Αποτελέσματα της επιβολής του μονοτονικού

του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου

Ένας πολύ εύστροφος παπάς που είναι και Διπλωματούχος Ηλεκτρολόγος Μηχανικός σε ομιλία του με θέμα «Εν αρχή ήν ο Λόγος» (υπάρχει στο διαδίκτυο) αναφέρθηκε και στην επιβολή του μονοτονικού. Επειδή νομίζω ότι αυτά που είπε ενδιαφέρουν όλους τους Έλληνες σκέφτηκα να σας τα παρουσιάσω.

Ο λόγος μας δυστυχώς δεν συνδέεται με το είναι μας, με την ψυχή μας, ούτε με τον προαιώνιο Λόγο, τον Δεσπότη Χριστό. Ξεκινούμε από την πιο κοινή και προφανή έννοια της λέξης λόγος που είναι η ομιλία. Λόγος διαβάζουμε στο λεξικό του Τριανταφυλλίδη είναι η ικανότητα του ανθρώπου να μιλά και να διατυπώνει τις σκέψεις του, η ομιλία. Η ομιλία είναι γνώρισμα μόνο της ανθρώπινης λογικής. Διαφέρει πολύ από τις άναρθρες κραυγές των ζώων που εκφράζουν αισθήματα ή καταστάσεις.

 Είναι λόγος με λογική που μπορεί και δημιουργεί, δημιουργείται, γράφεται, βελτιώνεται, ή κακοποιείται. Είναι κατ’ επέκταση δείγμα νοημοσύνης, πολιτισμού, αλλά και μέσον καλλιέργειας της νοημοσύνης και γενικότερα του πνευματικού επιπέδου ενός λαού. Ο λόγος υπάρχει μόνο στους ανθρώπους και τους αγγέλους από όλα τα δημιουργήματα του Θεού. Ούτε στα ζώα, ούτε στα φυτά. Έχουμε τον λεγόμενο προφορικό και γραπτό λόγο που συνθέτουν την γλώσσα ενός λαού. Δυστυχώς δεν αντιμετωπίζουμε με την απαραίτητη σοβαρότητα την γλώσσα μας. Η περιφρόνηση αυτή επέτρεψε την κακοποίησή της με πολλαπλές συνέπειες τις οποίες, ενώ βιώνουμε σήμερα, δυστυχώς αγνοούμε.

Μια αρνητική δυστυχώς στιγμή στην πορεία της ελληνικής γλώσσας, ήταν η κατάργηση του πολυτονικού συστήματος με κυρίαρχο επιχείρημα την απλούστευσή της, την απαλλαγή της από τα «άχρηστα και περιττά» πνεύματα. Η νομοθέτηση του μονοτονικού συστήματος έγινε τελικά με τροπολογία κατά τις δυο τα ξημερώματα της 11ης Ιανουαρίου 1982 από περίπου 30 βουλευτές. Ούτε καν την ολομέλεια δεν θελήσανε να της αφιερώσουνε. Εμείς απλά το αποδεχθήκαμε και προχωρήσαμε.

Είναι όμως τόσο απλό και επιφανειακό ζήτημα όπως θέλουμε να πιστεύουμε ; Θέλω να πιστεύω και η πίστη μου αυτή βγαίνει πάντοτε πρώτη στον αγώνα με την γνώση, ότι όπως και να το εξετάσουμε η πολυαιώνια παρουσία του Ελληνισμού πάνω στα εδώθε ή εκείθε του Αιγαίου χώματα έφτασε να καθιερώσει μια ορθογραφία, όπου το κάθε ω, το κάθε υ, η κάθε οξεία, η κάθε υπογεγραμμένη δεν είναι παρά ένα όμορφο στολίδι στην ελληνική γλώσσα. Είναι μια γλώσσα με πολύ αυστηρή γραμματική που την έφτιαξε μόνος του ο λαός, από την εποχή που δεν πήγαιναν ακόμα σχολείο. Και την διατήρησε με θρησκευτική προσήλωση και αντοχή αξιοθαύμαστη μέσα στις πιο δυσμενείς εκατονταετίες.

Ώσπου ήρθαμε εμείς με τα διπλώματα και τους νόμους να τον βοηθήσουμε. Και σχεδόν την αφανίσαμε. Από το ένα μέρος της φάγαμε τα κατάλοιπα της γραφής της, και από το άλλο της ροκανίσαμε την ίδια της την υπόσταση. Την κοινωνικοποιήσαμε. «Την μεταβάλαμε σε ένα ακόμα μικροαστό που μας κοιτάζει απορημένος από κάποιο παραθυράκι κάποιας πολυκατοικίας του Αιγάλεω» όπως έλεγε τότε ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης. Το δε κίνητρο της απλοποίησης ; Δεν φαίνεται ότι έπειθε και πολλούς. Ο Νικηφόρος Βρεττάκος έλεγε «υπερτιμήθηκε η άποψη ότι διευκολύνει τους μαθητές». Κάτι που ίσως είναι αντιπαιδαγωγικό. Υπάρχει άλλωστε και μια παράδοση που εκφράζει την άποψη μεγάλων παιδαγωγών οι οποίοι επιμένουν ότι το παιδί πρέπει να κοπιάζει για να γίνει άνθρωπος ικανός, ώστε στην ζωή του να αντιμετωπίσει όλες τις αντιξοότητες. Οι συνέπειες της κίνησης αυτής έγιναν αντιληπτές από την αρχή και επισημάνθηκαν από πολλούς.

Ένας άλλος Έλληνας διανοούμενος των χρόνων εκείνων ο Κορνήλιος Καστοριάδης έλεγε «αν δεν θέλετε κύριοι του Υπουργείου να κάνετε φωνητική ορθογραφία, τότε πρέπει να αφήσετε τους τόνους και τα πνεύματα, γιατί αυτοί που τα βάλανε ξέρανε τι κάνανε. Δεν υπήρχαν στα αρχαία ελληνικά, γιατί απλούστατα υπήρχαν μέσα στις ίδιες τις λέξεις». Η κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων είναι η κατάργηση της ορθογραφίας που είναι τελικά η κατάργηση της συνέχειας. Ήδη τα παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ελύτη. Γιατί αυτοί είναι γεμάτοι από τον πλούτο των αρχαίων ελληνικών, δηλαδή πάμε να καταστρέψουμε ότι κτίσαμε. Αυτή είναι η δραματική μοίρα του σύγχρονου ελληνισμού.

Και φαίνεται ότι μάλλον το καταστρέψαμε. Όντως δεν καταλαβαίνουμε Σεφέρη και Ελύτη. Ούτε όμως και τα Ευαγγέλια, τους Χαιρετισμούς ή την μικρή Παράκληση προς την Υπεραγία Θεοτόκο, που τόσες πολλές φορές διαβάζουμε και ακούμε. Εικοσιπέντε χρόνια μετά την επιβολή του μονοτονικού ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος έκανε μια αποτίμηση των συνεπειών. «Διαπιστώνουμε λοιπόν, ότι η επιβολή του μονοτονικού και η επί ένα τέταρτο αιώνος εφαρμογή του πέτυχε να διχάσει τους ανθρώπους των γραμμάτων, να δυσκολέψει την ετυμολογία των λέξεων με αποτέλεσμα την απομάκρυνση του λαού από το αρχικό νόημά τους. Να επιφέρει σύγχυση στην ορθογραφία με κίνδυνο κατολισθήσεως στην φωνητική γραφή. Να στερήσει τον γραπτό μας λόγο από την αισθητική του ομορφιά. Να καταστρέψει εν πολλοίς την σωστή και ρυθμική προφορά του λόγου με άφευκτη διολίσθηση στον βατταρισμό και στον βαρβαρισμό. Να δυσκολέψει αφάνταστα τις κλασικές και ανθρωπιστικές σπουδές με τραγικά για όλο το πνευματικό επίπεδο των Νεοελλήνων και την συνείδηση της εθνικής μας συνέχειας αποτελέσματα. Να προβάλλει ως παιδαγωγικό ιδεώδες την ήσσονα προσπάθεια και να επιβραβεύσει την οκνηρία. Να δώσει τραγικά δείγματα οσφυοκαμψίας ενώπιον των μεγάλων συμφερόντων πολυεθνικών εταιρειών, διαφημιστικών γραφείων, εκδοτικών οίκων, εφημερίδων και περιοδικών».

 Σήμερα βιώνουμε τις τραγικές αυτές συνέπειες ζώντας σε μια κοινωνία η οποία πασχίζει να παραμείνει κοινωνία και να μας πείσει ότι είναι ελληνική. Βιώνουμε την πτωχεία της γλώσσας μας, του πνεύματος, του πολιτισμού και πολύ περισσότερο την αδυναμία της επικοινωνίας. Η αναφορά του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου στον βατταρισμό και τον βαρβαρισμό που είναι δυσκολίες στην εκφορά της γλώσσας, της έκφρασης και τελικά δημιουργούν προβλήματα στην επικοινωνία, ήταν δυστυχώς πολύ εύστοχες. Υπάρχουν πλέον πολλές ώριμες μελέτες που καταδεικνύουν ότι πολλές από τις περιπτώσεις που βαπτίζουμε σήμερα ως δυσλεξία στα παιδιά μας, δεν έχουν παθολογικά αίτια, αλλά είναι στην πραγματικότητα τα αποτελέσματα της μη ορθής ασκήσεως του μυαλού μέσα κυρίως από την γλώσσα, κατά την διάρκεια των πρώτων κυρίως σχολικών τους χρόνων. Η γλώσσα λοιπόν στον άνθρωπο δεν είναι άναρθρες κραυγές που εκφράζουν συναισθήματα, ανάγκες ή καταστάσεις, αλλά έναρθρος δημιουργικός λόγος άμεσα συνδεδεμένος με την λογική του και κατ’ επέκταση τον πολιτισμό του και το βιοτικό του επίπεδο.

Στις εύστοχες επισημάνσεις αυτού του παπά θέλω να προσθέσω και μια δική μου διαπίστωση στα 26 χρόνια που διδάσκω φυσικές επιστήμες σε Λύκεια. Οι μαθητές θα είχαν πολύ καλύτερη επίδοση στις φυσικές επιστήμες, αν από τα πρώτα χρόνια τους στα σχολεία, το μυαλό τους είχε ταλαιπωρηθεί, άρα και καλλιεργηθεί, με την εκμάθηση του πολυτονικού. Γιατί όπως έλεγε και ο μεγάλος μας σοφός Σωκράτης «η σοφία αποκτιέται με το ζόρισμα».