Γέροντος Δωροθέου: «οὐκ ἀρεστόν ἡμῖν καταλείψαντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις» (μελέτη στο αποστολικό ανάγνωσμα)

Μελέτη στο αποστολικό ανάγνωσμα  
 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ
 
Ἡ ἴδρυση τῆς Ἐκκλησίας ὡς σώματος Χριστοῦ καί τό πλῆθος τῶν χριστιανῶν πού προσετίθεντο στήν πρώτη ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων ἔκανε ἀναγκαία τήν ἀνάπτυξη τοῦ κλήρου καί τήν διαμόρφωση τῶν τριῶν βαθμίδων τῆς ἱερωσύνης.
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ μέγας ἀρχιερέας τῆς Ἐκκλησίας πού ἴδρυσε μέ τό αἷμα του εἰσερχόμενος ἄπαξ στά ἅγια τῶν ἁγίων. Ἡ ἱερωσύνη του «κατά τήν τάξιν Μελχισεδέκ» διαφέρει ἀπό τήν ἱερωσύνη τῶν Ἑβραίων, δηλαδή τοῦ Ἀαρών. «Εἰς τόπον καί τύπον Χριστοῦ», ὡς ἔχοντες τό πλήρωμα τῆς χάριτος, στέκονται οἱ ἀρχιερεῖς ἐνῶ οἱ ἱερεῖς καί οἱ διάκονοι συμπληρώνουν τίς ἄλλες δύο βαθμίδες τῆς ἱερωσύνης. 
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἁρεοπαγίτης στά συγγράμματά του περί οὐρανίου ἱεραρχίας καί περί ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας κάνει λόγο γιά ἕνα ἱεραρχικά δομημένο σύμπαν ὅπου ἡ θεία χάρις κατέρχεται ἀρχικά στά ἀνώτερα στρώματα καί διά μέσου αὐτῶν διαβιβάζεται στίς κατώτερες τάξεις. Αὐτὀ ἰσχύει γιά τά τάγματα τῶν ἀσωμάτων δυνάμεων ἀλλά καί γιά τήν γήινη ἐκκλησιαστική ἱεραρχία. 
Στό σύμπαν ἐπικρατεῖ τάξις παρά τήν φαινόμενη ἀταξία του. Ὀγκωδέστατοι πλανῆτες συμπληρώνουν τήν τροχιά τους μέ ἀκρίβεια μυριοστοῦ τοῦ δευτερολέπτου, καί αὐτό πού οἱ φυσικοί ἐπιστήμονες ὀνομάζουν νόμους εἶναι κατά τούς Πατέρες οἱ «λόγοι τῶν κτισμάτων», δηλαδή «λόγοι» στόν νοῦ τοῦ Θεοῦ πού τά κτίσματα ὑπακούουν. Ὡς γνωστόν ὁ Θεός εἶναι παρών στήν κτίση μέ τίς ἄκτιστες ενέργειές του καί τήν οὐσιώνει κάθε στιγμή. 
Ὁ Θεός εἶπε στόν Μωυσή νά κατασκευάσει τήν σκηνή τοῦ μαρτυρίου, τόν πρῶτο ναό τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀντίγραφο ὅσων εἶδε στόν οὐρανό. Ὄχι μόνο κτιριολογικά ἀλλά καί ὡς ἱερή δομή, ὡς κοινωνία προσώπων, ὡς σώμα Χριστοῦ ἡ ἐκκλησία εἶναι ἱεραρχικά δομημένη. Ὁ Χριστός «Ἐκκλησίας σῶμα ἀνάλαβε» καί κατά τόν Ἅγιο Νικόλαο Καβάσιλα «ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται διά τῶν μυστηρίων». 
Τό ἱερατεῖο δέν εἶναι, λοιπόν, κάτι χωρισμένο ἀπό τόν κορμό τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι σύναξη χαρισματούχων καθώς κάθε βαπτισμένο καί μυρωμένο μέλος της ἔχει χαρίσματα δοσμένα πρός τό συμφέρον ὅλου τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Τό μυστήριο τῆς  ἱερωσύνης σχετισμένο μέ τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας (πού εἶναι τό μυστήριο τοῦ Χριστοῦ κατά τόν Παῦλο), εἶναι ἡ κεντρική χαρισματική ἐξουσία πού συντονίζει ὅλες τίς ὑπόλοιπες χαρισματικές ἐκδηλώσεις. Ἡ ἱερωσύνη εἶναι διακονία, χαρισματική λειτουργία πού κάνει δυνατή τήν αὔξηση καί προκοπή ὅλου τοῦ σώματος.
Ἔργο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία εἶναι νά διαμοιράζει τά ποικίλα χαρίσματα καί λειτουργήματα στά μέλη τοῦ σώματος. Ὅλα τά μέλη λειτουργοῦν ὡς ἐκφάνσεις τοῦ συγκροτούμενου ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα «θεσμοῦ τῆς Ἐκκλησίας». Ὅμως πρόκειται γιά θεσμό πρωτίστως χαρισματικό. Τά ἐκκλησιαστικά χαρίσματα καί διακονήματα καί λειτουργήματα ἀποτελοῦν θεσμούς πού διαμορφώθηκαν μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Στό χαρισματικό σώμα τῆς Ἐκκλησίας τά μέλη διαφοροποιοῦνται μεταξύ τους μόνο ὡς πρός τό εἶδος τῶν χαρισμάτων καί τήν ποικιλία τῶν λειτουργημάτων. Ἡ πλήρης ἰσότητα καί ἰσοτιμία ὅλων τῶν μελῶν τοῦ σώματος εἶναι δεδομένη καί ἀδιαφιλονίκητη καί δέν ἀντιτίθεται στό γεγονός τῆς διαφοροποίησης τῶν χαρισμάτων τους ἤ στήν δεκτικότητα καί ἐνηλικίωση κάθε μέλους. Αύτή ἀκριβῶς ἡ διαφορετικότητα καί πολυποικιλότητα τῶν χαρισμάτων καί λειτουργημάτων στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας ἐνισχύει καί ἀναδεικνύει τήν ἑνότητα καί πληρότητα ὅλου τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας. 
Ἡ προτεραιότητα δίνεται στήν διακονία τῶν ἄλλων καί στό πλαίσιο τῆς ζωῆς τοῦ σώματος ὑπάρχει «ἀρχή πνευματική».