ΑΡΧΕΣ ΣΤΙΣ ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ Η ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΣΑΜΑΡΕΙΤΗ

A BOHTEIES

Γεώργιος Κατσιμίγκας

Νοσηλευτής TE κ΄ ΠΕ, Θεολόγος,  Διδάκτωρ Ἰατρικῆς,

Ἐκπαιδευτικός 1ο ΕΠΑΛ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ

Ἡ παραβολὴ τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτη1, ποὺ διηγήθηκε ὁ Ἰησοῦς προκειμένου  νὰ ἀναπτύξει τὴν ἔννοια τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν  πλησίον, ἀποτελεῖ τὴ θεμέλια λίθο, βάση τῆς ὁποίας  μπορεῖ νὰ ἀναζητηθοῦν οἱ σπουδαιότερες ἀρχὲς ποὺ διέπουν τὴν παροχὴ τῶν Πρώτων Βοηθειῶν πρὸς τὸν πάσχοντα συνάνθρωπο.

Ἡ ἔννοια τῆς ἀγάπης, κατὰ τὴ χριστιανικὴ διδασκαλία ἀποτελεῖ  μίμηση τῆς Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, ἀπευθύνεται πρὸς ὅλους καὶ ἀξίζει νὰ ἀγαπᾶμε τὸν κάθε συνάνθρωπο γιατί εἶναι δημιούργημα κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωση τοῦ Δημιουργοῦ του.

Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη δὲν ἀποτελεῖ ἔννοια ἀλλὰ βίωμα, ὄχι μόνο τοῦ ἀνθρώπου ἀλλὰ καὶ τοῦ ἴδιου του Θεοῦ. Ὁ Ἰωάννης, ὁ Εὐαγγελιστὴς τῆς ἀγάπης, μᾶς δίνει τὸ μοναδικὸ καταφατικὸ ὁρισμὸ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐμπεριέχεται στὴν Καινὴ Διαθήκη «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί», ὁρίζοντας ἔτσι τὸν ὑπαρκτικὸ τρόπο τοῦ θείου.

Ἐπίσης θὰ πρέπει νὰ τονιστεῖ ὅτι ὁ Θεὸς ὑπάρχει ὡς γεγονὸς κοινωνίας καὶ ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ ὄχι μία ἰδιότητά του, ἀλλὰ ὀντολογικὸ γνώρισμά του. Ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ τὸν ἰδιαίτερο τρόπο ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀγάπη δίνει ὑπόσταση στὸν Θεὸ καὶ συνιστᾶ τὸ Εἶναι του. Ἡ ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ χάριν τῆς ἀγάπης δὲν ὑπόκεινται στὴν ἀναγκαιότητα, ἀλλὰ στὴν ἐλευθερία. Σὲ τελικὴ ἀνάλυση ἀγάπη καὶ ὀντολογικὴ ἐλευθερία  ταυτίζονται.3

Βάση τῶν ὅσων συνοπτικὰ ἔχουν ἀναφερθεῖ, γίνεται κατανοητὴ  ἡ ἐπιλογὴ τῆς συγκεκριμένης παραβολῆς  προκειμένου νὰ ἀναφερθοῦν οἱ ἀρχὲς ποὺ θὰ πρέπει  νὰ διέπουν τὸ πλαίσιο παροχῆς Πρώτων Βοηθειῶν.

Παράλληλα θὰ πρέπει νὰ ὑπογραμμιστεῖ, ὅτι, ἂν καὶ τὸ κείμενο ἀνήκει στὴ χριαστιανικὴ γραμματεία, ἀντανακλᾶ πανανθρώπινες ἀξίες ποὺ εἶναι ἀποδεκτὲς σχεδὸν σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ ἰδιαίτερα ἀπὸ τὸν δυτικὸ πολιτισμό.

Οἱ ἀρχὲς ποὺ ἀνιχνεύονται μέσα ἀπὸ τὸ κείμενο μποροῦν νὰ συνοψιστοῦν στὶς ἀκόλουθες:

•     Παροχὴ βοήθειας καὶ καταδίκη τῆς ἀδιαφορίας. Στὴν παραβολὴ ἀναφέρεται, ὅτι πρίν ἀπὸ τὸν Σαμαρείτη, τὸν τραυματισμένο ἀπὸ τοὺς ληστὲς Ἰουδαῖο εἶχαν ἀντιληφθεῖ ἕνας ἱερέας καὶ ἕνας λευίτης. Ὅμως, αὐτοὶ τὸν προσπέρασαν καὶ δὲν σταμάτησαν νὰ προσφέρουν βοήθεια. Μὲ τὸ ἐρώτημα τοῦ Ἰησοῦ ποὺ ἀκολουθεῖ σχετικὰ μὲ τὸ ποιὸς φέρθηκε ὡς ἀληθινὸς πλησίον στὸ ἀνήμπορο θύμα γίνεται ἀντιληπτὸ ὅτι καταδικάζεται ἡ ἀδιαφορία, ἡ ἀνευθυνότητα καὶ ἡ κάθε εἴδους νοοτροπία ποὺ ἐκπορεύεται ἀπὸ καθαρὰ ἐγωκεντρικὰ κίνητρα, ἐνῷ ὑπερθεματίζεται τὸ ἐνδιαφέρον καὶ ἡ προθυμία προσφορᾶς πρὸς αὐτὸν ποὺ ἔχει ἀνάγκη.

•      Κατάργηση τῶν διακρίσεων. Στὴν παραβολὴ γίνεται ἀντιληπτό,  ὅτι ἕνας Σαμαρείτης βοηθᾶ καὶ φροντίζει ἕναν Ἰουδαῖο. Αὐτὸ ἔχει μεγάλη σημασία, ἂν ἀναλογιστοῦμε τὸ γεγονός, ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι ἀνῆκαν σὲ διαφορετικὴ κοινότητα ἀπὸ τοὺς Σαμαρεῖτες καὶ ὅτι συχνὰ οἱ μεταξύ τους σχέσεις ἦταν διαταραγμένες. Ἔτσι, λοιπὸν ὡς δεύτερη ἀρχὴ καθιερώνεται ἡ κατάργηση τῶν διακρίσεων μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων καὶ ἡ παροχὴ βοήθειας καὶ φροντίδας σὲ ὅποιον ἔχει ἀνάγκη ἀνεξαρτήτως φυλῆς, ἔθνους, θρησκείας, γλώσσας, ἰδεολογίας ἢ κοινωνικῆς ὁμάδας. Ὁ Ἰησοῦς ἐπαναπροσδιορίζει τὴν ἔννοια τοῦ πλησίον θεωρώντας, ὡς πλησίον τὸν κάθε ἄνθρωπο καὶ ὄχι μόνο τὸν φίλο ἢ τὸν ἀνήκοντα στὴν ἴδια ἐθνικὴ ἢ πολιτισμικὴ ὁμάδα.

•      Κατοχὴ ὀρθῶν γνώσεων καὶ χρησιμοποίηση σωστῶν τεχνικῶν. Ἀναφέρεται μέσα στὸ κείμενο ὅτι ὁ καλὸς Σαμαρείτης περιποιήθηκε τὶς πληγὲς τοῦ θύματος ἀλείφοντάς τις μὲ λάδι καὶ κρασὶ καὶ ὅτι τὶς ἔδεσε καλά. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἐπισημαίνεται, ὅτι ἡ περιποίηση τῶν πληγῶν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἦταν πολὺ διαδεδομένη τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, διότι τὸ κρασὶ ἐνδεικνυόταν γιὰ τὸν καθαρισμὸ τραυμάτων ἐπειδὴ περιέχει τὴν μικροβιοκτόνο ἀλκοόλη, ἐνῷ τὸ λάδι ἔχει μαλακτικὲς ἰδιότητες. Γίνεται λοιπὸν κατανοητό, ὅτι ὁ ἀρωγὸς θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἄριστος γνώστης τῶν τεχνικῶν τῶν Πρώτων Βοηθειῶν, ἐπίσης νὰ ἔχει ὑπευθυνότητα γιὰ τὴ σωστὴ ἀντιμετώπιση τῶν ἐκτάκτων καταστάσεων, ἔτσι ὥστε  νὰ προξενήσει ὄφελος καὶ ὄχι βλάβη στὸν πάσχοντα.

•    Μὴ ὑπολογισμὸς προσωπικοῦ κόστους γιὰ τὸν ἀρωγό.  Ὁ Σαμαρείτης, προσφέρει προσωπικὴ ὑπηρεσία γιὰ τὴ διάσωση τοῦ Ἰουδαίου. Θὰ μποροῦσε νὰ φροντίσει τὸν πάσχοντα δι’ ἀντιπροσώπου ἐπ’ἀμοιβή. Ὅμως, προτιμᾶ νὰ τὸν φροντίσει ὁ ἴδιος, νὰ διαθέσει τὸ δικό του ζῶο γιὰ τὴ μεταφορὰ τοῦ θύματος, νὰ πληρώσει ὁ ἴδιος τὸν πανδοχέα καὶ νὰ ἀφιερώσει τὸν δικό του χρόνο γιὰ τὴν φροντίδα του. Βέβαια, θὰ πρέπει νὰ ὑπογραμμιστεῖ ἐδῶ ὅτι τὸ κείμενο αὐτὸ γράφτηκε  σὲ  ἄλλη ἐποχή, ποὺ ἀντανακλῶνται ἀξίες καὶ καταστάσεις τῆς ἀγροτικῆς, προμοντέρνας κοινωνίας, ὅταν ὑπῆρχε ἄλλη ἀντίληψη γιὰ τὴν πρόνοια καὶ τὴ φροντίδα καὶ ὅταν οἱ ἀνάγκες τῆς κοινωνίας ἦταν διαφορετικές. Σήμερα, γιὰ παράδειγμα, ἴσως εἶναι ἐπικίνδυνο καὶ μοιραῖο γιὰ τὸν πάσχοντα, νὰ τὸν μεταφέρουμε στὸ νοσοκομεῖο μόνοι μας, χωρὶς τὴν παρουσία ἐξειδικευμένου προσωπικοῦ.

Βάση τῶν ὅσων θίχτηκαν παραπάνω, ὁ κάθε ἐπαγγελματίας ὑγείας, ὁ κάθε ἄνθρωπος προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του πρὸς τὸν πάσχοντα συνάνθρωπο, ἔχοντας ὡς γνώμονα τὸ αἴσθημα τῆς κενωτικῆς ἀγάπης. Ἡ χριστιανικὴ ἀγάπη δὲν τιθασεύεται οὔτε δεσμεύεται ἀπὸ τὴν ἔννοια τῆς φυλῆς, τῆς κοινωνικῆς προέλευσης καὶ τῆς ἰδεολογίας, ἀλλὰ ἐμπνέεται  καὶ καθοδηγεῖται ἀπὸ  μία ἀνθρωποκεντρικὴ ἀντιμετώπιση τοῦ πάσχοντος κατὰ τὴν παροχὴ πρώτων βοηθειῶν. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ὁ Σαμαρείτης διαλέγει τὸν δυσκολότερο δρόμο ποὺ εἶναι ἡ προσωπικὴ προσφορὰ ἀνεξαρτήτως τοῦ προσωπικοῦ κόστους σὲ ὑλικὰ ἀγαθά,  χρήματα ἢ χρόνο4-5  Ἡ ἀγαπητικὴ διάθεση ποὺ τὸν διακρίνει ἀποτελεῖ μίμηση τῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδας. Τὰ πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδας, ἐπειδὴ ἐπιλέγουν τὴν ἀγάπη, συγκροτοῦνται σὲ ἑνότητα.

Ἐξάλλου, κατὰ τὴ χριστιανικὴ θεολογία ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι μία ἠθικὴ ἔννοια, ὅπως παρανοεῖται ἀπὸ πολλούς, ἀλλ’ ἔχει ὀντολογικὸ βάθος πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι μόνο μὲ τὴν ἀγάπη, ὡς πνεῦμα καὶ δύναμη θυσίας τοῦ ἐγὼ χάριν τοῦ συνανθρώπου, εἶναι δυνατὴ ἡ τελείωση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Ὅποιος ἀγαπάει βλέπει τὸν Θεό: ὁ Θεὸς εἶναι Ἀγάπη.

 

 

  

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Λουκ. 10, 25 -36.
  2. Πολατίδου Μ., Τὸ πρόβλημα τῶν ρατσιστικῶν διακρίσεων καὶ ἡ συμβολὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας στὴν ἀντιμετώπισή του. Μεταπτυχιακὴ ἐργασία. Πάτρα, Ἑλληνικὸ Ἀνοικτὸ Πανεπιστήμιο, 2008.
  3. Γιανναρᾶς Χ., Ἡ Ἐλευθερία τοῦ ἤθους, ἐκδ. Ἴκαρος, Ἀθήνα 2002:27-30.
  4. Γιούλτσης Β, Πνευματικότητα καὶ Κοινωνικὴ Ζωή, Θεσσαλονίκη, ἐκδ. Πουρνάρα, 1999.
  5. Ἀναπλιώτης Ἀ., Τὸ δικαίωμα τῆς Εὐθανασίας – Ἀθανασίας, Ἀθήνα, ἐκδ. ΖΥΜΕL, 2002.

 

 

 

 

 

 

Ετικέτες - Σχετικά Θέματα