Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος – θεολόγος
Τὰ προεόρτια τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου μας, γεγονότος κορυφαίου γιὰ τὴν δική μας σωτηρία, ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τὴν Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως.
Στὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, ποὺ ἀναγιγνώσκεται, ἀκοῦμε χαρακτηριστικά: «…καὶ καθὼς ὁ Μωϋσῆς ὕψωσε τὸν ὄφιν ἐν τῇ ἐρήμῳ, οὕτως ὑψωθῆναι δεῖ τὸν Υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον.» (ὅ. π. 15-16).
Ὡς γνωστόν, προτοῦ ἔλθη «τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου», ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ στὴν γῆ, ὅπως προέβλεπε τὸ σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας, οἱ προφῆτες στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ οἱ δίκαιοι σὲ ἄλλους λαοὺς ἑτοίμαζαν τὸν δρόμο γιὰ τὴν ἔλευση ἑνὸς Λυτρωτοῦ καὶ Σωτῆρος. Συγχρόνως, προδιετύπωναν, μὲ συμβολικὸ τρόπο, τὰ ἄλλα κοσμοσωτήρια γεγονότα καὶ κυρίως τὴν Σταύρωση καὶ τὴν Ἀνάστασή Του. Μιὰ ἀπὸ αὐτὲς τὶς προτυπώσεις ἀναφέρεται καὶ στὸ παραπάνω χωρίο.
Ὅταν κάποτε οἱ Ἰουδαῖοι, κατὰ τὴν πορεία των πρὸς τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, πέθαιναν ἀπὸ τὸ θανατηφόρο δάγκωμα τῶν φιδιῶν, ἀπευθύνθηκαν στὸν Μωϋσῆ καὶ ἐκεῖνος στὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος τοῦ ζήτησε νὰ ὑψώσῃ ἕναν χάλκινο ὄφι πάνω σὲ ἕναν πάσσαλο (ὁ ὄφις μὲ τὸν πάσσαλο σχηματίζουν σταυρό), ὥστε ὅποιος τὸν ἀτενίζῃ μὲ πίστη, νὰ σώζεται θαυματουργικά.
Ὁ χάλκινος λοιπὸν ὄφις ἀποτελεῖ μία ἀπὸ τὶς προτυπώσεις τοῦ Ἐσταυρωμένου, καθ’ ὅτι ὁ σταυρὸς εἶναι τὸ «σημεῖον» τοῦ Ἐσταυρωμένου. Ὅπως ἀπὸ τὸν ὄφι, ποὺ ἀποτελεῖ σύμβολο τῆς σοφίας, προῆλθε ἡ πτώση γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἔτσι καὶ ἀπὸ τὸν Χριστό, -τὴν σοφία τοῦ Λόγου-, θὰ προέλθῃ διὰ τοῦ Σταυροῦ ἡ Ἀνάσταση καὶ ἡ σωτηρία γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος. «Ὁ Σταυρός σου, Κύριε, ζωὴ καὶ ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ σου.», ψάλλουμε στὴν Ἐκκλησία μας.
Ἑπομένως, ὁ σταυρός, ποὺ γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἦταν ὄργανο τιμωρίας καί ἐξευτελισμοῦ, πάνω στὸν ὁποῖον ὑψωνόταν κάθε κακοῦργος, γίνεται πλέον, μὲ τήν Ὕψωση τοῦ Κυρίου πάνω του, καὶ τὸν καθαγιασμό του -τοῦ σταυροῦ- μὲ τὸ αἷμα Του, ὄργανο ἀπολυτρώσεως καὶ σωτηρίας. Καὶ ὅλο αὐτὸ χάρη στὴν ἀγάπη τοῦ Πατρὸς καὶ στὴν ὑπακοὴ τοῦ Υἱοῦ στὸ θέλημα τοῦ Πατρός Του! «οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ’ ἔχῃ ζωὴν αἰώνιον» (Ἰωάν., γ’ 16).
Ὀφείλομε, συνεπῶς, πολλὴ μεγάλη εὐγνωμοσύνη στὸν Σταυρωθέντα καὶ Ἀναστάντα Χριστό μας, ὁ Ὁποῖος ἐν τέλει δὲν ἦλθε «ἵνα κρίνῃ τὸν κόσμον, ἀλλ’ ἵνα σωθῇ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ» (ὅ. π. 17).
Ἐάν, λοιπόν, Ἐκεῖνος, ὁ Σωτήρας καὶ Λυτρωτής μας Χριστός, ἔγινε ὁ πρῶτος σταυρικὸς ἄνθρωπος πάνω στὴν γῆ -καθ’ ὅτι ὑπῆρξε καὶ Θεὸς καὶ ἄνθρωπος- καὶ ἐὰν τὸ παράδειγμά του ἀκολούθησαν, μὲ τὴν σειρά των, οἱ ἑπόμενοι σταυράνθρωποι, ἡ Παναγία, ὁ Πρόδρομος, ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος καὶ στὴν συνέχεια ὅλη ἡ χορεία τῶν ἁγίων μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὀφείλομε καὶ ἐμεῖς, ὡς ἀληθινὰ τέκνα Θεοῦ, νὰ ἀκολουθήσωμε τὴν σταυρική των πορεία. Ἀλήθεια, τί σημαίνει ζῶ καὶ πολιτεύομαι ὡς ἄνθρωπος τοῦ σταυροῦ;
Σημαίνει, πολὺ ἁπλᾶ, ὅτι ἐναρμονίζω τὴν ζωὴ καὶ τὴν πολιτεία μου μὲ τὴν ζωὴ καὶ τὴν πολιτεία τῶν ἀνθρώπων τοῦ σταυροῦ καὶ μάλιστα τοῦ πρώτου σταυρανθρώπου, τοῦ Χριστοῦ μας. Πιὸ πρακτικά, γιὰ νὰ γίνουμε σταυρικοὶ ἄνθρωποι, χρειάζεται, κατ’ ἀρχάς, νὰ ξεκόψουμε κυριολεκτικὰ ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας, τῆς πλάνης καὶ τῆς ἀθεΐας καὶ νὰ πιστέψουμε στὸν ἕνα καὶ μοναδικό, τὸν μόνον ἀληθινὸ Θεό, τὸν Θεὸ τῆς ἀγάπης.
Δεύτερον, ἀφοῦ κάνουμε ἀποφασιστικὰ τὸ πρῶτο βῆμα, χρειάζεται στὴν συνέχεια νὰ ζήσουμε μὲ σύνεση καὶ σωφροσύνη κατὰ Θεόν, ὅπως ἁρμόζει σὲ ἕναν πιστὸ ἄνθρωπο ποὺ θέλει νὰ τιμάῃ τὴν ἰδιότητά του.
Τρίτον, καὶ κυριώτερον, ἀφοῦ ἔχουμε ζήσει οἱ ἴδιοι βίο ἠθικὸ καὶ ἀνεπίληπτο, ἔχοντας ἐφαρμόσει στὴν πράξη τὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου, νὰ πολιτευτοῦμε, στὸ ἑξῆς, μὲ δικαιοσύνη, εἰρήνῃ καὶ ἀγάπῃ μὲ τοὺς συν-αδελφούς μας, μὲ ὅλους, δηλαδή, εἰ δυνατόν, τοὺς ἀνθρώπους.
Συμπερασματικά, τὸ νὰ γίνη κάποιος σταυρικὸς ἄνθρωπος ἀπαιτεῖ πολὺ προσωπικὸ ἀγῶνα, ἰσχυρὴ θέληση καὶ μεγάλες θυσίες. Ἴσως μάλιστα βιώσῃ ἀπογοητεύσεις καὶ ὑποστῇ διώξεις. Ἐξ ἄλλου, καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς προετοίμασε: «εἰ ἐμὲ ἐξίωξαν καὶ ἡμᾶς διώξουσιν» (Ἰωάν., ιε’ 20). Συγχρόνως, ὅμως Ἐκεῖνος μᾶς προσφέρει καὶ τὴν ἐλπίδα: «θαρσεῖτε. Ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (ὅ. π., ιστ’ 33) τῆς ἁμαρτίας, ποὺ σημαίνει ὅτι μὲ τὴν δική Του ἐνδυνάμωση μποροῦμε νὰ τὰ καταφέρουμε καὶ ἐμεῖς. Χωρὶς τὴν δύναμη καὶ τὴν φώτισή Του δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτε: «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν.» (Ἰωάν., ιε’ 5).
Ἡ ἀπόφαση γιὰ τὴν ἀπόκτηση σταυρικοῦ φρονήματος εἶναι μιὰ ἀπόφαση ζωῆς γιὰ κάθε ἄνθρωπο. Χρειάζεται νὰ προσηλώσῃ ὅλον του τὸν ἑαυτό, νοῦ, ψυχὴ καὶ καρδία, στὸν στόχο του. Νὰ ἀγαπήση Κύριον τὸν Θεόν ἐν ὅλῃ τῇ καρδίᾳ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ ψυχῇ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ διανοίᾳ καὶ τὸν πλησίον ὡς σεαυτόν.» (πρβ. Ματθ., κβ’ 37-39). Ἀπὸ αὐτὴν τὴν διπλῆ ἀγάπη σχηματίζεται σταυρός!
Μὴν λησμονοῦμε ὅτι διὰ τοῦ βαπτίσματός μας γινόμαστε καὶ ἐμεῖς μέλη τῆς πολιτείας τοῦ Σταυροῦ, τῆς ἐπὶ γῆς Βασιλείας Του, ποὺ ὁ Ἴδιος ἵδρυσε, στερέωσε καὶ ἐξαγίασε μὲ τὴν σταυρική Του θυσία. Ὅπως λέμε καὶ στὸ Ἀπολυτίκιό του: «Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν σου… καὶ τὸ σὸν φυλάττων διὰ τοῦ σταυροῦ σου πολίτευμα».
Αὐτό, στὴν πραγματικότητα, σημαίνει ὅτι ἀναλαμβάνουμε πλέον τὴν εὐθύνη νὰ πορευώμαστε καὶ ἐμεῖς σταυρικά, μὲ πίστη στὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ μὲ ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο, πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ γιὰ τὴν δική μας σωτηρία. Ἀμήν. Γένοιτο!
