Γράφει ο Αρχιμανδρίτης π. Σεβαστιανός Τοπάλης
Βρισκόμενος ὁ Απ. Παῦλος κάτω ἀπό διωγμό, ὁδηγεῖται ὡς ὑπόδικος μέ ρωμαϊκή φρουρά, πλέοντας τήν Μεσόγειο, γιά νά βρεθεῖ καί νά δικαστεῖ στήν Ρώμη. Περιπετειῶδες ἦταν τό ταξίδι μέσα ἀπό ναυάγιο καί ταλαιπωρία, μόνος μονώτατος ἐν μέσω εἰδωλολατρῶν, ἔχοντας τόν Κύριό Του τόν Χριστό ὡς ἀντιλήπτορα πού Τόν ἔβλεπε ἐκ δεξιῶν του νά τόν κρατᾶ γιά νά μή σαλευθεῖ. Διά τῶν χειρῶν του ἔβλεπαν θαύματα οἱ εἰδωλολάτρες καί διά τοῦ στόματος του ἔβρισκαν παρηγοριά καί διά τῶν προσευχῶν του ζοῦσαν τό θαῦμα τῆς σωτηρίας των ἀπό βέβαιο πνιγμό κατά τό ναυάγιο. Τελικά ὁ Ἀπόστολος πεζοπορώντας ἔφθανε στήν Ρώμη ὅπου βλέπει νά τόν περιμένουν ἀδελφοί χριστιανοί πού μετά δακρύων χαρᾶς τόν ὑποδέχονται στήν ἀγκάλη τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης των. Ἦταν συγκλονιστικό γιά τόν Ἄπ. Παῦλο αὐτό τό ἀντάμωμα. Γέμισε χαρά καί ἐλπίδα, παρηγοριά καί δύναμη βλέποντας τά πρόσωπα τῶν ἀδελφῶν νά στέκονται δίπλα του καί νά συνοδοιποροῦν συγκακοχούμενοι. Ἦταν ὑπόδικος κάτω ἀπό τούς νόμους τοῦ ρωμαικοῦ κράτους, ἀλλά ἐλεύθερος μέ τήν Πίστη καί τήν ὑπεράσπισή της καί αὐτό τόν ἀναδείκνυε μάρτυρα τῆς ἀληθείας λίγο πρίν ἀπό τό μαρτύριο τοῦ αἴματος. Πόσο ὄμορφα καί μονολεκτικά περιγράφει αὐτό τό συναπάντημα ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, ‘’κἀκεῖθεν οἱ ἀδελφοὶ ἀκούσαντες τὰ περὶ ἡμῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν ἡμῖν ἄχρις Ἀππίου φόρου καὶ Τριῶν ταβερνῶν, οὓς ἰδὼν ὁ Παῦλος εὐχαριστήσας τῷ Θεῷ ἔλαβε θάρσος.’’[1]
Καί ἔλεγε ὁ Ἱερός Χρυσόστομος πώς πάντοτε μέσα στην Ἱστορἰα της Ἐκκλησίας μας ὑπάρχει τό μαρτύριο, ἄσχετα πού δέν ὑπάρχουν οἱ δήμιοι γιά νά ρίπτουν στήν φωτιά τούς χριστιανούς ἤ στά θηρία γιά νά τούς καταβροχθίζουν ἤ στό μαστίγιο καί στίς φυλακές γιά νά ρημάζονται στήν ἀπελπισία. Σήμερα τό μαρτύριο τοῦ αἵματος ἔχει ἀντικατασταθεῖ μέ τό ἀναίμακτο μαρτύριο τῆς ἀλήθειας. Στήν ἐποχή μας πού ζεῖ σέ μιά εἰδωλολατρική καί ἐγωιστική ἀνάχυση καλοῦνται οἱ πιστοί νά εἶναι μάρτυρες τῆς ἀληθείας μή φοβούμενοι νά ὁμολογήσουν καί νά διατρανώσουν τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Σάν τόν Βασιλιά, λέγει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, πού κουβαλᾶ μόνιμα στήν κεφαλή του τό βασιλικό διάδημα, ἔτσι ἕνας χριστιανός κρατᾶ τήν ὁμολογία τῆς πίστεως καί τήν περιφέρει παντοῦ. Τό στεφάνι αὐτό τῆς ὁμολογίας τῆς πίστεως τό κουβαλοῦν ὅλοι οἱ μάρτυρες τῆς ἀληθείας καί τό ἔχουν σάν στολίδι, πολύτιμο μαργαριταρένιο στεφάνι, διατρανώνοντας τήν ἀλήθεια τῆς Πίστεως ὄχι μόνο μέ τά λόγια ἀλλά καί μέ τόν ἄξιο βίο τῆς ἁγιότητος.
Ζώντας μέσα σ’ ἕνα χριστιανικό κράτος καί σήμερα, πού κινεῖται βάσει τῆς πολιτικῆς σκοπιμότητος καί τῆς παγκοσμίου τάξεως, παλεύει νά διαστρέψει τούς πιστούς καί νά τούς στρέψει κατά τῆς ἀλήθειας σέ μιά μεγάλη ἀμφισβήτηση καί ἀπόρριψη τῆς ἀλήθειας καί τοῦ Θαύματος τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς μέσα στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Ἐν ὄψει τῆς χρονίζουσης λεγόμενης ἐπιδημίας, ἑνός υἱοῦ γρίπης, ζοῦμε τήν σκληρή παρέμβαση τῆς πολιτείας μέ τήν ἐπιβολή μέτρων ἐπί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Παρεμβαίνει δυναστικά καί ἐπιβάλλει μέτρα πού δέν σέβονται τήν Θρησκευτική ἐλευθερία τό ἀτόμου προβάλλοντας τό κίνητρο ταῆς ὐγείας καί τῆς ἀγάπης γιά τόν πλησίον. Εἰσέρχεται στά ἐνδότερά των Ναῶν ὡς ‘’βδέλυγμα ἐρημώσεως’’ καί θέλει νά ἐπιβάλλει τάξη κοσμική μέ τήν ἀπειλή τοῦ ὅπλου τοῦ προστίμου. Φόβος καί τρόμος πλανιέται παντοῦ καί ἡ ἐπιβολή τῆς μάσκας ὁρίζει τήν φίμωση τοῦ λόγου καί τῆς ὁμολογίας. Καλά κρατοῦν καί τά ἀκριβοπληρωμένα κανάλια γιά νά ἐξασκοῦν ὡς ἄλλοι διῶκτες τόν διωγμό κατά τῶν πιστῶν καί ὁμολογητῶν τῆς πίστεως. Κι ὅμως χρέος εἶναι ὅλων των πιστῶν ὡς μάρτυρες τῆς ἀληθείας νά ἀντισταθοῦν μέ τό λόγο καί τό ἔργο τους. Ἕνας διαδοχικός διωγμός ἁπλώνεται μέσα σ’ αὐτούς τούς μῆνες καί φτάσαμε στό ἀποκορύφωμα σάν λυσσασμένα σκυλιά νά ξεσκίζουν το Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί νά ἀπορρίπτουν τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας. Μέσα μας προφητικά ἀκούγεται ὁ μεσσιανικός Ψαλμός 21 τοῦ Δαυίδ, ‘’ὅτι ἐκύκλωσάν με κύνες πολλοί, συναγωγή πονηρευομένων περιέσχόν με, ὤρυξαν χεῖράς μου καί πόδας. ἐξηρίθμησαν πάντα τα ὀστᾶ μου, αὐτοί δέ κατενόησαν καί ἐπεῖδόν με. διεμερίσαντο τά ἱμάτιά μου ἑαυτοῖς καί ἐπί τόν ἱματισμόν μου ἔβαλον κλῆρον.’’
Τό τραγικώτερο ὅμως εἶναι πού σέ καιρό διωγμοῦ δέν βρίσκεις ἀδελφούς νά πάρεις ‘’θάρσος’’. Τί συγκλονιστική ἡ εἰκόνα ὁ Ἀπόστολος νά ἀνταμώνει τούς ἀδελφούς καί νά παίρνει χαρά καί δύναμη στόν ἀγώνα του ὑπέρ τῆς ἀληθείας. Καί ποιός συμπαραστάθηκε διά λόγου καί ἔργων τούς σημερινούς μάρτυρες τῆς ἀληθείας. Δυστυχῶς καί οἱ ἐν Χριστῶ ἀδελφοί τούς ‘’ἀδειάζαν’’ και ἐτρέποντο εἰς φυγήν μέ τόν φόβο λαγωοῦ καί τήν νεκρική σιωπή τους καί τήν στημένη ἀπομάκρυνση… κι ἄκουγαν ἄλλους νά τούς ὀνομάζουν ὑπερβολικούς καί φανατικούς καί ἄλλοτε φαιδρούς καί ἀνυπάκουους στίς ἐντολές. Ὑπῆρχαν καί οἱ λίγες παρακλητικές φωνές καί ὑποστηρικτικές μέσα ἀπό στόματα εὐλογημένων πιστῶν ἀδελφῶν πού στήριζαν τούς μάρτυρες τῆς ἀληθείας.
Καί ἔβγαιναν κάποιοι στά μέσα ἐνημερώσεως, στό διαδύκτυο καί στήν τηλεόραση, σπάζοντας τήν ἀπομόνωσή τους, καί ‘’ἀδειάζαν’’ τούς μάρτυρες τῆς ἀληθείας γιά δῆθεν ὑπερβολές των καί συμφωνοῦσαν μέ τά ‘’πορνοκάναλα’’ πού διαπόμπευαν γνήσιους κληρικούς καί διακονητές τῆς Πίστεως. Καί ἔβγαιναν στά ‘’πάνελ’’ τῆς τηλεοράσεως καί συντάσσονταν μέ τήν γνώμη τῶν διεστραμμένων δημοσιογράφων πού δέν γνωρίζουν οὔτε Θεολογία, οὔτε καί τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί τό Θαῦμα τῆς Ἐκκλησίας… πού ὑπηρετοῦν ἕνα δαιμονικό σύστημα διαπόμπευσης τῆς Ἐκκλησίας καί ἀπόρριψης τῶν δογμάτων της… πού ἀπό τήν μιά μεριά ἐπαινοῦσαν ἐκεῖνον πού ἦταν αὐστηρός τηρητής τῶν νόμων τοῦ κράτους καί τήν ἴδια στιγμή διαπόμπευαν καί βλασφημοῦσαν τήν Θεία Κοινωνία. Καί αὐτοί πού συντάσονταν μέ τό μεγάλο ψέμα δίνανε χαρά στούς ἀπίστους καί ἀθέους… μέ τόν νά δηλώνουν δημόσια ὅτι κι αὐτοί ἔμμεσα καί ἄμεσα συντάσσονται στόν διωγμό τῶν μαρτύρων τῆς ἀληθείας διαδηλώντάς το μπροστά στόν γυάλινο κόσμο τῆς τηλεοράσεως. Ἀκόμη κι ἄν οἱ μάρτυρες τῆς ἀληθείας πάνω στόν ζῆλο τούς ξέφευγαν σέ ὑπερβολές ἔπρεπε ἡ ἀγάπη τοῦ ἀδελφοῦ νά τούς σκεπάσει καί νά μή τούς ἐκθέσει καί οὔτε νά δώσει χαρά στούς ἀθέους καί ἀπίστους μέ τό νά τιμωροῦνται οἱ ζηλωτές τῆς πίστεως.
Καί διάβαζα τόν Βίο τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου Μεδιολάνων πού ἔζησε τόν 4ο αἰώνα πού ὑπῆρξε μέγας γιά τό ἤθικόν του σθένος, τό ἐλεύθερό του φρόνημα καί τήν ἀλύγιστη τόλμη του ἀπέναντι στούς ἰσχυρούς της γῆς. Στά Μεδιόλανα τήν ἐποχή ἐκείνη ζοῦσαν δύο ὕπεροχες μεγαλειότητες ὁ πολιτικός ἡγέτης ὁ Μέγας Θεοδόσιος καί ὁ πνευματικός ἡγέτης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας Ἀμβρόσιος, πού εἶχαν ἄριστη συνεργασία. Ὁ αὐτοκράτορας εἶχε μεγάλη εὐλάβεια στόν Ἐπίσκοπο Ἀμβρόσιο Μεδιολάνων καί τόν θεωροῦσε πρόμαχο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πίστεως. Ἀντιστοίχως καί ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος τιμοῦσε τόν Βασιλέα διότι ὄντως ἦταν εὐσεβής καί σεμνός προστάτης τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος δύο φορές ἔκαμε τό καθῆκον του ὡς Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου καί ἐπέδειξε τό μεγαλεῖο καί τό κύρος τῆς Ἐκκλησίας ἀπέναντι στόν κραταιότατο αὐτοκράτορα.
Τό ἕνα γεγονός συνέβη σέ μιά πόλι τῆς Μεσοποταμίας το Καλλίνικον, ὅπου οἱ Ἰουδαῖοι καί οἱ αἱρετικοῦ Οὐαλεντινιανοί παρενοχλοῦσαν καί ἐνέπαιζαν τούς Ὀρθοδόξους. Στήν συγκυρία αὐτή πυρπολήθηκε συγχρόνως ἡ ἐκεῖ συναγωγή τῶν Ἰουδαίων καθώς καί ὁ ναός τῶν αἱρετικῶν. Τότε ὁ Αὐτοκράτορας Θεοδόσιος διέταξε νά τιμωρηθοῦν προσωπικά ὅλοι οἱ ζηλωτές Ὀρθόδοξοι στούς ὁποίους καί ἀποδόθηκε ἡ κατηγορία, καθώς καί ὁ τοπικός Ἐπίσκοπος νά ἀνοικοδομήσει μέ δικά του χρήματα τά καμένα οἰκοδομήματα. Τό ἔκανε αὐτό γιά νά δείξει τήν ἀμεροληψία του ὡς ἠγέτου πού ἀπονέμει δίκαιο καί γιά νά κατοχυρώσει τήν ἐλευθερία τῆς λατρείας σέ κάθε θρήσκευμα. Ἤθελε νά δώσει ἐπί πλέον καί ἕνα ἠχηρό δίδαγμα στούς φανατικότερους Ὀρθοδόξους ὅτι δέν θά τούς ἐπιτραπεῖ πλέον νά διεκδικοῦν τά δίκαιά τους μέ βιαιότητες καί παράνομα μέσα. Ὅμως ὁ Ἀρχιεπίσκοπος εἶχε διαφορετική γνώμη. Ἔλεγε πώς μέ μιά καταγγελία καί χωρίς ἀνακρίσεις πῶς μπορεῖ νά καταδικαστοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι; Πῶς μπορεῖ νά τιμωρηθοῦν οἱ Ὀρθόδοξοι ἄνευ ἀπολογίας; Ἔπειτα ἦταν ἔνοχοι ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοί της πόλεως ἐκείνης; Ἐξ ἄλλου οἱ Ἑβραῖοι καί οἱ αἱρετικοί μέ τήν καταδικαστική αὐτή ἀπόφαση θά καυχώταν πανηγυρικά καί θά χλεύαζαν καί θά προκαλοῦσαν τούς Ὀρθοδόξους καί αὐτό θά σήμαινε τόν κίνδυνο μιᾶς γενικότερης ἔντασης. Πιό πολύ τόν πείραζε ἡ σκέψη ὅτι θά χαιρόταν οἱ αἱρετικοί καί βλάσφημοι κατά τῶν Ὀρθοδόξων. Ἔπρεπε νά ἀνατρέψει τήν ἀπόφαση. Ἀναλογιζόταν πώς δέν πρέπει νά ἀπογοητεύσει καί νά ‘’ἀδειάσει’’ τούς ζηλωτές Ὀρθοδόξους πού πάνω στό ζῆλο τους προέβησαν καί σέ τυχόν ὑπερβολές. Ἦταν πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί ἔπρεπε νά τούς στηρίξει ὡς ποιμένας καί μέσα ἀπό αὐτούς νά μήν δοθεῖ ἡ εὐκαιρία νά καταισχύνουν οἱ ἐχθροί της Πίστεως ὅλη τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ἀξίωσε λοιπόν ἀπό τόν Αὐτοκράτορα νά ἀναιρέσει τήν ἀπόφαση του λέγοντας τό σκεπτικό του. Ὁ Θεοδόσιος ὅμως ἔμενε ἀμετάπειστος. Τότε ὁ Ἐπίσκοπος Ἀμβρόσιος χρησιμοποίησε τόν ἄμβωνα, τόν λόγο του δημόσια γιά νά μεταπείσει τόν αὐτοκράτορα σκεπτόμενος πνευματικά καί ὄχι πολιτικά. Στήν Θεία Λειτουργία, λοιπόν, τῆς Κυριακῆς παρόντος τοῦ Αὐτοκράτορα ὁμίλησε στόν κατάμεστο Ναό περί τοῦ θέματος μέ πολύ λαμπρότητα καί συγκίνηση καί παρακάλεσε τόν Θεοδόσιο ἐνώπιόν του Λαοῦ νά ἀποδοθεῖ χάρις καί δικαιοσύνη στούς κατηγορηθέντες χριστιανούς. Καί ἔπειτα ἀφοῦ κατέβηκε ἀπό τόν ἄμβωνα, σταμάτησε τήν Θεία Λειτουργία καί μπροστά στόν ἔνδακρυ λαό τοῦ Θεοῦ διαμήνυσε στόν Αὐτοκράτορα μέ σθένος καί τόλμη ὅτι δέν ἔχει δυνάμεις νά συνεχίσει τήν Θεία Λειτουργία καί ὅτι ἀποχωρεῖ ἀπό τόν Ναό. Τοῦ ἔλεγε δέ κατά πρόσωπον ὅτι μέ τό διάταγμά του αὐτό οἱ ἐχθροί της Ἐκκλησίας θά ἐπιχαροῦν καί θά χλευάσουν εἰς βάρος τῆς Ὀρθοδοξίας καί ὅτι ἡ καρδιά του ὡς Ἐπισκόπου δέν μπορεῖ νά σηκώσει αὐτή τήν καταισχύνη τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεοδόσιος συγκινήθηκε πολύ μέ τήν μεγαλειώδη αὐτή κίνηση του Ἐπισκόπου, συναισθάνθηκε τήν εὐθύνη του καί ταπεινά ἀνακάλεσε ἐνώπιον ὅλων τήν διαταγή του.
Μεγάλοι ἄνδρες καί οἱ δύο μέσα στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἕνας ὁ Ἐπίσκοπος μέ ἠθικό σθένος καί τόλμη ἀλύγιστη ἐπιβάλλει καί ἀπαιτεῖ ἀπόλυτα κι ἀνυποχώρητα τήν Ὀρθόδοξη στάση καί τιμή στήν Ἐκκλησία καί ὁ ἄλλος ὁ Αὐτοκράτωρ ταπεινός νά ὑποχωρεῖ μπροστά στό θαῦμα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Μένει ἔκπληκτος ὁ νοῦς ἐκεῖνος βλέποντας τήν στάση τήν ὀρθόδοξη καί σθεναρή τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου νά στηρίζει τόν ζῆλο τῶν Ὀρθοδόξων καί νά μήν τούς ‘’ἀδειάζει’’ ἀλλά νά τούς ἀγκαλιάζει ἀκόμη καί στίς ὑπερβολές τους.
Εἶναι ἀλήθεια πώς στίς ἡμέρες μας αὐτές γίναμε θεατές τοῦ ζήλου κληρικῶν καί λαϊκῶν στήν ὑπεράσπιση τῶν δικαίων τῆς Ἐκκλησίας. Μάρτυρες τῆς ἀληθείας ὅλοι αὐτοί πού δίνανε κουράγιο καί παράκληση Θεοῦ στόν πιστό λαό μέσα στήν ὀρφάνια καί στόν φόβο λόγω τῆς λεγόμενης ἐπιδημίας. Τρωγόταν ἡ καρδιά τους μπροστά στόν ἄμεσο καί ἔμμεσο διωγμό τῆς ἀποιεροποιήσεως τῶν Ἱερῶν Ναῶν καί τῆς βλασφημίας γιά τήν Θεία Κοινωνία. Κατατρωγόταν η καρδιά τους μέ τό νά θεωροῦν τόν Ἱερό Ναό ὡς τόπο συνωστισμοῦ καί νά ἔρχονται νά ἐπιβάλλουν τούς ἴδιους νόμους μέ τίς καφετερίες καί τά σοῦπερ μάρκετ. Μέσα στίς καρδιές τους ζοῦσαν ἔντονα τόν λόγο τοῦ Δαυίδ, «ὁ ζῆλος τοῦ οἴκου σου κατέφαγέ με».
Καί σήμερα εἴμαστε σέ κομβικό σημεῖο μέ τά γεγονότα πού ἔρχονται. Μπροστά μας προβάλλεται ὁ μεγάλος πόλεμος κατά τῆς Θείας Κοινωνίας. Ζωντανή εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Ἱερέως στό Κουκάκι, τοῦ παπαΓιώργη Σχοινᾶ, πού κοινωνοῦσε οἰκογένειες καί μετά ἀπό καταγγελία τοῦ ἀσκήθηκε δίωξη ἀπό τόν εἰσαγγελέα διότι σέ καιρό πανδημίας αὐτός μετέδιδε Θεία Κοινωνία σέ πιστούς. Ὅσο κι ἄν μέσα στούς αἰῶνες ἡ Ἐκκλησία ἡ Ὀρθόδοξη ζεῖ τό Θαῦμα τῆς Θείας Εὐχαριστίας οἱ πολιτικοί δέν αἰσθάνονται τίποτα καί τό μόνο πού τούς νοιάζει ἡ σύνταξή τους μέ τό γενικό κατεστημένο καί τήν ψυχρή λογική.
Μπροστά μας, 19 Ὀκτωβρίου, προβάλλει τό Δικαστήριο στήν Κέρκυρα πού πρόκειται νά γίνει μέ κατηγορούμενο τόν Μητροπολίτη Κερκύρας κ. Νεκτάριο. Κατηγορεῖται γιά τήν διάπραξη τοῦ ποινικοῦ ἀδικήματος «ἔκθεση σέ κίνδυνο τῆς δημόσιας Τάξης» καί διάπραξη τοῦ ἀδικήματος τοῦ ἄρθρου 285 τοῦ ποινικοῦ κώδικος «παραβίασης μέτρων περί πρόληψης ἀσθενειῶν», κι αὐτό διότι ὁ Μητροπολίτης «προέτρεψε ἀόριστο ἀριθμό προσώπων νά μετέχουν στό μυστήριο τῆς Θείας Κοινωνίας ἐν μέσω πανδημίας γεγονός ποῦ ἐγκυμονεῖ σοβαρό κίνδυνο γιά τήν ἐξάπλωση καί τήν μετάδοση τοῦ ἰοῦ». Ἄν λοιπόν τό Δικαστήριο καταδικάσει τόν Μητροπολίτη, στήν οὐσία ποινικοποιεῖ τό Ἱερό Μυστήριο καί ὁδηγεῖ στήν ἀπόφαση τῆς ἀπαγόρευσης τῆς Θείας Μεταλήψεως. Ὡς ἐκ τούτου ἡ ἀπόφαση αὐτή ἔρχεται σέ μιά σύγκρουση Ἐκκλησίας – Πολιτείας καί πλήττεται ἡ ἐλευθερία τῆς Θείας Λατρείας. Κι ἄν ἀκόμη ἀθωωθεῖ φοβούμενοι τίς ἐπιπτώσεις, καί πάλι πρέπει νά ποῦμε ὅτι ἦταν ἀπαράδεκτο καί βλάσφημο καί παρέμβαση στά ἐσωτερικά της Ἐκκλησίας. Καί μόνο ἡ ἀπαγγελία αὐτοῦ του κατηγορητηρίου στήν οὐσία ποινικοποιεῖ τήν Θεία Κοινωνία, ποινικοποιεῖ τόν ἴδο τόν Χριστό, ποινικοποιεῖ τήν ἴδια τήν Ἐκκλησία πού ὑπάρχει ἐν τῷ Μυστηριω τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Τόν ‘’ἄδειασαν’’ ὅλοι, κανείς δέν τόν ὑπεράσπισε, καί ἔμεινε και μένει μόνος μονώτατος νά παλεύει τήν ἀλήθεια ἐν μέσω πανδημίας ἔλλειψης ἀγάπης. Καί τί μ’ αὐτό, ἔχει τόν Θεό μαζί του. Καί ζεῖ ὁ ἴδιος ὁ Ἐπίσκοπός το ἀναίμακτο μαρτύριο, ἀλλά ὁ Κύριος δέν τόν ἄφησε. Ἐγινε μάρτυρας τῆς ἀληθείας. Ἔπεσε Πνεῦμα Θεοῦ στήν καρδιά του, ‘’ἐφήλατο Πνεῦμα Θεοῦ’’, καί μέ ἠθικόν σθένος καί ἀλύγιστη τόλμη καί ὡς στόμα Θεοῦ μιλάει τήν ἀλήθεια. Και σήμερα ὁ πιστός λαός ἔψαχνε ἀναστήματα μεγαλειώδη μέ ἠθικό σθένος καί ἀλύγιστη τόλη καί φρόνημα μαρτυρικόν, πνευματικούς ἄνδρες ἀναστήματος Ἁγίου Ἀμβροσίου Μεδιολάνων γιά νά στηρίξουν τούς Μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας πού γίνονται στόμα Χριστοῦ λέγοντας τήν ἀλήθεια καί ὑποστηρίζοντας τά δίκαια καί τήν Ἐλευθερία τῆς Ἐκκλησίας. Καί μέ τήν φωνή τους ’’ὡς φωνή ὑδάτων πολλών’’ νά τραντάξουν τήν Πολιτεία πού ξεφεύγει καί βλασφημεῖ κατά τῆς Ἐκκλησίας καί νά βροντοφωνάξουν ἐν λόγω καί ἔργω.
‘’Στῶμεν καλῶς στῶμεν μετά φόβου’’