Είναι «πολύ πιθανότερο να αναφέρουν έλξη προς το ίδιο φύλο, σεξουαλική ταυτότητα κάποιας μειοψηφίας και εμπειρία σχέσεων με άτομα του ίδιου φύλου» από ότι παιδιά που προέρχονται από τον γενικό πληθυσμό.
Από την Julie Moreau,
2 Απριλίου 2019
Τα παιδιά λεσβιών «γονέων» είναι λιγότερο πιθανό ως ενήλικες να αυτοπροσδιοριστούν ως ετεροφυλόφιλοι και πολύ πιο πιθανό να αναφέρουν έλξη για το ίδιο φύλο, σύμφωνα με μια μακροχρόνια μελέτη του Ινστιτούτου Williams στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια (UCLA), μια δεξαμενή σκέψης που επικεντρώνεται στον σεξουαλικό προσανατολισμό και το φύλο.
Έως και 6 εκατομμύρια παιδιά και ενήλικες στις ΗΠΑ έχουν λεσβίες, ομοφυλόφιλους, αμφιφυλόφιλους ή τρανς «γονείς», σύμφωνα με το Ινστιτούτο, και η μελέτη διαπίστωσε ότι «τα παιδιά τέτοιων ‘γονέων’ είναι πολύ πιθανότερο να αναφέρουν έλξη προς το ίδιο φύλο, σεξουαλική ταυτότητα κάποιας μειοψηφίας και εμπειρία σχέσεων με άτομα του ίδιου φύλου».
«Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι τα ενήλικα παιδιά από προγραμματισμένες λεσβιακές ‘οικογένειες’ μπορεί να είναι πιο πιθανό από τους συνομηλίκους τους να επιδείξουν διαφορετικότητα στη σεξουαλική έλξη, ταυτότητα και έκφραση», ανέφερε η έκθεση.
Η μελέτη χρησιμοποιεί την έρευνα National Longitudinal Lesbian Family Study (NLLFS)[1], τη μεγαλύτερης διάρκειας έρευνα πραγματικού χρόνου στον κόσμο πάνω σε «οικογένειες με γονείς» που ανήκουν σε σεξουαλικές μειονότητες. Έχοντας ξεκινήσει ήδη από το 1986, η έρευνα παρακολουθεί τους «απογόνους» λεσβιών «γονέων» από τη σύλληψη έως την ενηλικίωσή τους. Για αυτή την τελευταία μελέτη (του Ινστιτούτου Williams), 76 παιδιά λεσβιών «γονέων», τώρα όλα ενήλικες στα μέσα περίπου της τρίτης δεκαετίας της ζωής τους (25 ετών πάνω-κάτω), ρωτήθηκαν για τη σεξουαλική τους έλξη, ταυτότητα και συμπεριφορά. Για σύγκριση, οι ερευνητές ταίριαξαν δημογραφικά αυτούς τους απογόνους με 25χρονους συμμετέχοντες στην έρευνα National Survey of Family Growth (NSFG – Εθνική Έρευνα για την Οικογενειακή Ανάπτυξη), που αφορά κανονικές οικογένειες.
Από τα 76 παιδιά λεσβιών «γονέων», το 70 τοις εκατό των νέων γυναικών και το 90 τοις εκατό των νέων ανδρών ταυτοποιήθηκαν ως «ετεροφυλόφιλοι ή στρέιτ», σε σύγκριση με το 88 τοις εκατό των νέων γυναικών και το 98 τοις εκατό των νέων ανδρών στην δημογραφικά ταιριαστή αντίστοιχη ομάδα νεαρών από κανονικές οικογένειες της έρευνας NSFG.
Επιπλέον, το 54 τοις εκατό των γυναικών και το 33 τοις εκατό των ανδρών με λεσβίες «γονείς» ανέφεραν ότι είχαν ομοφυλοφιλική σεξουαλική εμπειρία μεταξύ 17 και 25 ετών, σε σύγκριση με το 38 τοις εκατό των γυναικών και το 9 τοις εκατό των ανδρών από την ομάδα της έρευνας NSFG.
Η Δρ. Nanette Gartrell, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και κάτοχος του τίτλου του διακεκριμένου επισκέπτη μελετητή στο Ινστιτούτο Williams, είπε στο NBC News ότι υπάρχουν πολλές θεωρίες που εξηγούν τον σεξουαλικό προσανατολισμό – συμπεριλαμβανομένων των ορμονών, της γενετικής και του περιβάλλοντος – αλλά μέχρι στιγμής, πρόσθεσε, «τα στοιχεία δείχνουν ότι δεν υπάρχει ένας παράγοντας που να είναι μοναδικά καθοριστικός».
Όταν ρωτήθηκε για την εξήγησή της σχετικά με το γιατί οι γιοι και οι κόρες των λεσβιών μπορεί να είναι λιγότερο πιθανό να ταυτιστούν ως ετεροφυλόφιλοι (στρέιτ), σημείωσε ότι «έχουν ενδεχομένως πιο διευρυμένες οπτικές για τη σεξουαλικότητα».
«Μεγάλωσαν από γονείς που δεν ήταν επικριτικοί και μπορεί να είναι πιο εναρμονισμένοι με τα συναισθήματά τους λόγω του περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσαν», είπε η Gartrell. «Ίσως θα έπρεπε να πανηγυρίζουμε το γεγονός ότι ο πολιτισμός μας έχει εξελιχθεί αρκετά ώστε αυτοί οι νέοι να αισθάνονται ελεύθεροι να εξερευνήσουν ποιοι είναι».
Όσον αφορά τις μεγάλες διαφορές στα ποσοστά μεταξύ ανδρών και γυναικών που παρατηρούνται και στις δυο ομάδες υπό έρευνα (NLLFS και NSFG), η Gartrell είπε ότι αυτές είναι σε συμφωνία με προηγούμενη έρευνα των τελευταίων 15 χρόνων που υποδηλώνει ότι οι γυναίκες βιώνουν τη σεξουαλικότητα με «μεγαλύτερη ρευστότητα» από τους άνδρες (έχουν πιο συχνά εμπειρίες ομοφυλοφιλικών σχέσεων).
Τα ευρήματα, πρόσθεσε, είναι επίσης σε συμφωνία και με έρευνα που καταδεικνύει «μεταβλητότητα και ρευστότητα στη σεξουαλική ανάπτυξη, έκφραση και αυτοπροσδιορισμό με την πάροδο των χρόνων, ιδιαίτερα στο διάστημα από την εφηβεία έως την πρώιμη ενήλικη ζωή».
[1] θα μπορούσε να αποδοθεί περίπου ως «Μελέτη της Λεσβιακής Οικογένειας κατά Γεωγραφικό Μήκος όλης της Χώρας» (των ΗΠΑ).