Μάριος Νοβακόπουλος – SLPRESS
Από τη στιγμή που όλα τα ανθρώπινα φαινόμενα εντοπίζονται στο χώρο, η γεωγραφία είναι το πρώτο θεμέλιο για τη μελέτης τους. Η κατανόηση του γεωφυσικού περιβάλλοντος και της σχέσης των κοινωνιών με αυτό έχει σημαίνοντα ρόλο στην πολιτική, την οικονομία και την ιστορία. Ενώ στην ελληνική βιβλιογραφία υπάρχουν πολλές και σύγχρονες μελέτες που συσχετίζουν τα παραπάνω, δυστυχώς στο δημόσιο διάλογο, τις πολιτικές αναλύσεις και τη διδασκαλία της ιστορίας η γεωγραφική εποπτεία παραμένει υποτιμημένη. Στο σχολείο ακόμη το μάθημα της γεωγραφίας ελάχιστη σημασία θεωρείται πως έχει, διδάσκεται σε λίγες μόνο τάξεις και μάλιστα από… βιολόγους.
Ενώ αφιερώνουμε πολύ λόγο και χρόνο για την έκθεση της κατάστασης στο περιβάλλον μας, στην Τουρκία, τα Βαλκάνια ή την Μέση Ανατολή, φαίνεται υποβαθμισμένη από τη μία πλευρά η γεωγραφική διάσταση της ίδιας της Ελλάδας, από την άλλη η εποπτεία του πλανήτη μας ως όλου. Η Ελλάδα ως χώρος, από τη μία, εκθέτει στον χάρτη τα πλεονεκτήματα και τις αδυναμίες της, που δεσμεύουν κάθε σχέδιο άμυνας ή ανάπτυξης. Τα παγκόσμια δεδομένα από την άλλη, από τη δημογραφία ως τα θαλάσσια περάσματα και τους διηπειρωτικούς σιδηροδρόμους, ειδοποιούν για το πώς θα επηρεαστεί η χώρα μας στο άμεσο και απώτερο μέλλον.
Από το 2020 και έπειτα μάθαμε όρους όπως αλυσίδα εφοδιασμού, η διατροφική και η ενεργειακή ασφάλεια. Τα περιοριστικά μέτρα για την ανάσχεση της πανδημίας προκάλεσαν τεράστια αναστάτωση στην αλυσίδα εφοδιασμού, ελλείψεις και καθυστερήσεις. Χιλιάδες πλοία συνωστίζονταν έξω από τα κινεζικά και αμερικανικά λιμάνια, χωρίς να μπορούν να ελλιμενιστούν. Η προσάραξη του φορτηγού πλοίου Ever Given στο Σουέζ, η οποία απέκλεισε τη διώρυγα για έξι ημέρες (23-29 Μαρτίου 2021), προκάλεσε μεγάλες οικονομικές ζημιές και παγκόσμια ανησυχία.
Την επαύριο όλων αυτών, άνοιξε η συζήτηση για την ανάγκη μετάβασης από την παγκοσμιοποίηση σε μία πιο “κλειστή” περιφερειοποίηση, ώστε οι πόροι και τα βιομηχανικά προϊόντα να προέρχονται από χώρες πιο κοντινές και πιο αξιόπιστες. Εδώ τίθεται το θέμα των οδικών αξόνων, των λιμανιών και των σιδηροδρόμων της χώρας, τα οποία σε σχέση με τη γεωγραφική της θέση καλούνται να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην ένταξη της Ελλάδος στα νέα οικονομικά δίκτυα, είτε πρόκειται για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, είτε μεσογειακούς και ευρασιατικούς εμπορικούς δρόμους.
Παγκόσμια προβλήματα και η ελληνική διάσταση
Τα κλιματολογικά προβλήματα και εσχάτως ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας άνοιξαν το ζήτημα της διατροφικής ασφάλειας. Η θανάσιμη εμπλοκή δύο εκ των βασικότερων σιτοβολώνων του πλανήτη και η επικίνδυνη ναυσιπλοΐα στον Εύξεινο Πόντο προκαλούν άνοδο των τιμών, ακόμη και φόβους για λιμό στον Παγκόσμιο Νότο. Αυτό δημιουργεί την πρόκληση στην Ελλάδα, να εξασφαλίσει τη διατροφική της επάρκεια μέσα από την παραγωγή τροφίμων πρόσφορων στα ελληνικά εδάφη και το ελληνικό κλίμα (τη φυσική δηλαδή γεωγραφία), αλλά και να φροντίσει στη βέλτιστη μεταφορά και αποθήκευσή τους βάσει του συγκοινωνιακού δικτύου και της δημογραφίας της χώρας (ανθρωπογεωγραφία).
Και πάλι ο πόλεμος της Ουκρανίας σχετίζεται με την ενεργειακή ασφάλεια, καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να απεξαρτηθεί από το ρωσικό αέριο και πετρέλαιο, αφ’ ενός, συνεχίζει δε να το εισάγει από μεσάζοντες αφ’ ετέρου. Ζητήματα γεωγραφίας και γεωλογίας υποδεικνύουν προτάσεις για έρευνες εξόρυξης του ορυκτού μας πλούτου και χάραξη αγωγών από την Ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη. Εδώ εντάσσεται και η αυξανόμενη συζήτηση για τις σπάνιες γαίες, των οποίων αποθέματα βρίσκονται και στην Ελλάδα. Το κλίμα δε της χώρας και η επιδείνωσή του (καύσωνες) άπτεται του ζητήματος κατανάλωσης ενέργειας, της ασφάλειας του συστήματος παροχής της και τις προοπτικές αξιοποίησης εναλλακτικών πηγών.
Η ελληνική γεωγραφία πάντοτε προσέφερε προκλήσεις, με την τραχιά γη, τα μικρά νησιά και το πολυδιασπασμένο ανάγλυφό της. Η σημερινή επιβάρυνση του περιβάλλοντος, οι αυξανόμενες πυρκαγιές (όπως στην Εύβοια ή τον Έβρο), η ερημοποίηση και στον αντίποδα οι πλημμύρες (η πρόσφατη τραγωδία της Θεσσαλίας), θέτουν ζητήματα όχι μόνο ανάπτυξης και ποιότητας ζωής της υπαίθρου, αλλά και της ίδιας της κατοίκησής της. Αυτό με της σειρά του συντείνει στην εθνική αφαίμαξη μέσω της μετανάστευσης και δημιουργεί προβλήματα εθνικής ασφαλείας, ειδικά στα σύνορα.
Προχωρώντας στην πολιτική γεωγραφία, κάθε χώρα έχει ένα κέντρο, μία πρωτεύουσα στην οποία συνήθως συγκεντρώνεται η διεύθυνση της οικονομικής δραστηριότητας και περιφέρειες. Η σχέση κέντρου-περιφέρειας είναι κρίσιμη για την ομαλή και ομοιόμορφη ανάπτυξη της χώρας, την ομοψυχία του πληθυσμού και την εθνική ασφάλεια. Ο συγκεντρωτικός όγκος της Αθήνας προκαλεί τόσες πολλές στρεβλώσεις στην ανθρωπογεωγραφία και την πολιτική της χώρας, που αξίζει ξεχωριστό άρθρο.
Υπάρχουν παράλληλα ζητήματα σχέσεων μεταξύ περιφερειών, καθώς και των περιφερειών με άλλες χώρες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει ιδιαίτερη μέριμνα για την επικοινωνία των όμορων περιφερειών των κρατών μελών της, όπως οι περιοχές του Ρήνου μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας, ο παλαιός χώρος της αυτοκρατορίας των Αψβούργων στην κεντρική Ευρώπη κλπ. Αυτό δημιουργεί ευκαιρίες συνεργασίας, μπορεί όμως να εγκυμονεί και κινδύνους. Επί αιώνες η Θράκη προσανατολιζόταν στην Κωνσταντινούπολη και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου στη μικρασιατική ακτή (για αυτό και πόλεις όπως η Χίος, η Ρόδος και η Μυτιλήνη “κοιτούν” προς την ανατολή). Σήμερα όμως αυτό μπορεί να εξελιχθεί στη δορυφοροποίηση ελληνικών περιφερειών από την Τουρκία.
Μια νέα γεωγραφία
Το πορτραίτο του αναδυόμενου κόσμου είναι πολύ πιο σύνθετο από όσο το περιγράφουν τα έτοιμα ιδεολογικά πρότυπα ή οι αντιλήψεις τω πρώτων χρόνων μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Κι αν τα θεμέλια μένουν τα ίδια, τα κράτη με τις πρωτεύουσές και τα σύνορά τους, οι ωκεανοί και οι οροσειρές, ο χάρτης που χρειάζεται σήμερα παρουσιάζει πολλές παράλληλες πραγματικότητες που άλλοτε ακολουθούν την πολιτική και φυσική γεωγραφία και άλλοτε την αψηφούν.
Τα παγκόσμια δίκτυα των μεγαλουπόλεων, οι οποίες συνδέονται περισσότερο μεταξύ τους παρά με την περιφέρεια των χωρών τους, είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της εποχής μας. Το ίδιο και οι δρόμοι της νόμιμης και παράνομης μετανάστευσης, τα κοιτάσματα σπανίων γαιών, τα υποθαλάσσια καλώδια τηλεπικοινωνιών, τα αποθέματα υδάτων, οι χάρτες της φτώχειας, της ανεργίας και της περιβαλλοντικής μόλυνσης.
Η σύνθεση όλου αυτού του όγκου πληροφοριών σε ένα συνεκτικό και χρήσιμο όλον, εξατομικευμένο για τις ελληνικές ανάγκες, μπορεί να δράσει ως πολλαπλασιαστής αναλυτικής ικανότητας για την οικονομία, την ιστορία και την πολιτική επιστήμη. Η βαθιά εξέταση του ελληνικού χώρου, μαζί με τα νήματα που οδηγούν από τις πόλεις και τα νησιά μας ως τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, υπόσχονται να γίνουν προπαίδεια συλλογικής αυτογνωσίας, απαραίτητης προϋπόθεσης για την εθνική ανεξαρτησία και την υγιή ανάπτυξη.