Γιώργου Θεοτοκᾶ
Ὅταν μιλοῦμε σήμερα γιὰ Ἑλληνικὴ παράδοση, βάζουμε στὸ νοῦ μία πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ ἐξέλιξη μακρόσυρτη καὶ πολυποίκιλη, μὲ πλῆθος διακλαδώσεις ποὺ μπλέκονται ἀναμεταξύ τους καὶ συχνὰ ἀντιστρατεύονται ἡ μία στὴν ἄλλη, μὰ δημιουργοῦν ὡστόσο ἕνα σύνολο ἑνιαῖο, μὲ θαυμαστὸ πλοῦτο μορφῶν. Φτωχὸς λοιπὸν μᾶς φαίνεται ὁ ζῆλος τῶν διανοητῶν ποὺ πασχίζουν νὰ περιορίσουν τὴν παράδοσή μας σ᾿ ἕνα μικρὸ διάστημα χρόνου, ἔξαφνα στὶς τρεῖς γενεές τοῦ 5ου αἰῶνα π.Χ. ὅσο κι ἂν εἶναι περίλαμπρη καὶ καταπληκτικὴ καὶ μοναδικὴ στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου ἡ πνευματικὴ συγκομιδὴ τῆς κλασικῆς ἐποχῆς. Φτωχὸς καὶ ἄγονος, γιατί στηρίζεται σὲ μία θεωρητικὴ ἀφαίρεση, σὲ μία σύλληψη ἐργαστηριακή, ἀντίθετη στὴ ζωντανὴ πραγματικότητα τοῦ τόπου μας, πού, ἐξὸν ἀπὸ τὸ πολύδοξο κλασικὸ ἰδανικὸ περιέχει, στὴ μνήμη της καὶ στὶς κληρονομικότητές της, τὸ θρύλο τοῦ Μεγαλέξανδρου, τὸ ἀπέραντο ἄνθισμα τοῦ Ἑλληνιστικοῦ κόσμου, τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὰ χίλια χρόνια τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας καὶ τὴ μεγάλη της τέχνη, τὸν κοινοτικό μας πολιτισμὸ τῆς Τουρκοκρατίας, τὶς περιπέτειες τῆς Διασπορᾶς, τὴν Κλεφτουριά, τὴ Δημοτικὴ ποίηση, τὸ Εἰκοσιένα, τὸ καινούργιο Κράτος μὲ τοὺς ἀγῶνες του καὶ τὰ παθήματά του, ὅλα αὐτὰ δεμένα τὸ ἕνα μὲ τὸ ἄλλο σ᾿ ἑνότητα ὀργανική. Μέσα σὲ τούτη τὴ ζωντανή, τὴ ζεστὴ ἑνότητα τῆς Ἑλληνικῆς παράδοσης ζεῖ καὶ τὸ κλασικὸ ἰδανικὸ σὰν ἕνα μέλος της ἀναπόσπαστο, ποὺ τὴν ἐπηρεάζει ἀνέκαθεν καὶ βαθύτατα, μὰ κι ἐπηρεάζεται ὁλοένα ἀπ᾿ αὐτήν.