Η ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

UEIA LEITOYRGIA

Αρχιμ. Κύριλλου Κεφαλόπουλου

Εφημέριος Ι. Ν. Αγίου Μάρκου Ευγενικού

Κάτω Πατησίων, Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΚΗ ΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ

 

            Η κύρια έμφαση στην μελέτη της κυρίλλειας θεολογίας, όπως ήταν φυσικό, δόθηκε στο χριστολογικό της μέρος, αφού άλλωστε αυτή, η Χριστολογία, υπήρξε η βασική συνεισφορά του Κυρίλλου Αλεξανδρείας στο Δόγμα της Εκκλησίας. Ως συνέπεια αυτό είχε άλλες πλευρές της κυρίλλειας θεολογίας αλλά και ερμηνευτικής να μην ελκύσουν ιδιαιτέρως την προσοχή και το ενδιαφέρον των μελετητών. Ωστόσο, όλες οι πλευρές της θεολογικής και ερμηνευτικής σκέψης του Κυρίλλου Αλεξανδρείας βασίζονται στην χριστολογία του. Μας δόθηκε η ευκαιρία  να στηρίξουμε την θέση μας αυτή στα πλαίσια δύο εξειδικευμένων εργασιών που αφορούσαν την ερμηνευτική του Κυρίλλου Αλεξανδρείας και το Πρόσωπο του Χριστού. Και στην παρούσα εργασία ξεκινάμε να εξετάσουμε την ευχαριστιακή θεολογία του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, βασιζόμενοι επί της κυρίλλειας χριστολογίας, προκειμένου να καταδειχθεί ότι η “ζωοποιός δύναμη” του μυστηρίου της Ευχαριστίας προέρχεται από το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, Τον Οποίον ο Κύριλλος αποκαλεί “Ζωή κατά φύσιν”.

Όπως προαναφέραμε, και η πλευρά της ευχαριστιακής θεολογίας του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, όπως και άλλες πλευρές του πολύπλευρου και πολύτομου συγγραφικού, ερμηνευτικού και θεολογικού του έργου, δεν έτυχαν της δέουσας προσοχής από τους μελετητές. Από την διεθνή ξενόγλωσση βιβλιογραφία, καθ’ όσον γνωρίζουμε, έχουμε ελάχιστα παραδείγματα να αναφέρουμε.  Υπάρχουν δύο παλαιές εργασίες του E. Michaud (1902) και του J. Mahe (1907) με αναφορά στην ευχαριστιακή θεολογία του Κυρίλλου Αλεξανδρείας, περιορίζονται όμως στην εξέταση της πραγματικής σωματικής ή συμβολικής παρουσίας του Χριστού στην Θεία Ευχαριστία. Με το θέμα της πραγματικής παρουσίας του Χριστού στο Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας ασχολήθηκαν δύο ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι, με σύντομες αναφορές και όχι ιδιαιτέρως εκτενή διαπραγμάτευση του θέματος. Υπάρχει επίσης η πιο εκτενής εργασία στην γερμανική βιβλιογραφία, εξίσου αρκετά παλαιά, του A. Struckmann. Το ίδιο ισχύει και για το άρθρο του Henry Chadwick.  Αξιοσημείωτη εξαίρεση αποτελεί η διατριβή του λουθηρανού θεολόγου Ezra Gebremedhin, η οποία σε γενικές γραμμές είναι λεπτομερής, αξιόλογη, αν και όχι πάντοτε σύμφωνη στις προσεγγίσεις της με την καθ’ εαυτή ορθόδοξη θεολογία του Κυρίλλου Αλεξανδρείας.

Διαπιστώνοντας λοιπόν την αντιστρόφως ανάλογη με την αξία του μεγάλου αυτού Αγίου Πατρός της Εκκλησίας και Ποιμενάρχου της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, Κυρίλλου, περιορισμένη μελέτη της ευχαριστιακής του θεολογίας, και αφορμώμενοι από την προσωπική μας ενασχόληση και ενδιαφέρον για την πατερική θεολογία για την Θεία Ευχαριστία, όπως και για την κυρίλλεια θεολογία, θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε την διδασκαλία του Αγίου Κυρίλλου για την Ευχαριστία. Αλλά για να κατανοήσουμε τον τρόπον με τον οποίον ο Κύριλλος Αλεξανδρείας αντιλαμβάνεται το Μυστήριο της Ευχαριστίας, οφείλουμε πρώτα να σταθούμε στην χριστολογία του σε σχέση με την ευχαριστία, που αποτελεί την βάση της όλης θεολογικής  σκέψης του Αλεξανδρινού Πατρός της Εκκλησίας.

Ο Κύριλλος ανδρώθηκε θεολογικά και πνευματικά μέσα στην ατμόσφαιρα της Μεγάλης Εκκλησίας της Αλεξανδρείας. Η θεολογική σχολή της Αλεξανδρείας είχε να παρουσιάσει μεγάλα θεολογικά αναστήματα, Πατέρες της Εκκλησίας, όπως οι Κλήμης Αλεξανδρείας, Ωριγένης, Δίδυμος ο Τυφλός, και κατ’ εξοχήν ο Μέγας Αθανάσιος. Η θεολογική σκέψη του Κυρίλλου σαφώς διαμορφώθηκε υπό την επίδραση των προκατόχων του, ιδίως στο χριστολογικό δόγμα. Άλλωστε, η συμφωνία με την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας αποτελούσε εγγύηση Ορθοδοξίας, ενώ οι καινοτόμες θεολογικές απόψεις πολύ εύκολα μπορούσαν να οδηγήσουν στην απόκλιση από το ορθόδοξο δόγμα και την αίρεση. Ο Κύριλλος στο σημείο αυτό είναι ιδιαιτέρως σαφής και φροντίζει, στην διατύπωση της θεολογίας του, να στηρίζεται στην Αγία Γραφή και στα κείμενα και την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, εμμένοντας στην αποστολική και πατερική παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Γράφει χαρακτηριστικά ο Κύριλλος απευθυνόμενος στον Νεστόριο (Επιστολή 4η) για την  σημασία να μελετά κανείς τα κείμενα των Πατέρων και να συμφωνεί μαζί τους, διότι τούτο διασφαλίζει και την ορθή πίστη: “έσται τούτο μάλα ορθώς, ει τοις των αγίων Πατέρων περιτυγχάνοντες λόγοις, περί πολλού τε αυτούς ποιείσθαι σπουδάζομεν, και δοκιμάζοντες εαυτούς, ει εσμέν εν τη πίστει, κατά το γεγραμμένον, ταις εκείνων ορθαίς και ανεπιλήπτοις δόξαις τας εν ημίν εννοίας ευ μάλα συμπλάττομεν”. Και σε άλλη του επιστολή προς τον επίσκοπο Σούκενσον τονίζει την αξία των Πατέρων για την διατήρηση της Ορθοδοξίας: “φρονούμεν τοίνυν περί της του Σωτήρος ημών οικονομίας, α και οι προ ημών Πατέρες. Αναγνόντες γαρ τους εκείνων πόνους, τον εαυτών νουν καταρυθμίζομεν, ώστε κατόπιν αυτών ιέναι, και μηδέν τη των δογμάτων ορθότητι καινόν επεισφρήσαι”.

Αποτελεί κοινή παραδοχή ότι ο Κύριλλος επηρεάστηκε κατ’ εξοχήν από τον Μεγάλο Αθανάσιο ως προς το χριστολογικό δόγμα και την Ενανθρώπηση του Κυρίου, όπως και από άλλους Πατέρες, των οποίων τα κείμενα παραθέτει ως υποστηρικτικά της θεολογίας, ως μία πηγή πατερική με παράλληλη αυθεντία όπως αυτή της Αγίας Γραφής. Άλλωστε, για την εμμονή του αυτή να στηρίζεται στην διδασκαλία των προγενεστέρων Αγίων Πατέρων προκειμένου να αναπτύξει και να θεμελιώσει την δική του θεολογία, ο Κύριλλος Αλεξανδρείας δικαίως έχει αποκληθεί “σφραγίς των Πατέρων” από τον όσιο Αναστάσιο τον Σιναϊτη.

Εάν  αναζητούσαμε κάποιο κείμενο του Κυρίλλου Αλεξανδρείας που να συμπυκνώνει την χριστολογική του διδασκαλία και να συνδέεται με το Μυστήριο της Ευχαριστίας, δεν θα μπορούσαμε να βρούμε πιο αντιπροσωπευτικό και κατάλληλο από το ακόλουθο απόσμασμα της προς Νεστόριον Τρίτης Επιστολής: “καταγγέλλοντες γαρ τον κατά σάρκα θάνατον του μονογενούς Υιού του Θεού, τουτ’ έστιν, Ιησού Χριστού, την εκ νεκρών αναβίωσιν, και την εις ουρανούς ανάληψιν ομολογούντες, την αναίμακτον εν ταις Εκκλησίαις τελούμεν θυσίαν. Πρόσιμέν τε ούτω ταις μυστικαίς ευλογίαις και αγιαζόμεθα, μέτοχοι γενόμενοι της αγίας σαρκός, και του τιμίου αίματος του πάντων ημών Σωτήρος Χριστού. Και ουχ ως σάρκα κοινήν δεχόμεθα, μη γένοιτο. Ούτε μην ως ανδρός ηγιασμένου, και συναφθέντος τω Λόγω κατά την ενότητα της αξίας, ήγουν ως θείαν ενοίκησιν εσχηκότος, αλλ’ ως ζωοποιόν αληθώς, και ιδίαν αυτού του Λόγου. Ζωή γαρ ων κατά φύσιν ως Θεός, επειδή γέγονεν έν προς την εαυτού σάρκα, ζωοποιόν απέφηνεν αυτήν. Ώστε καν λέγη προς ημάς, ‘αμήν, αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα του Υιού του ανθρώπου, και πίητε αυτού το αίμα’, ουχ ως ανθρώπου των καθ’ ημάς ενός, και αυτήν είναι λογιούμεθα (πως γαρ η ανθρώπου σαρξ ζωοποιός έσται, κατά φύσιν την εαυτής), αλλ’ ως ιδίαν αληθώς γενομένην του δι’ ημάς και Υιού και ανθρώπου γεγονότος τε  και χρηματίσαντος”. Στο χωρίο αυτό σαφώς ο Άγιος Κύριλλος  συνδέει την προσέλευση των πιστών στην Ευχαριστία ως μετάληψη της ζωοποιού Σαρκός του Ενανθρωπήσαντος Χριστού, ο Οποίος, “Ζωή κατά φύσιν” ων, μεταδίδει στους πιστούς την Ιδίαν Σάρκα, το Σώμα Του, το οποίο ζωοποιεί τους μεταλαμβάνοντας πιστούς. Εδώ αποτυπώνεται ξεκάθαρα ότι ο τρόπος που αντιλαμβάνεται ο Άγιος Κύριλλος την Ευχαριστία είναι κατά βάσιν χριστολογικός, βασίζεται στο θεανδρικό Πρόσωπο του Χριστού, ο Οποίος έλαβε σάρκα ανθρώπινη ενωμένη με την θεία Του φύση, και επομένως έδωσε στην Σάρκα Του ζωή, “ζωοποίηση”. Αυτό λοιπόν το Σώμα του Χριστού κοινωνούν οι πιστοί και ζωοποιούνται.

Ο Κύριλλος Αλεξανδρείας εμμένει πολύ στο γεγονός ότι το Σώμα και Αίμα του Χριστού στην θεία κοινωνία  είναι το ίδιο Σώμα και Αίμα που έλαβε σαρκούμενος ο Θείος Λόγος και Υιός του Θεού. Η πραγματική παρουσία του Σώματος και Αίματος του Χριστού στο Μυστήριο της Ευχαριστίας είναι που καθιστά αυτήν “ζωοποιό”, δυνάμενη η θεία κοινωνία να  μεταδίδει στους μεταλαμβάνοντας πιστούς την ιδία Σάρκα του Χριστού. Η Ευχαριστία είναι “εφόδιον ζωής”. Η όλη θεολογική βάση για το Μυστήριο της Ευχαριστίας είναι χριστολογική, στηρίζεται στην Ενσάρκωση του Υιού του Θεού και στην μετάδοση-μετάληψη “εν σώματι” και “τη ιδία σαρκί” του Χριστού στους πιστούς.

Συνεχίζεται..