Η έρευνα για τον καρκίνο, η παθογένεια των ΑΕΙ, τα εμβόλια για τον κορωνοϊό και το «χρέος» του αντισυμβατικού καθηγητή του ΑΠΘ

Κάθε ημέρα ξεκινάει τον αγώνα του από την αρχή χωρίς να πτοείται από τα εμπόδια που μπαίνουν στο δρόμο του. Βάζει στο χαρτοφύλακά του τα χαρτιά με τις σημειώσεις, αποκόμματα μελετών και επιστημονικών δημοσιεύσεων, στυλό, μολύβια, έμπνευση, υπομονή, ζήλο και μεθοδικότητα.

Είναι τα δικά του «όπλα» ενάντια σε καθετί που θα τολμήσει να τον σταματήσει από το να κάνει «ό,τι καλύτερο μπορεί, σε όλα αυτά με τα οποία ασχολείται». Το πολύπλευρο ερευνητικό του έργο με έμφαση στη μελέτη της παθογένειας του καρκίνου. Τα ποιήματά του, που για χρόνια έμεναν στα συρτάρια. Τα άρθρα του, τα βιβλία με τη λογοτεχνική του σφραγίδα, τους θρησκευτικούς ύμνους και τους στίχους με τους οποίους «ντύνει» ουράνιες μελωδίες.

Ο Δρ. Θεόφιλος Πουταχίδης είναι Καθηγητής της Παθολογικής Ανατομικής των Ζώων στο Τμήμα Κτηνιατρικής, της Σχολής Επιστημών Υγείας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και επιστημονικός συνεργάτης του Τεχνολογικού Ινστιτούτου Μασαχουσέτης (ΜΙΤ). Πάνω απ’όλα όμως είναι ένας άνθρωπος με έντονη την αίσθηση του «χρέους» που πηγάζει από το ποντιακό DNA που κυλά στις φλέβες του. Το ίδιο, που «σμίλεψε» το χαρακτήρα του και τον καθοδηγεί σε κάθε του βήμα από τότε που ως παιδί έπαιζε στην αυλή με τη γιαγιά Όλγα μέχρι σήμερα, που παλεύει με τις αντιξοότητες και παρ’όλα αυτά συνεχίζει…

Συνέντευξη στη Βίκυ Καλοφωτιά

Στο παρελθόν ξεκινήσατε μια μεγάλη έρευνα, κατά την οποία ανακαλύψατε ότι το προβιοτικό βακτήριο Lactobacillus reuteri ενδέχεται μελλοντικά να προστατεύει τον άνθρωπο από τον καρκίνο, την παχυσαρκία και αυτοάνοσα νοσήματα. Σε ποιο στάδιο βρίσκεται σήμερα η συγκεκριμένη έρευνα;

Η έρευνα αυτή που ξεκίνησε πριν από 20 περίπου χρόνια στο MIT και συνεχίζεται, μας δείχνει ότι η χλωρίδα του εντέρου και τα βακτηρίδια του γαστρεντερικού στα θηλαστικά επηρεάζουν συστηματικά τη λειτουργία του οργανισμού μέσω αλληλεπιδράσεων του ανοσοποιητικού, του ενδοκρινικού και του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχει απομακρύνει τον άνθρωπο από την πληθώρα των αντιγονικών ερεθισμάτων που δεχόταν από την επαφή του με τη φύση και τον τρόπο της διατροφής του για εκατομμύρια χρόνια. Η βασική μας υπόθεση είναι ότι η δραματική μείωση των ερεθισμάτων αυτών, ειδικά την περιγεννητική περίοδο και τα πρώτα χρόνια της ζωής, έχει επιπτώσεις στην υγεία σε βάθος χρόνου και με την πάροδο της ηλικίας αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης νοσημάτων, όπως οι αλλεργίες, τα αυτοάνοσα και τα μεταβολικά νοσήματα και ο καρκίνος.

Λεμφοκύτταρα στο μικροσκόπιο. Μαζί με τα κύτταρα παρουσίασης σχηματίζουν το ανοσοποιητικό σύστημα.

Τον τελευταίο καιρό χρησιμοποιούμε πειραματικά πρότυπα ποντικών, για να δείξουμε ότι η τοξίνη του βακτηριδίου που προκαλεί τη χολέρα, όταν δίνεται από το στόμα σε ακίνδυνες δόσεις κατά την περιγεννητική περίοδο, μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου καθώς οι ποντικοί μεγαλώνουν. Το ενδιαφέρον μας εστιάζεται σε όργανα απομακρυσμένα από το πεπτικό σύστημα, όπως ο μαστός και ο πνεύμονας. Τα αποτελέσματά μας έχουν ενδιαφέρον και ελπίζω ότι σύντομα θα δημοσιευτούν σε επιστημονικό περιοδικό και θα παρουσιαστούν στο πλαίσιο μιας διδακτορικής διατριβής που εκπονείται στο Τμήμα Κτηνιατρικής του ΑΠΘ.

Γενικότερα η πορεία όλης της έρευνάς μας με βακτηρίδια της χλωρίδας του παχέος εντέρου, με προβιοτικά ή βιολογικά ασφαλή προϊόντα παθογόνων βακτηριδίων που έχουν εξαφανιστεί στις σύγχρονες και τεχνολογικά εξελιγμένες κοινωνίες, έχει οδηγήσει διαχρονικά στην ανακάλυψη άγνωστων μέχρι σήμερα βιολογικών φαινομένων και έχει συμβάλει -νομίζω- στην έκρηξη του επιστημονικού ενδιαφέροντος που υπάρχει παγκοσμίως τα τελευταία χρόνια για το λεγόμενο «μικροβίωμα» του ανθρώπου.

Με πολύ ενθουσιασμό είδα πρόσφατα, κάποιες αρκετά έξυπνα σχεδιασμένες επιδημιολογικές έρευνες από Σουηδούς και Αμερικανούς γιατρούς που βασίστηκαν στην έρευνά που κάνουμε με αυτήν την τοξίνη στα ποντίκια. Οι ερευνητές αυτοί κατά κάποιον τρόπο δείχνουν πως η υπόθεσή μας σχετικά με τη δράση της χολέρα-τοξίνης, ισχύει και στον άνθρωπο.

Ο χρόνος και οι επιπλέον έρευνες τα επόμενα χρόνια, οι συμφωνίες και οι διαφωνίες, οι επιβεβαιώσεις και οι αμφισβητήσεις, θα προσφέρουν αρκετά στην κατανόηση αυτών των φαινομένων και θα δείξουν το εάν και σε ποιο βαθμό υποθέσεις όπως η δική μας έχουν βάση. Σε κάθε περίπτωση η εξέλιξη της έρευνάς μας στα ζώα και οι προσπάθειες συναδέλφων γιατρών να τη «μεταφράσουν» όπως λέμε στον άνθρωπο, δείχνουν τον ορθό δρόμο και τη φιλοσοφία για μια ουσιώδη και αποτελεσματική βιολογική-ιατρική έρευνα. Εννοώ αυτό που εμβληματικά περιγράφεται τις τελευταίες δεκαετίες με τους όρους «συγκριτική ιατρική» και «μεταφραστική έρευνα» στο πλαίσιο της γενικότερης αντίληψης και νοοτροπίας της «ενιαίας υγείας».

Κατά πόσο διευκολύνεται η διεξαγωγή τέτοιων απαιτητικών ερευνών, με τις ισχύουσες συνθήκες στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της Ελλάδας του 2022;

Σε γενικές γραμμές οι συνθήκες στα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα της χώρας δεν είναι ευνοϊκές για την εκπόνηση τέτοιου είδους έρευνας. Βέβαια, τα επίπεδα της δυσκολίας είναι διαφορετικά για κάθε καθηγητή-ερευνητή και εξαρτώνται από πολλές και ποικίλες παραμέτρους και τις ιδιαίτερες συνθήκες που ισχύουν σε κάθε περίπτωση. Υπάρχουν, πάντως, κάποιοι ερευνητές που βρίσκονται σε πολύ καλύτερη κατάσταση από εμένα (και πολλούς άλλους) από άποψη χρηματοδότησης και γενικότερων συνθηκών εκπόνησης της έρευνάς τους. Το εάν αυτό συμβαίνει δικαίως ή αδίκως, είναι μια τεράστια συζήτηση.

Νομίζω ότι η δική μου περίπτωση αποτελεί ακραίο παράδειγμα. Τα εμπόδια είναι πολλά. Δυστυχώς, συνδυάζονται παράμετροι της γενικότερης δυσλειτουργίας των Ελληνικών Πανεπιστημίων με ειδικές παραμέτρους του επιστημονικού μου αντικειμένου και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτό. Υπάρχει, φυσικά, και η συγκυρία της συνταξιοδότησης αρκετών μελών ΔΕΠ του εργαστηρίου μας, τα οποία δεν αναπληρώθηκαν, εξαιτίας των μνημονίων. Κοντά σε αυτά υπάρχουν, φυσικά, και οι προσωπικές επιλογές.

Ο δρόμος που διάλεξα και οι απόψεις μου για το πώς πρέπει να στέκεται και να λειτουργεί ένας καθηγητής πανεπιστημίου, βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με τους τρόπους και τις μεθόδους του συστήματος του κομματικού φεουδαλισμού που ορίζει διαχρονικά τα πράγματα στη χώρα μας. Ο δρόμος που συνειδητά επέλεξα -και δεν μετανιώνω γι’ αυτό- έχει το τίμημά του…

Τέλος, είναι και η συνεργασία μου με το ΜΙΤ που, όμως, βρίσκεται στις ΗΠΑ και όχι στην Ευρώπη. Έχει τη σημασία του αυτό το τελευταίο, καθώς το μεγάλο κομμάτι της έρευνας που εκπονώ εδώ συνεργατικά με το ΜΙΤ δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί από τα συγκεκριμένα ερευνητικά προγράμματα που υπάρχουν εκεί, καθώς δικαίωμα χρηματοδότησης έχουν μόνο ερευνητές που είναι Αμερικανοί πολίτες. Όλα αυτά και άλλα πολλά δημιούργησαν για μένα πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες. Για πολλά χρόνια κατάφερα να ανταπεξέλθω με ατέλειωτες ώρες δουλειάς και διάφορους ευρηματικούς τρόπους λειτουργίας και εξασφάλισης αντιδραστηρίων και υλικών. Ωστόσο, ο κόμπος πια έχει φτάσει στο χτένι και οι αντοχές μου έχουν εξαντληθεί.

Στην Πανεπιστημιούπολη του ΜΙΤ ως μεταδιδακτορικός ερευνητής στις αρχές της χιλιετίας.

Η παθογένεια του Ελληνικού Πανεπιστημίου είναι πολυπαραγοντική και περίπλοκη και δύσκολο να αναλυθεί και να εξηγηθεί σε λίγες γραμμές. Πιστεύω ότι στο μέλλον θα γίνονται μεταπτυχιακές και διδακτορικές διατριβές στις σχολές διοίκησης και μάνατζμεντ για τη μελέτη της ιστορικής εξέλιξης του νομικού και θεσμικού πλαισίου των Πανεπιστημίων μας. Και δεν το λέω αυτό με καθόλου θετικό τρόπο…

Έχω πλήρως διαμορφωμένη άποψη, εμπειρία και γνώση εκ των έσω -τολμώ να πω- όλων των παραμέτρων της παθογένειας αυτής, αλλά θέλει αρκετό χρόνο αυτή η κουβέντα… Στην αρθρογραφία μου στο pontos-news έχω παλιότερα αναφερθεί σε κάποια στοιχεία αυτής της παθογένειας σε αρκετά άρθρα. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να τα διαβάσουν και στα τρία βιβλία μου από τις «Εκδόσεις Ινφογνώμων».

Με την εμπειρία σας ως ακαδημαϊκός προτρέπετε τους φοιτητές σας να συνεχίζουν την πορεία τους στο εξωτερικό, μετά την αποφοίτησή τους;

Πράγματι, τους φοιτητές που επιθυμούν να συνεχίσουν με σπουδές ή μετεκπαίδευση στο εξωτερικό τους ενθαρρύνω. Δεν είναι τυχαίο, ότι όλοι οι φοιτητές που βρέθηκαν περισσότερο κοντά μου και δούλεψαν μαζί μου, είτε ως υποψήφιοι διδάκτορες, είτε συνεργατικά για να αρχίσουν να τρίβονται με την έρευνα, αυτήν την στιγμή βρίσκονται στο εξωτερικό σε διάφορα στάδια της καριέρας τους και είναι όλοι- ακόμα και οι νεότεροι- σε απείρως καλύτερη ακαδημαϊκή-επαγγελματική κατάσταση από εμένα τον ίδιο που τους βοήθησα όπως μπορούσα, για να πάνε εκεί που βρίσκονται τώρα. Αυτό νομίζω τα λέει όλα.

Αν τώρα κάποιοι με κατηγορήσουν ότι συμβάλω στην απώλεια νέου επιστημονικού δυναμικού από την πατρίδα κλπ., τους συστήνω να το ξανασκεφτούν. Τα παιδιά αυτά -όλα τους- ήταν από οικογένειες που δεν είχαν δυνατότητες να τα στείλουν για μεταπτυχιακά επί πληρωμή στο εξωτερικό -που κι αυτό το επικροτώ, αν υπάρχει η δυνατότητα και μπράβο στους γονείς που κάνουν τέτοια θυσία για τα παιδιά τους! Τα παιδιά για τα οποία μιλάω εγώ, όμως, ήταν εξαιρετικά μυαλά που θα χάνονταν και θα μαράζωναν στην Ελλάδα. Τι θα κέρδιζαν οι ίδιοι ή η πατρίδα από αυτό;

Η επιλογή μου να λειτουργώ έτσι σε αυτό το ζήτημα δεν είναι τυχαία. Έχω μια στρατηγική που ακολουθώ, έστω σε μικρή κλίμακα και με τις μικρές μου δυνάμεις. Από τότε που άρχισα να καταλαβαίνω τα κοινωνικά-πολιτικά πράγματα, βλέπω συνεχώς την αγαπημένη μου πατρίδα να επιμένει να πορεύεται στον δρόμο της κακίας και όχι της αρετής -για να θυμηθούμε τον μύθο του Ηρακλή. Οι επιλογές αυτές, όμως, πληρώνονται και οδηγούν μέσα από το σχήμα «ύβρις, άτις, νέμεσις και τίσις» στην καταστροφή. Λυπάμαι, αλλά εκτιμώ πως είμαστε αμετανόητοι και το παιχνίδι είναι τελειωμένο. Γι’ αυτό, κοιτάζω να «γλιτώσω» όσα νέα παιδιά μπορώ. Μόνο εάν διασωθούν θα μπορέσουν να επιστρέψουν με γνώσεις, εμπειρία κι επιστημοσύνη, για να ανοικοδομήσουν την πατρίδα, όταν οι συνθήκες το απαιτήσουν -βαδίζουμε αναπόφευκτα σε αυτό.

Λυπάμαι αν με αυτά «βαραίνω» τους καλούς σας αναγνώστες, όπως θα έλεγε κι ο Στρατηγός Μακρυγιάννης, αλλά αυτή είναι η σκληρή αλήθεια. Όσοι θέλουν ας συνεχίσουν να ζουν με τις ψευδαισθήσεις τους και το ψευδεπίγραφο βόλεμά τους.

Σε παλαιότερα άρθρα σας έχετε αναφερθεί και στον εμβολιασμό ενάντια στον Covid-19. Σήμερα, δύο χρόνια αφότου ξέσπασε η πανδημία, και ενόψει της 4ης δόσης του σχετικού εμβολίου, πώς αξιολογείτε το ίδιο θέμα;

Πράγματι, σε παλαιότερα άρθρα μου ήδη από τον Δεκέμβριο του 2020 είχα τοποθετηθεί από πολύ νωρίς στο ζήτημα αυτό και είχα εκφράσει την προσωπική μου άποψη. Είχα ασκήσει από νωρίς τη δέουσα και αυτονόητη κριτική σε όσους μεγαλόσχημους πολιτικούς, ακαδημαϊκούς, γιατρούς και άλλους επιστήμονες, αλλά ακόμα και εκκλησιαστικούς άρχοντες, έσπευσαν με απόλυτο τρόπο και ακατανόητη σιγουριά, να δηλώσουν πως τα συγκεκριμένα εμβόλια θα είναι «απόλυτα, δηλαδή 100%, αποτελεσματικά και ασφαλή».

Μία τέτοιου είδους απόλυτη και ανεπιφύλακτη τοποθέτηση, για ένα καινούργιο σκεύασμα απέναντι σε ένα καινούργιο παθογόνο, ανήκει εκ των πραγμάτων στη σφαίρα της παραδοξολογίας και της μεταφυσικής. Δεν έχει λογική ή επιστημονική βάση. Η πραγματικότητα και η εξέλιξη των πραγμάτων απέδειξε την αστοχία τους.

Ξέρετε, η ειδικότητά μου, αυτή της παθολογικής ανατομικής των ζώων και η ερευνητική ενασχόληση μου με ζώα-πρότυπα ασθενειών του ανθρώπου και η πειραματική παθολογική ανατομική προσφέρουν μια πολύ πλούσια και σπάνια εμπειρία στην κατανόηση των παθολογικών καταστάσεων. Οι παθολογοανατόμοι κτηνίατροι ασχολούμαστε με εκατοντάδες διαφορετικές παθολογικές καταστάσεις σε πολλά και διαφορετικά είδη ζώων. Η δυνατότητα αυτού του συγκρητισμού με τις ομοιότητες και τις διαφορές που εμφανίζουν οι αλλοιώσεις των οργάνων και των ιστών στα διαφορετικά είδη ζώων, αλλά κυρίως η δυνατότητα παρακολούθησης της σταδιακής εξέλιξης αυτών των αλλοιώσεων στα πειραματόζωα, εξοπλίζουν τον παθολογοανατόμο κτηνίατρο με σπάνια εμπειρία.

Στο πλαίσιο, λοιπόν, της «συγκριτικής ιατρικής» και της φιλοσοφίας της «ενιαίας υγείας», τα δεδομένα από τους κορώνα-ιούς των ζώων και τα εμβόλιά τους, έπρεπε να έχουν ληφθεί υπ’όψιν. Είχα, όντως, εκφράσει τις επιφυλάξεις μου με κάθε σεβασμό στα πρόσωπα, στην προσωπικότητα και στις επιλογές του καθενός. Είχα δηλώσει ευθαρσώς ότι δεν σκοπεύω προσωπικά να κάνω το συγκεκριμένο πειραματικό εμβόλιο. Δεν το έκανα, λοιπόν, και ούτε πρόκειται.

Η αναγωγή αυτού του είδους της επιλογής, της συμμετοχής δηλαδή σε μία κλινική δοκιμή εμβολιασμού με καινούργια σκευάσματα, και η μεταποίησή της σε δήλωση πίστης στην επιστήμη αποτελεί ένα ασύλληπτο άλμα λογικής που είναι άκρως επικίνδυνο. Όταν, μάλιστα, οι γιατροί και οι νοσηλευτές μπαίνουν σε αναστολή εργασίας και μένουν απλήρωτοι, οι τελειόφοιτοι φοιτητές της ιατρικής δεν μπορούν να πάρουν πτυχίο και οι άνω των 60 ετών πληρώνουν πρόστιμο επειδή δεν εμβολιάστηκαν, η λογική του ανθρώπου σταματά ή μάλλον πάει περίπατο. Εκφράζω την εκτίμησή μου και τον θαυμασμό μου για όλους αυτούς τους ανθρώπους και ειδικότερα για τα νέα παιδιά, τους τελειόφοιτους φοιτητές των Ιατρικών Σχολών. Εύγε παιδιά! Σας συγχαίρω για το φρόνημά σας!

Πάντως, αναρωτιέμαι: πώς να συζητήσεις λογικά με κάποιους που γενικεύουν την έννοια της επιστήμης, ωσάν να είναι ένα και ενιαίο πράγμα; Το να εκφέρεται στο δημόσιο λόγο το επιχείρημα ότι οι ανεμβολίαστοι υγειονομικοί δεν αποκαθίστανται στην εργασία τους επειδή «δεν πιστεύουν στην επιστήμη» είναι απλώς εξωφρενικό. Αυτό είναι φρικτό• λυπάμαι για όποιον δεν αντιλαμβάνεται αυτήν την αδιανόητη στρέβλωση. Δηλαδή, μια αποδεδειγμένη από τη ζωή και την κλινική πράξη επιστημονική αλήθεια των εκατό ας πούμε τελευταίων χρόνων είναι το ίδιο -έχει την ίδια εγκυρότητα και βαρύτητα- με μια υπόθεση που μόλις διατυπώθηκε και διερευνάται πειραματικά τα τελευταία δύο χρόνια; Τι να πούμε, δηλαδή; Επιστήμη το ένα, επιστήμη και τ’ άλλο. Άρα, τα δέχεσαι και τα δύο αβλεπεί με τη λογική του όλα ή τίποτα;

Όταν τα Ποντιόπουλα καλούν… σπεύδεις. Από όλες τις ομιλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με διαφορά η πιο ξεχωριστή. Υπό την Σκέπη της Παναγίας, στο 18ο Συναπάντημα της Νεολαίας Ποντιακών Σωματείων. Παναγία Σουμελά, Βέρμιο, 2016.

Πώς να συζητήσεις με αυτούς που εμμένουν να χαρακτηρίζουν αυτούς που αμφισβητούν τα συγκεκριμένα μόνο εμβόλια (και προφανώς όχι όλα τα εμβόλια) με την απαράδεκτη γενίκευση «αντιεμβολιαστές»; Δεν είναι ούτε όλοι οι παθογόνοι μικροοργανισμοί, ούτε όλα τα εμβόλια το ίδιο, πώς να το κάνουμε; Λυπάμαι για αυτούς, ειδικά τους προβεβλημένους από τα ΜΜΕ συμπολίτες μας, που καταφεύγουν σε αυτό το παντελώς ευτελές σόφισμα.

Τελικά, όμως, δεν είναι ότι αυτοί που επιβάλουν αυτά τα πράγματα δεν καταλαβαίνουν, ή ότι δεν έχουν την παραμικρή αντίληψη για βασικές επιστημολογικές αρχές επιπέδου μαθητή γυμνασίου. Απλώς, η ανερυθρίαστη επιβολή του παραλόγου και η αποδοχή ή η ανοχή του από την πλειοψηφία των πολιτών είναι απαραίτητη διαδικασία για την παγίωση και μακροημέρευση των ολοκληρωτικών συστημάτων- όποια μορφή κι αν έχουν αυτά και όπως κι αν εμφανίζονται στα λόγια. Για παράδειγμα, το ότι η εκείνη η χώρα λεγόταν κάποτε «Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας», δεν σημαίνει ούτε ότι ήταν, πράγματι, λαϊκή, ούτε ότι ήταν, όντως, δημοκρατία.

Στο ίδιο πλαίσιο, πώς να διαλεχθεί κανείς με επιστήμονες, επιστημονικούς οργανισμούς και κυβερνήσεις που χορηγούν στα πειραματικά υποκείμενα ένα καινούργιο σκεύασμα και δεν καταγράφουν πλήρως τα υγειονομικά συμβάντα των υποκειμένων μετά τη χορήγηση; Η στατιστική επεξεργασία αυτών των συμβάντων, δηλαδή η ανάλυση των δεδομένων, είναι πάντοτε αυτή που μας δείχνει τις θετικές και -κυρίως- τις αρνητικές επιπτώσεις, δηλαδή τις παρενέργειες ενός σκευάσματος. Αν δεν καταγραφούν αυτά τα δεδομένα πλήρως και αντικειμενικά πώς θα βγει συμπέρασμα;

Αυτό που σας λέω είναι το άλφα, στο αλφάβητο της επιστημονικής έρευνας. Τι να συζητήσεις παρακάτω; Πώς να πας στο βήτα… Εδώ, δεν είναι θέμα προαιρετικής συμπλήρωσης μιας «κίτρινης κάρτας» (που ανεξήγητα δεν γίνεται). Είμαστε ουσιαστικά σε μια μεγάλη κλινική δοκιμή σε εξέλιξη. Στην περίπτωσή μας είναι απολύτως και αδιαπραγμάτευτα υποχρεωτική, όχι προαιρετική, η καταγραφή και η στατιστική ανάλυση όλων των παθολογικών συμβάντων μετά τον εμβολιασμό, συμπεριλαμβανομένων και των θανάτων.

Επομένως, τι να σας πω για την 4η δόση του εμβολίου; Ζυγίζοντας και φιλτράροντας με τα δικά μου κριτήρια τις δημοσιεύσεις, τις αναφορές, τις τοποθετήσεις επιστημόνων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αλλά και με βάση αυτά που ακούω και μαθαίνω, παράλληλα και με τις προσωπικές μου εμπειρίες από φίλους και γνωστούς και συνεκτιμώντας την αδιαφιλονίκητη αύξηση των ανακοπών, των ξαφνικών θανάτων και διάφορων παθολογιών το τελευταίο διάστημα, προσωπικά όχι την 4η, αλλά όπως είπα δεν θα έκανα ούτε την 1η δόση. Αλλά μπορώ να μιλήσω μόνο για τον εαυτό μου. Ο καθένας πρέπει να επιλέξει για τον εαυτό του. Θα πρέπει να μπει όσο μπορεί στο βάθος των πραγμάτων, να ενημερωθεί σφαιρικά (πράγμα δύσκολο, αλλά όχι ανέφικτο) και να αποφασίσει ποιον να ακούει και ποιον όχι, ποιον να εμπιστευτεί και ποιον όχι.

Δεν είναι αστεία πράγματα αυτά, ούτε είναι παιχνιδάκια, ούτε σύμβολα κάποιου θολού ιδεολογήματος, τα πάσης φύσεως φαρμακευτικά σκευάσματα. Όποιος αγνοεί την ακαταμάχητη περιπλοκότητα της φύσης και τη λεπτομέρεια που στην επιστήμη κάνει τη διαφορά, κάνει τεράστιο λάθος. Λέω την προσωπική μου άποψη και επιλογή, αλλά δεν θέλω να την επιβάλλω σε κανέναν. Ομοίως, δεν θέλω, από την άλλη να επιβάλλονται ιατρικές πράξεις στους ανθρώπους ούτε άμεσα, αλλά ούτε και έμμεσα με εκβιαστικά διλήμματα του τύπου ή εμβολιάζεσαι ή μπαίνεις σε αργία αμισθί κτλ.

Παράλληλα με την επιστημονική δράση σας, αφήνετε το αποτύπωμά σας και στο χώρο της Λογοτεχνίας. Πώς ξεκίνησε αυτή η διαδρομή;

Από τα 19 μου χρόνια, το 1987 περίπου ξεκίνησα να γράφω ποιήματα. Αυτά έμεναν βέβαια στα συρτάρια. Με τον καιρό μαζεύτηκαν αρκετά και κατά καιρούς, όταν έγραφα κάτι καινούργιο, τα ξανάβλεπα, τα διόρθωνα, αφαιρούσα αρκετά πράγματα, κάποια τα απέρριπτα με τα όλο και αυστηρότερα λογοτεχνικά κριτήρια που ανέπτυσσα με τον καιρό. Με την πάροδο των χρόνων και την όποια ωριμότητα φέρνει αυτή, ένιωσα πως αυτά είχαν λάβει μια αξιόλογη τελική μορφή. Αυτή η συνειδητοποίηση μού δημιούργησε μια εσωτερική πίεση, καθώς ποτέ δεν ένιωσα ότι έγραφα για μια προσωπική εκτόνωση, αλλά μάλλον για να μοιραστώ κάποια πράγματα με τους άλλους ανθρώπους -τους όποιους πιθανούς αναγνώστες ας πούμε στην περίπτωσή μας.

Η λογοτεχνική συντροφιά επί το έργον σε παρουσίαση βιβλίου του Καθ. Ι.Κ. Κουρεμπελέ στο πλαίσιο της 16ης διεθνούς έκθεσης βιβλίου Θεσσαλονίκης το 2019.

Η τέχνη, άλλωστε, πρέπει να συν-κινεί (συγκινεί). Αυτό το «συν» δηλώνει την κοινωνική διάσταση της τέχνης και της λογοτεχνίας ειδικότερα. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει να υπάρχει η δημοσίευση. Εγώ, όμως, δεν είχα τον τρόπο να δημοσιεύσω. Δεν γνώριζα κανέναν από τον χώρο. Επίσης, ούτε τα χρήματα είχα για να προχωρήσω σε αυτοχρηματοδοτούμενη έκδοση με κάποιον εκδότη (κάτι που έχει γίνει κανόνας στις μέρες μας). Αλλά για να σας πω την αλήθεια, ακόμα κι αν μου περίσσευαν κάποια χρήματα δεν θα ήθελα να το κάνω έτσι -όχι ότι είναι κακό, ίσα-ίσα… Πείτε με αν θέλετε ιδιόρρυθμο, δεν ήθελα να πληρώσω για κάτι τέτοιο. Επίσης, είμαι αρκετά «βαρύς» που λένε σε κάτι τέτοια και δεν το κυνήγησα πολύ το πράγμα. Δεν είχα και τον χρόνο. Μετά από 30 περίπου χρόνια υπομονής, πάντως, ο Θεός έδωσε και βρέθηκε ο τρόπος.

Και να πώς έγινε: κάποια αποτελέσματα της βιολογικής-ιατρικής μας έρευνας παρουσιάστηκαν από μεγάλα μέσα μαζικής ενημέρωσης στο εξωτερικό και στη συνέχεια και στην Ελλάδα από την καλή δημοσιογράφο Θεοδώρα Τσώλη στο ένθετο «Βήμα Science» της εφημερίδας «Βήμα της Κυριακής». Τότε με προσεγγίσατε κι εσείς κα Καλοφωτιά ως δημοσιογράφος της ηλεκτρονικής σελίδας ενημέρωσης pontos-news για μια γραπτή συνέντευξη. Έτσι, μέσα από τη γνωριμία μου με το pontos-news το 2015 προέκυψε η τακτική αρθρογραφία μου στη στήλη του «Γνώμες». Εκεί αρθρογραφεί και ο σπουδαίος Πόντιος, Έλληνας ευπατρίδης ο Σάββας Καλεντερίδης, ο οποίος μου έκανε την τιμή να εκδώσει στις «Εκδόσεις Ινφογνώμων» μέχρι στιγμής τρία βιβλία με άρθρα μου με τίτλους: «Σαν Παλιόψαθα των Εθνών» (2017), «Φκειάνω μίαν Σημαία» (2018) και «Πενήντα και Οκτώ Αλεξίκακα Άρθρα» (2021).

Η εκδήλωση της βιβλιοπαρουσίασης του πρώτου βιβλίου μού έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω κάποιους εξαιρετικούς ανθρώπους με τους οποίους πλέον συνδέομαι με μια πολύ δυνατή φιλία. Ο καλός φίλος οδοντίατρος και Ιερέας π. Αντώνιος Πατρικίου με το σπάνιο αισθητήριο που διαθέτει σ’ αυτά τα πράγματα, συνέστησε για την παρουσίαση τον συνάδελφο καθηγητή της Θεολογίας του ΑΠΘ, Γιάννη Κουρεμπελέ, τον οποίο τότε δεν γνώριζα. Ταυτόχρονα σχεδόν μέσω του Γιάννη και του Δρ. της Θεολογίας Τάσου Πολυχρονιάδη γνωριστήκαμε με τον μεγάλο λογοτέχνη μας τον Αλέξανδρο Κοσματόπουλο κι ύστερα και με τον Άγγελο Αλτιντζή του καλλιτεχνικού τυπογραφείου και των Εκδόσεων «Αθανασίου Αλτιντζή». Μέσω του Γιάννη πάλι, γνώρισα και τον θρυλικό Εκδότη και Πόντιο συμπατριώτη Τάσο Κυριακίδη που έφυγε πριν από δυο περίπου χρόνια από κοντά μας και τα παιδιά του τον Παύλο και την Δέσποινα.

Κοντολογίς, μέσα στην ωραία αυτή παρέα το ένα έφερε τ’ άλλο κι έτσι τελικά μού δόθηκε η δυνατότητα να εκδώσω και την πρώτη ποιητική μου συλλογή με τον τίτλο «Δύναμις» (Εκδόσεις Αθ. Αλτιντζή, Θεσσαλονίκη, 2019), αλλά και την ποιητική απόδοση δώδεκα κοντακίων του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού με τον τίτλο «Εδώδιμο Ειλητάριο» (Εκδόσεις Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 2022). Υπό έκδοση είναι και η δεύτερη ποιητική μου συλλογή και πάλι από τις Εκδόσεις Αθ. Αλτιντζή. Έτσι, λοιπόν, ξεκίνησαν όλα τα σχετικά με το άνοιγμά μου στη λογοτεχνία. Ελπίζω, αυτό το όποιο αποτύπωμα που αφήνω, όπως λέτε, να αγγίξει κάποιες ψυχές λειτουργώντας «επ’ αγαθώ» τώρα και στο μέλλον. Αυτή είναι η τεράστια δύναμη του γραπτού λόγου και ειδικά της λογοτεχνίας. Δρα σε μεγάλο βάθος χρόνου.

Παρουσίαση του βιβλίου «Σαν Παλιόψαθα των Εθνών» στην Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης το 2017.

Έγιναν κάποια πράγματα, υπήρξε μια παραγωγή πνευματικού έργου λοιπόν -και με τη βοήθεια του Θεού ελπίζω πως αυτή θα συνεχιστεί στο μέλλον- μ’ εκείνη τη συνέντευξη που μού πήρατε πριν από επτά χρόνια. Ευχαριστώ κι εσάς προσωπικά, αλλά και το pontos-news γι’ αυτό. Ούτε σας γνώριζα, αλλά ούτε και κάποιος μεσολάβησε για τη συνέντευξη. Αυτή είναι μία πολύ σημαντική διάσταση του λειτουργήματος της δημοσιογραφίας. Αρκεί αυτό να λειτουργεί όπως πρέπει: ελεύθερα, γνήσια και ανιδιοτελώς. Αυτό σπανίζει δυστυχώς σήμερα… Αλλά αυτή είναι μια άλλη ακόμα πολύ μεγάλη συζήτηση…

Ποια μηνύματα επιδιώκετε να μεταφέρετε σε όσους διαβάζουν τα έργα σας;

Είναι ωραία διατυπωμένη η ερώτηση. Μου δίνει την ευκαιρία να αναφερθώ σε μια λεπτή, αλλά ενδιαφέρουσα διαφορά στον τρόπο που λειτουργώ στους διάφορους τομείς της λογοτεχνικής μου δραστηριότητας.

Για τους θρησκευτικούς ύμνους που έχω γράψει, είτε στα αρχαία, είτε και στα νέα Ελληνικά και για τις ποιητικές αποδόσεις κοντακίων και κανόνων των Αγίων Πατέρων της Ορθόδοξης Πίστης μας, τα πράγματα είναι απλά και η επιδίωξη ξεκάθαρη. Δεν μεταφέρω κανένα δικό μου μήνυμα και δεν ιδιογνωμονώ. Ακολουθώντας τους Αγίους Πατέρες της πίστης μας και δι’ ευχών τους και με την ευλογία τους πασχίζω να μείνω στην ακρίβεια της πίστης μας και να την υπηρετήσω με τις δικές μου δυνάμεις κι από τη δική μου θέση, από το περίσσεμα της καρδιάς μου, με όποιο τάλαντο μου εμπιστεύτηκε ο Θεός κι όσο καλύτερα και πιο γνήσια μπορώ.

Στην αρθρογραφία μου, είτε το κείμενο έχει δοκιμιακό χαρακτήρα, είτε ποιητικό (που φτάνει να πλησιάσει σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμα και τη μορφή πεζού ποιήματος), έχω εκ των προτέρων και συνειδητά κάποια επιδίωξη σε σχέση με τα μηνύματα που θέλω να δώσω. Είναι, ουσιαστικά, απαντήσεις σε ζητούμενα της εποχής, είτε αυτά αφορούν τον έσω άνθρωπο, είτε τις δραστηριότητές του για τις οποίες μπορώ να έχω άποψη. Αυτού του είδους τα κείμενα, λοιπόν, ό,τι κι αν πραγματεύονται, επιδιώκουν να προτείνουν τη στροφή στο βάθος των πραγμάτων (όχι στην επιφάνεια)• επιχειρούν να υψηλοφρονήσουν προτείνοντας μια φιλότιμη κι αρχοντική στροφή σε μια πνευματική καλλιέργεια για την αναζήτηση του μεγάλου, του ωραίου και του αληθινού.

Είτε τα κείμενα μιλούν για ζητήματα της εποχής, είτε για τους νέους, είτε για τη θεολογία ή την ιστορία, την πατρίδα, την ποίηση και τη λογοτεχνία, είτε για την επιστήμη, την πολιτική και την κοινωνία και τα όποια προβλήματα της εποχής, στο κέντρο τους πάντα υπάρχει η πρόταση για ελευθερία, δημοκρατία, αξιοκρατία, θάρρος, δικαιοσύνη, ευθυκρισία, καθαρό μυαλό και συμπόνοια για τον συνάνθρωπο.

Στο κέντρο πάντοτε υπάρχει ο Χριστός κι η πατρίδα και η πρόταση της ευλογημένης Ορθοδοξίας μας και των ευγενικών στοιχείων του Ελληνικού συστήματος αξιών ως παιδαγωγία και ως κέρασμα αγάπης στην οικουμένη. Λέγοντας οικουμένη, εννοώ όλον τον κόσμο που υποφέρει από την έλλειψη νοήματος στη ζωή και από τις ποικίλες και δραματικές επιπτώσεις της κυριαρχίας του κακού με τον εξοβελισμό του «γνώθι σαυτόν», τον εγωισμό, την πλεονεξία, την οίηση, τη βία και την ενεργή επιδίωξη της κάθε μορφής μικρής ή μεγαλύτερης εξουσίας, για να επιτευχθεί ο αισχρός στόχος της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο.

Στην ποίηση, βέβαια, τα πράγματα αλλάζουν, σε σχέση με τα άρθρα -τουλάχιστον ως προς τη μέθοδο. Ποτέ δεν έχω πει εκ των προτέρων ότι «τώρα θα γράψω ένα ποίημα γι’ αυτό ή για το άλλο θέμα ή ζήτημα». Ακόμα χειρότερα: ποτέ δεν έχω πει «τώρα θα κάτσω να γράψω ένα ποίημα». Στην ποίηση λειτουργώ απροαίρετα και αυθόρμητα σε συνθήκες έμπνευσης και όχι εκ προιμίου στόχευσης. Είναι άλλος δρόμος η ποίηση για μένα. Όχι ως προς την ουσία των μηνυμάτων και το βαθύτερο νόημα της γραφής. Αφού ο ίδιος άνθρωπος γράφει, αν γράφει έντιμα κι απ’ την καρδιά του, και τα πεζά και τα ποιήματα θα αντανακλούν τις αρχές του, τη νοοτροπία του• την κοσμοθεωρία του -ας το πούμε έτσι. Είναι η μεθοδολογία, ο τρόπος, η μορφή και φυσικά στο τέλος-τέλος και η τεχνική διαφορετική.

Ο κεντρικός πυρήνας κάθε ποιήματος έρχεται ξαφνικά μέσα στο μυαλό μου απροσδόκητα. Κοιτάζω τότε να κρατήσω μια σημείωση ή να αρχίσω την πρώτη γραφή αν η στιγμή είναι κατάλληλη. Άρα δεν υπάρχει ποτέ μία καταρχήν επιδίωξη. Επίσης, ενώ στο πεζό προσπαθώ να μεταφέρω άμεσα και με μια γραμμική λογική σειρά κι επιχειρηματολογία το μήνυμα ή την ιδέα που θέλω να μοιραστώ με τον αναγνώστη, στην ποίηση δεν κάνω αυτό το πράγμα. Στην ποίηση μέσω μυστικών, καρδιακών ή ακόμα και τελείως πρωτότυπων εγκεφαλικών-νοηματικών διαδρομών, ευελπιστώ να προκαλέσω, να προσκαλέσω, να παροτρύνω (και μέχρι εκεί) τον αναγνώστη να διανύσει κι αυτός μια διαδρομή μόνος του φτάνοντας στα πολυεπίπεδα μηνύματα του ποιήματος, οπωσδήποτε μέσα από τη συγκίνηση, η οποία προϋποθέτει φυσικά και τη δική του κίνηση.

Θέλει, βέβαια, μια διάκριση το πράγμα και μια ισορροπία μεταξύ της αναγκαίας εκφραστικής ποιητικής ακρίβειας, ευκρίνειας και διαύγειας από τη μια και του βαθμού της ελευθερίας που αφήνει ο ποιητής στον αναγνώστη να ερμηνεύσει τα όποια γραφόμενα όπως να’ναι και κατά το δοκούν, από την άλλη. Τελικά, κάθε ποίημά μου περιέχει τα δικά του μηνύματα κι έτσι είναι δύσκολο να τα περιγράψω, να τα κατατάξω και να τα συστηματοποιήσω -κι ούτε το επιθυμώ.

Το επίθετό σας μαρτυρά και την ποντιακή καταγωγή σας. Σε τι νιώθετε ότι σας επηρέασε στη ζωή σας μέχρι σήμερα;

Είναι, όντως, ποντιακή η καταγωγή μου από τον πατέρα μου, τον Τιμόθεο κι εγώ νιώθω Πόντιος, αν και μητέρα μου η Χρυσάνθη δεν είναι Πόντια. Η καταγωγή και η παράδοση των ανθρώπων τούς προσδιορίζει αρκετά και τους επηρεάζει πολύ και στα πάντα -αυτή είναι η αλήθεια. Πρέπει να εμβαθύνω, όμως, για να απαντήσω στην ερώτηση αυτή, ξεφεύγοντας από πράγματα κοινότυπα που ο καθένας μπορεί να νιώθει για την όποια ιδιαίτερη καταγωγή του. Γιατί, υπάρχουν στοιχεία που θα μπορούσαν όλοι να ισχυριστούν ότι είναι εν πολλοίς κοινά. Στοιχεία εθνικά -δηλαδή Ελληνικά στην περίπτωσή μας- ή ακόμα και πανανθρώπινα.

Υπάρχει, όμως, άραγε κάτι τέτοιο, όπως ίσως ένα άυλο DNA ή κάποια υπερβατικής μορφής «κληρονομικότητα» σε κάθε ράτσα, που αλληλοεπιδρά συνεχώς με τα συμβάντα της ιστορικής διαδρομής της, προσδιορίζοντας τα ιδιαίτερα στοιχεία της παράδοσης και της όποιας συλλογικής συνείδησής της σε κάθε εποχή; Αν, πράγματι, υπάρχει, τότε θα πρέπει να ψάξουμε για κάποια πολύ ιδιαίτερα στοιχεία που γράφτηκαν με μεγαλύτερη ένταση και σε μεγαλύτερη διάρκεια σε σχέση με άλλους στο DNA των Ποντίων. Αυτά θα πρέπει να βρεθούν, για να απαντηθεί αυτή η ερώτηση.

Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, θα ξεχώριζα στην ιστορική διαδρομή της ράτσας μου, από την αρχαιότητα μέχρι τον διωγμό και τη γενοκτονία, την ιδιαιτερότητα ενός κύκλου συστηματικών και συνεχών μετεγκαταστάσεων, είτε για την αλλεπάλληλη δημιουργία αποικιών, είτε εξαιτίας των ιστορικών συνθηκών. Αν λοιπόν δεχτούμε -χάριν της συζήτησης- ότι υφίσταται αυτή η ιδιότυπη «κληρονομικότητα», τότε οι ικανότητες που απαιτούνται και η αποδοχή για συμμετοχή στον αποικισμό ενός έρημου, ξένου τόπου και στη δημιουργία μιας νέας πόλης, θα πρέπει να θεωρηθούν ως συνθήκες μιας διαδικασίας «φυσικής επιλογής». Μιας φυσικής επιλογής ατόμων, δηλαδή, που επιβιώνουν των κινδύνων της διαδικασίας του αποικισμού, επειδή διαθέτουν κάποια χαρακτηριστικά. Ποια, όμως, είναι αυτά;

Κατ’ αρχήν, ας δούμε τι στοιχεία πρέπει να έχει κάποιος που θα επιλεγεί και θα αποσταλεί από τη μητρόπολη, για να κάνει αυτήν τη δουλειά. Υποθέτω θα πρέπει να διαθέτει θάρρος, εξερευνητικό πνεύμα και περιέργεια, πολεμική ικανότητα, αντοχή στις κακουχίες, αλύγιστο φρόνημα, υπομονή και προσαρμοστικότητα. Αυτά κυρίως χρειάζονται για τα πρώτα στάδια της εγκατάστασης και της αντιμετώπισης των ανάλογων κινδύνων. Ύστερα, χρειάζεται μεθοδικότητα, στρατηγική και οργανωτική σκέψη, δημιουργικότητα και ακαταπόνητη εργατικότητα για το στήσιμο μιας πόλης από το μηδέν στη μέση του πουθενά και για την πρόοδο αρκετές φορές σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Αυτά ακριβώς τα στοιχεία είναι λοιπόν που προσφέρουν το πλεονέκτημα της επιβίωσης και διαιώνισης συγκεκριμένων χαρακτηριστικών στην περίπτωσή μας. Ίσως, λοιπόν, έτσι να σμιλεύτηκε ο χαρακτήρας της Ποντιακής ράτσας.

Δεν ξέρω εάν, προσωπικά διαθέτω αυτά τα στοιχεία. Σίγουρα, πάντως, σε αυτόν τον μύθο που έχω σκαρώσει, νιώθω ότι οφείλω να τα διαθέτω ως χρέος απέναντι στους προγόνους. Έξω, όμως, από αυτόν τον μύθο, είναι και δυο άλλα αντικειμενικά στοιχεία που εντείνουν την αίσθηση αυτού του χρέους. Το πρώτο σχετίζεται με την έφεση στην επιστήμη, στη φιλοσοφία και στην τέχνη που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα την Ιωνική φυλή -οι Πόντιοι είναι κατά βάση Ίωνες. Το δεύτερο είναι ο διωγμός και η γενοκτονία. Αν λοιπόν θα έπρεπε με μια μόνο λέξη να περιγράψω το πώς επηρεάζει η ποντιακή καταγωγή μου τη ζωή και την φιλοσοφία μου, θα διάλεγα τη λέξη «χρέος». Με τέτοιους προγόνους και τέτοια κληρονομιά έρχεσαι στο φιλότιμο μην και βρεθείς στη θέση του εκφυλισμένου απόγονου και του ανάξιου κληρονόμου.

Έχετε δηλώσει ότι «ο Πόντιος γονέας είναι έτοιμος να θυσιάσει και τον εαυτό του για τις σπουδές των παιδιών του». Ποια άλλα εφόδια από την οικογενειακή σας παράδοση σάς συνοδεύουν διαχρονικά σαν «φυλαχτό»;

Καταρχήν, είναι οι ιστορικές καταγραφές προγόνων που υποστήριξαν σθεναρά και υπηρέτησαν την παιδεία και τα γράμματα στην περιοχή της Χαλδίας του Πόντου. Για παράδειγμα, κάποιος Κοσμάς Πουταχίδης, αναφέρεται ως έφορος του Φροντιστηρίου της Αργυρούπολης από το 1895-97. Επίσης, είναι κι ο Γεώργιος Πουταχίδης, μεγαλέμπορος της Χαβίαινας με κατάστημα στην Άρδασα. Αυτός είχε, λέει, πάθος για την παιδεία και ήταν ίσως ο βασικότερος συντελεστής της ίδρυσης του Λυκείου της Γουμεράς και αυτός που το στελέχωσε με μεγάλες μορφές των Ελληνικών γραμμάτων της περιοχής, όπως ο Παντελής Μελανοφρύδης και ο Γεώργιος Κανδηλάπτης-Κάνης. Ο γιος του Στέφανος Πουταχίδης, που δίδασκε και ήταν και διευθυντής του Λυκείου, ήταν στενός φίλος του Π. Μελανοφρύδη και παντρεύτηκε την αδερφή του Μαρία. Είναι βέβαια και αρκετοί άλλοι.

Για τον προπάππου μου Πέτρο Πουταχίδη, γνωρίζουμε ότι εργαζόταν ως εργοδηγός στα μεταλλεία της Αργυρούπολης και ότι -σύμφωνα με τις περιγραφές της γυναίκας του, της προγιαγιάς μου της Βαρβάρας- όταν καβαλούσε πάνοπλος το άσπρο του άλογο, ήταν πολεμικότατος. Με αυτήν την εικόνα του Πέτρου και στο ιστορικό πλαίσιο των ρωσοτουρκικών πολέμων, δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι δικοί μου, έφυγαν από τη Χαβίαινα και πήγαν στα ψηλά βουνά του Κάρς, σε ένα χωριό που το λέγαν Πεζιρκιάν-Κιατσίτ, γνωστό ως το χωριό της καταγωγής από τον Πόντο του μεγάλου τραγουδιστή μας του Χρύσανθου. Η γιαγιά μου η Όλγα (το γένος Ταχτσίδη) και η μητέρα του Χρύσανθου, ήταν πρώτες ξαδέρφες.

Μετά είναι κι οι ιστορίες για τους παππούδες μου που δεν γνώρισα, καθώς χάθηκαν αρκετά χρόνια πριν γεννηθώ. Πολέμησαν και οι δύο το ’40 και επέζησαν της κατοχής και των άλλων φρικτών γεγονότων που ακολούθησαν, αλλά χάθηκαν σχετικά νέοι από αρρώστιες. Από φυματίωση ο Χρήστος, αφήνοντας την μητέρα μου Χρυσάνθη ορφανή από πολύ μικρή. Από καρκίνο του στομάχου, ο παππούς μου Θεόφιλος, όταν ο πατέρας μου Τιμόθεος ήταν φοιτητής στην Γυμναστική Ακαδημία στην Αθήνα. Και οι δύο ήταν άνθρωποι του μόχθου, αλλά πολλές ιστορίες συγκλίνουν στο γεγονός ότι και οι δύο ήταν αρκετά πνευματώδεις, θυμόσοφοι και ετοιμόλογοι, με αίσθηση του χιούμορ και αγάπη στα γράμματα.

Ακόμα, είναι οι περιγραφές του πατέρα μου για το παιδικό παιχνίδι της εποχής τους στην Οινόη Κοζάνης. Τα παιδιά πάλευαν πάλη Ελληνορωμαϊκή υπό το βλέμμα των πρεσβύτερων. Παρεμπιπτόντως, θυμάμαι ότι όταν ήμουν μικρός και ζητούσα από την γιαγιά μου την Όλγα να παίξουμε, αυτή ξεκινούσε να παλεύει μαζί μου. Αναρωτιέμαι, αν δεν είναι αρχαιοελληνική καταβολή αυτή, τότε τι άλλο μπορεί να είναι;

Ύστερα είναι εικόνες. Αυτή που μου έχει μεταφερθεί, της προγιαγιάς μου της Βαρβάρας (την θυμάμαι κατάκοιτη, καθώς τράβηξε μέχρι αρκετά πάνω από τα εκατό), που όταν έβαζε τον πατέρα μου και άλλα της εγγόνια για ύπνο, έβγαινε έξω στην αυλή και μοιρολογούσε καθιστή σκαλίζοντας μονότονα τη θράκα της φωτιάς. Ήρθε από τον Πόντο μόνο με τέσσερα από τα παιδιά της, έχοντας χάσει τον άντρα της τον Πέτρο και τα υπόλοιπα από τα εννέα ή έντεκα κατ’ άλλους παιδιά της. Μετά, η εικόνα της προγιαγιάς (από τη μεριά της μητέρας μου Χρυσάνθης) της Γιαννούλας από την Κορυτσά που είχε χαραγμένο με μαχαίρι ένα σταυρό στο μέτωπο (το αχνοθυμάμαι κι εγώ αυτό), για να μην την πάρουν, λέει, οι Τούρκοι, όταν ήταν νέα.

Λίγα πράγματα, σπαράγματα δηλαδή, συνιστούν για μένα αυτό που λένε οικογενειακή παράδοση. Προσφυγικές οι ρίζες. Πόντος, Κορυτσά, Νιζόπολη. Τι τα θέλετε; Μέσα σε ξεριζωμούς και εποχές ταραγμένες και με πεθαμένους τους δυο παππούδες που συνήθως περιμένουν τα εγγόνια, για να πουν τις ιστορίες τους, δεν ξέρουμε και πολλά πράγματα. Ίσως, όμως, οι ευχές των βασανισμένων, διωγμένων κι αδικοχαμένων προγόνων μας από τον ουρανό να είναι, τελικά, το «φυλαχτό» που μας συνοδεύει.

Σε όλο τον κόσμο, όπου υπάρχουν Πόντιοι, λειτουργούν μεταξύ τους σαν μια «γροθιά». Τι είναι αυτό που τους κρατάει ενωμένους;

Δεν ξέρω τι γίνεται σε επίπεδο σωματείων και οργανώσεων κλπ., αλλά σε ατομικό επίπεδο, πράγματι, αυτό που περιγράφετε, είναι αλήθεια. Σίγουρα, λειτουργεί στο συλλογικό υποσυνείδητο η γενοκτονία κι ο ξεριζωμός και τα δύσκολα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης μετά την ανταλλαγή πληθυσμών. Οι κακουχίες και τα βάσανα ενδυναμώνουν πάντοτε τους δεσμούς μεταξύ των ατόμων που συγκροτούν μικρότερες ή μεγαλύτερες ομάδων ανθρώπων.

Σκεφτείτε, όμως, ότι αυτό έρχεται και ενισχύει έναν αυτονόητο δεσμό και μια νοοτροπία αλληλοϋποστήριξης που είναι ήδη πολύ έντονα, εξαιτίας της ανάγκης διατήρησης της Ορθόδοξης και Ελληνικής ταυτότητας μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες μετά την «Άλωση» και την υποδούλωση στους Οθωμανούς. Αν τώρα κανείς βάλει αυτά τα πράγματα πάνω σε αυτό που περιγράψαμε σε προηγούμενη ερώτηση ως νοοτροπία και χαρακτήρα «αποίκου», τότε εξηγεί εύκολα την έντονη εσωτερική ανάγκη του κάθε Πόντιου να στηρίζει το… «ημέτερον» (τεμέτερον).

Ποια είναι τα σχέδιά σας από εδώ και στο εξής σε κάθε έναν από τους τομείς της δραστηριότητάς σας;

Φαίνεται ότι οι αρχές, οι αντιλήψεις, τα πιστεύω και η νοοτροπία μου είναι τελείως ασύμβατες, με τα πάσης φύσεως εξουσιαστικά συστήματα που ορίζουν τα πράγματα σ’ αυτόν τον τόπο. Δυστυχώς δεν μπορώ να κάνω καθόλου σχέδια στις παρούσες συνθήκες. Απλώς, θα συνεχίσω να κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ, σε όλα τα πράγματα με τα οποία ασχολούμαι.

πηγή