ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
Οἱ ἅγιοί του Θεοῦ μὲ τὴν ἅγια ζωή τους καὶ μὲ τὰ ἅγια πρόσωπά τους ἐπιβεβαιώνουν κατὰ τρόπο πειστικὸ καὶ ἀληθινὸ ὅλα τὰ δόγματα, ὅπως: περὶ τῆς Ἐκκλησίας, περὶ τῆς χάριτος, περὶ τῶν ἁγίων μυστηρίων, περὶ τοῦ ἀνθρώπου, περὶ τῆς ἁμαρτίας, περὶ τῶν ἱερῶν λειψάνων, περὶ τῶν ἁγίων εἰκόνων, περὶ τῆς μελλούσης ζωῆς, περὶ ὅλων τῶν ἄλλων, ποὺ ἀποτελοῦν τὴν θεανθρώπινη οἰκονομία τῆς σωτηρίας. Ναί, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ Δογματική. Εἶναι ἡ βιωματικὴ Δογματική. Δογματική, ἡ ὁποία ἔχει γίνει βίωμα μέσα στὴν ἅγια ζωὴ τῶν ἁγίων ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ.
Ἐκτὸς αὐτῶν, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» περιέχουν καὶ ὅλη τὴν ὀρθόδοξη Ἠθικὴ – τὸ ὀρθόδοξο ἦθος, σὲ ὁλόκληρη τὴν λάμψη τοῦ θεανθρώπινου μεγαλείου του καὶ τῆς ἀκατάβλητης δύναμής του. Στοὺς βίους τῶν ἁγίων ἀποδεικνύεται καὶ καταδεικνύεται κατὰ τρόπο πειστικὸ καὶ πραγματικὸ ὅτι τὰ ἅγια Μυστήρια εἶναι οἱ πηγὲς τῶν ἁγίων ἀρετῶν, οἱ δὲ ἅγιες ἀρετὲς εἶναι οἱ καρποὶ τῶν ἁγίων Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, διότι γεννιοῦνται ἀπὸ αὐτά, ἀναπτύσσονται ἀπὸ αὐτὰ καὶ τρέφονται καὶ ζοῦν καὶ δὶ` αὐτῶν τελειοποιοῦνται καὶ γίνονται αἰώνιες. Ὅλοι οἱ θεῖοι ἠθικοὶ νόμοι πηγάζουν ἀπὸ τὰ ἅγια Μυστήρια καὶ πραγματοποιοῦνται διὰ τῶν ἁγίων ἀρετῶν. Γὶ` αὐτὸ καὶ οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» ἀποτελοῦν…
Ἐὰν θέλετε, οἱ «Βίοι τῶν Ἁγίων» εἶναι μία ἰδιόμορφη ὀρθόδοξη Ἐγκυκλοπαίδεια. Σ` αὐτοὺς μπορεῖ νὰ βρεῖ κανεὶς ὅλα ὅσα χρειάζονται σὲ μία ψυχὴ πεινασμένη καὶ διψασμένη γιὰ τὴν αἰώνια Δικαιοσύνη καὶ τὴν αἰώνια Ἀλήθεια μέσα σ` αὐτὸν τὸν κόσμο, πεινασμένη καὶ διψασμένη γιὰ τὴν θεία ἀθανασία καὶ τὴν αἰώνια ζωή. Ἂν διψᾶς τὴν πίστη, θὰ τὴν βρεῖς πλούσια στοὺς «Βίους τῶν Ἁγίων» καὶ θὰ χορτάσεις τὴν ψυχή σου μὲ τροφή, γιὰ τὴν ὁποία ποτὲ δὲν θὰ ξαναπεινάσεις. Ἂν ποθεῖς τὴν ἀγάπη, τὴν ἀλήθεια, τὴν δικαιοσύνη, τὴν ἐλπίδα, τὴν πραότητα, τὴν ταπείνωση, τὴν μετάνοια, τὴν προσευχὴ ἢ ὁποιαδήποτε ἀρετὴ καὶ ἄσκηση, στοὺς «Βίους τῶν Ἁγίων» θὰ βρεῖς ἕνα πλῆθος διδασκάλων γιὰ κάθε ἄσκηση καὶ θὰ λάβεις τὴν βοήθεια τῆς χάριτος γιὰ κάθε ἀρετή.
Ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος μᾶς προβάλλει ὡς παράδειγμα ζωῆς τοὺς Ἁγίους Πάντες καὶ μᾶς σπρώχνει στὰ χνάρια τους μὲ τὴν ἁγία παραίνεσή του:
«Τοσούτους ἔχεις φωστήρας καταυγάζοντάς σου τοὺς ὀφθαλμοὺς κάθ’ ἑκάστην ἡμέραν τὲ καὶ νύκτα· ἐν τῷ φωτὶ αὐτῶν πορεύθητι, καὶ τοῖς ἴχνεσιν αὐτῶν ἀκολούθησον, ἴνα αὐτοῖς συνεισέλθης εἰς τὰς αἰωνίους σκηνᾶς. Ὀξυπόδησον ἐν τοῖς βήμασι τούτοις, ὅπως τινὰς αὐτῶν καταφθᾶσαι δυνηθῆς· οἶδα γὰρ ὅτι, ἐὰν θέλης, δύνη».
Δηλαδή: «Ἔχεις τόσους πολλοὺς ἥλιους πνευματικούς, πού σου φωτίζουν τὰ μάτια κάθε μέρα καὶ νύχτα. Νὰ πορεύεσαι μὲ τὸ φῶς τους καὶ νὰ ἀκολουθεῖς τὰ ἴχνη τους, γιὰ νὰ εἰσέλθεις μαζί τους στὰ αἰώνια σκηνώματα. Τρέξε μὲ ζῆλο πάνω στὰ βήματά τους, γιὰ νὰ μπορέσεις ἔστω νὰ προλάβεις κάποιους. Διότι, ξέρω πώς, ἂν θέλεις, μπορεῖς νὰ τὸ πετύχεις».
(Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ»)
Νεοελληνικὴ ἀπόδοση – Ἀντιγραφὴ – Ἐπιμέλεια:
Σάββας Ἠλιάδης
Δάσκαλος
Κιλκίς, 12-6-2020