Ἡ Ἐκκλησία βοηθᾶ τήν κοινωνία
μέ τούς ἁγίους της
Χρῆστος Σπ. Χριστοδούλου
Οἱ σύγχρονοι ἐπιχειρηματίες, προκειμένου νά ἀναπτύξουν καί νά βελτιώσουν τίς ἐπιχειρήσεις τους, ἀναζητοῦν ἐξειδικευμένους ἐπιστήμονες, ἐμπειρογνώμονες καί τεχνοκράτες καί σ’ αὐτούς ἐμπιστεύονται τό μέλλον τῆς ἐπιχειρήσεώς τους. Ἡ νοοτροπία αὐτή εἶναι σωστή σέ ἐπιχειρηματικό ἐπίπεδο. Ἡ κοινωνία ὅμως, γιά νά ζήσει καί νά προοδεύσει, χρειάζεται ἄλλα πρότυπα· τούς ἁγίους.
Ἀπέναντι στή χρησιμοθηρική καί ὠφελιμιστική νοοτροπία τῶν ἐπιχειρήσεων, ἡ Ἐκκλησία ἀντιπαραθέτει τούς ἁγίους της, πού εἶναι ἐνεργήματα τῆς θείας χάριτος. Προβάλλοντάς τους, δίνει ζωντανά ὑποδείγματα ζωῆς καί βοηθᾶ πρακτικά καί ἀποτελεσματικά τόν κόσμο.
Αὐτοί πού ἀσχολοῦνται μέ τή λύση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων, πολιτικοί οἰκονομολόγοι, τεχνοκράτες κάθε εἴδους, ὄχι ὅμως ἄνθρωποι πνευματοφόροι, προσπαθοῦν νά βοηθήσουν τήν κοινωνία, ἀλλά μόνο ἐξωτερικά. Προσπαθοῦν νά ἀμβλύνουν τά ἐξωτερικά συμπτώματα τῆς ἀσθένειας, χωρίς νά θεραπεύουν τή βαθύτερη αἰτία πού τήν προκάλεσε. Τό βαθύτερο αἴτιο τῆς κοινωνικῆς ἀσθένειας, πού λίγοι μποροῦν νά ὑποψιασθοῦν, εἶναι ὁ ἐγωϊσμός, μέ τίς ποικίλες ἐκδηλώσεις του, τό «ἀτομικῶς σκέπτεσθαι».
Οἱ ἅγιοι ὅμως, μέ τόν ἀγώνα τους ἐναντίον τοῦ ἐγωϊσμοῦ, τῆς ὑπερηφάνειας καί τῆς φιλαυτίας, ἔπαυσαν νά ζοῦν ἀτομιστικά. Οἱ ἁπλοί συνάνθρωποι καί φίλοι τους, ἔγιναν «ἐν Χριστῷ ἀδελφοί», «ψυχές ὑπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανεν»,δηλαδή ἀδελφοί, πού χρήζουν σωτηρίας, ὅπως καί οἱ ἴδιοι.Ἔτσι ὅσοι φθάνουν στό ἐπίπεδο τῆς ἁγιότητος, δέν αἰσθάνονται ἁπλά τό καθῆκον νά βοηθήσουν τούς ἄλλους. Ἡ φιλαλληλία τους πραγματώνεται ἀπό ἐσωτερική ἀνάγκη.
Οἱ ἅγιοι, μέ τή ζωή τους, τό παράδειγμά τους, τά θαύματά τους, τό πραγματικό τους ἐνδιαφέρον γιά τούς ἀδελφούς, σέ κάθε περίπτωση, εὐεργετοῦν ἀποτέλεσματικά τούς ἀνθρώπους. Ἔτσι ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ ἁγιότητα εἶναι ἡ πραγματική κοινωνικότητα. Ὁ κατ’ ἐξοχήν κοινωνικός ἄνθρωπος, εἶναι ὁ ἅγιος. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πού ὑφίσταται «τήν καλήν ἀλλοίωσιν» ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ. Φωτίζεται πρῶτα ὁ ἴδιος καί μετά φωτίζει καί τούς ἄλλους. Χαριτώνεται, ἁγιάζεται, γίνεται δοχεῖον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί τότε, μπορεῖ νά βοηθήσει τούς ἄλλους, χωρίς νά θέσει σέ κίνδυνο τή δική του ψυχή.
Πολλοί σύγχρονοι ἄνθρωποι ἔχουν ἐσφαλμένη ἰδέα γιά τούς ἁγίους καί τήν ἁγιότητα. Δέν γνωρίζουν ἴσως, ὅτι οἱ ἅγιοι δέν χαρακτηρίζονται ἁπλά γιά τήν ἀρετή τους, τήν εὐγένειά τους, τήν φιλανθρωπία, τά μεγάλα «ἀτομικά» τους κατορθώματα ἤ τούς ἀσκητικούς τους ἀγῶνες, ἀλλά κυρίως γιά τή μέθεξη Θεοῦ, (ὅπως λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας) διά «τό Ἅγιον οὗ μετέχουσιν». Ὡς παράδειγμα θά μπορούσαμε νά ἀναφέρουμε ὅτι οἱ ἅγιοι εἶναι φωτεινοί, ὄχι, διότι ἔχουν δικό τους φῶς, ἀλλά, διότι ἀνακλοῦν τό φῶς τοῦ Θεοῦ. Εἶναι δηλ. ἑτερόφωτοι. καί ὄχι αὐτόφωτοι.
Ὁ συνεχῶς ἁγιαζόμενος ἅγιος, καταξιώνεται ἀπό τήν συμμετοχή στήν Ἁγιότητα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ συμμετοχή του αὐτή ἐπιτυγχάνεται, μέ τήν παραμονή του μέσα στήν Ἐκκλησία, τήν ὑπακοή του στό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, τήν ἀγάπη του γιά τούς ἄλλους, τήν ὑπομονή του στίς δοκιμασίες τῆς ζωῆς, τήν καρτερία στήν ἄσκησή του κ.λπ. Ὅλα αὐτά, ἔχουν ὡς συνέπεια, τή λήψη τῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’αὐτό ὅσο θά ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία θά ὑπάρχουν καί ἅγιοι. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἐργαστήριο καί γυμναστήριο ἁγίων.
Ὅπου ὑπάρχουν ἐπίσκοποι, θυσιαστήρια καί ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖ θά βροῦμε ἁγίους, ἔστω καί ἄν ἁγιάζουν σέ διαφορετικές συνθῆκες καί μέ ποικίλους τρόπους . Ὁ Χριστός δέν ἦρθε μόνο γιά νά δώσει ἕναν νέο τρόπο ζωῆς, νά διδάξει μία νέα διδασκαλία. Οὔτε μόνο γιά νά κάνει θαύματα ἤ μόνο γιά νά ἀλλάξει τίς συνθῆκες ζωῆς. Ἦρθε κυρίως γιά νά ἐλευθερώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν καταδυνάστευση τοῦ διαβόλου, νά τοῦ ἀλλάξει τόν προσανατολισμό τῆς ζωῆς του πρός τό «καθ’ ὁμοίωσιν», νά τόν ἁγιάσει. Ἡ σωτηρία του, εἶναι ἡ «κατά Θεόν ὁλοκλήρωσίς του» ὁ ἁγιασμός του, ἡ πλήρωσή του ἀπό Ἅγιο Πνεῦμα.
Ὁ Χριστός ζήτησε ἀπό τούς μαθητές του, «νά γίνουν μάρτυρές Του ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς ». Νά δίνουν τή μαρτυρία Του μέσα στόν κόσμο. Ἔτσι καί οἱ συνεχιστές τῶν μαθητῶν Του, οἱ ἅγιοι εἶναι καί αὐτοί μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο.
Ἡ ἀνθρωπότητα μετά τό προπατορικό ἁμάρτημα ἔχασε τήν ἐπαφή της μέ τόν πραγματικό Θεό. Ἐλάτρευσε τήν κτίση καί ὄχι τόν Κτίστη. Γενικά, περιέπεσε σέ λήθη τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστός μέ τήν ἐνανθρώπισή Του ἔφερε στόν κόσμο τήν ἀλήθεια, δηλαδή ἐπανέφερε τόν κόσμο ἀπό τή λήθη, στήν ἀληθινή γνώση τοῦ Θεοῦ.
Μέ τή ζωή του ὁ ἅγιος δίνει τήν ὁμολογία, ὅτι ὑπάρχει ἀληθινός Θεός· ὅτι ἡ ἀνάπλαση καί ἡ ἀνακαίνιση τοῦ ἀνθρώπου γίνεται «ἐν Χριστῷ»· ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ Κιβωτός τῆς σωτηρίας καί ἡ ταμειοῦχος τῆς θείας χάριτος· ὅτι ὑπάρχει πέραν τοῦ τάφου ζωή, ὅπου ὁ ἄνθρωπος θά ζεῖ ἀθάνατος κοντά στόν Θεό· ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἀληθινός Θεός καί Σωτήρας τοῦ κόσμου καί ὅτι ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐπιτυγχάνεται μέ τήν ἕνωσή του μέ τόν Χριστό.
Ἡ μαρτυρία ἔχει μεγαλύτερη σημασία καί ἀξία ἀπό τό μαρτύριο, διότι τό μαρτύριο εἶναι ἡ φυσική συνέπεια τῆς μαρτυρίας, πού ἐπισφραγίζει καί ἐπισημοποιεῖ τή ζωή τῆς μαρτυρίας.Ὑπῆρξαν στό διάβα τῶν αἰώνων ἅγιοι, πού ἔζησαν κατά Χριστόν καί ἔλαβαν τή χάρη τῆς μαρτυρίας καί τοῦ μαρτυρίου.
Ἄλλοι ἔδωσαν μόνο τή μαρτυρία Χριστοῦ μπροστά σέ εἰδωλολάτρες καί ἀθέους, χωρίς ὅμως νά δεχθοῦν τό μαρτύριο, γιά διάφορους λόγους. Στήν πραγματικότητα εἶναι καί αὐτοί μάρτυρες καί τίς περισσότερες φορές καλοῦνται ὁμολογητές.
Ἡ μαρτυρία γιά τόν Χριστό ἀπό ἁγίους ἀνθρώπους δέν εἶναι μιά ἀδιάκριτη πολυλογία. Εἶναι μαρτυρία τῆς πίστεως, πού δίνεται μέ σεμνότητα, χωρίς προκλητικότητα, χωρίς διάθεση νά κατατροπώσουμε τόν ἄλλο. Εἶναι μιά ὁμολογία, πού δίνεται μέ ἁπλότητα, μέ ταπείνωση, μέ ἀγάπη καί ἀκεραιότητα, ὁπουδήποτε χρειαστεῖ. Μιά ὁμολογία πού ζητᾶ νά οἰκοδομήσει καί ὄχι νά συντρίψει.Ὅμως ὑπάρχει μιά βασική προϋπόθεση, χωρίς τήν ὁποία δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀληθινή μαρτυρία Χριστοῦ. Ἡ προϋπόθεση αὐτή εἶναι ἡ ἐμπειρία. Δέν μπορεῖ νά μιλήσει γιά τόν Χριστό αὐτός πού δέν γνώρισε τόν Χριστό.
Δέν μπορεῖ νά δώσει τή μαρτυρία Χριστοῦ, αὐτός πού δέν ἔχει τήν ἐμπειρία τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στή ζωή του, αὐτός πού δέν ἔχει ἐμπειρική γνώση τοῦ Θεοῦ. Καί δέν ἐννοοῦμε μιά ἐξωτερική πληροφόρηση γιά τόν Χριστό, ἀλλά τή ζωντανή σχέση μαζί Του, μέσω τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν ἁγίων Μυστηρίων της. Πολλές φορές ἔχοντας καί θεοπτικές ἐμπειρίες, δηλαδή μπορεῖ νά δώσει μαρτυρία, ὄχι αὐτός πού γνωρίζει ἁπλῶς περί Θεοῦ, ἀλλά αὐτός πού, ὅπως λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, «πάσχει τά Θεῖα».
Ἡ μαρτυρία τοῦ Χριστοῦ εἶναι πάντοτε συνδεδεμένη μέ κάποιο εἶδος μαρτυρίου. Τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως διαρκῶς καί τό μαρτύριο τοῦ αἵματος, ὅταν ὁ Θεός τό ἐπιτρέψει. Μαρτύριο τῆς συνειδήσεως εἶναι ὁ σταυρός, τόν ὁποῖο καλεῖται κάθε πιστός νά σηκώσει, γιά νά ἀκολουθήσει τόν Χριστό. (πρβλ. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν Σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι»). Μαρτύριο τῆς συνειδήσεως εἶναι ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἰδίου θελήματος, γιά νά κάνουμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ νέκρωση τοῦ ἐγώ, ἡ ὑπακοή στόν πνευματικό πατέρα, ἡ ἀποδοχή ὅλου του κόπου «μέχρις οὗ μορφωθεῖ Χριστός ἐν ἡμῖν». Εἶναι ἐπίσης, ἡ ἀγόγγυστη ἀποδοχή τῆς περιφρονήσεως καί τῆς εἰρωνείας γιά τήν πίστη μας.
Οἱ ἅγιοι καί οἱ μάρτυρες εἶναι τό καύχημα καί ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι αὐτοί πού μέ τόν πιό συγκλονιστικό τρόπο, ἔδωσαν τή μαρτυρία τῆς δυνάμεως τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, μέ τό μαρτύριο τοῦ αἵματος. Τό μαρτύριο τοῦ αἵματος εἶναι γιά λίγους. Τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως ὅμως, εἶναι γιά ὅλους καί θά παραμείνει βασική προϋπόθεση, γιά μιά αὐθεντική μαρτυρία Χριστοῦ.
Χρῆστος Σπ. Χριστοδούλου