Από τον Βασίλειο Χ. Στεργιούλη
Οι τεράστιοι βράχοι των Μετεώρων, οι οποίοι υψώνονται σαν γίγαντες που θέλουν ν’ αγγίξουν τον ουρανό, προκαλούν την κατάπληξη και τον θαυμασμό.
Μοναδικοί στον κόσμο, αποτελούν πόλο έλξης επισκεπτών. Φαντάζουν σαν ογκώδεις στύλοι. Σα να ‘ναι σκαλοπάτια τ’ ουρανού. Και στεφανώνονται με χάρη από τα αγιασμένα μοναστήρια και ασκητήρια που εξαποστέλουν τα υπερκόσμια μηνύματα τους.
Τις κορυφές αυτών των βράχων, που υψώνονται μετέωροι μεταξύ ουρανού και γης, διάλεξαν οι πρώτοι οικιστές τους για να τις καταστήσουν κέντρα προσευχητικής φιλοκαλίας και εργαστήρια αγιότητας. Σκαρφάλωσαν εκεί πάνω με τόλμη και εγκαταβίωσαν ως ερημοπούλια. Ως πελεκάνοι ερημικοί και «στρουθία μονάζοντα επι δωμάτων», για να ψάλουν απερίσπαστοι την ωδή στον Αγαπητό τους. Σ ‘Εκείνον, που γνώρισαν ως έρωτα εσταυρωμένο. Και που είναι το φως, η ζωή και η ελπίδα του κόσμου.
Χάραξαν οδούς σκληρής ζωής. Ασκητικής και προσευχητικής. Ζωής απόλυτης και ολοκληρωτικής αφοσίωσης στον Χριστό, που συνεχίζεται ως τις μέρες μας. Και αποτελεί καυστικό έλεγχο της απολαυστικής και καταναλωτικής των αγαθών κοινωνίας μας
Είχα την ευλογία να επισκεφθώ πρόσφατα με φίλους προσκυνητές την ιερή Λιθόπολη των Μετεώρων και συγκεκριμένα την Ιερή Μονή Ρουσάνου. Ήταν απόγευμα της Παρασκευής της Τυρινής ή Τυροφάγου εβδομάδος. Ο καιρός δεν ήταν ευνοϊκός. Μολυβένια σύννεφα σκέπαζαν τον ουρανό. Παρόλα αυτά όμως κινήσαμε, ελπίζοντας να βελτιωθεί στη συνέχεια.
Αλλά, δυστυχώς, αυτό δεν συνέβη. Στο δρόμο μάλιστα αντιμετωπίσαμε καταιγιστική βροχή. Ευτυχώς δεν ήταν μεγάλη η διάρκεια της.
Μετά την πόλη των Τρικάλων κι ενώ πλησιάζαμε στην Καλαμπάκα, άρχισαν να προβάλλουν θαμπά λόγω του καιρού οι τεράστιοι ογκόλιθοι των Μετεώρων. Η όλη εικόνα τους έδινε την εντύπωση πως έπρεπε να έβρεχε καταρρακτωδώς εκεί. Αλλά, σαν φθάσαμε στην Καλαμπάκα, διαπιστώσαμε ότι είχαμε πέσει έξω στις προβλέψεις μας.
Από την Καλαμπάκα ανηφορήσαμε γρήγορα προς το γειτονικό χωριό Καστράκι και από κει ακολουθήσαμε τον δρόμο για το πέτρινο δάσος των Μετεώρων.
Σταυροκοπηθήκαμε περνώντας έξω από την κλειστή αυλόθυρα του μοναστηριού του Αγίου Νικολάου (Αναπαυσά) και συνεχίσαμε την ανοδική πορεία μας για το μοναστήρι του Ρουσάνου μέσα στην μουντή ατμόσφαιρα.
Σε σύντομο χρονικό διάστημα, σε λίγα λεπτά της ώρας, βρεθήκαμε κάτω από τον ορθόστητο βράχο στον οποίο είναι θεμελιωμένο το μοναστήρι. Η όμορφη ανακαινισμένη όψη του μας χαροποίησε. Αποτελούσε έντονη αντίθεση στο βαρύ μολυβένιο χρώμα των βράχων και όλης της σκεπασμένης με μαύρα σύννεφα γύρω περιοχής. Έμοιαζε βαρύ χειμωνιάτικο το
τοπίο, παρότι είμασταν στο τέλος Φεβρουαρίου. Δεν είχε δεχθεί ακόμη η φύση το εγερτήριο σάλπισμα της άνοιξης.
Μείναμε απολαμβάνοντας για λίγο με θαυμασμό την όμορφη θέα της εξωτερικής του όψης. Ήταν σαν μια εξαίσια ζωγραφιά. Δεν είχε καμία σχέση με την εικόνα που είχαμε αντικρίσει σε προηγούμενη, πριν πολλά χρόνια, προσκυνηματική μας επίσκεψη στο μοναστήρι Εκείνη οφειλόταν στις ταλαιπωρίες και λεηλασίες που είχε υποστεί από τους Γερμανούς κατακτητές. Είχαν αφαιρέσει τα σπουδαιότερα κειμήλιά του. Το είχαν λεηλατήσει κυριολεκτικά. Τώρα φαίνεται ότι πνέει άλλος άνεμος. Άνεμος ανακαίνισης και ανασυγκρότησης.
Η μοναχή Χαριτίνη, πτυχιούχος της ιερής επιστήμης της θεολογίας, με ευγένεια μας υποδέχτηκε στην είσοδο και πρόθυμα μας οδήγησε στους αναβατήρας, που μας ανέβασαν πάνω στο μοναστήρι. Από μια ξύλινη ευρύχωρη σκάλα κατεβήκαμε στον πριν από το Καθολικό άπλετο χώρο, όπου προσκυνήσαμε την εικόνα της Παναγίας Παραμυθίας. Ένα θαυμάσιο αντίγραφο της θαυματουργής εικόνας της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου του Αγίου Όρους. Μας εντυπωσίασε η όλη τάξη, ησυχία και καθαριότητα του μοναστηριού. Μ’ έναν λόγο η αρχοντιά του. Άστραπταν όλα. Ακόμη και τα τεράστια μαδέρια της οροφής (ολόκληροι κορμοί δένδρων), που λουστραρισμένα έλαμπαν κυριολεκτικά.
Το Καθολικό, ο κεντρικός ναός του μοναστηριού, είναι αφιερωμένος στη Μεταμόρφωση του Σωτήρος Χριστού. Είχε κτισθεί το 1545 μ.Χ. από τους κτίτορες Μάξιμο και Ιωάσαφ. Ανακαινισμένος όμωςσήμερα προβάλλει με ξεχωριστή χάρη.
Από τον πρόναο απολαύσαμε την όλως κατανυκτική εκκλησιαστική ακολουθία του Αποδείπνου, που ήταν σε εξέλιξη την ώρα εκείνη στον κυρίως ναό. Εκεί ήταν συναγμένη η Αδελφότητα του μοναστηριού. Η ηγουμένη και όλες οι μοναχές. Μόνον μία Γερόντισσα ήταν μαζί μας στον πρόναο, που είχε άπλετο φως. Έτσι μπορέσαμε να απολαύσουμε την εξαίσια εικονογραφία του. Μάλιστα τις υπέροχες τοιχογραφίες. Έμεινα θαυμάζοντας εκείνη του ευγνώμονος ληστού. Έτσι την εξέλαβα, μιας και δεν είχε κάποια σχετική επιγραφή.
Κατάνυξη επικρατούσε στον κυρίως ναό, όπου κυριαρχούσε το ημίφως και η απόλυτη ησυχία και τάξη. Ακούγονταν μόνο η κατανυκτική ψαλμωδία και τα αναγνώσματα της ημέρας, ενώ το αμυδρό φως των καντηλιών φώτιζε με χάρη τις εικόνες του τέμπλου, τονίζοντας τον μυστικό τους κόσμο. Τα υπερκόσμια μηνύματα τους.
Απολαύσαμε στο τέλος και την υπέροχη ακολουθία των Χαιρετισμών. Χαρήκαμε ακούγοντας τα 144 «χαίρε». Και συνοδεύσαμε μυστικά και εσωτερικά τα εφύμνια «Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε» και «Αλληλούϊα». Ευχόμασταν να μην τελειώσει πότε αυτή η πνευματική πανδαισία.
Το τέλος της ακολουθίας σήμανε το «Δι’ ευχών…» της ηγουμένης, Γερόντισσας Φιλοθεής. Τότε οι μοναχές, άρχισαν να ασπάζονται με τάξη τις εικόνες και με την ευλογίας της
ηγουμένης αποχωρούσαν από τον ναό. Μας εντυπωσίασε η ευγένεια και ο πρόσχαρος χαιρετισμός τους.
Τελευταίοι εισήλθαμε και εμείς στον κυρίως ναό. Προσκυνήσαμε τις άγιες εικόνες και μετά λάβαμε την ευλογία της ηγουμένης. Χάρηκε για τη γνωριμία και μας κάλεσε να περάσουμε στο αρχονταρίκι. Ένα μικρό χώρο υποδοχής επισκεπτών.
Οδεύοντας για το αρχονταρίκι, περάσαμε και προσκυνήσαμε τον άλλο ονομαστό ναό του μοναστηριού. Τον ναό της Μεγαλομάρτυρος Αγίας Βαρβάρας. Ευπρεπισμένος και ανακαινισμένος και αυτός, όπως όλο το μοναστήρι, έλαμπε μέσα στην άπλετη φωταψία του. Τον ευλαβούνται πολύ στο μοναστήρι . Και ελκύει πλήθος προσκυνητών από τη γύρω περιοχή, καθώς και από αλλά, πλησιόχωρα και μακρινά μέρη, που ευλαβούνται πολύ την Αγία και θεωρούν σπίτι και κάστρο της το μοναστήρι. Με ευλάβεια προσκυνήσαμε και τα ιερά λείψανα του ναού και κατευθυνθήκαμε στο μικρό καλαίσθητο αρχονταρίκι, όπου σε λίγο κατέφθασε και η σεβαστή ηγουμένη.
Στη σύντομη συνομιλία που ακολούθησε μαζί της διαπιστώσαμε το ευρύ πνεύμα και την άνεση και προθυμία με την οποία αντιμετώπισε τις ερωτήσεις και διαχειρίσθηκε την όλη συζήτηση. Θα θέλαμε να παρατεινόταν για πολύ αυτή, αλλά δεν το επέτρεπε η ώρα. Είχε ήδη αρχίσει να προβάλλει το βαρύ πέπλο της νύκτας. Την ευχαριστήσαμε, λάβαμε την ευχή της και αναχωρήσαμε για την επιστροφή μας στην Λάρισα, υποσχόμενοι να επισκεφθούμε και πάλι το χαριτωμένο μοναστήρι. Και η όμορφη ανακαινισμένη εικόνα του καθώς και της κατανυκτικής ακολουθίας δεν έλειψε σε όλη την διαδρομή από τις μεταξύ μας συζητήσεις. Έτσι δεν καταλάβαμε πως φθάσαμε στην πόλη του Αγίου Αχιλλίου.
Ας έχει δόξα ο Μεταμορφωθείς Κύριος, που μας αξίωσε να προσκυνήσουμε και πάλι το αγιασμένο καθίδρυμά Του. Και ας το σκέπει και φρουρεί, όπως και όλα τα άλλα, όπου νυχθημερόν δοξολογείται ο Θεός και σώζονται ψυχές.