Ἀρχιμ. Νικοδήμου Κανσίζογλου
Ἱεροκήρυκος Ἱ. Μητροπόλεως Ἐδέσσης
Α. ΑΛΛΗΛΟΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ Ή ΑΛΛΗΛΟΫΠΟΝΟΜΕΥΣΗ;
1. Στὴν Α΄ Κορινθ. Ἐπιστολὴ στὸ ιβ΄ κεφ. βλέπουμε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο νὰ ἀντιμετωπίζει ἕνα σοβαρὸ θέμα πού, θὰ πρέπει νὰ παραδεχθοῦμε, μέχρι σήμερα κατὰ τὴ ροὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς καὶ τῆς ἐθνικῆς μας ἱστορίας δὲν ἔπαυσε νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ καὶ νὰ μᾶς πληγώνει, ἐνίοτε καὶ θανάσιμα. Στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου εἶχαν δημιουργηθεῖ «μερίδες» (σήμερα θὰ λέγαμε φατρίες, κλίκες) κάθε μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἔδειχνε θαυμασμὸ καὶ ἐκτίμηση σὲ ἕναν ἀπόστολο ποὺ τὸν θεωροῦσε ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος προσπάθησε νὰ καταπολεμήσει τὴ διάσπαση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου. Μία ἀπὸ τὶς βασικές του θέσεις ἦταν ὅτι, ὅπου βλέπουμε νὰ ὑπάρχουν μερίδες, προτιμήσεις καὶ ἀπολυτοποιήσεις προσώπων, ἐκεῖ ὑπάρχει μεγάλη πνευματικὴ ἀνωριμότητα. Τέτοιοι ἄνθρωποι δὲν εἶναι ἱκανοὶ νὰ δεχθοῦν ἀνώτερη πνευματικὴ κλήση καὶ νὰ προοδεύσουν.
2. Ἄλλο ζήτημα ποὺ ἀντιμετώπισε ὁ Ἀπ. Παῦλος, συναφὲς μὲ τὸ παραπάνω, στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου καὶ τὸ διευθετεῖ στὰ κεφ. 12-14 τῆς Α΄ Κορ. εἶναι τὸ σχετικὸ μὲ τὰ χαρίσματα. Μεταξὺ τῶν χριστιανῶν τῆς Κορίνθου ὑπῆρχαν διαφορὲς στὶς προτιμήσεις τῶν πνευματικῶν χαρισμάτων. Ἔτσι ὁ ἕνας ὑποτιμοῦσε τὸν ἄλλο ἐξαίροντας τὸ χάρισμα τῆς προτίμησής του ἢ τῆς κατοχῆς του. Ὁ Ἀπ. Παῦλος παρουσίασε στὴ διδασκαλία του τὴν Ἐκκλησία ὡς τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔχει πολλὰ μέλη. Κάθε μέλος δὲν μπορεῖ νὰ αὐτονομηθεῖ καὶ νὰ καταστεῖ αὐτοδύναμο. Ὑπάρχει ἰσχυρὴ ἀλληλεξάρτηση μεταξὺ τῶν μελῶν τοῦ σώματος.
3. Καθόλου δὲν θὰ σφάλαμε, ἂν λέγαμε ὅτι ἡ ἐκκοσμικευμένη κοινωνία μας σήμερα εὐνοεῖ τὸν διαχωρισμό, τὴ διαμερισματοποίηση τῶν ἀνθρώπων σὲ διάφορες κλίκες, φατρίες ἡ γκέτο (ἀπομονωμένες καὶ στεγανὲς ὁμάδες). Ὑπάρχουν διάφορα γκέτο: πολιτικά, πολιτιστικά, ἴσως καὶ θρησκευτικὰ ποὺ ἀποτελοῦν ἀποδείξεις τῆς πνευματικῆς, κοινωνικῆς, ἐθνικῆς καὶ πολιτισμικῆς μας ἀνωριμότητας. Τὸ κάθε μέλος τέτοιων ὁμάδων πιστεύει ἀκλόνητα ὅτι μόνο ἡ δική του ὁμάδα ἔχει τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀρετή, ἐνῷ ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι πλανεμένοι, ἰδιοτελεῖς, ἀνίκανοι, ἀκάθαρτοι. Πρόκειται γιὰ μία διαστροφὴ στὴν ὁποία ἔχουμε ἐνδώσει πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς. Ἂν ἀκούσουμε μία γνώμη διαφορετικὴ ἀπὸ τὴ δική μας, ὄχι μόνον ἀπορρίπτουμε αὐτὸν ποὺ τὴν ἐκφράζει, ἀλλὰ καὶ τὸν καθιστοῦμε αὐτόχρημα ἐχθρό μας. Συνήθως ἡ ἱερή μας ἀγανάκτηση γιὰ τὴ διαφθορὰ τῶν ἄλλων εἶναι ἕνας εὔσχημος τρόπος γιὰ νὰ καθιερώσουμε τὴ δική μας ἁγιότητα καὶ ἐξυπνάδα καὶ βεβαίως εἶναι συνέπεια τῆς ἀπουσίας τῆς αὐτογνωσίας. Ὅταν ἔχουμε αὐτογνωσία καὶ βλέπουμε τὶς ἐλλείψεις μας, ἀποκτοῦμε ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη τὴν ἀκολουθεῖ πάντοτε ἡ ἐπιείκεια γιὰ τοὺς ἄλλους : «Ἀκολουθεῖ δὲ τὴν ταπεινοφροσύνη ἡ ἐπιείκεια» γράφει ὁ ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος.
* * *
Β. ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ.
1. Ὁ ὥριμος πνευματικὰ ἄνθρωπος κρίνεται ἀπὸ τὸ ἂν μπορεῖ νὰ ξεπεράσει τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν κόσμο του προσβλέποντας στὸ κοινὸ πνευματικὸ συμφέρον. Δὲν θεωρεῖ τὴ δική του γνώμη ἢ προσφορά, ἢ συμμετοχὴ στὴν οἰκογένεια ἢ στὴν Ἐκκλησία ἢ στὴν κοινωνία ἡ στὴν πατρίδα του ὡς τὴ μοναδικὴ καὶ ἀποκλειστικὰ καρποφόρα. Εἶναι αὐτὸς ποὺ μπορεῖ νὰ ταπεινώσει (ὄχι νὰ ἀρνηθεῖ) τὸν δικό του πλοῦτο, τὸ δικό του πρόγραμμα, τὴ δική του δύναμη, προκειμένου νὰ βοηθήσει, νὰ προσλάβει τὸν πλησίον στὴ ζωὴ τῆς ἀγάπης δηλαδὴ στὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Ὥριμος δηλαδὴ εἶναι αὐτὸς ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει ὅ,τι ἔκανε καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ: ἀπὸ πολλὴ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο ἄφησε τὸν οὐρανὸ καὶ ἐνδύθηκε τὴν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση γιὰ νὰ τὴν ἀνορθώσει καὶ πάλι στὸ ὕψος τοῦ θείου προορισμοῦ της.
2. Οἱ γνήσιοι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ἀποτελοῦν γιὰ μᾶς παραδείγματα βαθειᾶς πνευματικῆς ὡριμότητας. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι ὅσο προχωροῦν στὴν ἁγιότητα, τόσο περισσότερο συγκαταβαίνουν στὶς ἀδυναμίες τῶν συνανθρώπων τους. Ὁ ἀνώριμος, ποὺ δὲν ἔχει ὡραιοποιήσει πνευματικὰ τὴν ὕπαρξή του εἶναι τὶς περισσότερες φορὲς ἄτεγκτος, ἀνυποχώρητος, ἀπαιτητικός, ἀσυγκατάβατος. Ὅσο περισσότερη ὡριμότητα ἔχει κάποιος, τόση περισσότερη συγκατάβαση καὶ ἀλληλουποδοχή. Τέτοιος ὑπῆρξε ὁ Γέρων Παΐσιος. Εἶναι χαρακτηριστικὰ τὰ λόγια του: «Ὅλοι χρειάζονται στὴν Ἐκκλησία. Ὁ ἕνας συμπληρώνει τὸν χαρακτήρα τοῦ ἄλλου καὶ ὅλοι εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἀνεχώμαστε ὄχι μόνον τὸν πνευματικὸ χαρακτήρα τοῦ ἄλλου, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὶς ἀδυναμίες ποὺ ἔχει σὰν ἄνθρωπος. Νὰ μὴ θέλουμε νὰ βάλουμε ὅλον τὸν κόσμο στὸ δικό μας καλούπι. Ὁ καθένας ἔχει τὸ δικό του. Νὰ παραβλέπουμε καὶ μερικά, ὅταν δὲν βλάπτουν. Νὰ μὴν ἔχουμε, λοιπόν, ἀπαιτήσεις παράλογες ἀπὸ τοὺς ἄλλους».
3. Ἀρκετοί, μὲ περισσὴ ἀνωριμότητα, νομίζουν ὅτι ὁ δρόμος γιὰ νὰ συναντήσουμε τὸν Θεὸ εἶναι ἕνας καὶ μοναδικὸς (ὡς συνήθως ἐννοοῦν τὸν δικό τους). Ἔτσι, ἀπελπίζουν τοὺς συνανθρώπους τους ποὺ δὲν μποροῦν νὰ μετέλθουν τὸν ἴδιο δρόμο δηλαδὴ τὸν ἴδιο τρόπο πνευματικοῦ ἀγώνα. Οἱ Πατέρες μας, ὅμως, μᾶς λένε ὅτι ὁ ἀγαθὸς Θεός μας ἀπὸ φιλανθρωπία ἔτεμε, δηλαδὴ χάραξε πολλοὺς δρόμους ποὺ ὁδηγοῦν σὲ Αὐτόν, ὥστε ὁ καθένας μας νὰ παίρνει αὐτὸν ποὺ τὸν βοηθάει περισσότερο. Ἕνας ἀδελφὸς ρώτησε τὸν ἀββᾶ Νισθερῶο ποιὸ ἔργο θεωρεῖ καλὸ ποὺ πρέπει νὰ κάνει. Καὶ ὁ ἀββᾶς ἀπάντησε: «Ὅλες οἱ ἀρετὲς εἶναι ἰσοδύναμες. Ἡ Ἁγία Γραφὴ λέει ὅτι ὁ Ἀβραὰμ ἦταν φιλόξενος καὶ εἶχε τὸν Θεὸ μαζί του. Ὁ Ἠλίας ἀγαποῦσε τὴν ἡσυχία καὶ ὁ Θεὸς ἦταν μαζί του. Ὁ Δαβὶδ ἦταν πράος καὶ ὁ Θεὸς ἦταν μαζί του. Ὅ,τι λοιπὸν καταλαβαίνεις νὰ θέλει ἡ ψυχή σου ποὺ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, αὐτὸ κάνε».
* * *
Γ. ΕΝΑΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ ΙΣΟΝ ΚΑΝΕΝΑΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ,
ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΙΣΟΝ ΚΑΝΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.
1. Πολλοὶ νομίζουν πὼς μποροῦν νὰ ζοῦν πνευματικὴ ζωὴ μὲ ἕναν τρόπο ἀτομικό, ξεχωρισμένοι ἀπὸ τοὺς συνανθρώπους τους. Μετατρέπουν τὸν χριστιανισμὸ σὲ ναρκισσιστικὸ ἐσωτερισμό. Εἶναι ὀπαδοὶ τοῦ δόγματος «ὁ σώζων ἑαυτὸν σωθείτω». Σφάλλουν, ὅμως, τραγικά, διότι τὸν Χριστὸ τὸν συναντοῦμε, ὅταν συναντήσουμε τὸν πλησίον καὶ ὄχι μόνοι μας. Ὁ ἀρχιμ. Σωφρόνιος (Σαχάρωφ) λέει: «Νὰ ζοῦμε τὸν Χριστὸ μόνοι καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό μας, σὲ διάσταση ἀπὸ τοὺς ἄλλους, σημαίνει νὰ ζοῦμε τὴν ἀνεπάρκεια τοῦ ἀνθρωπίνου ὄντος γιὰ τὴ χριστιανικὴ ζωή. Ἀντιθέτως, ὅταν δυό, τρεῖς, τέσσερες ἢ περισσότεροι συνθροίζονται γιὰ τὸν ἴδιο σκοπό, ἡ δύναμη τοῦ καθενὸς πολλαπλασιάζεται στὸ ἄπειρο. Λέει ἡ Γραφή: «Οὐαὶ τῷ ἐνί». Ἀπεναντίας οἱ δύο μποροῦν ἤδη νὰ εἶναι ἀκλόνητοι».
2. Σήμερα λέμε πὼς διερχόμαστε δύσκολες στιγμὲς γιὰ τὸ Ἔθνος μας μέχρι τραγικότητος. Καὶ βλέπουμε νὰ γίνονται ἢ νὰ προτείνονται ἀπέλπιδες λύσεις γιὰ διέξοδο. Λίγοι προτείνουν γιὰ νὰ ἐφαρμόσουν ἄλλοι λιγότεροι, διότι οἱ πολλοὶ εἶναι σήμερα ἀδύναμοι. Κάποιοι ἐπαίρονται καὶ κάποιοι καταπιέζονται. Ἔτσι, ἡ ἀπελπισία τείνει νὰ βασιλεύσει. Ὁ Στρατηγὸς Μακρυγιάννης, ἔξοχο παράδειγμα ὡριμότητος ἐθνικῆς καὶ θρησκευτικῆς, μᾶς διδάσκει ἕναν ἄριστο τρόπο κοινοτικοῦ καὶ ἐθνικοῦ τρόπου ἀγώνα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν προκοπή: «…καὶ ὅταν εἶναι ὁ καθεὶς ἀδύνατος εἰς ἕνα πράμα καὶ μόνος του δὲν μπορεῖ νὰ πάρη τὸ βάρος καὶ παίρνει καὶ τοὺς ἄλλους καὶ βοηθοῦν, τότε νὰ μὴν φαντάζεται νὰ λέγη ὁ αἴτιος ἐγώ· νὰ λέγη ἐμεῖς. Ὅτι βάναμε ὅλοι τὶς πλάτες, ὄχι ἕνας…Τὸ λοιπὸν δουλέψαμε ὅλοι ἐμεῖς…καὶ νὰ μὴν λέγη ὁ δυνατὸς ἐγώ, οὔτε ὁ ἀδύνατος. Εἴμαστε εἰς τὸ ἐμεῖς κι ὄχι εἰς τὸ ἐγώ».
3. Ἂν θέλουμε νὰ ἔχουμε ὑγιῆ πνευματική, ἐκκλησιαστικὴ καὶ κοινωνικὴ ζωή, πρέπει νὰ ἰσχύει στὴ ζωή μας τὸ δόγμα τῆς Χαλκηδόνος, σύμφωνα μὲ τὸ ὁποῖο στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἑνώθηκαν ἀδιαιρέτως καὶ ἀσυγχύτως οἱ δυὸ φύσεις, θεία καὶ ἀνθρώπινη. Αὐτὸ πρέπει νὰ συμβαίνει καὶ στὰ ἀνθρώπινα: στὴν οἰκογένεια, στὴν κοινωνία, στὴν Ἐκκλησία. Νὰ εἴμαστε ἑνωμένοι ἀδιαιρέτως δηλαδὴ νὰ μὴν μποροῦμε ὁ ἕνας χωρὶς τὸν ἄλλον, νὰ αἰσθανόμαστε βαθιὰ τὴν ἀνάγκη τῆς συνάντησης καὶ τῆς ἀλληλοεξάρτησης μὲ τὸν συνάνθρωπο. Ἔτσι, θὰ νικήσουμε τὴν ἀδυναμία τοῦ ἑνός, τὸν κατακερματισμό, τὴν ἀπομόνωση καὶ κάθε εἶδος ναρκισσισμοῦ. Ἡ ἕνωσή μας, ὅμως, αὐτὴ νὰ γίνεται καὶ ἀσυγχύτως, δηλαδὴ νὰ μὴν καταπίνει ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, νὰ μὴν ἀλληλοκαταργούμαστε, νὰ μὴ σβήνει μία φτωχὴ ὕπαρξη μπρὸς στὸν πλοῦτο μιᾶς ἄλλης. Ἔτσι θὰ νικήσουμε τὴν ἀποπροσωποποίηση καὶ τὴν ἰσοπέδωση, ἔτσι θὰ γίνουμε εἰκόνες γνήσιές του Ζῶντος Θεοῦ.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ‘Ἐρῶ’ , Η΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΟΚΤ.-ΔΕΚ. 2011