Το μικρό νησί των Ψαρών ήδη στα τέλη του 18ου αι. είχε οργανωμένο ναυτικό και αναπτυγμένες εμπορικές επιχειρήσεις. Είναι από τα πρώτα νησιά, που σήκωσαν τη σημαία της επανάστασης και ανέδειξαν ηρωικούς μπουρλοτιέρηδες. Ο σουλτάνος δύο φορές ζήτησε από τους Ψαριανούς να εγκαταλείψουν το νησί τους κι εκείνοι αρνήθηκαν. Τότε ο σουλτάνος άρχισε επίθεση εναντίον τους με 140 καράβια και 14,000 άντρες και έπλευσε προς το νησί. Θεσσαλοί και Μακεδόνες μισθοφόροι που έμεναν στο νησί, τους έπεισαν να εγκαταλείψουν τα πλοία και να πολεμήσουν τους Τούρκους στη στεριά. Ξημερώματα της 21ης Ιουνίου 1824, τουρκικός στρατός αποβιβάστηκε στο νησί. Οι Έλληνες υποχωρούσαν προς το εσωτερικό του νησιού καίγοντας τα πάντα. Στο διάστημα αυτό μερικά πλοία μπόρεσαν να ξεφύγουν, παίρνοντας μαζί τους και άμαχο πληθυσμό. Οι Ψαριανοί προτίμησαν να ανατινάξουν το Παλαιόκαστρο και να σκοτωθούν παρά να πέσουν στα χέρια των Τούρκων. Από τους 30,000 κατοίκους του νησιού (7,000 χιλιάδες ήταν μόνοι οι ντόπιοι), 3,000 μόνο σώθηκαν.
Από την καταστροφή των Ψαρών ο Διονύσιος Σολωμός εμπνεύστηκε και συνέθεσε ένα έξοχο επίγραμμα. Το επίγραμμα αυτό παρουσιάζει μια συσσώρευση θεμάτων, ιδεών, συναισθημάτων, σε τόσο λίγους στίχους, ώστε είναι αδόκιμη κάθε προσπάθεια να χωριστούν ενότητες (τεχνικά, θεματικά ή όπως αλλιώς). Στο επίγραμμα η Δόξα προβάλλεται το ηρωικό περιεχόμενο της θυσίας και καλλιεργείται τα αίσθημα της εθνικής υπερηφάνειας, ακόμα και μετά την πολύνεκρη ήττα. Το επίγραμμα το χαρακτηρίζει σοφός κλασικισμός και βαθύς σπαραγμός για τη συμφορά και τον όλεθρο. Το ύφος είναι υποβλητικό, τεχνικότατα ισορροπημένο (η ακριβολεξία και η δυνατή εικονοπλασία στήνουν ένα υποβλητικό μνημείο γνώσης, ανθρωπιάς και στρατευμένης «ποιητικής συνείδησης»). Το ύφος, η μεγαλοπρέπεια, η λιτότητα, η δραματικότητα, η συνθετικότητα, η σοβαρότητα των αναφορών, η παραστατικότητα, η μελετημένη πυκνότητα και η απ’ αρχής μέχρι τέλους πλαστικότητα της γραφής, είναι αδιαφιλονίκητα στοιχεία του ύφους του.
Σύμφωνα και με τον Πολυλά πρόκειται για ποίημα απαράμιλλης γλωσσικής αίσθησης, προϊόν βαθύτατης παιδείας ταλάντου και κόπου. Λέξεις παραστατικότατες καθημερινές, προσεχτικά διαλεγμένες. Γλώσσα μεστή, ανεπιτήδευτη, καίρια, σφριγηλή και άψογα τεχνουργημένη. Από τον πρώτο ίσαμε τον τελευταίο στίχο η μεταφυσική σιλουέτα της Δόξας βαδίζει στο κατεστραμμένο νησί των Ψαρών. Η εικόνα είναι ζωηρή και συμβολική.
Δομή του ποιήματος
Το επίγραμμα
Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη
περπατώντας η Δόξα μονάχη
μελετά τα λαμπρά παλικάρια
και στην κόμη στεφάνι φορεί
γεναμένο από λίγα χορτάρια
που είχαν μείνει στην έρημη γη.
Σχολιασμός του ποιήματος:
- Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη:
Οι τρεις αυτές λέξεις, σημειώνει χαρακτηριστικά ο Λίνος Πολίτης, δεν περιγράφουν· με την αδυσώπητη λιτότητά τους είναι σαν να αφηγούνται ολόκληρη των ηρωική ιστορία του τραγικού νησιού.
«Ράχη»: Τα Ψαρά έχουν ισοπεδωθεί από την μανία του Τούρκου. Η έκφραση των ανθρώπων του λαού «κουβαλώ στη ράχη» δηλώνει υποταγή και ζυγό. Έπειτα υπολανθάνει μια προσωποποίηση: ράχη έχουν μόνο οι ζωντανές υπάρξεις· η χρήση της για πράγματα άψυχα είναι πάντα καταχρηστική.
«Ολόμαυρη»: Με βουβό πόνο ξεστομίζεται το επίθετο που μιλά για μπαρούτι και στάχτη.
«Το επίθετο ολόμαυρη κυριαρχεί, αγγίζει πιο μέσα στην ψυχή, υποβάλλει την ιδέα της φοβερής καταστροφής που το πένθιμο ίχνος της σ ’όλη τη ράχη, τη χαροκαμένη ερημιά που μαυρίζει ολούδε».
- Περπατώντας η Δόξα μονάχη
Ιδανική φιγούρα γυναίκας φαντάζεται να ενσαρκώνει την ιδέα της Δόξας ο ποιητής. Ο Θέμελης παρατηρεί ότι το ποίημα «έχει την ίδια τελειότητα με τις δύο πρώτες στροφές του ύμνου εις την Ελευθερίαν», που αποτελούν και αυτές ένα επίγραμμα.
Το επίθετο «μονάχη» εντείνει την αίσθηση της ερήμωσης που έχει υποβάλει ο ποιητής με το στίχο 1. Ο Σολωμός δε βάζει τη Δόξα να περπατάει μέσα σε χαλάσματα, μα στη «ράχη» του νησιού. Έτσι η μορφή της Δόξας μεγεθύνεται: δεν έχει τη σωματική κατασκευή του μέσου ανθρώπου, είναι μια γιγαντόσωμη γυναίκα. Αυτή κρατά το νησί στην προστασία της.
- Μελετά τα λαμπρά παλικάρια
Ο δυνατότερος στίχος του ποιήματος, ένας από τους δυνατότερους που έγραψε ο Σολωμός και που κατά συνέπεια, διαθέτει η νεότερη λογοτεχνία μας.
Το επίγραμμα φανερώνει τον καινούργιο σταθμό, όπου έφτασε η ψυχή του Σολωμού. Η μορφή (η Δόξα) που γυρνά και ζωντανεύει όλους τους στίχους είναι η καλύτερη απόδειξη για την αλήθεια του ιδανισμού.
Η κυριότερη λέξη στο επίγραμμα είναι το μελετά. Αυτή το βαστά ολάκαιρο και αυτή το ζωντανεύει. Μ ’αυτή τη λέξη φανερώνει το μυστικό του ο ποιητής. Είναι η έκφραση βαθιάς συλλογής. Ο άνθρωπος που μελετά είναι αποτραβηγμένος από το θόρυβο του κόσμου. Το «μελετά» μας κάνει να φανταστούμε το αδιάκοπο φτερούγισμα της ψυχής του Σολωμού. Σημαίνει ολόψυχη αφοσίωση σε κάτι πνευματικό.
- Και στην κόμη στεφάνι φορεί
Με το στίχο ο Σολωμός προσκομίζει ένα σημαντικό στοιχείο αναφορικά προς το παρουσιαστικό της Δόξας: είναι στεφανωμένη· το στεφάνι υπήρξε ανέκαθεν σύμβολο τιμής· κόσμημα νίκης.
Η Δόξα φορώντας το στεφάνι, είναι δύο φορές «ανώτερη», σαν ιδέα, ιδανικό, ιδεατή φιγούρα. Το στεφάνι αποτελεί τιμή για αυτήν αλλά, καθώς οι στίχοι 5-6 θα μας φανερώσουν, και για τη γη των Ψαρών.
- Γεναμένο από λίγα χορτάρια &
- Που είχαν μείνει στην έρημη γη.
Το στεφάνι της Δόξας είναι πλεγμένο, το έχει πλέξει σ’ ένδειξη τιμής προς τη γη που έδωσε τόσα θύματα στον κατακτητή και ποτίστηκε από τόσο ηρωικό αίμα. φορώντας ένα τέτοιο στέμμα η Δόξα αυτοταπεινώνεται για να προσεγγίσει το νόημα της θυσίας των ανώνυμων ηρώων. Κλείνοντας το ποίημα, μένει η εντύπωση δύο στοιχείων στο νου του ακροατή-αναγνώστη.
- Η κίνηση της Δόξας: περπατά στο νησί σιωπηλή και συλλογισμένη, κατονομάζει τους ήρωες, τους συμπονά, τους αναλογίζεται: «λαμπρή παλικαριά».
- Η αίσθηση της ερήμωση· αφορμή θλίψης αλλά και θαυμασμού. Η Δόξα προβάλλεται σε ζωντανή ύπαρξη. «είναι η ζωή που αντισταθμίζει με τη ζωή του πνεύματος το κενό. Δεν υπάρχει κενό, δεν υπάρχει θάνατος».
Από το ιστορικό γεγονός εμπνεύστηκε και ο ζωγράφος Νικόλαος Γύζης, ο οποίος, συμπορευόμενος με τον εθνικό ποιητή, φιλοτέχνησε τον ομώνυμο πίνακα εκφράζοντας μέσα από την κεντρική του μορφή το ιδεώδες της αθάνατης δόξας. Ο πίνκας βρίσκεται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη Αθηνών – Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου.
Λεζάντα πίνακα: Γύζης Νικόλαος (1842 – 1901) Μετά την καταστροφή των Ψαρών, π. 1896-1898 Λάδι σε μουσαμά, 133 x 188 εκ. αρ. έργου: Π.460
*Η Ανδρούλλα Σατραζάμη έχει προσφέρει στον χώρο της εκπαίδευσης μέσω της φιλολογίας για περισσότερα από 30 χρόνια και έχει πραγματοποιήσει μελέτες σχετικές με τη διδασκαλία των φιλολογικών μαθημάτων στη Μέση Εκπαίδευση.