prof. ThDr. π. Ἰωάννη Ζόζουλακ, PhD.
Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Πρέσοβ, Σλοβακία
1. Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΜΟΡΑΒΙΑΣ – Ο ΕΚΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΛΑΒΩΝ.
Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί στή Σλοβακία ἔχουν ὡς πατρίδα τους μία ὄμορφη χώρα στήν Κεντρική Εὐρώπη πού ὀνομάζεται «ἡ Καρδιά τῆς Εὐρώπης». Μέ τά Βαλκάνια τούς συνδέει ἡ Ὀρθόδοξη πίστη καί ἡ Ἐκκλησιαστική καί Ἁγιοπατερική Παράδοση. Ὅλα αὐτά τούς τά ἔφεραν οἱ Ἅγιοι Ἰσαπόστολοι Κύριλλος καί Μεθόδιος[i], οἱ κήρυκες αὐτοί τῆς Ὀρθοδοξίας στήν Κεντρική Εὐρώπη πού –χάρη στίς προσπάθειες τοῦ Πρίγκηπα Ραστισλάβ– ἦρθαν στή Μεγάλη Μοραβία γιά νά δώσουν στούς Σλάβους τό Εὐαγγέλιο καί τά Λειτουργικά κείμενα στή δική τους (τῶν Σλάβων) γλῶσσα.
Γιά τούς Σλάβους ὁ Ραστισλάβ ἔχει τόσο μεγάλη σημασία ὅση εἶχε γιά τούς Χριστιανούς τῶν πρῶτων αἰώνων ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος, ὄχι μόνο γιατί βοήθησε τούς Σλάβους νά κατανοήσουν τόν λόγο τοῦ Θεοῦ στήν μητρική τους γλῶσσα, ἀλλά καί τούς ἔσωσε ἀπό τόν κίνδυνο τοῦ ἐκγερμανισμοῦ. Πάντοτε οἱ Γερμανοί, χρησιμοποιῶντας τό ξίφος καί τό Σταυρό, ἐπεξέτειναν τά ἐδάφη τους πρός Ἀνατολάς. Γι᾿ αὐτό καί ὁ Μέγας καί Σοφός Ραστισλάβ παρακάλεσε τόν Αὐτοκράτορα τοῦ Βυζαντίου νά στείλει Ἱεραποστόλους πού θά διέδιδαν τή Χριστιανική πίστη μονάχα μέ τή βοήθεια τοῦ Σταυροῦ. Ὁ Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου Μιχαήλ Γ’ ἀνταποκρίθηκε θετικά στήν παράκληση τοῦ Ραστισλάβ καί ἔδωσε ἐντολή νά συγκροτηθεῖ ἡ Ἱεραποστολή τῶν ἔμπειρων ἀδελφῶν Κυρίλλου καί Μεθοδίου τῶν Θεσσαλονικέων.
Κύριο ρόλο στήν ἐπιλογή καί προετοιμασία τῶν Ἱεραποστόλων διαδραμάτισε ὁ Πατριάρχης Φώτιος, πού ἦταν ὁ Πνευματικός πατέρας τῆς Βυζαντινῆς Ἱεραποστολῆς ἀνάμεσα στούς Σλάβους. Ἀκόμα πρίν ἀπό τήν ἀναχώρησή του στή Μεγάλη Μοραβία ὁ Κύριλλος, χρησιμοποιῶντας σάν βάση τήν Ἑλληνική γλῶσσα, δημιούργησε τή Σλαβική γραμματεία καί μετέφρασε στή Σλαβική γλῶσσα τά πιό σημαντικά Λειτουργικά βιβλία. Τό γεγονός αὐτό καταγράφηκε στήν ἱστορία μέ χρυσά γράμματα.
Μέ τόν ἐρχομό τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καί Μεθοδίου στήν Μεγάλη Μοραβία συνδέεται καί ἡ ἐμφάνιση νέων Ἱερῶν ναῶν καί ἡ γένεση τῆς πρώτης Θεολογικῆς Σχολῆς. Σ᾿ αὐτή τήν τελευταία ἄρχισε ἡ σπουδή τῆς Θεολογίας καί τῆς Φιλοσοφίας καί ἀναπτυσσόταν μία ἐνεργός μεταφραστική δραστηριότητα. Οἱ ἐπιτυχίες τῆς Βυζαντινῆς ἀποστολῆς δέν ἄρεσαν στούς Γερμανούς Λατίνους ἱερεῖς, πού δέν μποροῦσαν νά ἐπαναπαύονται μέ τό γεγονός ὅτι οἱ Σλάβοι τελοῦσαν τή Θεία λειτουργία στή Σλαβονική γλῶσσα. Γι᾿ αὐτό τόν λόγο, τό 864 ὁ Γερμανός βασιλιάς Λουδοβίκος[ii] ὀργάνωσε –μέ τήν εὐλογία τοῦ Πάπα Νικολάου Α’– στρατιωτική ἐκστρατεία κατά τῆς Μεγάλης Μοραβίας.
Σάν ἀποτέλεσμα, οἱ Γερμανοί Πρίγκηπες πέτυχαν τούς σκοπούς τους. Ὁ Σβάτοπλουκ παρέδωσε τόν Ραστισλάβ καί οἱ Γερμανοί τόν τύφλωσαν καί τόν καταδίκασαν σέ θάνατο ἐνῶ ἦταν ἔγκλειστος στή φυλακή. Μετά τόν θάνατο τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου, πρώτου Ἀρχιεπισκόπου τῆς Μεγάλης Μοραβίας, ἡ ἕδρα (του), μέ τήν εὐλογία τοῦ Πάπα τῆς Ρώμης πέρασε στά χέρια τοῦ Ἐπισκόπου Νίτρας Βίχιγκ, ὁ ὁποῖος καί ἔδιωξε ἀπό τή χώρα ὅλους τούς μαθητές τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καί Μεθοδίου. Μετά τόν θάνατο τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου, ὁ ὁποῖος καί κατόρθωσε νά ἀναπτύξει καί νά ἐνισχύσει τό Ἱεραποστολικό του ἔργο στή Μοραβία, οἱ Πάπες τῆς Ρώμης ρήμαξαν τήν Ἐκκλησία τῶν Σλάβων καί ἀπαγόρευσαν τελείως τήν Σλαβονική γλῶσσα γιά χίλια ὁλόκληρα χρόνια. Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος πέθανε στίς 6 Ἀπριλίου 885 καί ἀμέσως μετά τόν θάνατό του οἱ μαθητές του ἐκδιώχθηκαν ἀπό τή Μοραβία. Περίπου 200 ἀπ᾿ αὐτούς πουλήθηκαν σάν δοῦλοι, ἀλλά χάρη στήν προστασία παραγόντων τοῦ Βυζαντίου ἐλευθερώθηκαν καί τό 886 ἐγκαταστάθηκαν στόν Σλαβικό Νότο. Ὁ Βούλγαρος Πρίγκηπας Μπορίς τούς ὑποστήριξε καί στήν Ἐκκλησιαστική Λειτουργική δραστηριότητα. Αὐτή ἡ δραστηριότητά τους κατέστη τό θεμέλιο γιά τήν πολιτισμική ἀνάπτυξη τῶν Σλαβικῶν λαῶν τοῦ Νότου καί τῆς Ἀνατολῆς.
2. Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΟ–ΟΥΓΓΑΡΙΑΣ.
Ἀπό τά πολιτικά κέντρα τῆς Μεγάλης Μοραβίας ἀνέτειλε τό φῶς τῆς Χριστιανικῆς πίστεως καί στό ἔδαφος τῆς Ἀνατολικῆς Σλοβακίας. Ἡ κληρονομιά τῆς Βυζαντινῆς Ἱεραποστολῆς ἄφησε τή σφραγίδα της στόν χαρακτήρα τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς αὐτῆς, πού ἀποκαλεῖται Ὑποκαρπάθια Ρουθηνία, ἐνῶ οἱ κάτοικοί της ὀνομάζονται Ρουθῆνοι[iii]. Ὑπάρχουν ἱστορικές πληροφορίες, πού ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία διατηρήθηκε στήν περιοχή τοῦ Πρέσοβ καί παρά τό γεγονός ὅτι οἱ Οὔγγροι βασιλιάδες ἐπιχειροῦσαν μέ κάθε τρόπο ν᾿ ἀφομοιώσουν τούς ντόπιους κατοίκους μέχρι τόν ΙΕ’ αἰῶνα[iv].
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μόλις πού ἦταν ἀνεκτή στήν Αὐστρο–Οὐγγαρία. Οἱ ἀνώτατοι κύκλοι της ὅρισαν τήν ὀνομασία «Ἑλληνική μή ἑνωμένη Ἐκκλησία»[v] τήν ὁποία αὐτή ὄφειλε νά χρησιμοποιεῖ στίς ἐπίσημες σχέσεις της μέ τόν κρατικό μηχανισμό. Στήν προσπάθεια νά διαλυθεῖ ἡ Ὀρθοδοξία στό ἔδαφος τῆς Ἀνατολικῆς Σλοβακίας καί τῆς Ὑποκαρπαθίας Ρουθηνίας ἡ Κόμησσα Ἄννα Ντρουγκέτοβα τό 1646 συγκάλεσε στήν πόλη Οὐζγκόροντ σύναξη, κεκλεισμένων τῶν θυρῶν, 63 ἀπό τούς 1300 ἱερεῖς καί τούς ἀνακοίνωσε τήν ἐγκαθίδρυση Οὐνίας μέ τή Ρώμη. Ἡ Οὐνία αὐτή μεταγενέστερα πῆρε τήν ἐπίσημη ὀνομασία «Ἑλληνοκαθολική Ἐκκλησία».
Ὁ λαός ἀκολουθοῦσε ἀπό τή μία τήν ἀληθινή Ὀρθόδοξη πίστη του κι ἀπό τήν ἄλλη μαχόταν τή διοικητική εἰσαγωγή τῆς Οὐνίας. Ὁ Κοραμπίνσκυ, στό λεξικό του, πού ἐκδόθηκε τό 1786, παραθέτει κατάλογο Ἐκκλησιῶν σέ διάφορα χωριά τῆς Οὐγγαρίας. Ἀπ᾿ αὐτό τόν κατάλογο προκύπτει ὅτι μόνο ἕνας μικρός ἀριθμός Ἐκκλησιῶν ἀνῆκαν στούς Οὐνίτες. Ἱστορικά τεκμήρια δείχνουν ὅτι στό πρῶτο ἀκόμα ἥμισυ τοῦ 19ου αἰῶνα ἔγινε ἔρανος γιά τή συλλογή χρημάτων γιά τήν ἀνοικοδόμηση Ὀρθόδοξου ναοῦ τῆς «Ἑλληνικῆς μή ἑνωμένης Ἐκκλησίας» στό χωριό Λίβοβ, πού τώρα βρίσκεται στήν περιοχή Μπαρντεγιόβ. Σέ μερικά χωριά τῆς Ἀνατολικῆς Σλοβακίας, Ἐκκλησίες, πού χτίστηκαν τόν 18ο καί 19ο αἰῶνα, καταγράφηκαν στήν ἀκίνητη περιουσία τῶν Οὐνιτῶν μόλις τό 1990.
Μολονότι ἀργότερα ἡ Ὀρθοδοξία καταπνίγηκε διοικητικά, μέσα στόν λαό συνέχιζε νά ζεῖ. Στίς Ἱερές ἀκολουθίες οἱ πιστοί χρησιμοποιοῦσαν Ὀρθόδοξα Λειτουργικά κείμενα (σ.μ. βιβλία), πού εἶναι ἔκφραση τῆς Ὀρθόδοξης πίστης. Πρέπει νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι ἡ παράδοση τῆς Λατινικῆς Ἐκκλησίας διείσδυσε, καί μάλιστα μέ πολύ ἀργό ρυθμό στούς Οὐνίτες. Μοναστήρια, πού διαδραμάτισαν σπουδαιότατο ρόλο στήν προάσπιση τῆς Ὀρθόδοξης πίστης, κατέστησαν πνευματικά κέντρα. Στά Μοναστήρια ὑπῆρχαν βιβλιοθῆκες μέ πολύτιμα βιβλία, τά ὁποῖα οἱ Οὐνίτες κατάστρεψαν καί ἐξαφάνισαν ὁλότελα. Ὅπως τόνισε ὁ Π. Ἄλες, «Τό Ὀρθόδοξο Ἐκκλησιαστικό σῶμα στήν Οὐγγαρία συγκεντρώθηκε γύρω ἀπό τά Μοναστήρια. Τόν 14ο ἀκόμη αἰῶνα στήν Οὐγγαρία ὑπῆρχαν περισσότερα Ἑλληνικά (Ὀρθόδοξα) Μοναστήρια παρά Λατινικά, πρᾶγμα πού οἱ Πάπες τῆς Ρώμης ἔφεραν βαρέως».
Ἡ Ὀρθοδοξία ζοῦσε συνεχῶς μέσα στό λαό τῆς Ἀνατολικῆς Σλοβακίας. Τό πνεῦμα ὡστόσο τῆς Ὀρθοδοξίας δέν ἦταν ξένο οὔτε στό λαό τῆς Δυτικῆς καί τῆς μέσης Σλοβακίας χάρη στίς προσπάθειες τῶν ἱστορικῶν, τῶν λαϊκῶν διαφωτιστῶν καί τῶν ἐργατῶν τοῦ πολιτισμοῦ. Ὅλοι ἔβλεπαν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τό στήριγμά τους στήν ὑποστήριξη γιά Ἐθνική ταυτότητα καί γιά τή μελλοντική πνευματική καί ἐθνική πρόοδο τοῦ Σλοβακικοῦ λαοῦ. Οἱ Σλοβάκοι λαϊκοί διαφωτιστές διατηροῦσαν πολύ ἐνεργούς (δραστήριους) δεσμούς μέ τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στή Ρωσία καί τή Σερβία. Οἱ Σλοβάκοι διαφωτιστές συνεργάζονταν ἐνεργῶς καί μέ τούς Τσέχους ἱστορικούς καί λαϊκούς διαφωτιστές, πού ἦταν συνδεδεμένοι μέ τήν Ὀρθόδοξη ἀφύπνιση καί ἐπί πλέον συμμετεῖχαν στίς Ὀρθόδοξες Ἱερές ἀκολουθίες στήν Ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Νικολάου στήν Πράγα στήν πλατεία Σταρομέστσκαγια, ἤ μεταγενέστερα, στό Κάρλοβυ Βάρυ, στό Μαριάνσκε Λάζνε καί τό Φραντίσκοβυ Λάζνε. Τήν ἐποχή ἐκείνη συντάχθηκε καί ἡ πρώτη Ὀρθόδοξη Κατήχηση, τήν ὁποία καί ἐξέδωσε γιά τούς πιστούς ὁ δρ. Κάρολ Σλαντκόβσκυ. Στά τέλη τοῦ l9ου καί τίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα ἀρχίζει, πρῶτ᾿ ἀπ᾿ ὅλα στό ἔδαφος τῆς Ἀνατολικῆς Σλοβακίας καί τῆς Ὑπερκαρπαθίας μία Θρησκευτική καί Ἐθνική ἀναγέννηση. Στή Σλοβακία ἐπιστρέφουν ἀπό τήν Ἀμερική καί, μερικῶς, ἀπό τή Ρωσία, οἱ μετανάστες («ἐμιγκρέ») πού γνώριζαν καλά τήν ἱστορία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἐπέστρεφαν ἐλεύθερα στίς γραμμές τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Στήν Ἀμερική, ἕνας ἀπό τούς πρώτους πού πέρασαν καί προσχώρησαν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἦταν ὁ Οὐνίτης ἱερέας, πρώην Καθηγητής τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Δικαίου τῆς Ἱερατικῆς Σχολῆς τοῦ Πρέσοβ Ἀλεξέϊ Τότ. Ἔγινε ὁ πρωτεργάτης τῆς ἐπιστροφῆς τῶν Οὐνιτῶν «ἐμιγκρέ» τῆς Ἀμερικῆς στήν Ὀρθοδοξία. Χάρη στήν πρωτοβουλία του πραγματοποιεῖται μία μαζική ἐπίσημη ἐπιστροφή Σλοβάκων καί Ρουθήνων μεταναστῶν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ κίνηση αὐτή μεταφέρθηκε καί στή Σλοβακία καί τήν Ὑπερκαρπαθία.
Στίς παραμονές τοῦ Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ὁ λαός ἐπέστρεφε στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἡ Κρατική διοίκηση τῆς Αὐστρο–Οὐγγαρίας μαζί μέ τούς ἐχθρούς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ἔκαναν κάθε τί τό δυνατό ἔτσι πού στό ἔδαφος τοῦ Βορειοανατολικοῦ τμήματος τῆς Αὐτοκρατορίας νά μή μπορέσει νά ἐμφανιστεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Φοβόντουσαν τή μαζική ἐπιστροφή στήν Ὀρθοδοξία. Σέ σχέση μ᾿ αὐτό, τό 1913–14 συγκροτήθηκε ἡ δίκη Μαρμαροσιγκότσκυ, στήν ὁποία κατηγορήθηκαν γιά προδοσία τῆς Πατρίδας Ὀρθόδοξοι πιστοί πού ἔφερναν ἀπό τή Ρωσία βιβλία Λειτουργικά καί Θεολογικά, ἐγκατέλειπαν τίς γραμμές τῶν Οὐνιτῶν καί συγκροτοῦσαν δική τους Ὀρθόδοξη Κοινότητα. Τό 1914, στήν πόλη Γκόρλιτσα ἐκτελέστηκε χωρίς δίκη ὁ Ὀρθόδοξος ἱερέας Μαξίμ Σάντοβιτς, τόν ὁποῖο ἡ Πολωνική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀναγνώρισε ὡς Ἱερομάρτυρα τό 1994.
Σημειώσεις
[i] Λεπτομερῶς βλ. Jubilejní sbornik k 1100. výročí smrti sv. Metoděje, arcibiskupa Velké Moravy, Praha 1985.
[ii] Βλ. TKÁČ, P., Ako veľký cisár Konštantín, «Odkaz sv. Cyrila a Metoda», 5, Prešov 1994, σελ. 131.
[iii] Βλ. ΖΟΖΟΥΛΑΚ, Ι., Ρουθῆνοι, μία ἄγνωστη καί καταπιεσμένη μειονότητα, «Χριστιανική», 14 Ἰανουαρίου, 1993, σελ. 2–3.
[iv] Βλ. ΠΟΥΛΕΤΣ, Χ., Ἱστορία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Τσεχοσλοβακίας κατά τό ΙΘ’ καί Κ’ αἰῶνα, Ἀθῆναι 1986, σελ. 38–39.
[v] Griechisch nicht unirte Kirche. Pozri Pravoslávna cirkev na Slovensku – Dejinný prehľad, Mimoriadná príloha časopisu Odkaz sv. Cyrila a Metoda 1996, σελ. 12.