ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ Α’

AgiosNikodimos

 

Δὲν πρέπει νὰ ἐμπιστευόμαστε οὔτε νὰ ἔχουμε τὸ θάρρος μας

ποτὲ στὸν ἑαυτό μας

Τὸ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι τὸν ἑαυτό σου, ἀγαπητὲ ἀδελφέ μου, εἶναι τόσο ἀναγκαῖο σ᾿ αὐτὸν τὸν πόλεμο, ὥστε χωρὶς αὐτὸ νὰ εἶσαι βέβαιος ὅτι ὄχι μόνο δὲν θὰ μπορέσεις νὰ ἐπιτύχεις τὴν νίκη ποὺ ἐπιθυμεῖς, ἀλλὰ οὔτε κἂν νὰ ἀντισταθεῖς στὸ παραμικρό. Κι αὐτὸ νὰ ἐντυπωθεῖ καλὰ στὸν νοῦ σου. Γιατὶ ἐμεῖς, ἂν καὶ εἴμαστε διεφθαρμένοι στὴν φύση μας, ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς παράβασης τοῦ Ἀδάμ, ἔχουμε σὲ μεγάλη ὑπόληψη τὸν ἑαυτό μας. Καὶ ἐνῷ αὐτὴ ἡ ἰδέα στὴν πραγματικότητα δὲν εἶναι παρὰ ἕνα τιποτένιο ψέμα, ἐμεῖς ὅμως νομίζουμε μὲ μιὰ ἀπατηλὴ ἐντύπωση πὼς εἴμαστε κάτι. Αὐτὸ εἶναι ἕνα ἐλάττωμα ποὺ ἀναγνωρίζεται πολὺ δύσκολα ἀπὸ ἐμᾶς κι αὐτὴ ἡ ἀπατηλὴ ἰδέα δὲν εἶναι ἀρεστὴ στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἀγαπᾶ νὰ ἔχουμε μιὰ τίμια καὶ ἀνόθευτη γνώση τῆς ἀλήθειας. Νὰ ξέρουμε δηλαδὴ πὼς κάθε χάρη καὶ κάθε ἀρετή μας προέρχεται μόνο ἀπὸ Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθοῦ. Ἀπὸ ἐμᾶς δὲν μπορεῖ νὰ προέλθει κανένα καλὸ οὔτε κανένας καλὸς λογισμὸς ποὺ νὰ πλησιάζει πρὸς τὸν Θεό. Αὐτὴ εἶναι ἡ σίγουρη ἀλήθεια, δηλαδὴ τὸ νὰ μὴν πιστεύουμε στὸν ἑαυτό μας. Αὐτὴ ἡ ἀλήθεια εἶναι δῶρο τῆς θείας Του χάριτος, τὴν ὁποία συνηθίζει νὰ τὴν δίνει στοὺς ἀγαπημένους Του φίλους, ἄλλοτε μὲ ἐμπνεύσεις καὶ φωτισμοὺς τοῦ νοῦ, ἄλλοτε μὲ σκληρὲς δοκιμασίες καὶ θλίψεις, ἄλλοτε μὲ βίαιους καὶ σχεδὸν ἀνίκητους πειρασμοὺς καὶ ἄλλοτε μὲ ἄλλα μέσα ποὺ ἐμεῖς δὲν καταλαβαίνουμε. Μὲ ὅλα αὐτὰ ἐργάζεται γιὰ τὴν σωτηρία μας ὁ Θεὸς καὶ θέλει νὰ γίνεται ἀπὸ τὴν μεριά μας ἐκεῖνο ποὺ ἀνήκει καὶ εἶναι δυνατὸ ἀπὸ ἐμᾶς, δηλαδὴ ἡ θεληματικὴ διάθεση πρὸς ἐργασία τῆς σωτηρίας μας. Γι᾿ αὐτὸ λοιπόν, ἀδελφέ μου, σοῦ σημειώνω ἐδῶ τέσσερις τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους μπορεῖς, μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, νὰ πετύχεις αὐτὴ τὴν ἔλλειψη πίστης στὸν ἑαυτό σου, δηλαδὴ τὸ νὰ μὴν ἐμπιστεύεσαι ποτὲ τὸν ἑαυτό σου.
α) Ὁ πρῶτος εἶναι νὰ γνωρίσεις τὴν μηδαμινότητά σου καὶ νὰ συνειδητοποιήσεις πὼς ἀπὸ μόνος σου δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις κανένα καλὸ γιὰ τὸ ὁποῖο νὰ ἀξιωθεῖς τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
β) Ὁ δεύτερος εἶναι νὰ ζητᾶς πολλὲς φορὲς βοήθεια ἀπ᾿ τὸν Θεό, μὲ θερμὲς καὶ ταπεινὲς δεήσεις, νὰ γνωρίσεις τὴν μηδαμινότητά σου. Αὐτὸ εἶναι δικό Του χάρισμα. Ἂν θέλεις νὰ λάβεις τὴν γνώση τῆς μηδαμινότητάς σου, πρέπει πρῶτα νὰ σκεφτεῖς γυμνὸ ἀπὸ αὐτὴ τὴν γνώση τὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ καὶ ὁλοκληρωτικὰ ἀδύνατο γιὰ νὰ τὴν ἀποκτήσεις ἀπὸ μόνος σου. Ἔπειτα νὰ μιλήσεις ἐλεύθερα πολλὲς φορὲς μπροστὰ στὴν μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ, καὶ πιστεύοντας σταθερὰ ὅτι ἀπὸ τὸ πέλαγος τῆς εὐσπλαχνίας Του θὰ σοῦ τὴ δώσει, ὅταν αὐτὸς κρίνει ὅτι εἶναι ἡ ὥρα. Γνώριζε καὶ μὴν ἀμφιβάλλεις καθόλου ὅτι θὰ τὴν ἀπολαύσεις.
γ) Ὁ τρίτος τρόπος εἶναι νὰ συνηθίσεις νὰ φοβᾶσαι πάντα τὸν ἑαυτό σου καὶ τοὺς ἀναρίθμητους ἐχθρούς, στοὺς ὁποίους δὲν εἶσαι ἱκανὸς νὰ φέρεις τὴν παραμικρὴ ἀντίσταση. Νὰ φοβᾶσαι τὴν μακρόχρονη συνήθειά τους νὰ πολεμοῦν, τὶς πανουργίες τους καὶ τὰ στρατηγικά τους σχέδια, τὶς μεταμορφώσεις τους σὲ ἀγγέλους φωτός, τὰ ἀναρίθμητα τεχνάσματα καὶ τὶς παγίδες ποὺ σοῦ στήνουν κρυφὰ στὸν προσωπικό σου δρόμο τῆς ἀρετῆς.
δ) Ὁ τέταρτος τρόπος εἶναι, ὅταν πέσεις σὲ κάποιο σφάλμα, νὰ περάσεις πλέον ἔντονα στὴν σκέψη τῆς ἀπόλυτης ἀδυναμίας σου. Γιατὶ γι᾿ αὐτὸν τὸν σκοπὸ ὁ Θεὸς παραχωρεῖ νὰ πέσεις σ᾿ αὐτό, γιὰ νὰ γνωρίσεις καλύτερα τὴν ἀσθένειά σου. Ἔτσι μὲ τὴν πτώση σου νὰ μάθεις ὄχι μόνο νὰ περιφρονεῖς ἐσὺ ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό σου ὡς τιποτένιο, ἀλλὰ καὶ νὰ θέλεις νὰ περιφρονεῖσαι ἀπὸ τοὺς ἄλλους ὡς ἀδύναμος. Χωρὶς αὐτὴ τὴ θέληση γιὰ περιφρόνηση δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐπιτευχθεῖ αὐτὴ ἡ ἐνάρετη ἀπιστία πρὸς τὸν ἑαυτό σου, ἡ ὁποία ἔχει τὸ θεμέλιό της στὴν ἀληθινὴ ταπείνωση καὶ στὴν λεγόμενη ἔμπρακτη γνώση ἀπὸ τὴν δοκιμασία τῶν πειρασμῶν.
Ἀπὸ τὰ παραπάνω ὁ καθένας βλέπει πόσο εἶναι ἀναγκαῖο σὲ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸ οὐράνιο ἄκτιστο φῶς τὸ νὰ γνωρίσει τὸν ἑαυτό του. Αὐτὴ τὴν γνώση ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ συνηθίζει νὰ τὴν δίνει διαμέσου τῶν πτώσεων στοὺς ὑπερήφανους καὶ ὅσους ἔχουν μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό τους. Ἀφήνοντάς τους δηλαδὴ μὲ δίκαιο τρόπο νὰ πέφτουν σὲ κάποιο σφάλμα ἀπὸ τὸ ὁποῖο νόμιζαν πὼς μποροῦν νὰ φυλαχτοῦν. Ἔτσι νὰ γνωρίσουν τὴν ἀδυναμία τους καὶ νὰ μὴν πιστεύουν καθόλου πλέον στὸν ἑαυτό τους.
Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ μέσο, μὲ τὸ ὁποῖο ἀγωνίζεσαι καὶ ἔχεις κακουχίες ἀπὸ τὴν πτώση, δὲν συνηθίζει πάντα νὰ τὸ χρησιμοποιεῖ ὁ Θεός, παρὰ μόνον ὅταν τὰ ἄλλα μέσα, τὰ πιὸ ἐλεύθερα ποὺ εἴπαμε (δηλαδὴ οἱ τρεῖς προηγούμενοι τρόποι), δὲν προξενήσουν στὸν ἄνθρωπο αὐτὴ τὴν ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ του. Τότε ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο νὰ πέσει σὲ σφάλματα μεγαλύτερα ἢ μικρότερα, ἀνάλογα μὲ τὸ ἂν εἶναι μεγαλύτερη ἢ μικρότερη ἡ περηφάνια καὶ ἡ ὑπόληψη ποὺ ἔχει στὸν ἑαυτό του. Ὥστε, ὅπου δὲν ὑπάρχει καμιὰ τέτοια ἐμπιστοσύνη στὸ ἐγώ, ὅπως ἡ Παρθένος Μαρία ποὺ ταπεινώθηκε καὶ ἀποδέχτηκε ἀμέσως τὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, ἐκεῖ ἀντίστοιχα δὲν πρόκειται νὰ ὑπάρξει καμιὰ πτώση. Λοιπόν, ἂν ἐσὺ πέσεις, τρέξε ἀμέσως μὲ τὸν νοῦ σου στὴν ταπεινὴ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ μὲ ἐπίμονη προσευχὴ ζήτησε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ σοῦ δώσει τὸ ἀληθινὸ φῶς γιὰ νὰ γνωρίσεις τὴν μηδαμινότητά σου. Καὶ νὰ μὴν πιστεύεις καθόλου στὸν ἑαυτό σου, ἂν θέλεις νὰ μὴν ξαναπέσεις πάλι καὶ μάλιστα σὲ χειρότερη βλάβη καὶ φθορά.

(Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, “Ἀόρατος Πόλεμος”, Κεφ. 2ο)