ο π. Παύλος Τσουκνίδας ρώτησε κάποτε τον π. Σεραφείμ για ένα σημαντικό πρόβλημα που υπήρχε στην ενορία του. Του είπε: «Εσύ να προσεύχεσαι και αυτή η μικρή φουρτούνα θα περάσει. Μή στενοχωριέσαι. Θα λες την ευχή και όλα θα πάνε καλά».
Μετά από λίγες μέρες εντατικής προσευχής λύθηκε το πρόβλημα. Για να ευχαριστήση τον Θεό συνέχισε με περισσότερο ζήλο την προσευχή του. Όμως μετά τα μεσάνυχτα στις 2.00 με 3.00 μέσα στην ησυχία άρχισαν να χτυπάν τα μπουριά της ξυλόσομπας και να κάνουν περίεργους θορύβους. Αμέσως μετά έξω στον δρόμο άρχισαν να μαλώνουν γάτες πολλές με φωνές άγριες και παρατεταμένες. Δεν ήταν σίγουρος αν πράγματι ήταν αληθινές γάτες ή ο πειρασμός. Την λύση του την έδωσε ο Γέροντας λίγες μέρες αργότερα.
Ενώ συμβούλευε για διάφορα πνευματικά θέματα, ξαφνικά του λέει: «Να ξέρης, πάτερ μου, αυτά που ακούς, έξω από το παράθυρό σου όταν προσεύχεσαι, δεν είναι αληθινές γάτες. Όχι, όχι. Είναι ο πειρασμός. Να μη φοβάσαι εσύ, και μη διακόπτης την προσευχή σου. Θέλει να σε τρομάξη. Φθονεί την προσευχή. Εσύ να προσεύχεσαι, όπως προσεύχεσαι. Αυτός την δουλειά του και μείς την δουλειά μας. Και τα μπουριά της σόμπας αυτός ο πονηρός τα χτυπάει. Σου το λέω να το ξέρης, για να μή φοβάσαι».

Το έτος 2007 σε μια συζήτηση απεκάλυψε τα εξής στον π. Παύλο: «Έρχεται όπου νάναι μεγάλη κρίση στην Ελλάδα, θα κλείσουν μαγαζιά, θα απολυθούν υπάλληλοι, θα κλείσουν εργοστάσια και επιχειρήσεις, μη ρωτάς τι πείνα έρχεται! Πάνε αυτά που ήξεραν (σπατάλες, καλοπέραση). Το ψωμί τώρα το πετάνε, όμως σ’ αυτή την κρίση που έρχεται, θα είναι παγκόσμια βέβαια, αλλά στην Ελλάδα θα είναι μεγαλύτερη, θα πουν το ψωμί ψωμάκι. Δουλειές δεν θα υπάρχουν, έρχεται φτώχια και πείνα, πάτερ Παύλε, σου το λέω να το ξέρης».

Ο π. Σεραφείμ Δημόπουλος, με την καθάρια δύναμη του Αγίου Πνεύματος που ενοικούσε μέσα του, είχε προειδοποιήσει πολύ χαρακτηριστικά έναν πολύτεκνο οικογενειάρχη, ο οποίος στις αρχές του 2008 θέλησε να ζητήσει «ευλογία» από τον Γέροντα για να αρχίσει να κτίζει κάτι για τα παιδιά του. Και ο Γέροντας π. Σεραφείμ, του απάντησε: «Όχι, παιδί μου! Ν’ ασχοληθείς με την γη για να ζήσεις τα παιδιά σου. Γιατί, να! Θα κοιμηθούμε ένα βράδυ και θα τα έχουμε όλα. Και το πρωΐ θα ξυπνήσουμε και δεν θα έχουμε τίποτε!».

Στο βιβλίο του με τίτλο «Ρήματα Ζωής», έγραψε χαρακτηριστικά ο μακαριστός πατήρ Σεραφείμ: «Όλοι διαισθανόμαστε ότι τα χρόνια της αφθονίας και του πλούτου γρήγορα θα παρέλθουν και ο άνθρωπος θα βρεθεί σε εποχές πόνου και στερήσεων».

[Από το βιβλίο: «Ασκητές μέσα στον κόσμο», Τομ. β΄, Βιογραφία κδ΄, και από το βιβλίο «π. Σεραφείμ Δημόπουλος (1937-2008), Ένας ασκητής μέσα στο σύγχρονο κόσμο», Έκδοση Ορθοδόξου Χριστιανικού Συλλόγου «Ιωάννης ο Χρυσόστομος», Λάρισα 2011)

 

***

Ήταν Τετάρτη βράδυ του Μ. Κανόνος, 9 Απριλίου, στον αγαπημένο του ναό, την Αγία Τριάδα, δίπλα στο Επισκοπείο, όπου συνήθιζε να τελεί τις Προηγιασμένες. Μετά την ανάγνωση του Μ. Κανόνος ξεκίνησε η προηγιασμένη θ. Λειτουργία χωρίς φωταψίες και σε κατανυκτική ατμόσφαιρα.

Από την Τρίτη 15 Απριλίου έπαψε να δέχεται επισκέψεις. Δεν άνοιγε σε κανέναν. Ούτε και στους στενούς συνεργάτες του που τον επισκέφθηκαν προκειμένου να τον ενημερώσουν για την αποστολή βοήθειας προς την Κορυτσά. Είχε πάρει το δρόμο του για τον ουρανό. Την Πέμπτη 17 Απριλίου 2008, αισθανόμενος ότι ήρθε η ώρα να φύγει, κατέβηκε το πρωί, ξεκλείδωσε την θύρα του κελιού και την αυλόπορτα και επιστρέφοντας άφησε την τελευταία του πνοή στο κεφαλόσκαλο της εισόδου του. Η κηδεία του έγινε το Σάββατο του Λαζάρου στον ιερό μητροπολιτικό ναό του Αγίου Αχιλλίου.

Είθε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός διά των πρεσβειών της υπερευλογημένης Μητέρας Του να τον κατατάξει μεταξύ των αγίων Του και να αναδείξει αξίους συνεχιστές, μιμητές και διαδόχους στο έργο του. Να έχουμε την ευχή του.

 

iconandlight