Ο ΕΚΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΛΑΒΩΝ

prof. ThDr. π. Ἰ­ω­άν­νη Ζόζουλακ, PhD.

Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Πρέσοβ, Σλοβακία

 

1. Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΜΟΡΑΒΙΑΣ Ο ΕΚΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΛΑΒΩΝ.

Οἱ Ὀρ­θό­δο­ξοι Χρι­στια­νοί στή Σλο­βα­κί­α ἔ­χουν ὡς πα­τρί­δα τους μί­α ὄ­μορ­φη χώ­ρα στήν Κεν­τρι­κή Εὐ­ρώ­πη πού ὀ­νο­μά­ζε­ται «ἡ Καρ­διά τῆς Εὐ­ρώ­πης». Μέ τά Βαλ­κά­νια το­ύς συν­δέ­ει ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη πί­στη καί ἡ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή καί Ἁ­γι­ο­πα­τε­ρι­κή Πα­ρά­δο­ση. Ὅ­λα αὐ­τά το­ύς τά ἔ­φε­ραν οἱ Ἅ­γιοι Ἰ­σα­πό­στο­λοι Κύ­ριλ­λος καί Με­θό­διος[i], οἱ κή­ρυ­κες αὐ­τοί τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας στήν Κεν­τρι­κή Εὐ­ρώ­πη πού –χά­ρη στίς προ­σπά­θει­ες τοῦ Πρίγ­κη­πα Ρα­στισ­λάβ– ἦρ­θαν στή Με­γά­λη Μο­ρα­βί­α γιά νά δώ­σουν στο­ύς Σλά­βους τό Εὐ­αγ­γέ­λιο καί τά Λει­τουρ­γι­κά κεί­με­να στή δι­κή τους (τῶν Σλά­βων) γλῶσ­σα.

Γιά το­ύς Σλά­βους ὁ Ρα­στισ­λάβ ἔ­χει τό­σο με­γά­λη ση­μα­σί­α ὅ­ση εἶ­χε γιά το­ύς Χρι­στια­νούς τῶν πρῶ­των αἰ­ώ­νων ὁ Μέ­γας Κων­σταν­τῖ­νος, ὄ­χι μό­νο για­τί βο­ή­θη­σε το­ύς Σλά­βους νά κα­τα­νο­ή­σουν τόν λό­γο τοῦ Θε­οῦ στήν μη­τρι­κή τους γλῶσ­σα, ἀλ­λά καί το­ύς ἔ­σω­σε ἀ­πό τόν κίν­δυ­νο τοῦ ἐκ­γερ­μα­νι­σμοῦ. Πάν­το­τε οἱ Γερ­μα­νοί, χρη­σι­μο­ποι­ῶν­τας τό ξί­φος καί τό Σταυ­ρό, ἐ­πε­ξέ­τει­ναν τά ἐ­δά­φη τους πρός Ἀ­να­το­λάς. Γι᾿ αὐ­τό καί ὁ Μέ­γας καί Σο­φός Ρα­στισ­λάβ πα­ρα­κά­λε­σε τόν Αὐ­το­κρά­το­ρα τοῦ Βυ­ζαν­τί­ου νά στεί­λει Ἱ­ε­ρα­πο­στό­λους πού θά δι­έ­δι­δαν τή Χρι­στι­α­νι­κή πί­στη μο­νά­χα μέ τή βο­ή­θεια τοῦ Σταυ­ροῦ. Ὁ Αὐ­το­κρά­το­ρας τοῦ Βυ­ζαν­τί­ου Μι­χα­ήλ Γ’ ἀν­τα­πο­κρί­θη­κε θε­τι­κά στήν πα­ρά­κλη­ση τοῦ Ρα­στισ­λάβ καί ἔ­δω­σε ἐν­το­λή νά συγ­κρο­τη­θεῖ ἡ Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λή τῶν ἔμ­πει­ρων ἀ­δελ­φῶν Κυ­ρίλ­λου καί Με­θο­δί­ου τῶν Θεσ­σα­λο­νι­κέ­ων.

Κύ­ριο ρό­λο στήν ἐ­πι­λο­γή καί προ­ε­τοι­μα­σί­α τῶν Ἱ­ε­ρα­πο­στό­λων δι­α­δρα­μά­τι­σε ὁ Πα­τριά­ρχης Φώ­τιος, πού ἦ­ταν ὁ Πνευ­μα­τι­κός πα­τέ­ρας τῆς Βυ­ζαν­τι­νῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς ἀ­νά­με­σα στο­ύς Σλά­βους. Ἀ­κό­μα πρίν ἀ­πό τήν ἀ­να­χώ­ρη­σή του στή Με­γά­λη Μο­ρα­βί­α ὁ Κύ­ριλ­λος, χρη­σι­μο­ποι­ῶν­τας σάν βά­ση τήν Ἑλ­λη­νι­κή γλῶσ­σα, δη­μι­ούρ­γη­σε τή Σλα­βι­κή γραμ­μα­τεί­α καί με­τέ­φρα­σε στή Σλα­βι­κή γλῶσ­σα τά πιό ση­μαν­τι­κά Λει­τουρ­γι­κά βι­βλί­α. Τό γε­γο­νός αὐ­τό κα­τα­γρά­φη­κε στήν ἱ­στο­ρί­α μέ χρυ­σά γράμ­μα­τα.

Μέ τόν ἐρ­χο­μό τῶν Ἁ­γί­ων Κυ­ρίλ­λου καί Με­θο­δί­ου στήν Με­γά­λη Μο­ρα­βί­α συν­δέ­ε­ται καί ἡ ἐμ­φά­νι­ση νέ­ων Ἱ­ε­ρῶν να­ῶν καί ἡ γέ­νε­ση τῆς πρώ­της Θε­ο­λο­γι­κῆς Σχο­λῆς. Σ᾿ αὐ­τή τήν τε­λευ­ταία ἄρ­χι­σε ἡ σπου­δή τῆς Θε­ο­λο­γί­ας καί τῆς Φι­λο­σο­φί­ας καί ἀ­να­πτυσ­σό­ταν μία ἐ­νερ­γός με­τα­φρα­στι­κή δρα­στη­ρι­ό­τη­τα. Οἱ ἐ­πι­τυ­χί­ες τῆς Βυ­ζαν­τι­νῆς ἀ­πο­στο­λῆς δέν ἄ­ρε­σαν στο­ύς Γερ­μα­νούς Λα­τί­νους ἱ­ε­ρεῖς, πού δέν μπο­ροῦ­σαν νά ἐ­πα­να­παύ­ον­ται μέ τό γε­γο­νός ὅ­τι οἱ Σλά­βοι τε­λοῦ­σαν τή Θεί­α λει­τουρ­γί­α στή Σλα­βο­νι­κή γλῶσ­σα. Γι᾿ αὐ­τό τόν λό­γο, τό 864 ὁ Γερ­μα­νός βα­σι­λιάς Λου­δο­βί­κος[ii] ὀρ­γά­νω­σε –μέ τήν εὐ­λο­γί­α τοῦ Πά­πα Νι­κο­λά­ου Α’– στρα­τι­ω­τι­κή ἐκ­στρα­τεί­α κα­τά τῆς Με­γά­λης Μο­ρα­βί­ας.

Σάν ἀ­πο­τέ­λε­σμα, οἱ Γερ­μα­νοί Πρίγ­κη­πες πέ­τυ­χαν το­ύς σκο­πούς τους. Ὁ Σβά­το­πλουκ πα­ρέ­δω­σε τόν Ρα­στισ­λάβ καί οἱ Γερ­μα­νοί τόν τύ­φλω­σαν καί τόν κα­τα­δί­κα­σαν σέ θά­να­το ἐ­νῶ ἦ­ταν ἔγ­κλει­στος στή φυ­λα­κή. Με­τά τόν θά­να­το τοῦ Ἁ­γί­ου Με­θο­δί­ου, πρώ­του Ἀρ­χι­ε­πι­σκό­που τῆς Με­γά­λης Μο­ρα­βί­ας, ἡ ἕ­δρα (του), μέ τήν εὐ­λο­γί­α τοῦ Πά­πα τῆς Ρώ­μης πέ­ρα­σε στά χέ­ρια τοῦ Ἐ­πι­σκό­που Νί­τρας Βί­χιγκ, ὁ ὁ­ποῖ­ος καί ἔ­δι­ω­ξε ἀ­πό τή χώ­ρα ὅ­λους τούς­ μα­θη­τές τῶν Ἁ­γί­ων Κυ­ρίλ­λου καί Με­θο­δί­ου. Με­τά τόν θά­να­το τοῦ Ἁ­γί­ου Με­θο­δί­ου, ὁ ὁ­ποῖ­ος καί κα­τόρ­θω­σε νά ἀ­να­πτύ­ξει καί νά ἐ­νι­σχύ­σει τό Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λι­κό του ἔρ­γο στή Μο­ρα­βί­α, οἱ Πά­πες τῆς Ρώ­μης ρή­μα­ξαν τήν Ἐκ­κλη­σί­α τῶν Σλά­βων καί ἀ­πα­γό­ρευ­σαν τε­λεί­ως τήν Σλα­βο­νι­κή γλῶσ­σα γιά χί­λια ὁ­λό­κλη­ρα χρό­νια. Ὁ Ἅ­γιος Με­θό­διος πέ­θα­νε στίς 6 Ἀ­πρι­λί­ου 885 καί ἀ­μέ­σως με­τά τόν θά­να­τό του οἱ μα­θη­τές του ἐκ­δι­ώ­χθη­καν ἀ­πό τή Μο­ρα­βί­α. Πε­ρί­που 200 ἀπ᾿ αὐ­τούς που­λή­θη­καν σάν δοῦλοι, ἀλ­λά χά­ρη στήν προ­στα­σί­α πα­ρα­γόν­των τοῦ Βυ­ζαν­τί­ου ἐ­λευ­θε­ρώ­θη­καν καί τό 886 ἐγ­κα­τα­στά­θη­καν στόν Σλα­βι­κό Νό­το. Ὁ Βούλ­γα­ρος Πρίγ­κη­πας Μπο­ρίς το­ύς ὑ­πο­στή­ρι­ξε καί στήν Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κή Λει­τουρ­γι­κή δρα­στη­ρι­ό­τη­τα. Αὐ­τή ἡ δρα­στη­ρι­ό­τη­τά τους κα­τέ­στη τό θε­μέ­λιο γιά τήν πο­λι­τι­σμι­κή ἀ­νά­πτυ­ξη τῶν Σλα­βι­κῶν λα­ῶν τοῦ Νό­του καί τῆς Ἀ­να­το­λῆς.

 

2. Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΟΟΥΓΓΑΡΙΑΣ.

Ἀ­πό τά πο­λι­τι­κά κέν­τρα τῆς Με­γά­λης Μο­ρα­βί­ας ἀ­νέ­τει­λε τό φῶς τῆς Χρι­στι­α­νι­κῆς πί­στε­ως καί στό ἔ­δα­φος τῆς Ἀ­να­το­λι­κῆς Σλο­βα­κί­ας. Ἡ κλη­ρο­νο­μιά τῆς Βυ­ζαν­τι­νῆς Ἱ­ε­ρα­πο­στο­λῆς ἄ­φη­σε τή σφρα­γί­δα της στόν χα­ρα­κτή­ρα τῶν κα­τοί­κων τῆς πε­ρι­ο­χῆς αὐ­τῆς, πού ἀ­πο­κα­λεῖ­ται Ὑ­πο­καρ­πά­θια Ρου­θη­νί­α, ἐ­νῶ οἱ κά­τοι­κοί της ὀ­νο­μά­ζον­ται Ρου­θῆ­νοι[iii]. Ὑ­πάρ­χουν ἱ­στο­ρι­κές πλη­ρο­φο­ρί­ες, πού ἀ­πο­δει­κνύ­ουν ὅ­τι ἡ Ὀρ­θο­δο­ξί­α δι­α­τη­ρή­θη­κε στήν πε­ρι­ο­χή τοῦ Πρέ­σοβ καί πα­ρά τό γε­γο­νός ὅ­τι οἱ Οὔγ­γροι βα­σι­λιά­δες ἐ­πι­χει­ροῦ­σαν μέ κά­θε τρό­πο ν᾿ ἀ­φο­μοι­ώ­σουν το­ύς ντό­πιους κα­τοί­κους μέ­χρι τόν ΙΕ’ αἰ­ῶ­να[iv].

Ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α μό­λις πού ἦ­ταν ἀ­νε­κτή στήν Αὐ­στρο–Οὐγ­γα­ρί­α. Οἱ ἀ­νώ­τα­τοι κύ­κλοι της ὅ­ρι­σαν τήν ὀ­νο­μα­σί­α «Ἑλ­λη­νι­κή μή ἑ­νω­μέ­νη Ἐκ­κλη­σί­α»[v] τήν ὁ­ποί­α αὐ­τή ὄ­φει­λε νά χρη­σι­μο­ποι­εῖ στίς ἐ­πί­ση­μες σχέ­σεις της μέ τόν κρα­τι­κό μη­χα­νι­σμό. Στήν προ­σπά­θεια νά δι­α­λυ­θεῖ ἡ Ὀρ­θο­δο­ξία­ στό ἔ­δα­φος τῆς Ἀ­να­το­λι­κῆς Σλο­βα­κί­ας καί τῆς Ὑ­πο­καρ­πα­θί­ας Ρου­θη­νί­ας ἡ Κό­μησ­σα Ἄν­να Ντρουγ­κέ­το­βα τό 1646 συγ­κά­λε­σε στήν πό­λη Οὐζ­γκό­ροντ σύ­να­ξη, κε­κλει­σμέ­νων τῶν θυ­ρῶν, 63 ἀ­πό το­ύς 1300 ἱ­ε­ρεῖς καί τούς­ ἀ­να­κοί­νω­σε τήν ἐγ­κα­θί­δρυ­ση Οὐ­νί­ας μέ τή Ρώ­μη. Ἡ Οὐ­νί­α αὐ­τή με­τα­γε­νέ­στε­ρα πῆ­ρε τήν ἐ­πί­ση­μη ὀ­νο­μα­σί­α «Ἑλ­λη­νο­κα­θο­λι­κή Ἐκ­κλη­σί­α».

Ὁ λα­ός ἀ­κο­λου­θοῦ­σε ἀ­πό τή μία τήν ἀ­λη­θι­νή Ὀρ­θό­δο­ξη πί­στη του κι ἀ­πό τήν ἄλ­λη μα­χό­ταν τή δι­οι­κη­τι­κή εἰ­σα­γω­γή τῆς Οὐ­νί­ας. Ὁ Κο­ραμ­πίν­σκυ, στό λε­ξι­κό του, πού ἐκ­δό­θη­κε τό 1786, πα­ρα­θέ­τει κα­τά­λο­γο Ἐκ­κλη­σι­ῶν σέ δι­ά­φο­ρα χω­ριά τῆς Οὐγ­γα­ρί­ας. Ἀπ᾿ αὐ­τό τόν κα­τά­λο­γο προ­κύ­πτει ὅ­τι μό­νο ἕ­νας μι­κρός ἀ­ριθ­μός Ἐκ­κλη­σι­ῶν ἀ­νῆκαν στο­ύς Οὐ­νί­τες. Ἱ­στο­ρι­κά τεκ­μή­ρια δεί­χνουν ὅ­τι στό πρῶ­το ἀ­κό­μα ἥ­μι­συ τοῦ 19ου αἰ­ῶ­να ἔ­γι­νε ἔ­ρα­νος γιά τή συλ­λο­γή χρη­μά­των γιά τήν ἀ­νοι­κο­δό­μη­ση Ὀρ­θό­δο­ξου να­οῦ τῆς «Ἑλ­λη­νι­κῆς μή ἑ­νω­μέ­νης Ἐκ­κλη­σί­ας» στό χω­ριό Λί­βοβ, πού τώ­ρα βρί­σκε­ται στήν πε­ρι­ο­χή Μπαρ­ντε­γιόβ. Σέ με­ρι­κά χω­ριά τῆς Ἀ­να­το­λι­κῆς Σλο­βα­κί­ας, Ἐκ­κλη­σί­ες, πού χτί­στη­καν τόν 18ο καί 19ο αἰ­ῶ­να, κα­τα­γρά­φη­καν στήν ἀ­κί­νη­τη πε­ρι­ου­σί­α τῶν Οὐ­νι­τῶν μό­λις τό 1990.

Μο­λο­νό­τι ἀρ­γό­τε­ρα ἡ Ὀρ­θο­δο­ξί­α κα­τα­πνί­γη­κε δι­οι­κη­τι­κά, μέ­σα στόν λα­ό συ­νέ­χι­ζε νά ζεῖ. Στίς Ἱ­ε­ρές ἀ­κο­λου­θί­ες οἱ πι­στοί χρη­σι­μο­ποι­οῦ­σαν Ὀρ­θό­δο­ξα Λει­τουρ­γι­κά κεί­με­να (σ.μ. βι­βλί­α), πού εἶ­ναι ἔκ­φρα­ση τῆς Ὀρ­θό­δο­ξης πί­στης. Πρέ­πει νά ὑ­πο­γραμ­μί­σου­με ὅ­τι ἡ πα­ρά­δο­ση τῆς Λα­τι­νι­κῆς Ἐκ­κλη­σί­ας δι­είσ­δυ­σε, καί μά­λι­στα μέ πο­λύ ἀρ­γό ρυθ­μό στο­ύς Οὐ­νί­τες. Μο­να­στή­ρια, πού δι­α­δρα­μά­τι­σαν σπου­δαι­ό­τα­το ρό­λο στήν προ­ά­σπι­ση τῆς Ὀρ­θό­δο­ξης πί­στης, κα­τέ­στη­σαν πνευ­μα­τι­κά κέν­τρα. Στά Μο­να­στή­ρια ὑ­πῆρ­χαν βι­βλι­ο­θῆ­κες μέ πο­λύ­τι­μα βι­βλί­α, τά ὁ­ποῖ­α οἱ Οὐ­νί­τες κα­τά­στρε­ψαν καί ἐ­ξα­φά­νι­σαν ὁ­λό­τε­λα. Ὅ­πως τό­νι­σε ὁ Π. Ἄ­λες, «Τό Ὀρ­θό­δο­ξο Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κό σῶ­μα στήν Οὐγ­γα­ρί­α συγ­κεν­τρώ­θη­κε γύ­ρω ἀ­πό τά Μο­να­στή­ρια. Τόν 14ο ἀ­κό­μη αἰ­ῶ­να στήν Οὐγ­γα­ρί­α ὑ­πῆρ­χαν πε­ρισ­σό­τε­ρα Ἑλ­λη­νι­κά (Ὀρ­θό­δο­ξα) Μο­να­στή­ρια πα­ρά Λα­τι­νι­κά, πρᾶγ­μα πού οἱ Πά­πες τῆς Ρώ­μης ἔ­φε­ραν βα­ρέ­ως».

Ἡ Ὀρ­θο­δο­ξί­α ζοῦ­σε συ­νε­χῶς μέ­σα στό λα­ό τῆς Ἀ­να­το­λι­κῆς Σλο­βα­κί­ας. Τό πνεῦ­μα ὡ­στό­σο τῆς Ὀρ­θο­δο­ξί­ας δέν ἦ­ταν ξέ­νο οὔ­τε στό λα­ό τῆς Δυ­τι­κῆς καί τῆς μέ­σης Σλο­βα­κί­ας χά­ρη στίς προ­σπά­θει­ες τῶν ἱ­στο­ρι­κῶν, τῶν λα­ϊ­κῶν δι­α­φω­τι­στῶν καί τῶν ἐρ­γα­τῶν τοῦ πο­λι­τι­σμοῦ. Ὅ­λοι ἔ­βλε­παν στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α τό στή­ριγ­μά τους στήν ὑ­πο­στή­ρι­ξη γιά Ἐ­θνι­κή ταυ­τό­τη­τα καί γιά τή μελ­λον­τι­κή πνευ­μα­τι­κή καί ἐ­θνι­κή πρό­ο­δο τοῦ Σλο­βα­κι­κοῦ λα­οῦ. Οἱ Σλο­βά­κοι λα­ϊ­κοί δι­α­φω­τι­στές δι­α­τη­ροῦ­σαν πο­λύ ἐ­νερ­γούς (δρα­στή­ριους) δε­σμούς μέ τήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α στή Ρω­σί­α καί τή Σερ­βί­α. Οἱ Σλο­βά­κοι δι­α­φω­τι­στές συ­νερ­γά­ζον­ταν ἐ­νερ­γῶς καί μέ το­ύς Τσέ­χους ἱ­στο­ρι­κούς καί λα­ϊ­κούς δι­α­φω­τι­στές, πού ἦ­ταν συν­δε­δε­μέ­νοι μέ τήν Ὀρ­θό­δο­ξη ἀ­φύ­πνι­ση καί ἐ­πί πλέ­ον συμ­με­τεῖ­χαν στίς Ὀρ­θό­δο­ξες Ἱ­ε­ρές ἀ­κο­λου­θί­ες στήν Ἐκ­κλη­σί­α τοῦ Ἁ­γί­ου Νι­κο­λά­ου στήν Πρά­γα στήν πλα­τεί­α Στα­ρο­μέσ­τσκα­για, ἤ με­τα­γε­νέ­στε­ρα, στό Κάρ­λο­βυ Βά­ρυ, στό Μα­ριά­νσκε Λάζ­νε καί τό Φραν­τί­σκο­βυ Λάζ­νε. Τήν ἐ­πο­χή ἐ­κεί­νη συν­τά­χθη­κε καί ἡ πρώ­τη Ὀρ­θό­δο­ξη Κα­τή­χη­ση, τήν ὁ­ποί­α καί ἐ­ξέ­δω­σε γιά το­ύς πι­στούς ὁ δρ. Κά­ρολ Σλαν­τκόβ­σκυ. Στά τέ­λη τοῦ l9ου καί τίς ἀρ­χές τοῦ 20ου αἰ­ῶ­να ἀρ­χί­ζει, πρῶτ᾿ ἀπ᾿ ὅ­λα στό ἔ­δα­φος τῆς Ἀ­να­το­λι­κῆς Σλο­βα­κί­ας καί τῆς Ὑ­περ­καρ­πα­θί­ας μία Θρη­σκευ­τι­κή καί Ἐ­θνι­κή ἀ­να­γέν­νη­ση. Στή Σλο­βα­κί­α ἐ­πι­στρέ­φουν ἀ­πό τήν Ἀ­με­ρι­κή καί, με­ρι­κῶς, ἀ­πό τή Ρω­σί­α, οἱ με­τα­νά­στες («ἐ­μιγ­κρέ») πού γνώ­ρι­ζαν κα­λά τήν ἱ­στο­ρί­α τῆς Ὀρ­θό­δο­ξης Ἐκ­κλη­σί­ας, ἐ­πέ­στρε­φαν ἐ­λεύ­θε­ρα στίς γραμ­μές τῶν Ὀρ­θο­δό­ξων πι­στῶν. Στήν Ἀ­με­ρι­κή, ἕ­νας ἀ­πό το­ύς πρώ­τους πού πέ­ρα­σαν καί προ­σχώ­ρη­σαν στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α, ἦ­ταν ὁ Οὐ­νί­της ἱ­ε­ρέ­ας, πρώ­ην Κα­θη­γη­τής τοῦ Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κοῦ Δι­καί­ου τῆς Ἱ­ε­ρα­τι­κῆς Σχο­λῆς τοῦ Πρέ­σοβ Ἀ­λε­ξέ­ϊ Τότ. Ἔ­γι­νε ὁ πρω­τερ­γά­της τῆς ἐ­πι­στρο­φῆς τῶν Οὐ­νι­τῶν «ἐ­μιγ­κρέ» τῆς Ἀ­με­ρι­κῆς στήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α. Χά­ρη στήν πρω­το­βου­λί­α του πραγ­μα­το­ποι­εῖ­ται μία μα­ζι­κή ἐ­πί­ση­μη ἐ­πι­στρο­φή Σλο­βά­κων καί Ρου­θή­νων με­τα­να­στῶν στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α. Ἡ κί­νη­ση αὐ­τή με­τα­φέρ­θη­κε καί στή Σλο­βα­κί­α καί τήν Ὑ­περ­καρ­πα­θί­α.

Στίς πα­ρα­μο­νές τοῦ Α’ Παγ­κο­σμί­ου Πο­λέ­μου ὁ λα­ός ἐ­πέ­στρε­φε στήν Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α. Ἡ Κρα­τι­κή δι­οί­κη­ση τῆς Αὐ­στρο–Οὐγ­γα­ρί­ας μα­ζί μέ το­ύς ἐ­χθρούς τῆς Ὀρ­θό­δο­ξης Ἐκ­κλη­σί­ας ἔ­κα­ναν κά­θε τί τό δυ­να­τό ἔ­τσι πού στό ἔ­δα­φος τοῦ Βο­ρει­ο­α­να­το­λι­κοῦ τμή­μα­τος τῆς Αὐ­το­κρα­το­ρί­ας νά μή μπο­ρέ­σει νά ἐμ­φα­νι­στεῖ ἡ Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α. Φο­βόν­του­σαν τή μα­ζι­κή ἐ­πι­στρο­φή στήν Ὀρ­θο­δο­ξί­α. Σέ σχέ­ση μ᾿ αὐ­τό, τό 1913–14 συγ­κρο­τή­θη­κε ἡ δί­κη Μαρ­μα­ρο­σιγ­κό­τσκυ, στήν ὁ­ποί­α κα­τη­γο­ρή­θη­καν γιά προ­δο­σί­α τῆς Πα­τρί­δας Ὀρ­θό­δο­ξοι πι­στοί πού ἔ­φερ­ναν ἀ­πό τή Ρω­σί­α βι­βλί­α Λει­τουρ­γι­κά καί Θε­ο­λο­γι­κά, ἐγ­κα­τέ­λει­παν τίς γραμ­μές τῶν Οὐ­νι­τῶν καί συγ­κρο­τοῦ­σαν δι­κή τους Ὀρ­θό­δο­ξη Κοι­νό­τη­τα. Τό 1914, στήν πό­λη Γκόρ­λι­τσα ἐ­κτε­λέ­στη­κε χω­ρίς δί­κη ὁ Ὀρ­θό­δο­ξος ἱ­ε­ρέ­ας Μα­ξίμ Σάν­το­βιτς, τόν ὁ­ποῖ­ο ἡ Πο­λω­νι­κή Ὀρ­θό­δο­ξη Ἐκ­κλη­σί­α ἀ­να­γνώ­ρι­σε ὡς Ἱε­ρο­μάρ­τυ­ρα τό 1994.

 

 

 

 

Ση­μει­ώ­σεις



[i] Λε­πτο­με­ρῶς βλ. Jubilejní sbornik k 1100. výročí smrti sv. Metoděje, arcibiskupa Velké Moravy, Praha 1985.

[ii] Βλ. TKÁČ, P., Ako veľký cisár Konštantín, «Odkaz sv. Cyrila a Metoda», 5, Prešov 1994, σελ. 131.

[iii] Βλ. ΖΟΖΟΥΛΑΚ, Ι., Ρου­θῆ­νοι, μί­α ἄ­γνω­στη καί κα­τα­πι­ε­σμέ­νη μει­ο­νό­τη­τα, «Χρι­στι­α­νι­κή», 14 Ἰ­α­νου­α­ρί­ου, 1993, σελ. 2–3.

[iv] Βλ. ΠΟΥΛΕΤΣ, Χ., Ἱ­στο­ρί­α τῆς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας τῆς Τσε­χοσ­λο­βα­κί­ας κα­τά τό ΙΘ’ καί Κ’ αἰ­ῶ­να, Ἀ­θῆ­ναι 1986, σελ. 38–39.

[v] Griechisch nicht unirte Kirche. Pozri Pravoslávna cirkev na Slovensku – Dejinný prehľad, Mimoriadná príloha časopisu Odkaz sv. Cyrila a Metoda 1996, σελ. 12.

 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα