Γράφει η Εὐδοξία Αὐγουστίνου, Φιλόλογος – Θεολόγος
Ἡμέρα μνήμης τοῦ ἐθνικοῦ μας ποιητῆ Διονυσίου Σολωμοῦ ἡ 9η Φεβρουαρίου ἔχει καθιερωθεῖ ὡς Παγκόσμια Ἡμέρα Ἑλληνικῆς Γλώσσας, ἡ ὁποία γλώσσα, παρά τίς κατά καιρούς ἀλλοιώσεις στή μακραίωνη ἱστορία της, διατηρεῖ μέχρι καί σήμερα τήν αἴγλη καί τήν ὀμορφιά της.
Ἡ Ἑλληνική, μία γλώσσα ἀναντικατάστατη, μέ ἀξία ἀνεκτίμητη, συγκεφαλαιώνει τήν πνευματική μας κληρονομιά καί τό πολιτισμικό μας κεφάλαιο. Λέξεις, πού ταξίδεψαν 40 αἰῶνες, γιά νά φτάσουν σέ μᾶς, λέξεις πού τίς κουβάλησε ὁ λαός μας στήν ψυχή του, τίς μεγάλυνε μέ τούς ἀγῶνες του, τίς κράτησε ζωντανές μέχρι σήμερα, γιά νά μπορεῖ ἔτσι νά μιλάει γιά δημοκρατία, ἐλευθερία, εἰρήνη, ἰσότητα, δικαιοσύνη, ἀξιοκρατία, ἐντιμότητα, ἀρετή, ἠθική.
Ἀξίζει κανείς νά τή γνωρίσει, νά τήν ἀγαπήσει, νά τή μοιραστεῖ. Ἡ γλώσσα μας εἶναι ἡ ἱστορία, ἡ σκέψη, ὁ ψυχισμός, ἡ νοοτροπία, ἡ τέχνη, ἡ ταυτότητά μας. Γιά πολλούς γλωσσολόγους καί ἀνθρώπους τοῦ πνεύματος πού δέν εἶναι Ἕλληνες, ἡ ἑλληνική γλώσσα – ἰδιαιτέρως τά Ἀρχαῖα Ἑλληνικά- εἶναι ἡ ἀνώτερη μορφή γλώσσας, πού ἔχει ἐπινοήσει ποτέ τό ἀνθρώπινο πνεῦμα. Οἱ ἀπόψεις αὐτές δέν διατυπώνονται αὐθαίρετα, ἀλλά βασίζονται σέ κριτήρια ἀντικειμενικά σχετικά μέ τήν ἀξιολόγηση μιᾶς γλώσσας.
Σύμφωνα μέ ἔγκυρες πηγές καί ἐπισταμένες μελέτες, ἡ Ἑλληνική εἶναι ἡ πλουσιότερη γλώσσα τοῦ πλανήτη. Συγκεκριμένα ἡ Marianne – Irene Mc Donald, ἀπό τό Santa Fe τῆς Καλιφόρνιας, πού ἀσχολεῖται μέ τήν ἑλληνική γλώσσα, καταμέτρησε 6.000.000 λέξεις, ἐνῶ γιά τήν ἀγγλική ἀναφέρει 100.000.
Ἡ ἑλληνική γλώσσα ἔχει τή δυνατότητα νά δημιουργεῖ σύνθετες λέξεις μέ ἀπίστευτες δυνατότητες χρήσης, προσαυξάνοντας ἔτσι τό λεξιλόγιο. Ἐπιπλέον, τή χαρακτηρίζει ἡ ἀκριβολογία, καθώς καί ἡ κυριολεξία. Τά ρήματα -γιά παράδειγμα- «κεράννυμι», «μίγνυμι» καί «φύρω» σημαίνουν «ἀνακατεύω». Ὅταν ἀνακατεύουμε δυό στερεά ἤ δυό ὑγρά μεταξύ τους, ἀλλά χωρίς νά δημιουργεῖται νέα ἕνωση (π.χ. λάδι μέ νερό), τότε χρησιμοποιοῦμε τό «μίγνυμι». Γιά τό ἀνακάτεμα ὑγροῦ καί στερεοῦ χρησιμοποιεῖται τό «φύρω», ἐξ οὗ καί ἡ λέξη «αἱμόφυρτος» γιά τούς πληγωμένους στή μάχη, ὅταν τό αἷμα τους ἀνακατευόταν μέ τό χῶμα. Τό «κεράννυμι» σημαίνει ἀνακατεύω δυό ὑγρά καί παρασκευάζω νέο, ὅπως οἶνο καί νερό, ἐξ οὗ καί ὁ «ἄκρατος» (=καθαρός) οἶνος, πού ἔλεγαν οἱ ἀρχαῖοι, ὅταν δέν ἦταν «κεκραμένος» (= ἀνακατεμένος) μέ νερό.
Εἶναι ἀκόμη γνωστό ὅτι ἡ ἑλληνική γλώσσα ἔχει λέξεις, οἱ ὁποῖες παραμένουν χωρίς ἀπόδοση στίς ὑπόλοιπες γλῶσσες, ὅπως ἅμιλλα, θαλπωρή, λεβεντιά, φιλότιμο. Μόνον αὐτή διαχωρίζει, διατηρώντας τό ἴδιο ριζικό θέμα, τό ἀτύχημα ἀπό τό δυστύχημα, τό συμφέρον ἀπό τό ἐνδιαφέρον. Μέσῳ μάλιστα τῆς ἐτυμολογίας ἡ ἑλληνική γλώσσα μᾶς διδάσκει συνεχῶς πῶς νά γράφουμε σωστά. Ἔτσι ἄλλο «ἐξάρτυση» μέ ὕψιλον καί ἄλλο «ἐξάρτηση» μέ ἦτα. Γράφουμε «ὠφέλεια» μέ ὠμέγα, ἀλλά «ὄφελος» μέ ὄμικρον.
Στή γλώσσα μας ὑπάρχει ἡ πληρέστερη ἀντιστοιχία ἀνάμεσα στή λέξη καί στό σημαινόμενο. Ἔτσι, ἡ λέξη «βοηθός» δηλώνει αὐτόν πού στό κάλεσμα τρέχει, ὅπως ἀποκαλύπτουν τά συνθετικά (βοή= φωνή + θέω=τρέχω). Πολλές φορές ἡ λέξη περιγράφει ἰδιότητες τῆς ἔννοιας, τήν ὁποία ἐκφράζει, μέ φοβερά ἐντυπωσιακό τρόπο. Γιά παράδειγμα ἡ λέξη «φθόνος» ἐτυμολογεῖται ἀπό τό ρῆμα «φθίνω», πού σημαίνει μειώνομαι. Καί πραγματικά ὁ φθόνος ὡς συναίσθημα σιγά-σιγά μᾶς φθίνει, μᾶς καταστρέφει, ὑποσκάπτοντας ἀκόμη καί τήν ὑγεία μας. Ἀντίθετα, ὅταν θέλουμε νά χαρακτηρίσουμε κάτι πού εἶναι τόσο πολύ ὥστε νά μήν τελειώνει, χρησιμοποιοῦμε τή λέξη «ἄφθονο». Ἡ λέξη «ἄγαλμα» ἐτυμολογεῖται ἀπό τό «ἀγάλλομαι» (=εὐχαριστιέμαι), ἐπειδή, ὅταν βλέπουμε ἕνα ὄμορφο ἄγαλμα, ἡ ψυχή μας ἀγάλλεται. Ἀπό ἐδῶ προέρχεται ἡ λέξη «ἀγαλλίαση», πού εἶναι σύνθετη ἀπό τίς λέξεις ἀγάλλομαι + ἴαση (=θεραπεία). Ἐξάλλου εἶναι γνωστό πόσο ἡ ψυχική μας κατάσταση συνδέεται ἄμεσα μέ τή σωματική μας ὑγεία.
Ἄλλο χαρακτηριστικό τῆς γλώσσας μας εἶναι ἡ μουσικότητα. Ἀκόμη καί ὁ πολύς Γίββων ἔλεγε: «Οἱ τόνοι τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας εἶναι μουσικά σημεῖα πού μαζί μέ τούς κανόνες προφυλάττουν ἀπό τήν παραφωνία μία γλώσσα κατ’ ἐξοχήν μουσική, ὅπως κάνει ἡ ἀντίστιξη, πού διδάσκεται στά ὠδεῖα ἤ οἱ διέσεις καί ὑφέσεις, πού διορθώνουν τίς κακόηχες συγχορδίες».
Ἐπιπλέον, τά Ἑλληνικά εἶναι ἡ μόνη γλώσσα στόν κόσμο πού ὁμιλεῖται καί γράφεται συνεχῶς ἐπί 4.000 τουλάχιστον συναπτά ἔτη. Ὁ νομπελίστας ποιητής μας Ὀδυσσέας Ἐλύτης ὑπογράμμιζε: «Ἐγώ δέν ξέρω νά ὑπάρχει παρά μία γλώσσα, ἡ ἑνιαία Ἑλληνική γλώσσα. Τό νά λέει ὁ ἕλληνας ποιητής, ἀκόμα καί σήμερα, ὁ οὐρανός, ἡ θάλασσα, ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη, ὁ ἄνεμος, ὅπως τό ἔλεγαν ἡ Σαπφώ καί ὁ Ἀρχίλοχος, δέν εἶναι μικρό πράγμα. Εἶναι πολύ σπουδαῖο. Ἐπικοινωνοῦμε κάθε στιγμή μιλώντας μέ τίς ρίζες πού βρίσκονται ἐκεῖ. Στά Ἀρχαῖα». Ἐνῶ ὁ ἐπίσης νομπελίστας ποιητής Γιῶργος Σεφέρης σημειώνει: «Ἀπό τήν ἐποχή πού μίλησε ὁ Ὅμηρος ὥς τά σήμερα, μιλοῦμε, ἀνασαίνουμε καί τραγουδοῦμε τήν ἴδια γλώσσα».
Ἡ ἑλληνική γλώσσα, ἤδη ἀπό τά ἑλληνιστικά χρόνια, ἄρχισε νά ἐπιδρᾶ στό λεξιλόγιο διαφόρων λαῶν, ἰδιαίτερα μετά τίς μεταφράσεις τῶν κειμένων τῆς πρώιμης χριστιανικῆς γραμματείας. Ἡ ἐπίδρασή της ὑπῆρξε ἀκόμη μεγαλύτερη στά χρόνια μετά τήν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης, ὅταν πλῆθος Ἑλλήνων ἄφησαν τίς τουρκοκρατούμενες περιοχές καί κατέφυγαν στή Δύση.
Συνεπῶς, δικαιολογημένα ὑποστηρίζει ἡ Marianne McDonald (πρωτεργάτης τοῦ TLG): «Ἡ γλώσσα τῆς ἐλευθερίας, ὁ ἔνδοξος θησαυρός τῆς Ἑλλάδος, ἡ δόξα τῆς Ἑλλάδος, ἀνήκει σέ ὅλους μας καί ἔχει διαμορφώσει τήν ἐπιστημονική καί λογοτεχνική κληρονομιά τοῦ δυτικοῦ κόσμου…
Ἡ ἱστορία τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἀποτελεῖ τήν ἱστορία τῆς φιλοσοφικῆς καί πολιτιστικῆς ἐξέλιξης τοῦ ἀνθρώπου τῆς Δύσης. Ἀπό ὅλα τά ἀνθρώπινα δημιουργήματα, ἡ ἑλληνική γλώσσα εἶναι τό καταπληκτικότερο. Ἡ γνώση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, τῆς ζωῆς καί τῶν σχέσεων στίς ὁποῖες οἱ Ἕλληνες ἐξέφρασαν τή σκέψη τους καί τά αἰσθήματά τους, εἶναι οὐσιαστικά ἀντιπροσωπευτικά στοιχεῖα γιά ἕναν ὑψηλό πολιτισμό. Δέν ὑπάρχει πιό ὄμορφη γλώσσα ἀπό τήν Ἑλληνική. Ἔχει διατηρήσει τήν ὀμορφιά της μέσα στούς αἰῶνες, ὄχι μόνο μέ τή μορφή καί τούς ἤχους της, ἀλλά καί μέ τίς ἠθικές ἰδέες πού ἐκφράζει… Οἱ Ἕλληνες μᾶς ἔδωσαν τό χρυσό μέτρο καί τή χρυσή τους γλώσσα… Ἡ ἑλληνική γλώσσα πρέπει νά διαιωνιστεῖ ὡς πολύτιμος καί ὡραῖος θησαυρός… Πρέπει νά ξεκινήσουμε μία νέα ἐκστρατεία γιά τήν ὑπεράσπιση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί τή διατήρηση τῆς ἱστορικῆς μνήμης τοῦ παρελθόντος. Ἡ ἑλληνική γλώσσα εἶναι ἕνα γερό κτίσμα ὅσο ὁ Παρθενώνας… Ἄς ἐργαστοῦμε ὅλοι μαζί, γιά νά λαμπρύνουμε τόν θησαυρό τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί νά τόν κάνουμε κτῆμα προσιτό σέ ὅλον τόν κόσμο».