Ἀνακαλύπτω τὶς ρίζες τῶν λέξεων – Γραμματικὸ ὑστερόγραφο

 

Άκοῦμε συχνὰ κατὰ τὴν ἀπαγγελία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως «Πιστεύω εἰς ἕναν Θεόν, πατέρα, Παντοκράτορα». Ἔχουμε τὴν τάση νὰ βάζουμε ἀδιακρίτως τὸ τελικὸ ν σὲ ὅλα τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ ὀνόματα κάτι ποὺ προφανῶς εἶναι λάθος. Ἐν προκειμένῳ τὸ ὀρθὸ εἶναι «Πιστεύω εἰς ἕνα Θεόν…». Τὸ ἕνα εἶναι αἰτιατικὴ τοῦ ἀριθμητικοῦ ἐπιθέτου εἷς καὶ γράφεται καὶ λέγεται χωρὶς τελικὸ ν.

Ἡ πλήρης κλίση τοῦ ἀριθμητικοῦ ἐπιθέτου ἔχει ὡς ἑξῆς:

 

 

εἷς – μίαἕν

 

Ἑνικός

 

Ἀρσενικό

Θηλυκό

Οὐδέτερο

 

Ὀνομαστική

εἷς

μία

ἕν

Γενική

ἑνὸς

μιᾶς

ἑνὸς

Δοτική

ἑνὶ

μιᾷ

ἑνὶ

Αἰτιατική

ἕνα

μίαν

ἕν

 

Εύκαιρίας δοθείσης νὰ ἐπισημάνουμε καὶ ἄλλο ἕνα λάθος: «ἐν μίᾳ νυκτί» ἀντὶ τοῦ ὀρθοῦ «ἐν μιᾷ νυκτί». Στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ δὲν ὑπάρχει ἀόριστο ἄρθρο. Ὑπάρχει μόνο τὸ ἀριθμητικὸ εἷς, μία, ἕν. Στὰ νέα ἑλληνικὰ ἔχουμε ἀόριστο ἄρθρο ποὺ παρουσιάζει ἴδιους μορφολογικοὺς τύπους μὲ τὸ ἀριθμητικὸ ἕνας, μία, ἕνα, ποὺ κλίνεται ὡς ἑξῆς:

 

 

 

Πτώσεις

ἑνικὸς

Ὀνομαστική

ἕνας

μία/μιά

ἕνα

Γενική

ἑνός

μίας/μιᾶς

ἑνός

Αἰτιατική

ἕνα(ν)

μία(ν)/μιάν

ἕνα

Κλητική

 

Τὸ ἀόριστο ἄρθρο διακρίνεται ἀπὸ τὸ ἀριθμητικὸ μόνο ἀπὸ τὴ σημασία του στὸν λόγο:

Θέλω νὰ σοῦ δώσω ἕνα δῶρο (ἄρθρο).

Ὅλοι στὸ σχολεῖο τὸν ἀγαποῦσαν. Ἕνας μόνο συνάδελφός του τὸν ἀντιπαθοῦσε (ἀριθμητικό).

Δείτε ΕΔΩ τα προηγούμενα άρθρα

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα