ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΕΝΔΟΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΒΙΑΣ*

Ἀρχιμ. Κυρίλλου

(Κεφαλλόπουλου)

 

 Ζοῦμε σὲ μία κοινωνία γεμάτη ἀπὸ εἰκόνες καὶ περιστατικὰ βίας. Στὸ σπίτι, στὸν χῶρο ἐργασίας, στὴν τηλεόραση, στὶς διανθρώπινες σχὲ-σεῖς ἡ βία μοιάζει νὰ κυριαρχεῖ καὶ νὰ χαρακτηρίζει τὴ σημερινὴ κοὶ-νωνία. Περισσότερο ὅμως ὕπουλη καὶ ἀφανὴς εἶναι ἡ ἐνδοοικογενειακὴ βία, ποὺ ἐκδηλώνεται μεταξὺ τῶν μελῶν μιᾶς οἰκογενείας καὶ συνήθως παραμένει κρυφή, πίσω ἀπὸ τὸ πέπλο σιωπῆς τοῦ οἰκογενειακοῦ βίου. Ἡ ἐνδοοικογενειακὴ βία συνήθως ἐκδηλώνεται μὲ θύματα τὴ γυναίκα καὶ τὰ παιδιὰ καὶ μετατρέπει τὴ γαλήνη καὶ τὴν ἀγάπη σὲ ἕναν καθημερινὸ ἐφιάλτη βίας καὶ τρόμου. Μιλᾶμε γιὰ ἀναρίθμητες περιπτώσεις γυναικῶν καὶ παιδιῶν ποὺ πέφτουν θύματα τῶν συντρόφων τους καὶ γονέων, ποὺ ἄλλοτε ἐμφανίζονται τρυφεροὶ καὶ ἄλλοτε μὲ ξαφνικὰ ξεσπάσματα βίας καὶ θυμοῦ.

 Γιὰ νὰ κατανοήσουμε γιὰ τί ἀκριβῶς φαινόμενα ὁμιλοῦμε, πρέπει πρῶτα νὰ ὁρίσουμε τί ἐννοοῦμε μὲ τὸν ὃρο «κακοποίηση». Ὡς κακοποίηση χαρακτηρίζεται κάθε προσβολὴ τῆς σωματικῆς καὶ ψυχοπνευματικῆς ἀκεραιότητας ἑνὸς ἀτόμου, ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ σωματικὴ βιαιοπραγία, λεκτικὲς προσβολές, ἐξευτελισμούς, ταπεινώσεις, ψυχολογικοὺς καὶ συναισθηματικοὺς ἐκβιασμούς, καὶ ἀσκεῖται ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ διατηροῦν θέση ἰσχύος –οἰκονομικῆς, κοινωνικῆς, σωματικῆς-σὲ σχέση μὲ τὰ θύματα ποὺ τὴν ὑφίστανται.

 Ἐμεῖς πρόκειται νὰ ἐξετάσουμε πὼς οἱ συγκεκριμένες συμπερὶ-φορὲς ἐκδηλώνονται στὰ πλαίσια τῆς οἰκογενείας. Σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς ἐθεωρεῖτο αὐτονόητο «δικαίωμα» τοῦ ἄνδρα νὰ ἐξασκεῖ πλήρη ἔλεγχο στὰ πλαίσια τοῦ γάμου πάνω στὴ γυναίκα καὶ τὰ παιδιά του. Τὰ ὑπόλοιπα μέλη τῆς οἰκογενείας δὲν ἐτύγχαναν κάποιας προστασίας ἢ νομικῆς κατοχυρώσεως τῶν δικαιωμάτων τους, δὲν εἶχαν δικαιώματα ἢ λόγο γιὰ τὰ περιουσιακά τους στοιχεῖα, τὴ σωματική τους ἀκεραιότητα ἢ τὴν ἐκ-προσώπησή τους ἔναντι τοῦ νόμου καὶ τῶν πολιτικῶν ἀρχῶν.

Ἐθεωρεῖτο αὐτονόητη μία τέτοια κατάσταση καὶ περίπου κοινωνι-κῶς ἀποδεκτὴ ἡ ἄσκηση βίας καὶ καταπίεσης τῶν γυναικῶν καὶ τῶν παιδιῶν ἐκ μέρους τοῦ ἄνδρα. Ἀκόμη καὶ στὰ πλαίσια τῆς χριστιανικῆς οἰκογενείας, καὶ παρ’ ὅλες τὶς νουθεσίες τοῦ Ἀπ. Παύλου γιὰ τὴν ἀμοιβαιότητα τῶν σχέσεων ἀγάπης καὶ τοῦ πρὸς ἀλλήλων σεβασμοῦ τῶν δύο συζύγων, καθὼς καὶ τῆς ἐν πνεύματι ἀγάπης καὶ νουθεσίας ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν (Ἐφεσ.5,22-33 καὶ 6,1-4) καὶ παρὰ τὶς χριστιανικὲς ἐπιδράσεις στὸ δίκαιο κρατῶν, ὡς τοῦ Βυζαντινοῦ, πολλὲς φορὲς ἡ κοινωνικὴ προκατάληψη καὶ ἀποδοχὴ φαινομένων κακοποίησης ὑπερίσχυε τῆς ἀντιλήψεως τοῦ χριστιανισμοῦ γιὰ τὴν οἰκογενειακὴ ζωή.

Μόλις τὶς τελευταῖες λίγες δεκαετίες ἄρχισε νὰ γίνεται ἀναφορὰ στὰ δικαιώματα τῆς γυναίκας καὶ τοῦ παιδιοῦ, τῆς προστασίας τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἀξιοπρέπειάς τους (πρβλ. διακηρύξεις Ο.Η.Ε.), νὰ ἀναγνωρίζεται ἡ ὕπαρξη καὶ ἡ σοβαρότητα τοῦ προβλήματος, νὰ γίνονται ψυχολογικὲς καὶ κοινωνιολογικὲς μελέτες γιὰ τὶς ἐπιπτώσεις τῆς κακοποίησης ἐντὸς τῆς οἰκογενείας.

Ἂν θελήσουμε νὰ ἐντοπίσουμε τὰ αἴτια τῆς βίαιης συμπεριφορᾶς καὶ κακοποίησης γυναίκας-παιδιῶν στὸ κοινωνικὸ ἐπίπεδο καὶ σὲ ἐπὶ-πεδο καθημερινότητας, πέρα δηλ. ἀπὸ τὴν καλλιέργεια τῆς συγκεκριμένης νοοτροπίας, θὰ μπορούσαμε νὰ ἐπισημάνουμε τὴν ἀνδροκρατούμενη, πατριαρχικὴ δομὴ τῆς οἰκογενείας, τὴν ἄνιση κατανομὴ ἐξουσίας καὶ κοινωνικῶν ρόλων ποὺ ἀποβαίνει εἰς βάρος τῶν γυναικῶν, ποὺ ἔχουν μειωμένες εὐκαιρίες ἰσότιμης πρόσβασης στὴ μόρφωση, τὴν ἐργασία, στὰ κέντρα λήψεως ἀποφάσεων καὶ χάραξης κατευθύνσεων γιὰ τὴν κοινωνία, παράγοντες ποὺ ἀνακυκλώνουν τὴ μειονεκτικὴ θέση τῆς γυναίκας ἔναντι τῆς θέσεως ἰσχύος τοῦ ἄνδρα-κοινωνικῆς, οἰκονομικῆς, μορφωτικῆς- καὶ τὴν καθιστοῦν πιὸ εὐάλωτη στὴν κακοποίηση, ἐνῷ σὲ ἐπίπεδο ψυχολογικῶν παραγόντων ποὺ νὰ ἑρμηνεύουν τέτοια φαινόμενα θὰ μπορούσαμε νὰ ἐπισημάνουμε τὸ βεβαρημένο ἐν πολλοῖς ψυχολογικὸ προφὶλ ἀτόμων ποὺ βιαιοπραγοῦν, ὅπως αὐτὸ προκύπτει ἀπὸ σχετικὲς ἔρευνες. Τὰ ἄτομα αὐτὰ ἐμφανίζουν ἱστορικὸ ψυχοπαθολογικῶν διαταραχῶν συμπεριφορᾶς, ποὺ ἐπιτείνεται ἀπὸ παράγοντες, ὅπως προσωπικὴ ἀνασφάλεια-ἀνεπάρκεια, ἀνεργία, χρήση ναρκωτικῶν ἢ ἀλκοολισμοῦ.

Ὡστόσο, πρέπει νὰ σημειωθεῖ ὅτι ἡ κακοποίηση γυναικῶν-παιδιῶν ἐντὸς οἰκογενείας δὲν περιορίζεται σὲ συγκεκριμένες κατηγορίες ἀνθρώπων, δὲν ἔχει ἰδιαίτερα κοινωνικά, ταξικά, μορφωτικά, πολιτιστικά, οἰκονομικὰ ἢ ἄλλα γνωρίσματα ποὺ νὰ τὴν περιορίζουν σὲ ὁρισμένες ὁμάδες, ἀλλὰ ἀντιθέτως ἐπεκτείνεται σὲ διαφορετικὲς καὶ ποικίλες περιπτώσεις. Ἐκεῖνο ποὺ ὀφείλουμε νὰ κάνουμε εἶναι νὰ ἐντοπίσουμε τὴ διαδικασία ἐκείνη ποὺ ὁδηγεῖ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ νὰ ὑφίστανται τὴν κακοποίηση, τὸ πῶς καθίστανται θύματα βίας, καὶ ἐπιπλέον νὰ ἐνισχύσουμε τὶς δυνατότητές τους νὰ σπάσουν τὴ σιωπή τους, νὰ παύσουν νὰ αἰσθάνονται ἔνοχοι ἢ ὑπεύθυνοι γιὰ αὐτὸ ποὺ τοὺς συμβαίνει, καὶ νὰ μπορέσουν νὰ ἀντιδράσουν.

Ἡ διαδικασία τῆς κακοποίησης ἀκολουθεῖ τὰ ἑξῆς στερεότυπα στάδια:(α)ξεκινᾶ συνήθως μὲ μικροεπεισόδια καὶ μικρὲς ἐκρήξεις βίας ἐκ μέρους τοῦ ἄνδρα, τὶς ὁποῖες κατόπιν ὁ ἄνδρας προσπαθεῖ νὰ τὶς δικαιολογήσει «ὡς κακὴ στιγμή, ὅτι δὲν τὸ ἤθελε», νὰ  ζητάει συγγνώμη καὶ νὰ δίνει ὑποσχέσεις ὅτι δὲν θὰ ξανασυμβεῖ κ.λπ. Ἡ γυναίκα μὲ τὴ σειρά της μπαίνει στὴν ἴδια λογική, νὰ δικαιολογήσει τὴ βίαιη συμπερὶ-φορά, νὰ τὴν ἐκλογικεύσει βρίσκοντας διάφορες προφάσεις, καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις τείνει νὰ τὴν αἰτιολογήσει ρίπτοντας τὴν εὐθύνη στὸν ἑαυτὸ της (αὐτοενοχοποίηση) καὶ προσπαθεῖ μὲ διαφόρους τρόπους νὰ εὐξεμενίσει τὸν θυμὸ τοῦ ἄνδρα της, ἢ νὰ παρασιωπήσει τὸ γεγονός, νὰ τὸ κρύψει. Ἔτσι ὅμως, χωρὶς νὰ ἀντιδρᾶ καὶ ἀποδεχόμενη τὴν κακοποίησή της ἁπλῶς γίνεται θύμα καὶ ἐνθαρρύνει τὸν θύτη σὲ μελλοντικὲς μεγαλύτερες ἐκρήξεις βίας (α΄φάση ἀποδοχῆς καὶ δικαιολόγησης τῆς βίας-αὐτοενοχοποίηση θύματος).

Σὲ δεύτερο στάδιο, ὁ θύτης ἐνθαρρυμένος ἀπὸ τὴν ἔλλειψη ἀντίδρασης τοῦ θύματος, προχωρεῖ σὲ κλιμάκωση τῆς βίας, γίνεται πιὸ σκληρός, χειροδικεῖ, προξενεῖ σωματικὲς κακώσεις, χάνει τὸν ἔλεγχο τῶν πράξεών του. Συνήθως αὐτὲς οἱ ἐκρήξεις βίας εἶναι ἔντονες καὶ σύντομες (δὲν διαρκοῦν παρὰ μόνον λίγο χρόνο) καὶ εἶναι συχνὰ ἐπαναλαμβανόμενες.  Στὴ διάρκεια τῆς κρίσεως ὁ ἄνδρας κατηγορεῖ τὸ θύμα του ὅτι δῆθεν αὐτὸ προκάλεσε τὴ δική του βίαιη συμπεριφορὰ καὶ ὅτι τοῦ «ἔδωσε ἕνα καλὸ μάθημα». Τὰ θύματα συνήθως προτιμοῦν νὰ μὴν ἀντιδράσουν μὲ τὸν φόβο νὰ μὴν ἐξοργίσουν τὸν θύτη καὶ χειροτερεύσουν τὴν κατάσταση, ἐνῷ ἀρνοῦνται νὰ καταφύγουν στὸ νοσοκομεῖο σὲ περίπτωση ποὺ οἱ κακώσεις εἶναι σοβαρὲς (β΄ φάση ἀποδοχῆς τοῦ θύματος τῆς ἀδυναμίας νὰ ἀντιδράσει).

 Συνήθως τὶς βίαιες αὐτὲς ἐκρήξεις ἀκολουθεῖ μία φάση κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἄνδρας γίνεται περιποιητικός, πολὺ τρυφερὸς καὶ καλός, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς κυκλοθυμικῆς του ψυχολογικῆς κατάστασης, καὶ τὸ θύμα-γυναίκα, παιδιὰ-τείνουν νὰ πιστεύσουν ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ πραγματικὴ εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου τους, με ἀποτέλεσμα ἔτσι νὰ ὁδηγοῦνται στὴν παραδοχὴ ὅτι γιὰ τὴν κακοποίησή τους εὐθύνονται ἀποκλειστικῶς τὰ ἴδια τὰ θύματα. Σύντομα ὅμως ἡ ψευδαίσθηση τῆς πρόσκαιρης γαλήνης διαλύεται καὶ ἐπαναλαμβάνεται ὁ κύκλος τῆς βίας (γ΄φάση «συμφιλιωτικὴ» -ἐνίσχυση τῆς θυματοποίησης- παγίωση τῆς ἀδυναμίας ἀντίδρασης).

 Ἡ γυναίκα-θύμα ἀποφεύγει νὰ καταγγείλει τέτοια περιστατικὰ καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ παραμένει τὸ θύμα σὲ μία ἐνδοοικογενειακὴ σχέση βίας, τρόμου, κακοποήσης. Οἱ λόγοι γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ γυναίκα διστάζει νὰ φανερώσει τὸ πρόβλημά της, τὸ ὁποῖο πολλὲς φορὲς ἡ ἴδια ἀποφεύγει νὰ τὸ ἀναγνωρίσει ὡς ὑπαρκτὸ (ἄρνηση παραδοχῆς τῆς πραγματικότητας) θὰ μποροῦσαν νὰ συνοψισθοῦν στοὺς ἀκόλουθους:

 — Ἡ γυναίκα φοβᾶται νὰ μιλήσει ἢ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν ἄνδρα ποὺ τὴν κακοποιεῖ λόγῳ τοῦ φόβου γιὰ πιθανὰ ἀντίποινα/ἐπιπτώσεις στὴν ἴδια καὶ τὰ παιδιὰ της (ἐκρήξεις βίας, οἰκονομικὲς/κοινωνικὲς δυσχέρειες).

 —Καταφεύγει σὲ ἄρνηση τῆς πραγματικότητας, ἐνεργοποιεῖ μηχανισμοὺς τοῦ ἀσυνειδήτου, ἐλαχιστοποιεῖ τὴ σοβαρότητα τῆς καταστάσεώς της.

 —Πιστεύει ὅτι ἡ ἴδια εἶναι ὑπεύθυνη γιὰ ὅ,τι τῆς συμβαίνει (αὐτο-ενοχοποίηση, θυματοποίηση), ἔχει χαμηλὴ αὐτοεκτίμηση (πιστεύει ὅτι τῆς ἀξίζει τέτοια κακομεταχείριση).

 —Φοβᾶται πώς, ἂν μιλήσει, ὁ κοινωνικὸς περίγυρος θὰ τὴν περιγελάσει, δὲν θὰ δείξει κατανόηση, δὲν θὰ βρεῖ ἀνταπόκριση, δὲν θὰ τὴν πιστεύσουν (φόβος κοινωνικοῦ στίγματος).

Πολλὲς φορὲς ἡ κακοποίηση τῆς γυναίκας συνοδεύεται καὶ ἀπὸ τὴν κακοποίηση τῶν παιδιῶν. Ὁ θύτης σύζυγος γίνεται πολὺ εὔκολα καὶ δυνάστης-πατέρας γιὰ τὰ παιδιά. Ἡ σιωπὴ τῆς κακοποιημένης γυναίκας, ὁ φόβος τοῦ κοινωνικοῦ στίγματος, ἡ ἀποσιώπηση τῶν γεγονότων ἐνθαρ-ρύνει τὸν ἄνδρα νὰ συνεχίσει ἀνενόχλητος τὴ βίαιη συμπεριφορά του.

Ἔτσι, ὁ κύκλος τῆς ἐνδοοικογενειακῆς βίας ἐπεκτείνεται ἀπὸ τὴν γυναίκα στὰ παιδιά, τὰ ὁποῖα σὲ μεγάλο ποσοστὸ πέφτουν θύματα κακὸ-ποίησης ἀπὸ ἄτομα τοῦ στενοῦ οἰκογενειακοῦ-συγγενικοῦ περιβάλλοντος Τὸ πέπλο τῆς σιωπῆς ἀνασύρεται σὲ ἀκραῖες περιπτώσεις κακοποίησης ποὺ φθάνουν στὸ φῶς τῆς δημοσιότητας γιὰ νὰ ξεχασθοῦν μέχρι τὸ ἑπόμενο περιστατικὸ- ἡ πολιτισμένη μας κοινωνία καὶ ἡ ἐφησυχασμένη συνείδηση τῶν πολλῶν προτιμᾶ νὰ παραβλέπει τὴ βαρβαρότητα τῆς ἐνδοοικογενειακῆς βίας.

Ἡ κακοποίηση τῶν παιδιῶν ὡς ἔννοια περιλαμβάνει τὴν καταπὰ-τηση τῶν δικαιωμάτων τοῦ παιδιοῦ γιὰ μία ἰσόρροπη ἀνάπτυξη τῆς προσωπικότητάς του καὶ συνίσταται σὲ σωματικὴ βία, ξυλοδαρμούς, ψυχολολογικὴ βία, σεξουαλικὴ κακοποίηση, παραμέληση βασικῶν βιοτικῶν ἀναγκῶν (ἐλλιπὴς διατροφή, μόρφωση, ἔνδυση).

Ἡ σωματικὴ κακοποίηση συνίσταται σὲ σωματικὲς κακώσεις καὶ ξυλοδαρμούς, μὲ τὸ πρόσχημα τοῦ σωφρονισμοῦ, τῆς τιμωρίας τῶν παιδικῶν ἀταξιῶν, ὡς «παιδαγωγικοῦ» μέσου, κάτι ποὺ σὲ πολλὲς χῶρες καὶ μέχρι σήμερα θεωρεῖται ὡς ἀποδεκτὴ συμπεριφορὰ γονέως πρὸς τὰ παιδιά του, μόνον ποὺ στὴν περίπτωση τῆς κακοποίησης ἔχουμε νὰ κάνουμε μὲ αὐξημένη καὶ ἀνεξέλεγκτη χρήση βίας, ποὺ ξεπερνᾶ τὰ ὅρια τοῦ «ἁπλοῦ σωφρονισμοῦ» ἢ «παιδαγωγικῆς τιμωρίας» (ὅρους ποὺ ἡ σύγχρονη παιδαγωγικὴ δὲν ἀποδέχεται) καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις θέτει σὲ κίνδυνο τὴ σωματικὴ ἀκεραιότητα ἢ καὶ τὴν ἴδια τὴ ζωὴ τοῦ παιδιοῦ.

Ἡ ψυχολογικὴ κακοποίηση συνίσταται σὲ λεκτικὲς/φραστικὲς ἐπιθέσεις στὴν προσωπικότητα τοῦ παιδιοῦ, ποὺ ὑβρίζεται, ὑποτιμᾶται, θεωρεῖται ἄχρηστο, ἀνεύθυνο κ.ο.κ., ὑφίσταται ἐξευτελισμοὺς τῆς ἀξιοπρέπειάς του, ἐκφοβισμούς, ἀπειλές.

Ἄλλη μορφὴ κακοποίησης τοῦ παιδιοῦ ἀποτελεῖ ἡ ἀδιαφορία τῶν γονέων καὶ ἡ παράβλεψη βασικῶν ἀναγκῶν του, ὅπως διατροφή, στέ-γαση, ὑγιεινή, σχολικὴ μόρφωση, ἀπομονωτισμὸς/ἔλλειψη κοινωνικῶν ἐπαφῶν/ ἐγκλεισμός, παράγοντες ποὺ ἐπιδροῦν ἀρνητικῶς στὴν ὁμαλὴ ἀνάπτυξη τῆς παιδικῆς προσωπικότητας.

Σχετικὲς κοινωνιολογικὲς καὶ ψυχολογικὲς μελέτες κατέδειξαν τὶς ἐπιπτώσεις ἀπὸ τὴν κακοποίηση τῶν παιδιῶν, ποὺ ὡς ἔφηβοι καὶ ἐνήλικοι ἔχουν αὐξημένα ποσοστὰ νὰ ἐπαναλαμβάνουν τὰ ἴδια πρότυπα βίαιης συμπεριφορᾶς στοὺς γύρω τους, νὰ κακοποιοῦν τὰ μέλη τῆς δικῆς τους οἰκογένειας, νὰ ἔχουν τάσεις αὐτοκαταστροφικὲς λόγῳ χαμηλῆς αὐτοεκτίμησης (ναρκωτικά, αὐτοκτονίες), αὐξημένη παραβατικότητα/ἐγκληματικότητα. Ὁ κύκλος τῆς βίας συνεχίζεται καὶ ἀνακυκλώνεται. Ἡ ἀστάθεια τοῦ οἰκογενειακοῦ βίου τῆς παιδικῆς ἡλικίας, οἱ τραυματικὲς ἐμπειρίες ἐπαναλαμβάνονται στερεότυπα.

Τί μέτρα καὶ πρωτοβουλίες μποροῦν νὰ ἀναληφθοῦν γιὰ τὴν καταπολέμηση τῶν φαινομένων ἐνδοοικογενειακῆς κακοποίησης;

Μέσα ἀπὸ συντονισμένες ἐνέργειες καὶ προγράμματα δράσης μποροῦμε νὰ ἐνημερώσουμε τὸ εὐρὺ κοινὸ γιὰ τὶς διαστάσεις τοῦ φαινομένου καὶ τὶς ἐπιπτώσεις πάνω στὰ ἄτομα ποὺ ὑφίστανται τὴν κακοποίηση, νὰ καταστεῖ κατανοητὸ ὅτι ἡ κακοποίηση δὲν κάνει κοινωνικὲς/οἰκονομικὲς/ταξικὲς/πολιτισμικὲς διακρίσεις καὶ ὅτι μὲ ὕπουλο τρόπο μπορεῖ νὰ παρεισφρύσει σὲ κάθε φαινομενικὰ φυσιολογικὴ οἰκογένεια καὶ νὰ τὴν διαλύσει.

Νὰ εὐαισθητοποιήσουμε τὴν κοινωνία, νὰ πληροφορήσουμε καὶ νὰ ἐπιμορφώσουμε καταλλήλως ὅσους ἀσχολοῦνται καὶ ἀντιμετωπίζουν τέτοια φαινόμενα κακοποίησης (ἀστυνομικούς, δικαστές, κοινωνικούς λειτουργούς, νοσηλευτές, παιδοψυχολόγους), ὥστε μὲ εὐαισθησία καὶ ἐνδιαφέρον νὰ χειρίζονται τέτοια περιστατικά.

Νὰ παύσει νὰ θεωρεῖται ὡς κοινωνικῶς ἀποδεκτὴ συμπεριφορὰ ἡ βιαιοπραγία, ὁ ξυλοδαρμός, κάθε μορφὴ σωματικῆς κακοποίησης καὶ νὰ ἀναδειχθοῦν πιὸ ἀνθρώπινες διαπροσωπικὲς καὶ ἐνδοοικογενειακὲς σχέσεις.

Νὰ ἐνθαρρύνουμε τὰ θύματα κακοποίησης νὰ μιλήσουν, νὰ τὰ προστατεύσουμε ἀπὸ τὸ κοινωνικὸ στίγμα, νὰ τὰ στηρίξουμε ψυχολογικά, οἰκονομικὰ/ἐπαγγελματικά, νὰ τὰ συνδράμουμε νομικά, νὰ τὰ φιλοξενὴσουμε σὲ ξενῶνες προστασίας ὅπου μὲ τὴ βοήθεια ἐξειδικευμένου ἐπιστημονικοῦ προσωπικοῦ νὰ βοηθηθοῦν νὰ ξεπεράσουν τὶς ἀρνητικὲς συνέπειες καὶ νὰ ἐπανενταχθοῦν ὁμαλὰ στὴν κοινωνία.

Νὰ προασπίσουμε ἀρχὲς καὶ ἠθικὲς ἀξίες ἑνὸς ἄλλου τρόπου ζωῆς ποὺ σέβεται καὶ ὑπερασπίζεται τὰ δικαιώματα ὅλων. Βάση γιὰ τὶς δικές μας κοινωνίες μποροῦν νὰ ἀποτελέσουν ἡ διδασκαλία τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ οἱ νουθεσίες τοῦ Ἀπ. Παύλου, τὶς ὁποῖες κλείνοντας τὴν εἰσήγηση αὐτή, θὰ θέλαμε νὰ ὑπενθυμίσουμε ὡς κανόνες οἰκογενειακῶν σχέσεων: «οὕτως ὀφείλουσιν οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶν τὰς ἑαυτῶν γυναῖκας ὡς τὰ ἑαυτῶν σώματα, ὁ ἀγαπῶν τὴν ἑαυτοῦ γυναίκα ἑαυτὸν ἀγαπᾷ» (Ἐφεσ.5,28), καὶ «οἱ πατέρες μὴ παροργίζετε τὰ τέκνα ὑμῶν, ἀλλ’ ἐκτρέφετε αὐτὰ ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου»  (Ἐφεσ.6,4).

 

 

*ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , ΙΑ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΙΟΥΛ.-ΣΕΠΤ. 2012