ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

Η προκήρυξη εκλογών εν μέσω σοβούσης κρίσεως βρίσκει τον λαό μας σοβαρά προβληματισμένο. Οι εκλογές θεωρούνται ως η πεμπτουσία της δημοκρατίας. Γι’ αυτό και ευκαίρως ακαίρως γίνεται αναφορά στην αρχαία Αθήνα την κοιτίδα της δημοκρατίας. Η αχίλλειος πτέρνα της δημοκρατίας είναι αναμφισβήτητα τα κόμματα, χωρίς την ύπαρξη των οποίων όμως δεν νοείται δημοκρατία. Δεύτερη, όχι λιγότερο σημαντική, αδυναμία της δημοκρατίας διαχρονικά είναι η υπερίσχυση του δημαγωγικού λόγου, ο οποίος επενεργεί επί του λαού ως εκμαυλιστικό τραγούδι των σειρήνων. Ο λαός θέλει να διατηρεί άσβεστη την ελπίδα για καλύτερες ημέρες. Και η ελπίδα αυτή διατρανώνεται σε κάθε προεκλογική περίοδο διογκούμενη από τον δημαγωγικό λόγο. Και πολύ εύστοχα ο ποιητής Βάρναλης αποκαλεί τον λαό θύμα και ψώνιο!

            Αποδεχόμαστε βέβαια ότι η δημοκρατία, παρ’ όλα τα μειονεκτήματά της είναι το καλύτερο πολίτευμα που επινόησε ο άνθρωπος. Εκείνο το οποίο παραβλέπουμε, με τη συμβολή του δημαγωγικού λόγου, είναι το ότι πρώτιστος είναι ο ρόλος των ανθρώπων της εξουσίας και όχι οι θεσμοί, οι οποίοι είναι ανίσχυροι να επιβληθούν επί των ανθρώπων. Ας προχωρήσουμε σε κάποιες αναλύσεις.

            Τα κόμματα διαχρονικά, αρχής γενομένης από την αθηναϊκή δημοκρατία, είναι συμπράξεις προσώπων κοινών συμφερόντων. Αυτό φάνηκε να ανατρέπεται στην αρχή του 20ου αιώνα, όταν εμφανίστηκαν κόμματα με ιδεολογικές αρχές πολέμιες των αρχών του αστικού καθεστώτος, το οποίο μεσουρανούσε. Στη νεότερη πολιτική σκηνή παρεισέφρυσε παράγοντας οδυνηρός, άγνωστος στην αθηναϊκή δημοκρατία: Η παρέμβαση του ξένου παράγοντα στα της πολιτικής σκηνής. Όχι πως και στην αρχαία Αθήνα δεν είχαμε την παρέμβαση της περσικής αυλής μέσω των δαρεικών υπέρ ευνοουμένου πολιτικού, ο οποίος μετά τους θριάμβους των Ελλήνων κατά τους περσοελληνικούς πολέμους ορέχθηκε τη χλιδή της περσικής αυλής. Δεν είχε όμως την ισχύ η αυλή αυτή να καθορίσει την εν γένει πολιτική της αθηναϊκής δημοκρατίας. Σήμερα, που με περισσή καύχηση προβάλλουμε το δημοκρατικό κεκτημένο, η εξουσία ασκείται στο σύνολο των χωρών, όπου διεξάγονται εκλογές και όχι παρωδία εκλογών, από δύο κόμματα εξουσίας, τρόπον τινά «κληρονομικώ δικαίω» (για κάποια πρόσωπα που στελεχώνουν τα κόμματα αυτά ο όρος κληρονομικός χρησιμοποιείται κυριολεκτικά). Οι ηγέτες των κομμάτων εξουσίας χρίονται από υπερεθνικά κέντρα νομής εξουσίας, κέντρα ελεγχόμενα από το διεθνοποιημένο κεφάλαιο, στο οποίο οι πολιτικοί προσέφεραν την εξουσία, η οποία δήθεν πηγάζει από τον λαό. Οι ηγέτες εισέρχονται σε στοές και λέσχες, όπου λαμβάνουν το χρίσμα. Δεν απομένει παρά η τυπική επικύρωση από τον λαό, μέσω της διαδικασίας των εκλογών, ώστε ο ηγέτης να καταστεί λαοπρόβλητος και ο λαός να ζει με την ψευδαίσθηση ότι διαθέτει την ισχύ της ψήφου.

            Καθ’ όλο σχεδόν τον 20ο αιώνα τα δύο κόμματα εξουσίας είχαν κάποια διακριτά γνωρίσματα, τα οποία συγκινούσαν τους πολίτες, ώστε αυτοί να παρατάσσονται με το ένα ή το άλλο. Τα μεν αυτοπροβάλλονταν ως θεματοφύλακες των ιερών και των οσίων του έθνους, δεν απέκρυβαν όμως ότι είναι υπηρέτες του μεγάλου κεφαλαίου, εθνικού χαρακτήρα τουλάχιστον ως τη λήξη του Β΄ παγκοσμίου πολέμου. Τα δε αυτοπροβάλλονταν ως υπέρμαχοι των δικαιωμάτων των εργαζομένων και εχθρικά προς το κεφάλαιο. Ούτε τα πρώτα σέβονταν τις αξίες, αλλά απεναντίας τις καπηλεύονταν κατά τρόπο ασύστολο και ευδιάκριτο με γυμνό πολιτικό οφθαλμό, ούτε τα δεύτερα πίστευαν στην αξία της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά είχαν κατασκευαστεί ως αναχώματα κατά του επελαύνοντος κομμουνισμού. Με την προϊούσα τάση προς ενοποίηση της Ευρώπης στα πλαίσια της ΕΟΚ-ΕΕ, είχαμε και προϊούσα σύγκληση των πολιτικών των σχηματισμών εξουσίας προς ενιαία πολιτική, η οποία συνίσταται στην άμβλυνση της ιδιοπροσωπείας των λαών με την πολεμική κατά της θρησκευτικής πίστης, της φιλοπατρίας, της γλώσσας, της οικογένειας και της κοινωνικής συνοχής και στην αποδόμηση του κράτους, το οποίο εμποδίζει την την κερδοσκοπία του απλήστου κεφαλαίου σε βασικούς τομείς της παραγωγής, όπως ενέργεια, επικοινωνίες, μεταφορές και αναπτύσσει θεσμούς κοινωνικής πρόνοιας υπέρ των αδυνάτων. Η σύγκλιση αυτή κατέστη πλήρης μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, οι σχηματισμοί όμως εξουσίας παρέμειναν σε ισχύ και διαθέτουν ακόμη αρκετούς οπαδούς και περισσότερους ψηφοφόρους. Αν και αποτελούν συγκυβέρνηση κατ’ απαίτηση των «προστατών»-δημίων μας, αν και είναι υπέρ βέβαιο ότι, μετά τις εκλογές, μας αναμένει τρίτη συμφωνία «σωτηρίας» της χώρας (δεν γνωρίζω πώς θα την ονομάσουν) είναι βέβαιο ότι θα συγκεντρώσουν σημαντική μερίδα των ψηφοφόρων, ασφαλώς σημαντικότερη απ’ ότι δείχουν οι δημοσκοπικές έρευνες προεκλογικά.

            Ο λαός, το θύμα και ψώνιο, ρέπει προς την κουτοπονηριά. Αντιλαμβάνομαι ότι θα δεχθώ σφοδρή την επίθεση εκ μέρους του δημαγωγικού λόγου, ο οποίος διαχρονικά θυσιάζει τον λαό «σφάζοντάς τον με βαμβάκι». Ο λαός, στη συντριπτική του πλειονοψηφία, στηρίζει διαχρονικά ισχυρούς προσδοκώντας ίδιον όφελος. Η προσκόλληση στα κόμματα εξουσίας στη συντριπτική πλειονοψηφία γίνεται με την ειδική «κόλλα» που ονομάζεται ρουσφέτι. Αυτή εξέθρεψε την αναξιοκρατία και επέφερε την ασθένεια της χαμηλής παραγωγικότητας και της αδιαφορίας για το μέλλον της χώρας. Τα κόμματα εξουσίας μας πήραν από το «εμείς» της κοινότητας και μας οδήγησαν στο «εγώ» της ατομικής ευμάρειας. Βέβαια, γράψαμε και σε άλλο άρθρο, ότι είναι τραγικά εσφαλμένο ο λαός να αισθάνεται τύψεις αναλογιζόμενος το ρηθέν ότι «όλοι μαζί τα φάγαμε»! Είναι άλλο να υποτάσσεσαι στο πάθος της ιδιοτέλειας και της ήσσονος προσπαθείας και άλλο να εκποιείς τον δημόσιο πλούτο ενσυνειδήτως υποβιβάζοντας την ανεξάρτητη χώρα σου σε υποτελή εν ειρήνη στο αδηφάγο κεφάλαιο.

            Αναδύεται ελπίδα μετά τις επερχόμενες εκλογές; Χωρίς να είμαι αναρχικός προσυπογράφω το σύνθημα τοίχου: «Αν οι εκλογές άλλαζαν τα πράγματα, θα είχαν κηρυχθεί παράνομες»! Συνεπώς καλώ τα θύματα, τα ψώνια (και τους κουτοπόνηρους) να σκεφθούν σοβαρά αυτή το φορά: Θέλουμε να σώσουμε την πατρίδα ή να «σωθούμε» εμείς και μόνο; Ασφαλώς δεν είναι λύση η αποχή από την ψηφοφορία. Από την άλλη η μετακίνηση από τα κόμματα εξουσίας θα είναι κάτι περισσότερο από ψήφος διαμαρτυρίας και τιμωρίας; Ας αναλύσουμε τον χώρο της κατακερματισμένης υποψήφιας αντιπολίτευσης, δεδομένης για τους μη αφελείς πολιτικά της σύμπραξης των δύο κομμάτων εξουσίας (και ενδεχομένως και κάποιων άλλων) μετεκλογικά. Πέρα από δύο σχηματισμούς της αριστεράς, εκ των οποίων ο ένας παραμένει καθηλωμένος σε ιδεολογικά στερεότυπα δίκην τετραπληγικού και ο άλλος υφίσταται οβίδιες μεταμορφώσεις, οι άλλοι σχηματισμοί θυμίζουν κινούμενη άμμο. Είναι ευκαιριακοί σχηματισμοί, οι οποίοι απλά αναμένουν να εισπράξουν τη δυσαρέσκεια των πολιτών των αποφασισμένων αυτή τη φορά να τιμωρήσουν.

            Και ενώ το τοπίο της πολιτικής σκηνής είναι αρκούντως θολό και αβέβαιο, η χώρα βυθίζεται στο χάος (λέξη που χρησιμοποίησε πρόσφατα η γαλλική Liberation) χωρίς ελπίδα ανάκαμψης δια της πολιτικής, παρά την προσπάθεια του δημαγωγικού λόγου να πείσει τους πολίτες περί του αντιθέτου. Στην χώρα μας λείπουν δύο σημαντικοί παράγοντες, οι οποίοι θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν στην υπέρβαση της κρίσης: Η ελευθερία, αφού είμαστε δούλοι των μηχανισμών της αγοράς, δηλαδή δούλοι των ισχυρών του κεφαλαίου. Οι άνθρωποι, οι πρόθυμοι να υποστούν θυσίες προσφέροντας ακόμη και τη ζωή τους για να υπερασπιστούν τα δίκαια της χώρας και του λαού της από τη βουλιμία των ισχυρών.

            Πόσο ακόμη θα αντέξει αυτή η χώρα, στην οποία δεν ακούγεται πλέον το «ελευθερία ή θάνατος»;

                                                            «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»