Ἀρετὴ εἶναι «ἡ ἠθικὴ ἀνωτερότητα, ἡ ὑπεροχή». Σήμερα ὅμως, ἡ σημασία τόσο τῆς λέξεως «ἀρετή», ὅσο καὶ τοῦ ὀνόματος «ἀγαθός», τὸ ὁποῖο σχετίζεται μὲ τὴν ἰδιότητά της, ἔχουν διαστρεβλωθῆ, παίρνοντας μία τελείως διαφορετικὴ τροχιὰ ἀπὸ τὴν πραγματικότητα. Γιὰ νὰ καταλάβουμε καλύτερα τὴν σημασία ποὺ ἔδιναν οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι στὴν λέξη «ἀρετή», ἂς παρακολουθήσουμε τί λένε γι’ αὐτὴν τὰ λεξικά τους. Τὸ «Etymologicum Magnum» τονίζει μεταξὺ τῶν ἄλλων: «Λέγεται δὲ καὶ ἡ κατὰ πόλεμον δύναμις, παρὰ τὸν Ἄρην, τὸν πόλεμον. Λέγεται δὲ ἀρετὴ καὶ ἡ ἐν παντὶ πράγματι ὑπεροχῇ· παρὰ τὸ αἱρῶ, τὸ προαιροῦμαι. Σημαίνει τὴν κατὰ πόλεμον ἀνδρείαν… Σημαίνει καὶ τὴν ψυχικὴν ἀρετήν». Ἄν προσέξουμε δὲ μὲ μεγαλύτερη προσοχὴ τὰ λεξικά, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἐτυμολογιῶν, ἡ λέξη «ἀρετή», δηλώνει καὶ τὴν ἰδιότητα τοῦ Ἄρεως· τὴν μαχητικότητα, τὴν ἀνδρεία. Καὶ πράγματι πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ μάχεται γιὰ νὰ κατακτήσῃ ὁτιδήποτε. Νὰ μάχεται γιὰ νὰ ἔχῃ καλὲς ἐπιδόσεις. Νὰ μάχεται γιὰ νὰ βελτιώσῃ τὸν χαρακτῆρα του. Νὰ μάχεται γιὰ νὰ εἶναι πιὸ δυνατός. Νὰ μάχεται γιὰ νὰ γίνῃ πιὸ ὠφέλιμος στοὺς συνανθρώπους του. Αὐτὲς τὶς τέσσερις ἰδιότητες τὶς συγκεντρώνουν τὰ τέσσερα παραθετικὰ τοῦ ἐπιθέτου «ἀγαθός» (αμείνων, ἄριστος – βελτίων, βέλτιστος – κρείττων, κράτιστος – λώων, λώστος ), τὸ ὁποῖο ἀπὸ τὸν τύπο ἤδη «ἀρείων (αμείνων)», «ἄριστος», σχετίζεται μὲ τὴν ἀρετή. Διαπιστώνουμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν μελέτη τῶν ἐπεξηγήσεων ποὺ δίνουν τὰ λεξικὰ ὅτι γιὰ τοὺς ἀρχαίους πατέρες μας, ἡ λέξη εἶχε διάφορες σημασίες: Σήμαινε τὴν γενναιότητα, τὴν ψυχικὴ ἀρετή, τὴν μαχητικότητα ἀλλὰ καὶ τὴν ὑπεροχή. Ἦταν αὐτὴ ποὺ ἐπιθυμοῦσαν καὶ ἐπεδίωκαν οἱ πάντες. Τὸ «τᾶν ἡ ἐπὶ τάς», γιὰ παράδειγμα, ἦταν ἡ αὐτονόητη ἀπαίτηση τῆς πολεμικῆς ἀρετῆς τοῦ γιοῦ της, ἀπὸ τὴν Λάκαινα Μάνα, ἡ ὁποία ἀπαιτοῦσε θάρρος στὴν ἀντιμετώπιση τοῦ κινδύνου, τόλμη στὴν διεκδίκηση τῆς νίκης καὶ ἀποτέλεσμα στὸν ἀγῶνα. Θὰ κατανοήσουμε ὅμως καλύτερα τὴν ἰδιαίτερη αὐτὴν σημασία ἀπὸ τὴν ἐξήγηση ἑνὸς ἰδιαιτέρως χαρακτηριστικοῦ παραδείγματος!
Ὁ Λεωνίδας, ὅταν ὁ Ξέρξης του ζήτησε νὰ παραδώση τὰ ὅπλα, τοῦ ἀπήντησε τὸ περίφημο «μολὼν λαβέ»! Τὸ γεγονὸς ὅτι δὲν γνωρίζουν πολλοὶ τὴν ἰδιαίτερη σημασία τῶν λέξεων αὐτῶν τῆς Ἑλληνικῆς, ὁδήγησε τοὺς «μεταφραστὲς» νὰ τὸ ἀποδώσουν ὡς «ἔλα νὰ τὰ πάρῃς»! Οἱ ξένες μάλιστα πολεμικὲς ταινίες τῆς μάχης τῶν Θερμοπυλῶν τὸ ἀποδίδουν ὡς «come and get them»!
Ὅμως ὁ Λεωνίδας ΔΕΝ ΕΙΠΕ ΑΥΤΟ. Διότι ἦταν Λάκων καὶ διότι ἐννοοῦσε τὸ Λακωνικὸ αὐτονόητο. Ἄν ἐννοοῦσε αὐτό, ποὺ λένε ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ οἱ μὴ σχετικοὶ μὲ τὴν γλῶσσα, τότε θὰ ἔλεγε «ἐλθὼν λαβέ» καὶ ὄχι «μολὼν λαβέ». Καὶ θὰ ἐξηγήσω ἀμέσως τί ἐννοῶ. Τὸ ρῆμα «μολώσκω», ποὺ τρέπεται σὲ «βλώσκω», ἔχει ἀόριστο «ἔμολον»καὶ τὴν μετοχὴ ἀορίστου «μολών». Γνωρίζουμε βεβαίως ὅτι στὴν Ἀρχαία Ἑλληνικὴ γλῶσσα οὐσιαστικὰ δὲν ὑπάρχουν συνώνυμα. Γιὰ νὰ δηλωθῇ τὸ ρῆμα «ἔρχομαι» ἢ «πηγαίνω» ὑπάρχουν δεκάδες τύποι, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ καθένας εἶχε μία εἰδοποιὸ νοηματικὴ διαφορὰ ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ δήλωνε κάτι λίγο διαφορετικό.
Ἔτσι τὸ ρῆμα «βλώσκω» σημαίνει ἔρχομαι κάπου, πηγαίνω κάπου, ἀφοῦ ὅμως πρῶτα βρίσκω τὰ ψυχικὰ ἀποθέματα, τὸ θάρρος ψυχῆς. Ὅταν λοιπὸν ὁ Λεωνίδας ἀπάντησε στὴν ἀπαίτηση τοῦ Ξέρξη «μολὼν λαβέ», δὲν ἐννοοῦσε «ἔλα νὰ τὰ πάρῃς», ἀλλὰ «βρὲς πρῶτα τὸ θάρρος καὶ ἔλα νὰ τὰ πάρῃς», «ΑΝ ΤΟΛΜΑΣ, ΕΛΑ ΝΑ ΤΑ ΠΑΡΗΣ»!
Ἡ μετοχὴ βεβαίως εἶναι ὑποθετικὴ καὶ ἡ φράση ἀποδίδει ὑποθετικὸ λόγο. Ὅμως τὸ μήνυμα ἦταν σαφές. «Ἄν σοῦ κοτάῃ, ἔλα». Καὶ φυσικὰ αὐτὴ ἡ ἐπίδειξη θάρρους ἦταν συνέχεια τῆς ἀτειχίστου πόλεως, ἡ ὁποία δήλωνε ὅτι τὰ τείχη εἶναι γιὰ τοὺς ἄλλους. Γιά μας, τοὺς Λάκωνες, «τείχη εἶναι τὰ σώματα τῶν στρατιωτῶν μας»! Ἡ πολεμικὴ ἀρετὴ σὲ ὅλο της τὸ μεγαλεῖο!
Τοῦ Ἀντωνίου Α. Αντωνάκου Καθηγητοῦ – Κλασσικοῦ Φιλολόγου Ἱστορικοῦ – Συγγραφέως