της Μαρίας Κορνάρου
Οι απαιτήσεις της Χριστιανικής ζωής φαίνονται μεγάλες. Σχεδόν ακατόρθωτες! Όποιο δρόμο και αν διαλέξουμε, φαίνεται ανηφορικός! Γεμάτος με υποχρεώσεις και ανωμαλίες, φορτωμένος με την απόρριψη του κόσμου και τη θυσία των απολαύσεων. Και αλήθεια, είναι έτσι η Χριστιανική ζωή. Αυτά που ζητεί από εμάς μπορεί ακόμη και να μας οδηγήσουν μακριά από την Εκκλησία, φοβούμενοι να δοκιμαστούμε και να δυσκολευτούμε. Δεν θα ήταν όμως μίμησις Χριστού μία ζωή ανέσεων, ούτε μπορεί κανείς να είναι πιστός στο λόγο του Χριστού «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Μαρκ η΄34) χωρίς θυσίες. Ακολουθούμε το Χριστό τον Εσταυρωμένο, άρα και θα ανέβουμε στο σταυρό μαζί Του.
Η παγίδα βρίσκεται στο να αποδεχθούμε όλα τα σκληρά και βαριά της πνευματικής ζωής με γογγυσμό. Ή να κάνουμε το ακόμη μεγαλύτερο λάθος και να απορρίψουμε και αυτά και το Χριστό. Ή να φτιάξουμε ένα Χριστιανισμό στα μέτρα των παθών μας. Δεν μπορεί όμως με τις μεθόδους αυτές να καρποφορήσει ο άνθρωπος. Οι ασκητές που ξεκινούσαν για την έρημο έφευγαν με χαρά, σα να πήγαιναν στο καλύτερο πανηγύρι. Οι άγιοι λαχταρούσαν τη δυσκολία στη ζωή τους και έτσι έφταναν σε μεγάλα μέτρα αρετής, με την εθελούσιες θυσίες και στερήσεις που κατά πολύ ξεπερνούσαν τα απλά και ταπεινά που ζητά από εμάς η Εκκλησία. Ο άγιος Λουκάς ο Ιατρός, που πέρασε μεγάλο μέρος της ζωής του εξορισμένος στη Σιβηρία από τους κομμουνιστές, έγραψε: «Αγάπησα το μαρτύριο, το οποίο τόσο παράξενα καθαρίζει την ψυχή».
Αυτό είναι το νόημα! Να καθαρίσουμε την ψυχή. Για αυτό καλούμαστε να αναλάβουμε τον κοπιώδη αγώνα κατά της σαρκός. Σε ένα από τα δύο θα δώσουμε τροφή, ή στην ψυχή ή στην σάρκα, επειδή αυτά «είναι αντίθετα μεταξύ τους» (Γαλ ε΄17). Έτσι φτάνουμε στο ερώτημα προς τον εαυτό μας, εάν πράγματι ζούμε συνειδητή πνευματική ζωή. Αυτό σημαίνει να καταλαβαίνουμε ότι με τη Χάρη του Θεού είμαστε ελεύθεροι από τις ανάγκες που τόσο καιρό μας εγκλώβιζαν και μας πλανούσαν. Όλα αυτά που η Εκκλησία μας καλεί να τα περιορίσουμε, τις σαρκικές απολαύσεις, τις κοσμικές διασκεδάσεις, τις κολακείες των ανθρώπων, τον πλούτο, δεν μας καλεί να τα κόψουμε από κακότητα, αλλά επειδή δεν τα χρειαζόμαστε πια. Οι επιθυμίες του σαρκικού ανθρώπου δε γεμίζουν την ψυχή, αλλά αντίθετα όσο περισσότερο τις ικανοποιεί, τόσο θεριεύουν. Είναι σαν να χορταίνεις τη δίψα σου με αλμυρό νερό! Όταν εκούσια στερηθούμε τις επιθυμίες του παλαιού ανθρώπου και αντ’ αυτού ζητήσουμε να γευθούμε τη χάρη του Θεού, το γλυκό νερό που σβήνει τη δίψα, τότε θα αρχίσουμε να εκτιμούμε τη θυσία του Χριστού. Γιατί ήταν αυτή η θυσία που μας ελευθέρωσε από την άσκοπη αναζήτηση της χαράς εκεί που δεν υπάρχει, στα μάταια, και μας έδωσε την αληθινή ζωή. Μας έδωσε το νερό που ο ίδιος υποσχέθηκε ότι όποιος από αυτό πιει, «οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα» (Ιω. δ΄14).
Όταν ο Χριστός με τη διδασκαλία του έθεσε έναν δρόμο που ξεπερνά σε δυσκολία και αρετή κάθε οδό που δίδαξαν οι κοσμικοί «προφήτες» και οι φιλόσοφοι, το έκανε επειδή εγκαινίαζε έναν τρόπο υπάρξεως που θα καθιστούσε αυτό το δρόμο προσιτό στον άνθρωπο. Θα μας έστελνε το Άγιο Πνεύμα, που δίνει στην ψυχή την θέληση για αγώνα, την παρηγορεί και την αγιάζει. «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, καθὼς εἶπεν ἡ γραφή, ποταμοὶ ἐκ τῆς κοιλίας αὐτοῦ ῥεύσουσιν ὕδατος ζῶντος.» (Ιω. ζ΄38) Όταν έχουμε μέσα μας το «ύδωρ το ζων», τίποτα παραπάνω δε χρειαζόμαστε. Όσα θεωρούν οι άνθρωποι του κόσμου απαραίτητα και τα ανάγουν σε στόχο ζωής, για εμάς είναι περιττά. Ο άνθρωπος του Θεού είναι πλήρης. Γι’ αυτό μπορεί να προσφέρει την αγάπη στους άλλους και να αφιερώσει τις δυνάμεις του για τη διακονία του πλησίον. Μπορούμε να καλέσουμε στο τραπέζι μας «πτωχούς, ἀναπήρους, χωλούς, τυφλούς» που δεν έχουν να μας ανταποδώσουν (Λουκ ιδ΄13,14), επειδή είμαστε ελεύθεροι και απ’ τη δόξα των ανθρώπων που οδηγεί στο μίσος για τους αδυνάτους. Οι άνθρωποι του Θεού μπορούμε να αγαπήσουμε αυτούς που δεν αγαπά κανείς, όπως ο Χριστός πρώτος αγάπησε εμάς. Δεν έχουμε την ανάγκη της ανταποδόσεως από τον κόσμο, παρά μόνο από τον Θεό. Γι’ αυτό μπορούν λίγοι και αφήνουν πίσω τα πάντα, οικογένειες, φίλους, περιουσίες για το Χριστό, επειδή καταλαβαίνουν ότι μόνο Εκείνον χρειάζονται. Εκεί βρίσκεται η χαρά.
Είναι, λοιπόν, γιορτή η Χριστιανική ζωή! Και είναι ο πιο τυχερός από τους ανθρώπους εκείνος που τη γνωρίζει και τη ζει, όχι ο πιο δυσκολεμένος. Οι στερήσεις είναι κέρδος, αποκαλύπτουν το μεγάλο θησαυρό που έχουμε κοντά στο Θεό. Ας Τον δοξολογούμε για τις ευεργεσίες του, αντί να γογγύζουμε για τις δυσκολίες. Ο Χριστός μας κάλεσε σε μία όαση στην έρημο του κόσμου τούτου: στην Εκκλησία. «Ἐάν τις διψᾷ ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω» (Ιω. ζ΄37)