Ἀρχιμανδρίτου Δωροθέου Τζεβελέκα
ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Ἡ Ἐκκλησία σέβεται τήν φυσιολογία τοῦ ἀνθρώπου. Τόν ἀναγεννᾶ μέ τό βάπτισμα, τοῦ δίνει δύναμη μέ τό χρίσμα, τόν τρέφει μέ τήν θεία Κοινωνία, τόν θεραπεύει μέ τό ἅγιο εὐχέλαιο, τόν καθαρίζει μέ τήν μετάνοια-ἐξομολόγηση.Τό θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων ἡ παρουσία τοῦ σαρκωμένου Θεοῦ Λόγου καί ὁ ρόλος τῶν μαθητῶν παραπέμπει σέ μιά εὐχαριστιακή ἑρμηνεία. Ὁ δημιουργός καί συνοχέας καί προνοητής τοῦ Σύμπαντος εἶναι ὁ Θεός.
Ἡ πρόνοιά του εἶναι ἄναρχη καί ἀτελεύτητη κατά τόν Ἅγιο Διονύσιο τόν Ἀρεοπαγίτη. Μέ τόν τρόπο αὐτό ζήτησε νά μή μεριμνᾶμε γιά τά βιοτικά ἐπαχθῶς. Τό ἄγχος εἶναι μορφή ἀπιστίας ἤ καί ὑπερηφανείας. Ὁ ἄνθρωπος πού ζεί μέ ἄγχος εἴτε δέν ἐμπιστεύεται ὅτι ὁ Θεός ἔχει μεριμνήσει γιά τίς ἀνάγκες του εἴτε προσπαθεῖ νά ἐπιτύχει κάτι στήν ζωή του ἐμπιστευόμενος μόνο τίς δικές του δυνάμεις. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει «ἐξ αὐτοῦ καί δι αὐτοῦ καί εἰς αὐτόν τά πάντα» (Ρωμ. 11,35). Ὁ Θεός παρέχει τά πάντα καί ἐναπόκειται σέ ἐμᾶς μιά μικρή συνέργια, πού στήν οὐσία εἶναι ἀνταπόδοση τῆς ἀγάπης: «εἰς αὐτόν ἐπέστρεπται τά σύμπαντα πόθω καί ἀρρήτω στοργῆ» (Μ. Βασιλείου, περί του Ἁγίου Πνεύματος, κεφ 5) .
Ὁ Χριστός πολλαπλασίασε τούς ἄρτους καί τά ψάρια ἀλλά ζήτησε ἀπό τούς μαθητές του νά τά διανείμουν. Ἡ κίνησή του δείχνει τόν ρόλο τοῦ ἱερατείου στήν ζωή τῆς κοινότητας. Ἡ θεία κοινωνία τρέφει τήν ψυχή καί κατ’ἐπέκταση ἡ χάρη εὐεργετεῖ καί τό σῶμα. Στήν ζωή τῆς κοινότητας ὁ ἀρχιερέας ἤ ὁ ἱερέας εἶναι ὁ προεστώς τῆς εὐχαριστιακῆς σύναξης. Ἡ ἐξουσία του δέν εἶναι διοικητική ἀλλά ἡ διακονία του εἶναι ἐκκλησιαστική, ὡς οἰκονόμου τῶν μυστηρίων. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἱερατική καί ὄχι ἱεροκρατική. Ὁ ἱερέας δέν διανέμει τίποτα δικό του ἀλλά τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ δεσπότη Χριστοῦ καί τά λόγια του δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό τή συλλογή τῶν Λογίων τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τό Εὐαγγέλιο. Στήν θριαμβευτική εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στα Ἰεροσόλυμα ὁ «πῶλος τῆς ὄνου» συμβολίζει τόν ἱερέα. Μεταφέρει τό πλέον πολύτιμο φορτίο, τόν Κύριο, ἀλλά κανείς δέν ἔχει μάτια γι αὐτόν ἀλλά γιά τόν βασιλέα τῶν βασιλέων.
Ὅλη ἡ θεολογία εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία. Ὁ Θεός Λόγος «οὐρανοῦ σῶμα οὐκ ἔλαβε, Ἐκκλησίας σάρκα ἀνέλαβε». Στήν σημερινή εὐαγγελική διήγηση ἡ ἱεραρχία καί ἡ τάξη τῆς Ἐκκλησίας ἀπεικονίζονται εὐκρινῶς. Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ καθήμενος, οἱ Ἀπόστολοι συμβολίζοντες τούς τελοῦντες τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας ἱερεῖς καί ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς. Ἡ εἰκόνα παραπέμπει στό μυστικό Δεῖπνο ὅπου ἔγινε ἡ παράδοση τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ὁ Χριστός εὐλογεῖ καί δίδει στους μαθητές τούς ἄρτους καί οἱ μαθητές στούς ὄχλους. Ὁ λαός τοῦ Θεοῦ τρέφεται ἀπό τόν Χριστό πού τούς «ἐσπλαχνίσθη». Τό καθημερινό ψωμί καί ἡ τροφή τῆς ψυχῆς, ἡ θεία κοινωνία (τό σῶμα καί τό αἷμα τοῦ Κυρίου), εἶναι δῶρα τοῦ Ὕψιστου. Ἡ ὕπαρξη μας (τό εἶναι) εἶναι δῶρο, ὁ ἀνακαινισμός εἶναι δῶρο, ἡ σωτηρία εἶναι δῶρο, ἡ ἀπίστευτη εὐλογία τῆς κατά χάριν θέωσής μας εἶναι δῶρο. «Τί ἀνταποδώσωμε τῶ Κυρίω περί πάντων ὦν ἀνταπέδωκε ἡμῖν».
Ἡ Ἐκκλησία ἀρχίζει μέ τήν Δημιουργία. Εἶναι κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο «τό ἀπ΄αἰώνων μυστήριον». Ἡ ἀκριβής συνάφεια τοῦ ἀκτίστου Θεοῦ μέ τόν κτιστό ἄνθρωπο γίνεται στήν Ἐκκλησία. Κατά τόν Ἅγιο Νικόλαο Καβάσιλα «ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται διά τῶν μυστηρίων καί ἐν τοῖς μυστηρίοις». Ὁ Θεός ἤδη μᾶς ἀντιμετωπίζει ὡς ἑνωμένους μαζύ του κατά τό προαιώνιο σχέδιό του καί καλεῖ τήν ἐλεύθερη βούλησή μας νά τό δεχθεῖ. Σέ ὅσους τό δέχονται ἔμπρακτα μέ τήν ὀρθόδοξη ἄσκηση, ὁ Θεός γιατρεύει τά πάθη, καί ἐνεργοποιοῦνται τά ἀμεταμέλητα χαρίσματά τους (Ρωμ.11,14) ὥστε νά βοηθοῦν καί ἄλλους στήν σωτηρία τους. Ἡ Ἐκκλησία ὡς κοινωνία προσώπων βοηθᾶ τόν ἄνθρωπο νά τελειωθεῖ.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι κοινωνία νοερῶν καί λογικῶν ὄντων πού πορεύεται μέσα στόν χρόνο. Μία ζωντανή ἱστορική κοινότητα πού ἐπαληθεύει τό κήρυγμά της μέ τήν λειτουργική της πράξη. Μᾶς ἑνώνει ὁ Χριστός καί ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού δημιουργεῖ τήν κοινωνία. Στήν Ἐκκλησία τά ἔσχατα εἶναι παρόντα καθώς τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δημιουργοῦ καί ἀναδημιουργοῦ, ἑνώνει τό παρελθόν (Παλαιά Διαθήκη) μέ τό παρόν (Καινή Διαθήκη), πού λειτουργεῖ σάν εἰκόνα γιά τα γεγονότα πού ἔρχονται. Ὁ ἄσαρκος καί ἔνσαρκος Λόγος τῶν δύο Διαθηκῶν εἶναι ὁ «πνευματικῶς ὀρώμενος» στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.
Ἀρχιμανδρίτου Δωροθέου Τζεβελέκα
”ΔΙΗΓΗΣΟΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΣΟΥ”
ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ στά κυριακάτικα Εὐαγγέλια
Θεσσαλονίκη, 2015