Ο ΘΕΟΣ ΩΣ ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΡΟΦΗΤΗ ΗΣΑΪΑ

ΑΡΧΩΝ

Τοῦ ἀρχιμ. Ἰακώβου Κανάκη

 

Μιά θεολογική ἰδέα πού κυριαρχεῖ στήν Παλαιά Διαθήκη εἶναι ὅτι ὁ Θεός εἶναι Αὐτός πού κατευθύνει τήν παγκόσμια ἱστορία.[1] Εἶναι ὁ Ἴδιος πού κατευθύνει τήν ἱστορία μέσῳ ἀνθρώπων, ὅπως διαφαίνεται γιά παράδειγμα, στήν περίπτωση τοῦ Κύρου, διά τοῦ ὁποίου ἐλευθερώθηκαν οἱ Ἰουδαῖοι στήν Βαβυλώνα.[2] Ἔτσι, δέν εἶναι τυχαῖα γεγονότα οὔτε ἡ ἐκλογή τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἀπό τόν Θεό, οὔτε τό χρέος αὐτοῦ, στήν προετοιμασία τῶν ἐθνῶν γιά τήν ἔλευση τοῦ Μεσσία στόν κόσμο. Μποροῦμε ὅμως νά ποῦμε ὅτι στόν Δευτεροησαΐα (κεφ. 40-55 τοῦ βιβλίου) ἔχουμε μία διδασκαλία περισσότερο θεοκεντρική, ἀφοῦ τά πάντα συντελοῦνται καί καταλήγουν στήν δόξα τοῦ Θεοῦ.[3] Ὁ προφήτης στά κεφ. 40-55 παρηγορεῖ τούς αἰχμαλώτους Ἰουδαίους καί προφητεύει τήν κατάλυση τοῦ Βαβυλωνιακοῦ κράτους καί γιά τόν λόγο αὐτό τό βιβλίο του ἔχει χαρακτηριστεῖ «Βιβλίον τῆς Παραμυθίας».[4] Πράγματι, ὅπως ὁ προφήτης προφήτευσε τήν αἰχμαλωσία τῶν Ἰουδαίων, ἔτσι μποροῦσε νά προφητεύσει καί τήν λύτρωση ἀπό τήν αἰχμαλωσία. Τίς προφητεῖες του αὐτές περί λύτρωσης τοῦ Ἰούδα καί τῆς παλινόρθωσης τοῦ ἔθνους μέ νέο πνεῦμα καί τίς συνδεόμενες πρός τά γεγονότα αὐτά μεσσιανικές προφητεῖες, ὁ προφήτης παρέδωσε στόν κύκλο τῶν μαθητῶν του, οἱ ὁποῖοι καί τίς ἐξέδωσαν, ἀφοῦ πρῶτα τίς ὑπομνημάτισαν μέ τά συμβαίνοντα γεγονότα τῆς ἐποχῆς.[5] Γιά νά κατανοήσουμε τά γεγονότα αὐτά θά πρέπει νά συλλάβουμε τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ πού κυριαρχεῖ στά ἐπιμέρους κεφάλαια. Βασική διδασκαλία τοῦ βιβλίου εἶναι ὅτι ἕνας καί μόνο Θεός ὑπάρχει, «ὁ Θεός τῶν Πατέρων».[6] Σέ κανέναν ἄλλον προφήτη δέν τονίζεται τόσο ἰσχυρά ὁ μονοθεϊσμός, ὅσο στόν προφήτη Ἠσαΐα, γι᾽αὐτό καί ἔχει χαρακτηριστεῖ ὡς ἀπολογητής τοῦ μονοθεϊσμοῦ. Συχνά μέσα στά κείμενά του ἀναφέρει τήν ἀλήθεια αὐτή, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Ἐγώ Θεός πρῶτος, καί εἰς τά ἐπερχόμενα ἐγώ εἰμί».[7] Μάλιστα, γιά τήν στήριξη αὐτή τοῦ μονοθεϊσμοῦ, ὁ προφήτης χρησιμοποιεῖ πρῶτα τόν ἀρνητικό τρόπο, ζητώντας νά ἀποδείξει ἀπό τήν ἱστορία ὅτι δέν ὑπάρχουν ἄλλοι Θεοί. Πουθενά στήν ἱστορία δέν φαίνονται Θεοί νά ἐπεμβαίνουν καί νά βοηθοῦν,[8] ἐν ἀντιθέσει μέ τόν Θεό τοῦ Ἰσραήλ, ὁ ὁποῖος δρᾶ, ὅπως προαναφέραμε, ἀδιαλείπτως μέσα στήν ἱστορία. Ἐπίσης, ὁ προφήτης ἀποδεικνύει τόν μονοθεϊσμό καί μέ θετικό τρόπο, χρησιμοποιώντας ὡς ἐπιχείρημα τήν ἐπαλήθευση τῶν προφητειῶν του μέσα στήν ἱστορία, ἀλλά καί ἀπό τήν ἐκπλήρωση αὐτή λαμβάνει τήν θετική ἀπόδειξη ὅτι ὑπάρχει ἕνας μόνος καί ἀληθινός Θεός.[9] Ἡ παντοδυναμία καί ἡ μοναδικότητα τοῦ Θεοῦ καταγράφεται σέ ὅλο σχεδόν τό βιβλίο τοῦ Ἠσαΐα. Ὁ Θεός εἶναι πάνω ἀπό ὅλους, ἀφοῦ δέν ἔχει ἀρχή καί τέλος. Ὡστόσο, βρίσκεται ἀμετάβλητος καί ἀσύλληπτος ἀπό τήν ἀνθρώπινη σκέψη. Γιά τά ἔργα του καί τήν ἐξυπηρέτηση τῶν σκοπῶν του, σκοπίμως ἐπιλέγει ἀνθρώπους καί ἔθνη ὡς ὄργανα του, καί δέν ἐπιτρέπει ποτέ νά παρεμποδιστεῖ ὁ σκοπός του. Ὁ μονοθεϊσμός πού ὑπονοεῖται, περισσότερο ἤ λιγότερο, στήν θρησκεία πρίν ἀπό τήν βαβυλώνια αἰχμαλωσία, τώρα δηλώνεται τόσο ξεκάθαρα πού δέν χρειάζεται ἐνίσχυση. Αὐτός ἦταν ἡ πραγματική θρησκεία τήν ὁποία τό Ἰσραήλ θά διέδιδε στόν κόσμο. Μέ ἀφορμή αὐτό, ὁ Gore Charles συνοψίζει τά τέσσερα σημεῖα πάνω στά ὁποῖα στηρίζεται, κατά τήν γνώμη του, ἡ θρησκεία: «Πρῶτον, εἶναι ἡ δύναμη καί ἡ χάρη ἑνός προσωπικοῦ Θεοῦ. Δεύτερον, ὁ Θεός αὐτός ὁμιλεῖ μέ ὑψηλή πνευματική ἐμπιστοσύνη στό ἔργο του, ἡ ὑποτίμηση τῆς ὁποίας εἶναι ἐδῶ τό κύριο σημεῖο. Τρίτον, πρόκειται γιά θρησκεία ἔντονα ἠθική, ὅπου οἱ ἁμαρτίες τοῦ ἀνθρώπου ἀποτελοῦν τό κύριο μέλημα Του. Τέταρτον, διεκδικεῖ τόν ἔλεγχο τῆς ἱστορίας, ἐνῶ ἡ ἱστορία τόν ἐπαληθεύει».[10]

 

Ἡ ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ

 

Ὁ προφήτης Ἠσαΐας ἐκτός τῆς παγκοσμιότητας τοῦ Θεοῦ ἀναφέρει καί μιά ἄλλη ἰδέα στά κεφ. 40-55 τοῦ βιβλίου του. Πρόκειται γιά τήν ἔννοια τῆς ἁγιότητάς Του μέ τήν χρήση τοῦ ὅρου «ἅγιος» ὡς ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ.[11] Ἔτσι, μέ τήν λέξη «ἅγιος» ὁ Θεός παρουσιάζεται ὡς παντοδύναμος.[12] Ὁλόκληρη ἡ φύση παρουσιάζεται νά εἶναι πλήρως ὑποτεταγμένη σέ Ἐκεῖνον.[13] Εἶναι ὁ Ἴδιος πού δημιούργησε τό σύμπαν καί μπορεῖ νά μεταβάλει τήν ἔρημη γῆ σέ παράδεισο.[14] Ὁλόκληρη ἡ κτίση, ἔμψυχη καί ἄψυχη, μετέχει σέ ἕναν ὕμνο δοξολογίας πρός Αὐτόν.[15] Κανένας ἄλλος προφήτης δέν τονίζει τόσο τήν δημιουργία τοῦ κόσμου ἀπό τόν Θεό. Ἔτσι, ὁ Θεός ὡς «ἅγιος» χαρακτηρίζεται, καί ὡς πνεῦμα,[16] αἰώνιος,[17] ἀνεξιχνίαστος[18] καί ἀληθινός.[19] Εἶναι δέ καί ἀσύγκριτος μέ καθετί καί σύμφωνα μέ τόν προφήτη: «Καί πάντα τά ἔθνη ὡς οὐδέν εἰσί καί εἰς οὐδέν ἐλογίσθησαν».[20] Εἶναι φανερό ὅτι ἐδῶ ἡ ἔννοια τῆς ἁγιότητας τοῦ Θεοῦ δέν σχετίζεται μέ τήν ἠθική ἔννοια τοῦ ὅρου, ἄν καί ὁ Θεός εἶναι ὁ ἀπόλυτα ἠθικός. Στά κεφ. 40-55 τοῦ Ἠσαΐα ἀναφέρεται ἡ ἁγιότητα ὡς παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ ἀλλά δίνεται παράλληλα καί μία νέα εἰκόνα τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου, κατά τό «πᾶσα σάρξ χόρτος, καί πᾶσα δόξα ἀνθρώπου ὡς ἄνθος χόρτου».[21] Πρόκειται γιά μία σκόπιμη ἀλλά καί πραγματική ἀντίθεση. Ὁ προφήτης τονίζει ὅτι τά γήινα εἶναι μάταια καί φθαρτά, ἐνῶ ὁ Θεός παραμένει πάντοτε αἰώνιος καί παντοδύναμος. Ἔτσι ὡς Θεός τῆς κρίσης καί τοῦ ἐλέγχου γίνεται Θεός τῆς ἀγάπης, τῆς συγχωρητικότητας καί τῆς εὐσπλαχνίας.[22] Αὐτά ὅμως τά δύο, ὁ Θεός καί ὁ ἄνθρωπος, δέν εἶναι ἄσχετα μεταξύ τους. Ὁ Θεός ἔρχεται σέ σχέση μέ τόν ἄνθρωπο ἀποκαλυπτόμενος στήν φύση καί στήν ἱστορία. Στήν ἱστορία ἀποκαλύπτεται στούς ἀνθρώπους διά τοῦ λόγου τῶν προφητῶν του, καί αὐτός ὁ λόγος πάντοτε ἐκπληρώνεται καί ποτέ δέν ἀποτυγχάνει.[23]

Ὁ προφήτης Ἠσαΐας μᾶς θυμίζει δύο σημαντικές ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ, τήν ἁγιότητα καί τήν παγκοσμιότητά Του. Ἐνῶ ὅμως εἶναι καί παγκόσμιος καί πανάγιος ἔρχεται κοντά μας γενόμενος ἄνθρωπος δεχόμενος σταυρικό θάνατο. Τελικά ὅμως ἡ ἔνδοξη Ἀνάστασή Του ἄλλάξε ὅλη τήν πορεία τῆς πεσμένης ἀνθρώπινης φύσης. Ἡ Μεγάλη Ἐβδομάδα εἶναι μιά ἐπανάληψη τῶν σπουδαίων αὐτῶν εὐεργεσιῶν ἀλλά ταυτόχρονα καί εὐκαιρία βίωσης τους στόν ναό καί στόν καθημερινό μας βίο.

 

[1] Β. Βέλλα, Θρησκευτικαί Προσωπικότητες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μέρος Α΄, Ἀθήνα: Ἔννοια 2008, σ. 277. Βλ. καί Σ. Δεσπότου, Ο Ιησούς ως «Χριστός» και η πολιτική εξουσία στούς συνοπτικούς Ευαγγελιστές, Αθήνα: Ἄθως 2005, σσ. 64-65.

[2] Β. Βέλλα, Θρησκευτικαί Προσωπικότητες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μέρος Α΄, Ἀθήνα: Ἔννοια 2008, σ. 281

[3] Β. Βέλλα, Θρησκευτικαί Προσωπικότητες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, μέρος Α΄, Ἀθήνα: Ἔννοια 2008, σ. 278.

[4] Σ. Δεσπότου, Ο Ιησούς ως «Χριστός» και η πολιτική εξουσία στούς συνοπτικούς Ευαγγελιστές, Αθήνα: Ἄθως 2005, σ. 61.

[5] Κ.Ζάρρα, Ἱστορία τῆς ἐποχῆς τῆς Καινῆς Διαθήκης, Ἀθήνα 2005, σ.44.

[6] Ἐξ. 3,6.

[7] Ἠσ. 41,4.43,10ἑξ. 45,3ἑξ. 46,9. 48,12. 49,23.

[8] Ἠσ. 41,23. 45, 20.

[9] Ἠσ. 41, 21ἑξ. 42,9.12. 44,7. 45,21.

[10] Gore Charles, A new commentary on Holy Scripture, London 1987, σσ. 458-459. Βλ. καί Σ. Δεσπότου, Ο Ιησούς ως «Χριστός» και η πολιτική εξουσία στούς συνοπτικούς Ευαγγελιστές, Αθήνα: Ἄθως 2005, σ. 41.

[11] Ἠσ. 41,14.16.20. 43,3.14.15. 45,11. 47,4. 48,17.

[12] Ἠσ. 40,26. 42,5. 44,24. 45,7.

[13] Ἠσ. 40, 12 ἑξ. 45,12.18, 50, 2 ἕως 3.

[14] Ἠσ. 41,18. 50,2. 51,10.

[15] Ἠσ. 43,20.

[16] Ἠσ. 40, 18 καί 44,9 ἑξ.

[17] Ἠσ.40,28. 43,13. 44,6.

[18] Ἠσ. 40,13.28. 45,15. 55,8 ἑξ.

[19] Ἠσ. 45, 19.

[20] Ἠσ. 40,17. Πρβλ. καί 40,25. 44,7.

[21] Ἠσ. 40,6.

[22] Smith J. E., An Expository Commentary on the Book of Isaiah (A work in Progress), Janyary 2005, σ. 153.

[23] Ἠσ. 44, 26.28