Είναι ζωτικής σημασίας να ανακτήσουν τα ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα την βασική αρχή της ίδρυσης της ΕΕ, την προτίμηση των ενωσιακών καταναλωτών για ανάκαμψη και βιωσιμότητα των καλλιεργουμένων εκτάσεων που εγγυάται την επισιτιστική κυριαρχία τους. Η έμφαση στην εγχώρια παραγωγή, η δημιουργία προστιθέμενης αξίας και η ιδιαιτερότητα της ποιότητος είναι η σωστή ελληνική εθνική στρατηγική.
Παϊσιάδης Σταύρος
Στα ελληνικά καταστήματα τροφίμων αυξάνονται τα εισαγόμενα οπωροκηπευτικά, όπως δείχνουν τα στοιχεία του Συνδέσμου Εξαγωγέων Incofruit – Hellas.
Τα στοιχεία δικαιώνουν τους αγρότες σε όλη την ΕΕ που κατηγορούν την πολιτική της Κομισιόν, η οποία δίνει το «πράσινο φως» για αθρόες εισαγωγές αγροτικών προϊόντων από τρίτες χώρες και την ίδια στιγμή τα ευρωπαϊκά μένουν απούλητα ή πωλούνται σε τιμές κάτω του κόστους.
Έτσι βλέπουμε να συνεχίζεται η εισαγωγή αυξημένων ποσοτήτων φρούτων και λαχανικών και το πρώτο δίμηνο του 2024 (κατά +20,19% σε σχέση με το αντίστοιχο του 2023).
Συγκεκριμένα σύμφωνα με βάση τα προσωρινά στοιχεία τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο του 2024 η Ελλάδα έκανε εισαγωγές οπωροκηπευτικών ύψους 128.964 τόνους, έναντι 107.302 τόνων το αντίστοιχο δίμηνο του 2023.
Οι κυριότερες εισαγωγές αφορούσαν:
α) 63.467 τόνοι πατάτες, έναντι 53.644 το 2023 (+18,31%), προερχόμενες από Αίγυπτο και ακολουθούν Κύπρος και Γαλλία (βάσει επίσημων στοιχείων 11μηνου)
β) 40.348 τόνοι μπανάνες έναντι 37.834 το 2023 (+6,6%), προερχόμενες από Ισημερινό και ακολουθούν Κόστα Ρίκα και Γουατεμάλα
γ) 4.421 τόνοι κρεμμύδια, έναντι 2.629 πέρσι (+68,16%), προερχόμενα από Αίγυπτο και ακολουθούν Ινδία και Αυστρία
δ) 3.888 τόνοι μήλων, έναντι 1.157 πέρσι (ρεκόρ αύξησης +236,04%) προερχόμενα από Β. Μακεδονία και ακολουθούν Πολωνία και Σερβία
ε) 2.112 τόνοι μανιτάρια, έναντι 1.940 πέρσι (+8,87%), προερχόμενα από Πολωνία και ακολουθούν Ρουμανία και Ιταλία
στ) 1.015 τόνοι ακτινίδια, έναντι 96 τόνων το 2023 (ρεκόρ αύξησης +957,3%), προερχόμενα από Τουρκία, Iράν, και Ιταλία
ζ) 905 τόνοι πιπεριές – γλυκοπιπεριές, έναντι 649 τόνων το 2023 (+39,5%), από Ολλανδία και ακολουθούν Τουρκία, και Β. Μακεδονία
η) 632 τόνοι τομάτες, έναντι 206 τόνων το 2023 (+206,8%), προερχόμενες κυρίως από Τουρκία.
Εκτός των παραπάνω εισήχθησαν και άλλα φρούτα και λαχανικά, όπως π.χ. αβοκάντο, κολοκυθάκια, λαχανικά κ.ά.
Όπως αναφέρει στον ΑγροΤύπο ο κ. Γεώργιος Πολυχρονάκης, Ειδικός Σύμβουλος του Συνδέσμου Εξαγωγέων Incofruit – Hellas, “η εισαγωγή νωπών φρούτων και λαχανικών δείχνει συνεχή ανάπτυξη του ξένου ανταγωνισμού, τόσο στην χώρα μας όσο και στις λοιπές κοινοτικές αγορές. Σημειώνεται ότι οι κοινοτικές εισαγωγές του 2023 εκτιμώνται – βάσει Eurostat – από τρίτες χώρες να έχουν εκτοξευθεί, κατά +32,9% σε όγκο, σε σχέση με το 2022, ανερχόμενες σε 16,289 εκατ. τόνους. Την ίδια στιγμή βλέπουμε αυτές του ενδοκοινοτικού εμπορίου να μειώνονται, κατά -5,5%, σε 28,112 εκατ. τόνους.
Κυριότερες προμηθεύτριες τρίτες χώρες είναι κατά σειρά Κόστα Ρίκα, Ισημερινός, Αίγυπτος, Ν. Αφρική, Μαρόκο κ.ά.
Οι αυξημένες εισαγωγές της ΕΕ από τρίτες χώρες οφείλονται στη υφιστάμενη απόκλιση σε εργασιακά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά θέματα, που υπάρχει μεταξύ κοινοτικών και μη κοινοτικών παραγωγών, η οποία προκαλεί συνεχή ανάπτυξη των εισαγωγών τόσο στην αγορά της ΕΕ όσο και στην Ελληνική.
Οι εμπλεκόμενοι στον τομέα των οπωροκηπευτικών της Ε.Ε. λειτουργούν σε μια απορυθμισμένη αγορά που εισάγει αγροτικά προϊόντα από τρίτες χώρες σε χαμηλές τιμές, γεγονός που ασκεί πτωτική πίεση τιμών στα αντίστοιχα παραγόμενα προϊόντα στην ΕΕ συμπεριλαμβανομένων και των παραγομένων στην Ελλάδα. Θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι αυτές οι παραγωγές στις τρίτες χώρες δεν συμμορφώνονται με τους εσωτερικούς κανονισμούς της ΕΕ και παρουσιάζεται μια αντίφαση και υποκρισία στην πολιτική δράση της ΕΕ, μεταξύ της εμπορικής πολιτικής και της κοινής αγροτικής πολιτικής της. Είναι ένας αθέμιτος ανταγωνισμός που υποσκάπτει τη βιωσιμότητα χιλιάδων αγροκτημάτων στην χώρα μας και την Ευρώπη.
Η ΕΕ συνεχίζει να συνάπτει περισσότερες συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών με τρίτες χώρες, οι οποίες επιδεινώνουν τα προβλήματα της γεωργίας σε ολόκληρη την ΕΕ.
Ζητείται «το πάγωμα» των διαπραγματεύσεων-συμφωνιών με τρίτες χώρες, όπως η MERCOSUR, την μη επικύρωση της συμφωνίας με τη Νέα Ζηλανδία και «το πάγωμα» των διαπραγματεύσεων με την Χιλή, την Κένυα, το Μεξικό, την Ινδία και την Αυστραλία.
Προτείνεται όπως η ΕΕ υιοθετήσει την αρχή ότι οι εμπορικές συμφωνίες που θα συζητούνται στο μέλλον θα πρέπει να ενσωματώνουν «κατοπτρικές ρήτρες», κατ’ εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας για την αποφυγή αθέμιτου ανταγωνισμού.
Είναι απαραίτητο τα φρούτα και λαχανικά που προέρχονται από τρίτες χώρες να πληρούν τις ίδιες ποιοτικές προδιαγραφές που απαιτούνται για τους παραγωγούς (γεωργούς και κτηνοτρόφους) της ΕΕ, με ίσες συνθήκες εργασίας και ίδια χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, καθώς και να επιδιωχθεί όπως οι ελληνικές ελεγκτικές αρχές διενεργούν αυστηρούς ελέγχους για τήρηση των εμπορικών προδιαγραφών ποιότητος και μη ύπαρξης υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων στα εισαγόμενα προϊόντα στην ελληνική αγορά με παράλληλη διασφάλιση της μη ελληνοποίησης τους. Επίσης παρεμφερείς έλεγχοι πρέπει να διενεργούνται και στα αποστελλόμενα – εξαγόμενα οπωροκηπευτικά προϊόντα προς διασφάλιση της φήμης των προϊόντων μας που θα συμβάλλει στην περαιτέρω αύξηση των εξαγωγών τους.
Είναι ζωτικής σημασίας να ανακτήσουν τα ευρωπαϊκά αγροτικά προϊόντα την βασική αρχή της ίδρυσης της ΕΕ, την προτίμηση των ενωσιακών καταναλωτών για ανάκαμψη και βιωσιμότητα των καλλιεργουμένων εκτάσεων που εγγυάται την επισιτιστική κυριαρχία τους. Η έμφαση στην εγχώρια παραγωγή, η δημιουργία προστιθέμενης αξίας και η ιδιαιτερότητα της ποιότητος είναι η σωστή ελληνική εθνική στρατηγική”.