Γιατί το Μεσολόγγι

Δρ ΓΙΑΝΝΗΣ Κ. ΤΣΕΝΤΟΣ

Μερικὲς φορὲς τὰ πιὸ ἁπλᾶ –φαινομενικὰ ἀφελῆ– ἐρωτήματα μᾶς ὁδηγοῦν στὶς πιὸ μεγάλες, τὶς πιὸ συγκλονιστικὲς ἀποκαλύψεις. Ἕνα τέτοιο ἐρώτημα ἀφορᾷ τὸ Μεσολόγγι καὶ ὅ,τι αὐτὸ συμβολίζει καὶ συνεπάγεται. Πρὸς τί οἱ λυσσώδεις τουρκικὲς ἐπιθέσεις, ἡ ἐπικὴ ἀντίσταση τῶν Ἐλεύθερων Πολιορκημένων, ἡ ὑπεράνθρωπη ἀντοχή τους καί, τέλος, ἡ συγκλονιστικὴ ἐπιλογὴ τῆς Ἐξόδου; Γιατί τὸ Μεσολόγγι;

   Τὸ Μεσολόγγι καὶ ἡ ἡρωικὴ ἀντίσταση τῶν ὑπερασπιστῶν του ὑπῆρξαν μιὰ πρόκληση πρὸς τὴν κοινὴ λογική. Δὲν εἶναι μόνο ὁ Ἰμπραὴμ πού, ἐρχόμενος στὸ Μεσολόγγι, ἐξέφρασε εἰρωνικὰ τὴν ἀπορία του, ποὺ ἐπὶ ὀκτὼ μῆνες ὁ Κιουταχὴς δὲν εἶχε καταφέρει νὰ κυριεύσει αὐτὸν τόν «φράκτη», ὅπως τὸν ὀνόμασε. Ὅταν πολλὰ χρόνια μετὰ ὁ βασιλιὰς Γεώργιος Αʹ ἐπισκέφθηκε τὸ Μεσολόγγι, ὁ ὑπερόπτης Δανὸς σύμβουλός του Σπόννεκ, βλέποντας τὴ σχεδὸν ἀνοχύρωτη πόλη, καυχήθηκε μὲ ἔπαρση ἀνοήτου ὅτι ἕνα τέτοιο ἀδύναμο προμάχωμα θὰ μποροῦσε νὰ τὸ πάρει σὲ μία καὶ μόνο ἔφοδο μὲ τετρακόσιους Δανέζους· ὁ παριστάμενος Σουλιώτης γέρο-Νίκας δὲν ἀντιστάθηκε στὸν πειρασμὸ καὶ σχολίασε δηκτικά: «Θὰ τὸ ἔπαιρνε, λέει, μὲ τετρακόσιους Δανέζους. Μπορεῖ· ἀλλὰ θὰ ἔπρεπε καὶ αὐτοὶ ποὺ θὰ ἦταν ἀπὸ μέσα νὰ εἶναι Δανέζοι σὰν κι αὐτόν»…

Ὡστόσο, τὸ θαῦμα τοῦ Μεσολογγίου δὲν ἔγκειται ἁπλῶς καὶ μόνο στὴν ὑπεράνθρωπη ἀντίσταση ποὺ ἀντέταξε στὶς πιὸ ἰσχυρὲς στρατιωτικὲς δυνάμεις ἕνα «λασποτεῖχι», ὅπως τὸ ἀποκάλεσαν, ἔχοντας προφανῶς ὡς μέτρο σύγκρισης τὰ εὐρωπαϊκὰ φρούρια, οἱ Γάλλοι φιλέλληνες Μαξὶμ Ρεϋμπὼ καὶ Ὀλιβιὲ Βουτιὲ καὶ ὁ Ἰταλὸς Μπρενζέρι, ποὺ εἶχαν ἔλθει σὲ αὐτὸ στὴν ἀρχὴ τῆς Ἐπανάστασης μὲ τὸν Ἀλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Πέραν τοῦ ἄνισου τοῦ ἀγῶνα τῶν Ἐλεύθερων Πολιορκημένων, ὑπάρχει καὶ ἕνας ἀκόμη λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο τὸ Μεσολόγγι καὶ ἡ ἡρωικὴ ἀντίσταση τῶν ὑπερασπιστῶν του ἀντιπροσωπεύει μιὰ πρόκληση πρὸς τὴν κοινὴ λογική. Αὐτὸν τὸν λόγο θὰ προσπαθήσουμε νὰ ἐξηγήσουμε ἐδῶ.

Ἡ στρατηγικὴ σημασία τοῦ Μεσολογγίου

Ἂν διερωτηθοῦμε ποιὸς ὁ λόγος τῶν τόσο λυσσωδῶν τουρκικῶν ἐπιθέσεων καὶ τῆς τόσο πεισματικῆς ἑλληνικῆς ἄμυνας εἰδικὰ στὸ Μεσολόγγι, ἡ κατ’ ἀρχὴν εὔλογη –καὶ ἐν πολλοῖς ἀναμενόμενη– ἀπάντηση εἶναι ὅτι τὸ Μεσολόγγι ἦταν μιὰ τοποθεσία μὲ ἐξαιρετικὴ στρατηγικὴ σημασία.

Σημειωτέον ὅτι τὴν ἐποχὴ τῆς Ἐπανάστασης τὸ Μεσολόγγι δὲν ἦταν πλέον τὸ σημαντικὸ ἐμπορικὸ καὶ οἰκονομικὸ κέντρο ποὺ εἶχε ὑπάρξει σὲ παλαιότερες ἐποχές. Παλαιότερα, σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα ἀπὸ τὸν σχηματισμό του (ποὺ τοποθετεῖται πιθανώτατα στὶς ἀρχὲς τοῦ 17ου αἰῶνα), τὸ Μεσολόγγι εἶχε ἐξελιχθεῖ σὲ σημαντικὸ ἐμπορικὸ λιμάνι. Τὸ 1726 εἶχε ἱδρυθεῖ στὸ Μεσολόγγι ὑποπροξενεῖο τῆς Βενετίας, μὲ πρῶτο πρόξενο τὸν Νάξιο Σπυρίδωνα Μπαρότση. Στὰ χρόνια τῆς ἀκμῆς οἱ Μεσολογγῖτες εἶχαν φθάσει νὰ ἔχουν περισσότερα ἀπὸ ἑβδομῆντα πλοῖα, μὲ τὰ περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ νὰ ἔχουν ναυπηγηθεῖ σὲ μεσολογγίτικα καρνάγια. Τὸ 1746, ἔκθεση τοῦ Γάλλου προξένου τῆς Ἄρτας ἔκανε λόγο γιὰ πλήρη κυριαρχία τῶν μεσολογγίτικων πλοίων στὶς σκάλες τοῦ Ἰονίου.

Τὸ Μεσολόγγι ὅμως πλήρωσε ἀκριβὰ τὴν ἐνεργὸ συμμετοχή του στὴν ἐπανάσταση τοῦ 1770. Στὶς 10 Ἀπριλίου 1770 ἡ πόλη πυρπολήθηκε, ὁ στόλος του καταστράφηκε, καὶ οἱ κάτοικοι ἀναγκάσθηκαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὴν πατρίδα τους καὶ νὰ καταφύγουν στὰ Ἑπτάνησα (ὁ Ἀπρίλιος ἦταν «στοιχειωμένος» μήνας γιὰ τὸ μαρτυρικὸ Μεσολόγγι: Ἀπρίλιο καταστράφηκε τὸ Μεσολόγγι τὸ 1770, Ἀπρίλιο ἔχασε τὴ ζωή του σὲ αὐτὸ ὁ λόρδος Βύρων, Ἀπρίλιο συνέρρευσαν μπροστὰ στὰ τείχη του τὰ στίφη τοῦ Κιουταχῆ καὶ ἄρχισε ἡ μαρτυρικὴ τελευταία πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου, Ἀπρίλιο ἔγινε ἡ θρυλικὴ Ἔξοδος). Μετὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ 1770, οἱ κάτοικοι ξαναγύρισαν στὸ Μεσολόγγι, τὸ ἀνοικοδόμησαν καὶ προσπάθησαν νὰ ξαναφτιάξουν τὸν στόλο, ἀλλὰ τὸ Μεσολόγγι ἔμελλε νὰ περάσει καὶ νέες δοκιμασίες ἐπὶ Ἀλῆ πασᾶ, γιὰ νὰ περάσει καὶ νέα κρίση πρὶν ἀπὸ τὴν Ἐπανάσταση. Ὅπως εἶναι φανερό, τὴ στιγμὴ τῆς ἔναρξης τῆς Ἐπανάστασης τὸ Μεσολόγγι δὲν ἦταν τὸ σημαντικὸ ἐμπορικὸ καὶ οἰκονομικὸ κέντρο ποὺ εἶχε ὑπάρξει τὸν 18ο αἰῶνα καὶ ὣς τὸ 1770.

Ὡστόσο, παρὰ τὴν οἰκονομικὴ καὶ ἐμπορικὴ παρακμή του, τὸ Μεσολόγγι βρέθηκε στὴν ἀρχὴ τῆς Ἐπανάστασης νὰ ἔχει βαρύνουσα στρατηγικὴ σημασία.

Τὴ στρατηγικὴ σημασία τοῦ Μεσολογγίου θὰ τὴν κατανοήσουμε εὔκολα, ἂν ἀναλογισθοῦμε τὸ σκηνικὸ μέσα στὸ ὁποῖο ξέ- σπασε καὶ ἐξελίχθηκε κατὰ τοὺς πρώτους μῆνες ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάσταση.

Τοὺς πρώτους μῆνες τῆς Ἐπανάστασης οἱ Τοῦρκοι ἦσαν ὑποχρεωμένοι νὰ μοιράσουν τὶς δυνάμεις τους στὴν ἀντιμετώπιση τριῶν «στασιαστικῶν κινημάτων»: τοῦ Ἀλῆ πασᾶ στὰ Ἰωάννινα, τοῦ Ἀλέξανδρου Ὑψηλάντη στὶς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες καὶ τῶν Ἑλλήνων στὴν Πελοπόννησο. Μὲ κάθε λογική, ἡ ἐξέγερση τῶν Ἑλλήνων στὴν Πελοπόννησο ἦταν ἡ λιγώτερο σημαντικὴ καὶ πιό «εὔκολη» πρόκληση: Ὁ Ἀλῆς ἦταν ἡ ἰσχυρότερη προσωπικότητα σὲ ὅλη τὴ Βαλκανική, εἶχε ὀργανωμένο στρατὸ καὶ μιὰ ζηλευτὴ διοικητικὴ ὀργάνωση, μὲ ἕδρα τὰ Ἰωάννινα, τὰ ὁποῖα εἶχαν ἐξελιχθεῖ ἐπὶ ἡγεσίας του σὲ μεῖζον πολιτικὸ κέντρο, ἀλλὰ καὶ σὲ κέντρο παιδείας καὶ πολιτισμοῦ· ὅπως εἶναι εὔλογο, τὸ στασιαστικὸ κίνημα τοῦ Ἀλῆ ἀντιπροσώπευε τὸν πιὸ θανάσιμο κίνδυνο. Στὴ Μολδοβλαχία, πάλι, ἡ χρονικὴ παράταση τῆς ἔκρυθμης κατάστασης μποροῦσε πολὺ εὔκολα νὰ ὁδηγήσει τὰ πράγματα ἐκτὸς ἐλέγχου, ἂν ἡ Ρωσία ἀποφάσιζε νὰ παρέμβει (ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι, ἤδη τὸ 1821, οἱ σφαγὲς χριστιανῶν ἀμάχων καὶ ὁ ἀπαγχονισμὸς τοῦ Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ στὴν Κωνσταντινούπολη προκάλεσαν τὴ διπλωματικὴ παρέμβαση τῆς Ρωσίας μὲ τὴ μορφὴ τελεσιγράφου πρὸς τὴν Ὑψηλὴ Πύλη, ἡ δὲ ἄρνηση τοῦ σουλτάνου νὰ ἀπαντήσει στὸ ρωσικὸ τελεσίγραφο ὁδήγησε σὲ δραματικὴ ἐπιδείνωση στὶς ρωσοτουρκικὲς σχέσεις, ποὺ ἔφθασε μέχρι τὴν ἀνάκληση τοῦ Ρώσου πρέσβη ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη). Σὲ σύγκριση μὲ τὸν κίνδυνο ποὺ ἀντιπροσώπευαν γιὰ τὸν σουλτάνο τὸ κίνημα τοῦ Ἀλῆ καὶ ἡ ἀπειλὴ ρωσικῆς ἐπίθεσης στὶς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες, ἡ ἐξέγερση τῶν χωρικῶν τῆς Πελοποννήσου φαινόταν… «ἀστεία».

Γνωρίζουμε βεβαίως ὅτι τὸ κίνημα τοῦ Ὑψηλάντη δὲν μπόρεσε νὰ στεριώσει στὶς Παραδουνάβιες Ἡγεμονίες, καὶ ἡ ἐπανα- στατικὴ φλόγα στὴ Μολδοβλαχία ἔσβησε γρήγορα. Ἀκόμη χειρότερα, ἡ αὐγὴ τοῦ δεύτερου ἔτους τῆς Ἐπανάστασης, τοῦ 1822, ἔφερε μιὰ ἐξαιρετικὰ ἀνησυχητικὴ ἐξέλιξη γιὰ τὴν Ἐπανάσταση: Ἡ ἐπιτυχὴς καταστολὴ τῆς ἀνταρσίας τοῦ Ἀλῆ πασᾶ καὶ ὁ θάνατος τοῦ ἰδίου ἀπελευθέρωσαν τὸν κύριο ὄγκο τῶν σουλτανικῶν στρατευμάτων, ποὺ εἶχε ἐμπλακεῖ στὴν ἀντιμετώπιση τοῦ στασιαστικοῦ του κινήματος στὰ Ἰωάννινα. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν πιὰ τὴν εὐκαιρία νὰ ξεμπερδεύουν μιὰ καὶ καλὴ μὲ τὴν ἐξέγερση τῶν Ἑλλήνων, στέλνοντας στὴν Πελοπόννησο τὸν κύριο ὄγκο τῶν σουλτανικῶν στρατευμάτων.

Εἰρήσθω ἐν παρόδῳ ὅτι, ἤδη ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης, ἀκόμη καὶ ὅταν οἱ προτεραιότητες τῶν Τούρκων ἦσαν στραμμένες στὸ μέτωπο τῆς Ἠπείρου καὶ στὴ Μολδοβλαχία, ἡ στρατηγικὴ ἐπιδίωξή τους δὲν μποροῦσε νὰ εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸ νὰ στείλουν στρατιωτικὲς δυνάμεις στὴν Πελοπόννησο, ἀποσπώντας τες ἀπὸ τὸ μέτωπο τῆς Ἠπείρου, γιὰ νὰ ἀνακουφίσουν τὶς τουρκικὲς φρουρὲς καὶ νὰ καταστείλουν τὴν ἐξέγερση τῶν Ἑλλήνων. Οἱ μάχες τῶν πρώτων μηνῶν στὴ Στερεά (Ἀλαμάνα, Χάνι τῆς Γραβιᾶς) δὲν ἦσαν τίποτε ἄλλο ἀπὸ προσπάθειες τῶν Ἑλλήνων νὰ ἀναχαιτίσουν τὴν κάθοδο μεμονωμένων τουρκικῶν δυνάμεων στὴν Πελοπόννησο πρὸς ἐνίσχυση τῶν τουρκικῶν φρουρῶν.

Τώρα ποὺ ἡ ἀνταρσία τοῦ Ἀλῆ πασᾶ εἶχε κατασταλεῖ, δὲν θὰ ἐπρόκειτο ἁπλῶς γιὰ ἥσσονες τουρκικὲς δυνάμεις ἀποσπασμένες ἀπὸ τὸ μέτωπο τῆς Ἠπείρου, ἀλλὰ γιὰ μιὰ ἰσοπεδωτικὴ κάθοδο τοῦ κύριου ὄγκου τῶν σουλτανικῶν στρατευμάτων.

Ποιὸν ὅμως δρόμο ἔπρεπε νὰ ἀκολουθήσουν οἱ τουρκικὲς δυνάμεις, γιὰ νὰ φθάσουν στὴν Πελοπόννησο; Ὁ δρόμος αὐτὸς δὲν θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι τὸ Αἰγαῖο, λόγῳ τῆς κυριαρχίας σὲ αὐτὸ τοῦ ἑλληνικοῦ ναυτικοῦ. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἄλλωστε εἶναι καὶ ἡ μεγάλη προσφορὰ τῶν νησιῶν στὸν Ἀγῶνα τῆς Ἀνεξαρτησίας.

Ἀποκλειομένου τοῦ Αἰγαίου, ἔμενε ἡ ἐπιλογὴ τῆς καθόδου τῶν Τούρκων στὴν Πελοπόννησο διὰ τοῦ κορμοῦ τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδας. Πιὸ συγκεκριμένα, ὑπῆρχαν δύο δρόμοι ποὺ μποροῦσαν νὰ φέρουν τὰ σουλτανικὰ στρατεύματα διὰ τοῦ κορμοῦ τῆς ἠπειρωτικῆς Ἑλλάδας στὴν Πελοπόννησο: Ὁ πρῶτος δρόμος, ὁ ἀνατολικός, εἶναι αὐτὸς ποὺ διασχίζει τὴ Βοιωτία καὶ τὴν Ἀττική, γιὰ νὰ ὁδηγήσει στὴν Πελοπόννησο διὰ τοῦ Ἰσθμοῦ τῆς Κορίνθου· αὐτὸς ἀκριβῶς εἶναι ὁ δρόμος ποὺ ἀκολούθησε ἡ στρατιὰ τοῦ Δράμαλη στὰ μέσα τοῦ 1822. Ὁ δεύτερος δρόμος, ὁ δυτικός, προέβλεπε τὴν κάθοδο τῶν σουλτανικῶν στρατευμάτων ἀπὸ τὴν Αἰτωλοακαρνανία καὶ τὴ διαπεραίωσή τους στὴν Πελοπόννησο μὲ πλωτὰ μέσα.

Αὐτὸς ὅμως ὁ δεύτερος δρόμος εἶχε ἕνα ἀγκάθι: τὸ Μεσολόγγι. Ὅσο οἱ Ἕλληνες διατηροῦσαν ἰσχυρὴ βάση γιὰ τὸν στόλο τους στὴν πόλη αὐτή, οἱ Τοῦρκοι δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ἀναλάβουν τὴν πρωτοβουλία διάσχισης τῶν στενῶν μὲ πλοῖα κατάφορτα μὲ στρατεύματα. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καί, μετὰ τὴν καταστροφὴ τῆς στρατιᾶς τοῦ Δράμαλη –καὶ ἄρα τὴν ἀποτυχία καθόδου στὴν Πελοπόννησο ἀπὸ τὸν ἀνατολικὸ δρόμο–, ἡ ἀμέσως ἑπόμενη ἐπιθετικὴ πρωτοβουλία τῶν Τούρκων, στὰ τέλη τοῦ 1822, προσανατολίσθηκε στὴν πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου, ποὺ στεκόταν ἀγκάθι στὸν δυτικὸ δρόμο: αὐτὴ ἀκριβῶς ἦταν ἡ λεγόμενη πρώτη πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου.

Ὅλα τὰ παραπάνω ἐξηγοῦν ἀρκούντως τὴ βαρύνουσα στρατηγικὴ σημασία τοῦ Μεσολογγίου: οἱ Τοῦρκοι ἔπρεπε νὰ κυριεύσουν τὸ Μεσολόγγι, γιὰ νὰ περάσουν στὴν Πελοπόννησο, καὶ οἱ Ἕλληνες ἔπρεπε νὰ τὸ κρατήσουν, γιὰ νὰ τοὺς ἐμποδίσουν νὰ ἐπιτύχουν κἄτι τέτοιο.

Ἡ δεδομένη βαρύνουσα στρατηγικὴ σημασία τοῦ Μεσολογγίου ὁδήγησε τὸ 1821 στὴν ἐπιλογὴ τῆς πόλεως ὡς ἕδρας τῆς πολιτικῆς διοίκησης τῆς Δυτικῆς Ἑλλάδας, μὲ τὴν ὀνομασία «Ὀργανισμὸς τῆς Δυτικῆς Χέρσου Ἑλλάδος». Ὁ «Ὀργανισμός» ἦταν ἡ μία ἀπὸ τὶς τρεῖς τοπικὲς διοικήσεις (οἱ ἄλλες δύο ἦταν ἡ «Πελοποννησιακὴ Γερουσία» καὶ ὁ «Ἄρειος Πάγος τῆς Ἀνατολικῆς Χέρσου Ἑλλάδος»), ποὺ λειτούργησαν μέχρι τὴν κατάργησή τους ὑπὲρ μιᾶς ἑνιαίας, κεντρικῆς διοίκησης, σύμφωνα μὲ ἀπόφαση τῆς Β΄ Ἐθνοσυνέλευσης στὸ Ἄστρος τὸ 1823.

Ἔτσι τὸ Μεσολόγγι, πέραν τῆς στρατηγικῆς του σημασίας –ἀλλὰ καὶ χάρη στὴ στρατηγική του σημασία– ἀνεδείχθη καὶ σὲ διοικητικὸ κέντρο.

Ἀπὸ μία ἄποψη, ἐπίσης, τὸ Μεσολόγγι ὑπῆρξε καὶ ἡ «φωνὴ τῆς ἐπαναστατημένης Ἑλλάδας». Πιὸ συγκεκριμένα, ἀπὸ τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1824 ἄρχισε νὰ ἐκδίδεται μέσα στὴν πόλη τοῦ Μεσολογγίου τὸ ἄτυπο δημοσιογραφικὸ ὄργανο τῆς ἐπαναστατημένης Ἑλλάδας, ἡ πρώτη ἔντυπη ἑλληνικὴ ἐφημερίδα,1 τὰ τετράγλωσσα Ἑλληνικὰ Χρονικά, μὲ διευθυντὴ καὶ συντάκτη τὸν Ἑλβετὸ φιλέλληνα Ἰωάννη Ἰάκωβο Μάγερ. Ὁ Μάγερ ἦταν φλογερὸς φιλέλληνας, ποὺ εἶχε μάλιστα νυμφευθεῖ Ἑλληνίδα καὶ εἶχε ἀσπασθεῖ τὸ ὀρθόδοξο δόγμα. Ἡ ἐφημερίδα τοῦ Μάγερ ἐκδιδόταν τακτικὰ μέχρι τὶς 20 Φεβρουαρίου 1826, πενῆντα ἡμέρες πρὶν ἀπὸ τὴν Ἔξοδο, καὶ δὲν διεκόπη, παρὰ μόνον ὅταν τὸ τυπογραφεῖο ἐπλήγη καὶ καταστράφηκε ὁλοσχερῶς ἀπὸ τοὺς τουρκικοὺς βομβαρδισμούς.

Δὲν πρέπει νὰ παραλείψουμε νὰ ἀναφερθοῦμε στὴ σύνδεση τοῦ Μεσολογγίου μὲ τὴ θρυλικὴ μορφὴ ποὺ εἶναι σχεδὸν συ- νώνυμη τοῦ φιλελληνισμοῦ, τὴ μορφὴ τοῦ λόρδου Βύρωνα (1788-1824), τοῦ ἐμπνευσμένου ποιητῆ μὲ τὸν θυελλώδη βίο. Ἡ ἔλευση τοῦ Βύρωνα στὸ Μεσολόγγι δὲν εἶχε, κατ’ ἀρχήν, τίποτε τό «ρομαντικό»: ὁ Βύρων ἦλθε στὸ Μεσολόγγι ὡς ἐκπρόσω- πος Ἄγγλων κεφαλαιούχων γιὰ τὴν προώθηση ἀγγλικοῦ δανείου πρὸς τὴν ἑλληνικὴ κυβέρνηση. Κἄτι ὅμως ποὺ συνήθως δὲν ἀντιλαμβανόμαστε πλήρως εἶναι ὅτι ὁ λόρδος Βύρων ἦταν ἕνας ἀστέρας τῆς ἐποχῆς του, ποὺ βρισκόταν στὸ ἐπίκεντρο τῆς διεθνοῦς προσοχῆς, μὲ τὸν τρόπο περίπου μὲ τὸν ὁποῖο οἱ σύγχρονοι ἀστέρες τοῦ Χόλλυγουντ ἑλκύουν πάνω τους τὰ φῶτα τῆς δημοσιότητας. Καὶ αὐτὸς ὁ ἀστέρας τῆς ἐποχῆς ἦλθε στὴν Ἑλλάδα, στὸ Μεσολόγγι, ἀγάπησε τὴν Ἑλλάδα καὶ ἀφοσιώθηκε σὲ αὐτήν, συνέδραμε ἐνεργὰ μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις τὸν ἐθνικοαπελευθερωτικὸ ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων καί, τὸ σημαντικώτερο, πέθανε στὴν Ἑλλάδα, στὸ Μεσολόγγι, τὸ 1824. Σύντομα, ὅλοι μιλοῦσαν γιὰ τὸ Μεσολόγγι καὶ τὴν Ἑλλάδα.

Καὶ νὰ σκεφθεῖ κανεὶς ὅτι αὐτὰ γίνονταν σὲ μία ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία, σύμφωνα μὲ τὴν ἐπίσημη πολιτικὴ τῆς Ἱερᾶς Συμμαχίας, … δὲν ὑπῆρχε Ἑλλάδα…

Βάση γιὰ ὅλα τὰ παραπάνω, βέβαια, ἦταν ἡ στρατηγικὴ σημασία τοῦ Μεσολογγίου. Ἂν δὲν ὑπῆρχε αὐτή, τὸ Μεσολόγγι δὲν θὰ εἶχε ἀναδειχθεῖ σὲ πολιτικὸ κέντρο τοῦ Ἀγῶνα, καὶ βεβαίως οὔτε ὁ λόρδος Βύρων θὰ εἶχε πάει ἐκεῖ οὔτε ὁ Μάγερ θὰ ἐξέδιδε ἐκεῖ τὰ Ἑλληνικὰ Χρονικά. Ἀλλὰ ἡ στρατηγικὴ σημασία τοῦ Μεσολογγίου ἦταν ἐντελῶς δεδομένη καὶ αὐταπόδεικτη: Τὸ Μεσολόγγι ἦταν γιὰ τοὺς Τούρκους τὸ κλειδὶ γιὰ τὴν κάθοδό τους στὴν Πελοπόννησο, καὶ κατὰ προέκτασιν τὸ κλειδὶ γιὰ τὴν καταστολὴ τῆς Ἐπανάστασης.

Καὶ ἐρχόμαστε στὸ 1825, ὅταν οἱ δυνάμεις τοῦ Κιουταχῆ κύκλωσαν τὸ Μεσολόγγι, ἐγκαινιάζοντας τὴν πολιορκία ποὺ θὰ ἀπέληγε στὴ θρυλικὴ Ἔξοδο.

Τὸ 1825 τὸ Μεσολόγγι δὲν ἦταν ἴσως πιὰ τό «λασποτεῖχι» τοῦ 1822. Ὁ «φράκτης» τοῦ Μεσολογγίου ἦταν σὲ κάποια σημεῖα ἕνα πολὺ ἀξιόλογο, τηρουμένων πάντα τῶν ἀναλογιῶν, ὀχυρωματικὸ ἔργο, χάρη στὶς ἄοκνες προσπάθειες τοῦ μηχανικοῦ Μιχαὴλ Κοκκίνη, ἑνὸς ἀπὸ τοὺς ἀφανεῖς ἥρωες τοῦ Μεσολογγίου.2 Ἐξάλλου, τὸ Μεσολόγγι εἶχε γίνει καὶ διεθνῶς γνωστό, κυρίως χάρη στὸν λόρδο Βύρωνα.

Ὑπάρχει ὅμως ἕνα κρίσιμο, ἐξόχως ἀνατρεπτικὸ στοιχεῖο, ποὺ σπανίως ἀναλογιζόμαστε, ἂν καὶ εἶναι, κατὰ τὴν ἐκτίμησή μας, τὸ κλειδὶ γιὰ τὴν κατανόηση τοῦ μεγαλείου ποὺ ἀντιπροσωπεύει τὸ Μεσολόγγι. Πιὸ συγκεκριμένα, τὰ ὅσα ἐξηγήσαμε παραπάνω γιὰ τὴ βαρύνουσα στρατηγικὴ σημασία τοῦ Μεσολογγίου μπορεῖ νὰ ἴσχυαν ἀπολύτως τὸ 1822, κατὰ τὴν πρώτη πολιορκία, δὲν ἴσχυαν ὅμως τὸ 1825-26, κατὰ τὴν τελευταία, ἐπικὴ πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου. Τὸ 1825-26 οἱ Τοῦρκοι δὲν εἶχαν ἀνάγκη πιὰ νὰ κυριεύσουν τὸ Μεσολόγγι, γιὰ νὰ περάσουν στὴν Πελοπόννησο. Καὶ αὐτό, γιὰ τὸν ἁπλούστατο λόγο ὅτι οἱ δυνάμεις τοῦ Ἰμπραὴμ ὄχι ἁπλῶς βρίσκονταν ἤδη στὴν Πελοπόννησο, ἀλλὰ καὶ εἶχαν θέσει ὑπὸ τὸν ἔλεγχό τους τὸ μεγαλύτερο μέρος της, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ Ἐπανάσταση νὰ πνέει πλέον τὰ λοίσθια. Δὲν θὰ εἶχε ἄδικο νὰ πεῖ κανεὶς ὅτι τὸ 1825-26 ἡ στρατηγικὴ σημασία τοῦ Μεσολογγίου ἦταν, μὲ μία λέξη, ΜΗΔΕΝ!

Τὸ Μεσολόγγι ὡς σύμβολο

Δὲν εἶναι δύσκολο νὰ καταλάβουμε τί σημαίνουν τὰ παραπάνω: Μὲ δεδομένο ὅτι τὸ 1825-26 τὸ Μεσολόγγι δὲν εἶχε πλέον καμμία στρατηγικὴ σημασία, ἕπεται ὅτι ἡ ἐπικὴ ἀντίσταση τῶν Ἐλεύθερων Πολιορκημένων, ἡ ὑπεράνθρωπη ἀντοχή τους καὶ τέλος ἡ συγκλονιστικὴ ἐπιλογὴ τῆς Ἐξόδου, ὅλα αὐτὰ δὲν ὑπάκουαν σὲ καμμία στρατηγικὴ ἀναγκαιότητα, σὲ καμμία λογική. Οἱ Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι προτίμησαν τὸν θάνατο, ὄχι γιατὶ τὸ ἐπέτασσε κάποια ἀνάγκη κάποια λογική, ἀλλὰ ἁπλῶς γιατὶ δὲν διανοοῦνταν τίποτε ἄλλο παρὰ πὼς εἴτε θὰ ζοῦσαν ἐλεύθεροι, εἴτε θὰ πέθαιναν ἐλεύθεροι. Καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι ποὺ ἀνήγαγε τὸ Μεσολόγγι σὲ σύμβολο.

Τὸ Μεσολόγγι εἶναι οἱ Θερμοπύλες τῆς νεώτερης Ἑλλάδας. Ἂν τὸ καλοσκεφθοῦμε, αὐτὸ ποὺ τιμᾶμε στὶς Θερμοπύλες δὲν εἶναι ὅτι οἱ Ἕλληνες ἀγωνίσθηκαν λίγοι ἐναντίον πολλῶν, γιὰ νὰ καθυστερήσουν τὴν κάθοδο τοῦ Ξέρξη, ἐπιλέγοντας μιὰ τοποθεσία ποὺ προσέφερε στρατηγικὰ πλεονεκτήματα, τὸ στενὸ πέρασμα τῶν Θερμοπυλῶν· αὐτὸ ποὺ κατ’ ἐξοχὴν τιμᾶμε στὶς Θερμοπύλες, αὐτὸ ποὺ ἔχει ἀναγάγει τὶς Θερμοπύλες σὲ παγκόσμιο σύμβολο, εἶναι κυρίως ἡ ἀπόφαση τῶν τριακοσίων Λακεδαιμονίων (καί, ἂς μὴν τοὺς ξεχνᾶμε καὶ αὐτούς, καὶ τῶν ἑπτακοσίων Θεσπιέων ποὺ ἐπέλεξαν νὰ μείνουν μαζί τους) νὰ πολεμήσουν καὶ νὰ θυσιασθοῦν, ὅταν δὲν ὑπῆρχε πλέον κανένας λόγος νὰ τὸ κάνουν αὐτό, ὅταν δὲν ὑπῆρχε καμμία λογικὴ στὴ θυσία τους, ὅταν οἱ δυνάμεις τοῦ Ξέρξη εἶχαν ἤδη περάσει. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἐπιλογὴ ἀγῶνα καὶ θυσίας γιὰ τὴν πατρίδα, πέρα καὶ πάνω ἀπὸ κάθε λογικὴ καὶ στρατηγικὴ ἀναγκαιότητα, βλέπουμε καὶ στοὺς Ἐλεύθερους Πολιορκημένους τοῦ Μεσολογγίου.

Μάλιστα, ὅσο κι ἂν ἴσως φανεῖ τολμηρὸ αὐτὸ ποὺ θὰ ποῦμε, ἀπὸ μιὰ ἄποψη οἱ Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι τοῦ Μεσο- λογγίου στέκονται σὲ ὕψος μεγαλύτερο ἀκόμη καὶ ἀπὸ τοὺς τριακόσιους τοῦ Λεωνίδα. Διότι οἱ τριακόσιοι τοῦ Λεωνίδα στὶς Θερμοπύλες πῆραν τὴν ἀπόφαση νὰ πεθάνουν γιὰ τὴν πατρίδα, καὶ ρίχθηκαν μὲ αὐταπάρνηση στὴ μάχη, περνώντας στὴν ἀθανασία. Γιὰ τοὺς Ἐλεύθερους Πολιορκημένους, ἀντίθετα, ἡ ἀπόφαση τῆς θυσίας ἔπρεπε νὰ ἐπικυρώνεται καθημερινά, μέρα πάνω στὴ μέρα, μῆνα πάνω στὸν μῆνα, μέσα σὲ συνθῆκες ἔσχατης ἔνδειας καὶ ἐξαθλίωσης. Οἱ Τοῦρκοι, ποὺ περιέσφιγγαν ὅλο καὶ περισσότερο τὸν κλοιό, ἰδιαίτερα μάλιστα μετὰ τὴν ἐνίσχυσή τους μὲ τὶς δυνάμεις τοῦ Ἰμπραήμ, ἐπανέρχονταν κάθε τόσο καὶ λιγάκι μὲ δελεαστικώτατες προτάσεις (ἄλλωστε, τὸ ὀθωμανικὸ δίκαιο, ποὺ ἐν προκειμένῳ εἶχε ἀποδειχθεῖ ἰδιαίτερα λειτουργικό, προέβλεπε τιμὲς καὶ προνόμια γιὰ τὶς περιοχὲς ποὺ θὰ προσχωροῦσαν οἰκειοθελῶς στὴν ἐξουσία τοῦ σουλτάνου, καὶ ὁλοσχερῆ καταστροφή, σφαγές, λεηλασία καὶ ἐξανδραποδισμοὺς γιὰ τὶς περιοχὲς ποὺ θὰ κατακτῶνταν μὲ πόλεμο). Καὶ σὰν νὰ μὴν ἔφθανε ἡ πολιορκία τῶν Τούρκων, σὰν νὰ μὴν ἔφθανε ἡ ἔσχατη ἐξαθλίωση στὴν ὁποία εἶχαν περιέλθει ἀπὸ τὴν πεῖνα, οἱ Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι εἶχαν νὰ ἀντιπαλαίσουν καὶ μία ἀκόμη πολιορκία, ποὺ τόσο ἔξοχα καὶ παραστατικὰ περιγράφει ὁ ἐθνικός μας ποιητής, ὁ Διονύσιος Σολωμός: τὴν πολιορκία τῆς ἄνοιξης, μὲ τὰ πάντα γύρω νὰ ξεχειλίζουν ἀπὸ τὴ ζωή, τὴ στιγμὴ ποὺ μέσα στὸ μαρτυρικὸ Μεσολόγγι πλανιόταν ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου. Καὶ ὅλα αὐτά, ἔχοντας στὸ βάθος τοῦ μυαλοῦ τους ὅτι ἡ θυσία τους δὲν ἐξυπηρετοῦσε καμμία στρατιωτικὴ ἀνάγκη, δὲν εἶχε, σὲ τελικὴ ἀνάλυση, καμμία λογική. Καὶ ὅμως, μέρα πάνω στὴ μέρα, μῆνα πάνω στὸν μῆνα, ἡ ἀπόφαση τοῦ ἀγῶνα καὶ τῆς θυσίας ἐπικυρωνόταν καὶ ἀνανεωνόταν.

Δὲν εἶναι δύσκολο νὰ καταλάβουμε ἀπὸ ποῦ ἀντλοῦσαν οἱ Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι τοῦ Μεσολογγίου τὰ ψυχικὰ ἀποθέματα γιὰ τὸν ὑπὲρ λόγον ἀγῶνα τους. Τὸ λέγουν ἄλλωστε ἀνοικτὰ καὶ οἱ ἴδιοι. Στὰ Ἑλληνικὰ Χρονικά, στὸ φύλλο τῆς 3ης Φεβρουαρίου 1826, μετὰ ἀπὸ μιὰ ἀναδρομὴ στοὺς μῆνες τῆς πολιορκίας ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ Κιουταχῆ καὶ στὶς δοκιμασίες καὶ θυσίες τῶν πολιορκημένων, διαβάζουμε: «Ὅμως ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὴν πατρίδα καὶ τὸν Χριστὸ καὶ ἡ σταθερή μας ἀπόφαση νὰ ζήσουμε χριστιανοὶ ἐλεύθεροι ἢ νὰ χαθοῦμε ἔκαναν σιδερένια τὰ μπράτσα μας καὶ ὅπλισαν μὲ καρτερία τὶς ψυχές μας. Τὸ ὀχύρωμά μας καταστράφηκε, τὰ σπίτια μας γκρεμίστηκαν, ἀλλὰ ἡ ἔνδοξη σημαία τοῦ Σταυροῦ μένει καὶ κυματίζει πάνω ἀπὸ τὰ ἐρείπια καὶ τοὺς τάφους. Τὰ στήθη μας εἶναι οἱ νέοι προμαχῶνες, καὶ ἡ σταθερή μας ἀπόφαση νὰ πεθάνουμε γιὰ τὴν πατρίδα τὸ μόνο μας ὅπλο».

Στὴ συνέχεια, στὸ ἴδιο φύλλο τῶν Ἑλληνικῶν Χρονικῶν, μνημονεύεται ἡ ἄφιξη τοῦ Ἰμπραὴμ μὲ τὶς ἄρτια ἐκπαιδευμένες καὶ ὀργανωμένες αἰγυπτιακὲς δυνάμεις, ὥστε, τέλος, νὰ χρησιμοποιοῦνται «ὅλα ὅσα διδάσκει ἡ πολεμικὴ ἐπιστήμη καὶ οἱ Μεγάλες Δυνάμεις μποροῦν νὰ φαντασθοῦν, γιὰ νὰ ὑποδουλώσουν μιὰ φούχτα Ἕλληνες». Καὶ τὸ ἐπίμετρον: «Μὲ ὅλες αὐτὲς τὶς δυνάμεις ἔχουμε νὰ παλέψουμε· οἱ δικές μας δὲν εἶναι εἰμὴ ὁ Θεός, ἡ Πατρίδα καὶ τὰ χέρια μας».

Ἡ εἰρωνεία εἶναι ὅτι ἡ θυσία τῶν Ἐλεύθερων Πολιορκημένων, ποὺ φάνταζε τόσο μάταιη καὶ περιττή, πέραν πάσης ἀνάγκης καὶ λογικῆς, συνέβαλε τελικὰ τὰ μέγιστα στὴν αἴσια ἔκβαση τοῦ ἐθνικοαπελευθερωτικοῦ ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων.

Πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα, ἡ πέραν πάσης ἀνάγκης καὶ λογικῆς ἡρωικὴ ἀντίσταση τῶν Ἐλεύθερων Πολιορκημένων τοῦ Μεσολογγίου ἐνίσχυσε θεαματικὰ τὸ ρεῦμα τοῦ φιλελληνισμοῦ. Στὴ Γαλλία, τὴν Ἀγγλία, τὴν Ἑλβετία, στὰ γερμανικὰ κρατίδια καὶ σὲ ἄλλες εὐρωπαϊκὲς χῶρες ὀργανώθηκαν φιλελληνικὲς ἐκδηλώσεις, ἐκφωνήθηκαν πύρινοι φιλελληνικοὶ λόγοι, ἔγιναν διαδηλώσεις κατὰ τῆς ἀνάλγητης πολιτικῆς τῶν Εὐρωπαϊκῶν Δυνάμεων ἔναντι τῶν Ἑλλήνων, ὑπογράφηκαν ψηφίσματα καὶ διακηρύξεις, ἐνῷ παράλληλα διενεργήθηκαν ἔρανοι, συνεγράφησαν φλογερὰ φιλελληνικὰ λογοτεχνικὰ ἔργα κτλ. Τὸ φιλελληνικὸ ρεῦμα ἔφθασε μέχρι τὴ μακρινή… Καλκούτα! Καὶ βεβαίως ἐξυπακούεται ὅτι αὐτὸ τὸ ζωηρὸ φιλελληνικὸ ρεῦμα δὲν μποροῦσε νὰ διαφύγει τῆς προσοχῆς τῶν εὐρωπαϊκῶν κυβερνήσεων, ποὺ ἔνιωθαν ὅλο καὶ πιὸ ἔντονη τὴν πίεση τῆς κοινῆς γνώμης τῶν χωρῶν τους γιὰ μιὰ εὐνοϊκὴ γιὰ τοὺς Ἕλληνες παρέμβαση.

Τὸ Μεσολόγγι, μάλιστα, ἐπέτυχε νὰ συγκινήσει καὶ αὐτοὺς ἀκόμη τοὺς δεδηλωμένους πολεμίους τῆς ἑλληνικῆς ὑποθέσεως. Γνωρίζουμε, γιὰ παράδειγμα, ὅτι ἡ αὐστριακὴ διπλωματία ἦταν ἀμετακίνητη στὴ στάση της κατὰ τῶν Ἑλλήνων.

Ἔχουμε συνηθίσει νὰ βλέπουμε στὸν Μέττερνιχ ἕναν… ἀνθρωπόμορφο δαίμονα, ποὺ ἐνσάρκωνε ὅ,τι τὸ σκοτεινὸ καὶ ἀνθελληνικό. Ἡ πραγματικότητα εἶναι πολὺ πιὸ ἁπλῆ: Ὁ Μέττερνιχ ἦταν, πολὺ ἁπλᾶ, ὑπουργὸς τῶν Ἐξωτερικῶν τῆς Αὐστριακῆς αὐτοκρατορίας, δηλαδὴ μιᾶς πολυεθνικῆς αὐτοκρατορίας, ποὺ θὰ κατέρρεε καὶ θὰ διαλυόταν στὴ στιγμή, ἂν ἀναγνωριζόταν στὰ ἔθνη τὸ δικαίωμα τῆς αὐτοδιάθεσης – αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ δικαίωμα γιὰ τὸ ὁποῖο πολεμοῦσαν οἱ Ἕλληνες.

Αὐτὴ ἡ ἁπλῆ σκέψη ἀρκεῖ, γιὰ νὰ ἐξηγήσει τὴν ἐμμονὴ τοῦ Μέττερνιχ καὶ τῆς αὐστριακῆς διπλωματίας γενικώτερα στὴν καταδίκη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης.

Καὶ ὅμως, διαρκούσης τῆς πολιορκίας τοῦ Μεσολογγίου, ὁ διπλωμάτης Φρῆντριχ Γκέντς (1764-1832), ποὺ ἦταν σύμβουλος τοῦ Μέττερνιχ καὶ ἄσπονδος ἐχθρὸς τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης, ἔγραψε σὲ ἀναφορὰ ποὺ ὑπέβαλε τὴν 9η Σεπτεμβρίου 1825 στὴν Ἱερὰ Συμμαχία: «Ὅ,τι καὶ ὅπως καὶ ἂν φρονεῖ κανεὶς γιὰ τοὺς Ἕλληνες, δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ διαβάσει χωρὶς ἐν διαφέρον, χωρὶς συμπάθεια μάλιστα, τὰ ἀποσπά σματα τοῦ ἡμερολογίου τῆς πολιορκίας, διότι οὔτε φίλοι οὔτε ἐχθροὶ μποροῦν νὰ ἀρνηθοῦν ὅτι ἡ ὑπεράσπιση τοῦ Μεσολογγίου, ὁποιαδήποτε καὶ ἂν εἶναι ἡ ἔκβασή της, εἶναι ἀληθές “ἡρώων ἔργον”». Καὶ ἂν αὐτὰ γράφονταν στὶς ἀρχὲς τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ 1825, τί νὰ πεῖ κανεὶς γιὰ τὸ ἔπος τῶν μηνῶν ποὺ ἀκολούθησαν!

Ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ἴδιους τοὺς Τούρκους, τὸ Μεσολόγγι, ἐνῷ ἀπὸ στρατηγικὴ ἄποψη ἦταν ἕνα τίποτα, ἔφθασε νὰ ἀντιπροσωπεύει τὸ πᾶν. Ἦταν κοινὸ μυστικὸ ὅτι οἱ εὐρωπαϊκὲς δυνάμεις σταδιακὰ προσχωροῦσαν στὴ λογικὴ τῆς παρέμβασης στὸ ἑλληνικὸ ζήτημα, μὲ τὴ μορφὴ πρότασης γιὰ παραχώρηση διοικητικῆς αὐτονομίας στοὺς Ἕλληνες.

Ἐξυπακούεται ὅτι μιὰ τέτοια ἐξέλιξη δὲν ἦταν ἐπιθυμητὴ γιὰ τοὺς Τούρκους, ἰδιαίτερα μάλιστα ἀπὸ τὴ στιγμὴ πού «εἶχαν τὸ πάνω χέρι». Θὰ βόλευε πάρα πολὺ τοὺς Τούρκους, ἄν, στὶς ὅποιες ἀναμενόμενες κρούσεις τῶν Μεγάλων Δυνάμεων σχετικὰ μὲ τὸ ἑλληνικὸ ζήτημα, εἶχαν νὰ ἀντιτείνουν ὅτι ἑλληνικὸ ζήτημα πλέον δὲν ὑπῆρχε, ὅτι ὅλα εἶχαν τακτοποιηθεῖ· ἄλλωστε, ὁ Ἰμπραὴμ εἶχε ὑπὸ τὸν ἔλεγχό του τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς Πελοποννήσου καὶ ὁ Κιουταχὴς τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς Στερεᾶς, καὶ δὲν ἔμεναν παρὰ κάποιοι μεμονωμένοι θύλακες ἀντίστασης, ποὺ ἔμοιαζαν καταδικασμένοι νὰ τεθοῦν ἐκτὸς μάχης, ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλο. Ὅμως ὑπῆρχε ἕνα πρόβλημα: Ὁ σουλτάνος δὲν μποροῦσε νὰ ἀντιτείνει στοὺς Εὐρωπαίους ὅτι δὲν ὑπῆρχε ἑλληνικὸ ζήτημα καὶ ὅλα εἶχαν τακτοποιηθεῖ, ὅσο ὑπῆρχε τὸ Μεσολόγγι, αὐτὸ τὸ σύμβολο ἀντίστασης καὶ ἀγῶνα, αὐτὴ ἡ ἁπτὴ ἀπόδειξη ὅτι οἱ Ἕλληνες δὲν μποροῦσαν νὰ ζήσουν πιὰ σκλαβωμένοι. Ἔτσι τὸ μικρό, ταπεινὸ Μεσολόγγι, ποὺ ἐπαναλαμβάνουμε ὅτι τὸ 1825-26 δὲν εἶχε καμμία ἀπολύτως στρατηγικὴ σημασία, ἔγινε ὁ ὑπ’ ἀριθμὸν ἕνα στόχος τῶν τουρκικῶν ἐπιχειρήσεων – καὶ βεβαίως τὸ ἀπόλυτο σύμβολο τοῦ ἀγῶνα τῶν Ἑλλήνων.

Τελικά, τὸ Μεσολόγγι ἄντεξε τὶς λίγες ἐκεῖνες ἡμέρες πού, ὅπως ἀποδείχθηκε, ἔκαναν τὴ διαφορά. Στὶς 23 Μαρτίου / 4 Ἀπριλίου 1826, δυόμιση ἑβδομάδες πρὶν τὴν ἡρωικὴ Ἔξοδο, ἡ Μεγάλη Βρετανία καὶ ἡ Ρωσία προχώρησαν στὴν ὑπογραφὴ τοῦ Πρωτοκόλλου τῆς Πετρούπολης, μὲ τὸ ὁποῖο οἱ δύο δυνάμεις συμφώνησαν νὰ μεσολαβήσουν γιὰ τὸν τερματισμὸ τῶν ἐχθροπραξιῶν, προτείνοντας τὴν ἵδρυση μιᾶς φόρου ὑποτελοῦς στὸν σουλτάνο αὐτόνομης ἑλληνικῆς ἐπικράτειας. Σύντομα ἡ Γαλλία, φοβούμενη μήπως μείνει «ἐκτὸς τοῦ νυμφῶνος», θὰ προσχωρήσει καὶ αὐτὴ στὴν ἴδια λογική, διαμορφώνοντας τὴ γνωστή μας τριάδα τῶν Μεγάλων Δυνάμεων. Λίγους μῆνες ἀργότερα, στὸ πλαίσιο τῆς κοινῆς τους πρωτοβουλίας γιὰ τὴν ἐπιβολὴ τοῦ τερματισμοῦ τῶν ἐχθροπραξιῶν, ἀκόμη καὶ διὰ τῆς βίας (ὅπως ὁριζόταν στὴ Συνθήκη τοῦ Λονδίνου τῆς 6ης Ἰουλίου 1827, γνωστὴ καὶ ὡς Ἰουλιανὴ Συνθήκη), οἱ ναυτικὲς δυνάμεις τῶν τριῶν Μεγάλων Δυνάμεων θὰ καταναυμαχήσουν τὸν τουρκοαιγυπτιακὸ στόλο στὸ Ναβαρῖνο. Συχνὰ τὸ φέρνει ὁ Θεός, ὥστε οἱ πιὸ μεγάλες νίκες νὰ κερδίζονται μέσα ἀπὸ τὶς μάχες ἐκεῖνες οἱ ὁποῖες, μὲ κάθε ἀνθρώπινη λογική, φαντάζουν χαμένες καὶ μάταιες.

Μιὰ τέτοια περίπτωση ἀντιπροσωπεύει τὸ Μεσολόγγι.

Γιὰ νὰ καταλάβουμε τὸ ἔπος τῶν Ἐλεύθερων Πολιορκημένων, πρέπει νὰ καταλάβουμε τὴν ἑλληνικὴ ψυχὴ ποὺ τὸ γέννησε. Αὐτὴ ἡ ἑλληνικὴ ψυχὴ συγκλόνισε καὶ ἐνέπνευσε τότε τὴν Εὐρώπη καὶ ὅλον τὸν πολιτισμένο κόσμο. Ὁ Ἕλληνας ἔγινε τὸ σύμβολο τῆς ἀδούλωτης ψυχῆς.

Ὁ μεγαλύτερος ρομαντικὸς ποιητὴς τοῦ 19ου αἰῶνα, ὁ Γκαῖτε, στὸ περίφημο ἔργο του Φάουστ, βάζει ὡς ἀντιπροσωπευτικὸ Ἕλληνα τὸν Εὐφορίωνα νὰ λέει ἀπὸ τὸ μέσον τῆς γῆς τοῦ Πέλοπα (»mitten in Pelops Land«)3 τὰ ἑξῆς, χαρακτηριστικὰ τῆς ἑλληνικῆς ψυχῆς λόγια:  «Ἔχω τὴ βαθιὰ ἐσωτερικὴ ἀνάγκη νὰ ἀνεβαίνω ὅλο καὶ πιὸ ψηλά, νὰ κοιτάζω ὅλο καὶ πιὸ μακριά» (»Immer höher muß ich steigen, immer weiter muß ich schau’n«).Αὐτὸς ἦταν ὁ ἀντιπροσωπευτικὸς Ἕλληνας στὰ μάτια τοῦ Γκαῖτε, πρᾶγμα ποὺ θὰ μᾶς γέμιζε ἀσφαλῶς μὲ ἐθνικὴ ἔπαρση καὶ ὑπερηφάνεια, ἂν δὲν μπαίναμε στὸν πειρασμὸ νὰ διερωτηθοῦμε ποιὸς εἶναι ὁ ἀντιπροσωπευτικὸς Ἕλληνας σήμερα.

Εἶναι δυστύχημα νὰ βλέπουμε τὸ πρότυπο τοῦ Ἕλληνα ποὺ ἀντιπροσωπεύουν οἱ Ἐλεύθεροι Πολιορκημένοι τοῦ Μεσολογ- γίου, τὸ πρότυπο αὐτὸ ποὺ συγκλόνισε καὶ ἐνέπνευσε τότε τὴν Εὐρώπη καὶ ὅλο τὸν πολιτισμένο κόσμο, νὰ ἀγνοεῖται ἢ καὶ νὰ περιφρονεῖται συχνὰ στὴ σημερινὴ Ἑλλάδα.

  1. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, ἡ πρώτη ἔντυπη ἐφημερίδα τοῦ Ἀγῶνα ἦταν ἡ Σάλπιγξ Ἑλληνικὴ τῆς Καλαμάτας μὲ συντάκτη τὸν Θεόκλητο Φαρμακίδη, ἡ ὁποία ὅμως δὲν κυκλοφόρησε παρὰ μόλις τρία φύλλα, μὲ ἡμερομηνίες 1, 5 καὶ 20 Αὐγούστου 1821 – καμμία σχέση μὲ τὴν ἐπὶ διετίαν τακτικώτατη κυκλοφορία τῶν Ἑλληνικῶν Χρονικῶν.
  2. Ὁ Κοκκίνης ἔπεσε πολεμώντας ἡρωικὰ κατὰ τὴν Ἔξοδο τοῦ Μεσολογγίου. Μόλις τὸ 1975, μὲ πρωτοβουλία τοῦ Τεχνικοῦ Ἐπιμελητηρίου Ἑλλάδος, στήθηκε μνημεῖο ἀφιερωμένο στὸν Κοκκίνη στὸν Κῆπο τῶν Ἡρώων τοῦ Μεσολογγίου.
  3. Ἡ γῆ τοῦ Πέλοπα εἶναι βεβαίως ἡ Πελοπόννησος, καὶ ἡ ἔκφραση «ἀπὸ τὸ μέσον τῆς γῆς τοῦ Πέλοπα» μᾶς παραπέμπει στὴν Ἀρκαδία, ποὺ γιὰ τὸν Γκαῖτε ἔκρυβε πολλοὺς συμβολισμούς, ὡς ὁ προνομιακὸς χῶρος τῆς κατεξοχὴν συνάντησης του ἀνθρώπου μὲ τὴ φύση.
  4. Γκαῖτε, Φάουστ, Β΄ Μέρος, 3η Πράξη, στ. 9821- 9822.

entaksis.gr